Fractal

Μιχαήλ Στεφανίδης: Ο “πατέρας” της ιστορίας των επιστημών στην Ελλάδα

Του Γιώργου Βλαχάκη //

 

Ο Μ. Στεφανίδης σε προχωρημένη ηλικία

Ο Μ. Στεφανίδης σε προχωρημένη ηλικία

Για τον Μιχαήλ Στεφανίδη και τη συμβολή του στην εισαγωγή και θεμελίωση της ιστορίας των Επιστημών, ως ενός αυτόνομου γνωστικού αντικειμένου στην Ελλάδα, έχουν ήδη δημοσιευθεί αξιόλογα άρθρα. (Katsiampoura 2011), (Nicolaides 2005) (Καράς 1995).

 

Ειδικότερα έχει σχολιασθεί, άλλοτε υπέρ και άλλοτε κατά, η ίδρυση της πρώτης έδρας ιστορίας των Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ανάλογα φυσικά και με την προσωπική άποψη του σχολιάζοντος για τη χρησιμότητα ή μη μιας τέτοιας έδρας σε ένα σχεδόν υπανάπτυκτο Πανεπιστήμιο σε μία μάλλον υπανάπτυκτη χώρα όπως η Ελλάδα του μεσοπολέμου.

Ωστόσο για πρώτη φορά παρουσιάζεται η άποψη του ίδιου του Στεφανίδη για το θέμα αυτό όπως δημοσιεύτηκε στο Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος του Γεωργίου Δροσίνη το 1931, σσ. 525-535.(Χρυσόγελου-Κάτση 2008)

To Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος υπήρξε μια σημαντική ετήσια έκδοση στα χρόνια του μεσοπολέμου και φιλοξένησε άρθρα ποικίλου ενδιαφέροντος πολλά από τα οποία είχαν άμεση σχέση με τις Θετικές Επιστήμες και την ιστορία τους. Συνεργάτες του περιοδικού για τα θέματα αυτά υπήρξαν κυρίως καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών όπως ο Δ. Αιγινήτης και ο Κ. Ζέγγελης.

Ενδεικτικά αναφέρουμε το άρθρο του Δ. Αιγινήτη «Ο υλικός και θερμικός θάνατος του κοσμου» ( Ημ.τ.Μ.Ελ. 1924, σσ.81-87) όπου περιγράφει τις βασικές αρχές της θερμοδυναμικής και το άρθρο του Κ.Ζέγγελη με τίτλο « Εις πόσας διαστάσεις ζώμεν» ( Ημ.τ.Μ.Ελ., 1929, σσ.473-489).

 

Σύγγραμμα του Μ. Στεφανίδη

Σύγγραμμα του Μ. Στεφανίδη

 

Τί κοινό μεταξύ συγχρόνου και πεθαμένου;

Ο Μιχαήλ Στεφανίδης υπήρξε τακτικός συνεργάτης του Ημερολογίου από την αρχή της έκδοσης του το 1922. Ωστόσο όπως ήδη σημειώσαμε στην παρούσα μελέτη μας ενδιαφέρουν κυρίως οι απόψεις του Στεφανίδη για την σύσταση της έδρας της Ιστορίας των Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας.

Αρχικά η προσπάθεια του συνίσταται στο να αποδομήσει τη στερεότυπη και προφανώς ευρέως διαδεδομένη άποψη περί της απαξίας του γνωστικού αυτού αντικειμένου.

Για το λόγο αυτό ξεκινά το κείμενό του με το ρητορικό ερώτημα:

«Η ιστορία των Επιστημών ως μάθημα του κυρίου προγράμματος του Πανεπιστημίου; Αλλά τι κοινόν μεταξύ της συγχρόνου ζωής και του πεθαμένου παρελθόντος; Αλλ’ η Ιστορία των Επιστημών δεν είναι επιστήμη. Και της επιστήμης την μάθησιν επαγγέλεται το Πανεπιστήμιον, την μάθησιν δηλονότι εις την αλήθειαν της συγχρόνου επιστημονικής ερεύνης.»

Ο Στεφανίδης ισχυρίζεται μάλιστα πως αυτή η αντίληψη δεν εμφανίζεται μόνο στην κατά κάποιο τρόπο επαρχιωτική Ελλάδα, αλλά και «εις την Δύσιν». Σημειώνει δε παράλληλα ότι η άποψη που είχε εκφράσει πολύ νωρίτερα, το 1910 ο ιστορικός των επιστημών Κarl von Buchka (1856-1917) σε επιστολή του (26 Οκτωβρίου 1910) πως ο αριθμός των ιστορικών της επιστήμης είναι μικρός και πρέπει να υπάρχει αλληλεγγύη μεταξύ τους εξακολουθεί να ισχύει.

Κατά το Στεφανίδη η ιστορία των επιστημών ως έναν από τους πρωτεύοντες στόχους της θα έπρεπε να έχει την ανασκευή της θέσης του Mohl που το 1863 υποστήριξε ότι οι αρχαίοι είχαν εντελώς στοιχειώδεις, «παιδαριώδεις» είναι η λέξη που χρησιμοποιεί, γνώσεις για τις φυσικές επιστήμες.
Όπως, όμως, συμβαίνει συνήθως «η συντηρητικότης των Πανεπιστημίων απομάχεται πάντοτε την αφιέρωσιν εις την Ιστορίαν της Επιστήμης μιας έδρας καθηγεσίας ισοτίμου προς τα άλλα μαθήματα της ανωτάτης εκπαιδεύσεως».

Συνηγορώντας ως προς την αξία της ιστορίας των Επιστημών, αλλά και επισημαίνοντας τον κεντρικό του ρόλο στην ανάπτυξη της εκείνη την περίοδο, αναφέρει παράλληλα την ίδρυση σχετικών συλλόγων και επιστημονικών εταιρειών όπως της History of Science Society μ το περιοδικό ISIS της οποίας υπήρξε από τους ιδρυτές, της Deutsche Gesellschaft fur Geschichte der Medizin und der Naturwisschenschaften με το περιοδικό Mitteilungen της οποίας ήταν μέλος και τέλος το Comite International d’ Histoire des Sciences με το περιοδικό Archeion στο οποίο εκπροσωπεί την Ελλάδα.

Στο δεύτερο μέρος του δημοσιεύματος του ο Στεφανίδης επιχειρεί μια σύντομη ανασκόπηση της ενασχολήσης του με την ιστορία των επιστημών.

Αναφέρει ότι το πρώτο άρθρο το έγραψε όντας ακόμα φοιτητής στο περιοδικό Φύσις (1892, σελ. 218,225) με τίτλο «Μελέτη επί της δημιουργίας των όντων» με βάση ερανίσματα από τον Πλούταρχο.

Αφορμή για τη συγγραφή του υπήρξε η διαπίστωση πως πολλά αρχαία φυσιογνωστικά κείμενα φαίνεται να είχαν συγγένεια με τις νεώτερες επιστημονικές θεωρίες, έτσι, ώστε να σχηματίσει την πεποίθηση πως «η των αρχαίων γνώσεων ιστορία θα ηδύνατο να χρησιμεύση ως πραγματικός εισηγητής εις το σύγχρονον επιστημονικόν πνεύμα».

 

Οι απόφοιτοι του 1907 στο Γυμνάσιο Μυτιλήνης με το δάσκαλό τους Μ. Στεφανίδη στο κέντρο. Δίπλα του ο παιδαγωγός Μόλτος  Κουντουράς. Στο τραπέζι όργανα φυσικής που αγόραζε από το μισθό του ο Στεφανίδης

Οι απόφοιτοι του 1907 στο Γυμνάσιο Μυτιλήνης με το δάσκαλό τους Μ. Στεφανίδη στο κέντρο. Δίπλα του ο παιδαγωγός Μίλτος Κουντουράς. Στο τραπέζι όργανα φυσικής που αγόραζε από το μισθό του ο Στεφανίδης

 

Στο γυμνάσιο Μυτιλήνης

Το ενδιαφέρον είναι πως ο Στεφανίδης όπως και ο ίδιος παραδέχεται δεν ανήκε στους γνωστούς αρχαιολάτρες εκείνης της περιόδου. Το αντίθετο. Οπαδός των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών «προς τινα πρακτικήν διαρρύθμισιν» του Πανεπιστημίου όπως αυτές εκφράστηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα μέσα από τον «Σύλλογο των Φυσικών Επιστημών» και τον κύκλο του περιοδικού Προμηθεύς, αναφέρει προς προκάλεσε απορία με τη δημοσίευση του συγκεκριμένου άρθρου στους ομοϊδεάτες του εκείνης της εποχής.

Αργότερα, το 1896, ως καθηγητής των Φυσικών στο γυμνάσιο της Μυτιλήνης, επεχείρησε να εισάγει άτυπα την ιστορία των επιστημών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση εισάγοντας βιογραφικά μαθήματα μία φορά την εβδομάδα.

Ωστόσο αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι η μνεία του ότι καθιέρωσε μια ιστορική μέθοδο διδασκαλίας των φυσικών μαθημάτων «σύμφωνον προς την ιστορικήν εξέλιξιν των επιστημονικών γνώσεων».

Πρόκειται αναμφίβολα για μια καινοτομία με ιδιαίτερη σημασία αν αναλογιστούμε ότι ακόμα και σήμερα η χρήση της ιστορίας των επιστημών στη διδακτική της φυσικής αποτελεί αντικείμενο έντονης διαμάχης.

Για την περιγραφή αυτής της προσπάθειας αφήνουμε να μας μιλήσει ο ίδιος ο Στεφανίδης, καθώς θεωρούμε ότι μέσα από τις γραμμές που ακολουθούν διακρίνεται εύκολα ο ενθουσιασμός του και η αγάπη του για το αντικείμενο αυτό:

«Παρετήρησα δ’ έκτοτε, ότι η ιστορική αύτη, όπου δυνατόν, διδασκαλία συμβάλλει κατά πολύ εις την ευχερεστέραν υπό του μαθητού αφομοίωσιν των θεμάτων, καθόσον η των γνώσεων διδακτική ανάπτυξις κατά την ιστορικήν των σειράν βαίνει πολλαχού παράλληλος προς την διδασκαλίαν εκ των απλουστέρων προς τα συνθετώτερα.

Εις τα ιστορικά μου δ’ εκείνα μαθήματα ελάμβανα περισσοτέραν την αφορμήν να παρουσιάζω εις τους μαθητάς μου ένα νέον κόσμον σχολικής μαθήσεως, ένα νεωτερίζον σχολικό περιβάλλον, παλλόμενον από αυτενέργειαν και από ζωήν.»

 

Έκθεση παλιότερα στη Μυτιλήνη με υλικό από το αρχείο Στεφανίδη

Έκθεση παλιότερα στη Μυτιλήνη με υλικό από το αρχείο Στεφανίδη

 

Ο πρώτος “επαγγελματίας”

Ο Στεφανίδης, ίσως αποτελεί όχι μόνο τον πρώτο επαγγελματία ιστορικό της επιστήμης στον ελληνικό χώρο, αλλά και εκείνον που πρώτος συνειδητά προωθεί την αντίληψη της ενότητας επιστήμης και ανθρωπιστικών σπουδών και η οποία με την ραγδαία εξέλιξη των φυσικών θεωριών και της τεχνολογίας είχε υποστεί ήδη ισχυρά ρήγματα. Πρόκειται μια αντίληψη, που αφενός μεν διατρέχει το σύνολο του έργου του Στεφανίδη, αφετέρου υποδηλωνέται εμφαντικά όταν ο ίδιος σημειώνει:

«Και είναι αψευδής αλήθεια υπό των μαθητών μου λεγομένη, ότι εκ των μαθημάτων ακριβώς εκείνων είχε την αφετηρίαν το χαρακτηριστικόν ξύπνημα ενός πνεύματος, το οποίον τότε διέκρινε τους μαθητάς του Γυμνασίου Μυτιλήνης, όχι μόνον προς την σπουδήν των Φυσικών Επιστημών, αλλά και προς την λογοτεχνικήν ακόμη δημιουργίαν».

Ο Στεφανίδης ακόμα μας γνωρίζει πως ως συντάκτης του Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσης από το 1912, με τα μαθήματα του ως υφηγητής στο Πανεπιστήμιο, αλλά και με πλήθος εκλαϊκευτικών άρθρων και διαλέξεων να καταστήσει «οικείαν εν Ελλάδι την νέαν μου επιστήμην και αγαπητόν το όνομά της».

Όπως επισημαίνει στόχος του ήταν να καταστήσει σαφές πως η Ιστορία των Επιστημών δεν αποτελεί απλά ένα κεφάλαιο της γενικής ιστορίας ή μέρος της ιστορίας της εκπαίδευσης ή ακόμα πάρεργο αρχαιλογικού ενδιαφέροντος («πρόληψις δρώσα και σήμερον εν Ευρώπη και αποτελούσα το κυριώτατον αίτιον της υποτιμήσεως των ιστορικών σπουδών εις την Επιστήμην»), αλλά ιδιαίτερο κλάδο των Φυσικών Επιστημών, μάθημα ισότιμο προς τα άλλα.»

Θεωρεί ακόμα πως η ίδρυση πανεπιστημιακής έδρας για την Ιστορία των Επιστημών είναι αποτέλεσμα της αναγνώρισης των παραπάνω θέσεων του. Και για να υπερασπιστεί την έδρα αυτή, όχι ως προσωπική ιδιοκτησία, αλλά ως ένα ευρύτερο διακύβευμα καταφεύγει στην κρίση του πατριάρχη της Ιστορίας των επιστημών και προσωπικού του φίλου George Sarton (1884-1956) (Garfield 2006), ο οποίος είχε αναφερθεί στο έκτο τεύχος του ISIS στην ίδρυση της με κολακευτικά σχόλια. Ανάλογα ήταν τα σχόλια και του άλλου σημαντικού ιστορικού των επιστημών των αρχών του εικοστού αιώνα Aldo Mieli (1879-1950) (Pogliano 1983) σε προσωπική επιστολή που είχε στείλει στις 26 Απριλίου 1926 στον Στεφανίδη.

Για να καταλήξει ο Στεφανίδης σε μία ενδιαφέρουσα και από πλευράς αξιολόγησης της ανώτατης εκπαίδευσης στην Ελλάδα διαπίστωση:

«Καθ’ην εποχήν σήμερον το ελληνικόν Πανεπιστήμιον φέρεται δημοσία ως κατώτερον του ονόματός του και του προορισμού του, το να προβάλλεται αίφνης ως παράδειγμα εις τα άλλα Πανεπιστήμια δι’ ένα μάθημα, αυτό και μόνον αρκεί, όπως το μάθημα τούτο καταστή άξιον της ημετέρας στοργής».

Η επιστολή του πατριάρχη της ιστορίας των επιστημών G. Serton προς τον Στεφανίδη

Η επιστολή του πατριάρχη της ιστορίας των επιστημών G. Serton προς τον Στεφανίδη

 

Ιδεολόγος και ειρηνιστής

Παράλληλα αναδεικνύεται και μία σχετικά παραγνωρισμένη μέχρι σήμερα πλευρά της προσωπικότητας του Στεφανίδη. Αυτή του ιδεολόγου ειρηνιστή, που αντιλαμβάνεται την γνώση της αρχαιότητας ως προαπαιτούμενου αναβαθμού προκειμένου η κοινωνία να ξεφύγει από τα δεσμά της σύγχρονης ασχήμιας και βαναυσότητας. Ο ίδιος μάλιστα παραπέμπει σε σχετικό άρθρο του στην εφημερίδα Λαϊκός Αγών της Μυτιλήνης (22 Απριλίου 1912), ένα έντυπο αριστερών αποχρώσεων (Μίσσιος 2008, 31-32). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η χρήση της γλώσσας στην περίπτωση αυτή που δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαία αφού ο Στεφανίδης έδινε ιδιαίτερη έμφαση στη νοηματοδότηση των λέξεων που χρησιμοποιούσε:

«Η ρεαλιστική ωμότης, η πλουτοκρατική ασχημία και η βιομηχανική βαναυσότης θα γεννήσωσι μίαν ημέραν την νοσταλγίαν προς την παλαιάν λατρείαν του καλού».

Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Στεφανίδη οι φοιτητές εννόησαν το μάθημα και το αγάπησαν κυρίως γιατί μέσω αυτού μπόρεσαν να αποκτήσουν μία ιδέα για το τι είναι η Επιστήμη, αλλά παράλληλα και γιατί οπλίζει την ελληνική νεολαία με αυτοπεποίθηση και τη βοηθάει να υπερκεράσει την παγιωμένη αίσθηση κατωτερότητας «προ της ευρωπαϊκής μεγαλοσοφίας».

Ακόμα το ίδιο αυτό μάθημα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως εφαλτήριο για τη διάκριση του ελληνικού Πανεπιστημίου και μια αναγέννηση της ελληνικής επιστήμης.

Τέλος, στην κατακλείδα του άρθρου διαπιστώνουμε πως η ιστορική γνώση αποτελεί ταυτόχρονα και το κλειδί για την απόκτηση μιας εθνικής αυτογνωσίας, που τόσο ανάγκη έχουμε στη σημερινή συγκυρία, όπου επίδοξοι και αυτόκλητοι σωτήρες σώζουν την Ελλάδα, αλλά δεν σώζουν τους Έλληνες, σχήμα που αναμφίβολα είναι εξαιρετικά δύσκολο να ερμηνευθεί, τουλάχιστον με ορθολογικό τρόπο.

Θα αφήσουμε τον Στεφανίδη να μιλήσει χωρίς να προσθέσουμε κάτι εμείς, θα ήταν άλλωστε απολύτως περιττό:

«Και καθίστανται οι μαθηταί της Ιστορίας των Φυσικών Επιστημών τόσοι κήρυκες υπέρ του μαθήματος και της ιστορικής των επιστημών διδασκαλίας-κήρυκες μιας ευρυτέρας αντιλήψεως της Επιστήμης εναντίον της νεοελληνικής επαγγελματικής μικροπρακτικότητος, εις τον βωμόν της οποίας θυσιάζεται η Ελληνική ευφυία.

 

Ο George Sarton

Ο George Sarton

 

Ο Aldo Mieli

Ο Aldo Mieli

 

H εφημερίδα της Μυτιλήνης «Λαϊκός Αγών»

H εφημερίδα της Μυτιλήνης «Λαϊκός Αγών»

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Eugene Garfiled, The life and career of George Sarton: The father of the history of science, Journal of the History of the Behavioral Sciences. 21 (2,) 107 – 117.

Κ.Π. Δεμερτζής, Το «Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος» του Γ. Δροσίνη. Βιβλιογραφική παρουσίαση, Σύλλογος προς διάδοσιν των Ωφελίμων Βιβλίων, Αθήνα, 1986.

Γιάννης Καράς, Επιστημολογικές προσεγγίσεις στη Νεοελληνική Επιστημονική σκέψη: επιλογή από τα έργα του Μιχαήλ Κ. Στεφανίδη / επιμέλεια, εισαγωγή, σχόλια, βιβλιογραφία, ευρετήρια, Τροχαλία, Αθήνα, 1995.

Gianna Katsiampoura, “The Byzantine sciences in the first modern Greek history of science textbook: Michael Stephanides, Introduction to the History of Natural Sciences”, Almagest, International Journal for the History of Scientific Ideas, vol. 2, is. 2, November 2011, Brepols, pp. 124-139.

Κώστας Γ. Μίσσιος, «Λαϊκός Αγών», στο Λ. Δρούλια –Γιούλα Κουτσοπανάγου (επιμ.), Εγκυκλοπαίδεια του Ελληνικού Τύπου,1784-1974, Αθήνα 2008, τομ. Γ’, σελ. 31-32.

Efthymios Nicolaides, Historiography of sciences in Greece, Osmanli Bilimi Arastirmalari, VI (2), 2005, pp. 201-212.

Claudio Pogliano, Aldo Mieli, storico della scienza, Belfagor, XXXVIII 1983, pp. 537-557

Άννα Χρυσόγελου-Κάτση, «Γεώργιος Δροσίνης», στο Λ. Δρούλια –Γιούλα Κουτσοπανάγου (επιμ.), Εγκυκλοπαίδεια του Ελληνικού Τύπου,1784-1974, Αθήνα 2008, τομ. Α’, σελ. 532-533.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top