Fractal

Με αντάλλαγμα ή ανταμοιβή… λίγες σταγόνες δάκρυα

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

Μιχάλης Τζανάκης, “Μια σταγόνα δάκρυ”. Εκδόσεις Ραδάμανθυς. 2018

 

Ο φιλόλογος Μιχάλης Τζανάκης, μετά τα αγαπημένα του ιστορικάμυθιστορήματα όπου επιδόθηκε με επιτυχία για αρκετά χρόνια, και κάποια κωμικά, τραγικά και σατιρικά κείμενα που εκδόθηκαν από τα ‘24 γράμματα’ με τίτλο ‘Τραγ… Ελλαδικά’(2017), πλησιάζει ένα άλλο λογοτεχνικό είδος, εκείνο της μικρής φόρμας, του ολιγοσέλιδου τουτέστιν διηγήματος. Τίτλος του ‘Μια σταγόνα δάκρυ’. Δεκαοκτώ μικρές ιστορίες αποτελούν τη συλλογή ετούτη η οποία έρχεται στη δημοσιότητα από τις φιλόδοξες εκδόσεις ‘Ραδάμανθυς’οι οποίες δραστηριοποιούνται στην πόλη των Χανίων. Άνθρωποι καθημερινοί, απλοί, συνηθισμένοι, της διπλανής στην ουσία πόρτας, είναι οι πρωταγωνιστές  των ιστοριών του. Όλοι με τον ένα ή άλλο τρόπο βιώνουν εμπειρίες οι οποίες τους δημιουργούν στη συνέχεια μικτά, αντικρουόμενα και χαμηλόφωνα συναισθήματα, τουτέστιν συγκρατημένες χαρές, μελαγχολίες και υφέρπουσες λύπες. Είναι προφανές ότι τον πρώτο λόγο εδώ παίζει το παρελθόν, η  μνήμη και η ακόλουθη και παντοδύναμη νοσταλγία.

Στο πρώτο διήγημα της συλλογής, δύο νέοι, κάποτε,  συναντιούνται μετά από πολλά χρόνια στην πόλη του Μεγάλου Κάστρου, ενήλικες πλέον, του γνωστού σε μας Ηρακλείου. Υπήρξαν αγαπημένοι και εραστές για μεγάλο χρονικό διάστημα εδώ, όταν σπούδαζαν στο Πανεπιστήμιο. Έζησαν μαζί για πολλά χρόνια περπατώντας μέσα στα σοκάκια και τους δρόμους του Ηρακλείου, σε κάποια παλιόσπιτα της παλιάς πόλης λόγω της ανάλογης οικονομικής ανέχειας, έκαναν όνειρα για το μέλλον τους, αλλά η μοίρα τους ήταν σαφέστατα τελείως διαφορετική. Χώρισαν, αργότερα, αφού εκείνος είχε μπροστά του την μοναδική πρόκληση μιας πετυχημένης επαγγελματικής καριέρας αλλαχού και εκείνη ηθικές και οικογενειακές υποχρεώσεις σε άλλη πόλη. Η συνάντησή τους μετά από τόσο καιρό αναπόφευκτη, στην ίδια πάλι πόλη, με αφορμή ένα επαγγελματικό συνέδριο το οποίο θα παρακολουθούσε εκείνη.  Όπως είναι επόμενο, το παρελθόν ξαναγυρίζει, έντονα μεταλλαγμένο, πλέον. Ο Δημήτρης Μίγγας, όμως, ήταν ο πρώτος διδάξας επ’ αυτού!  Εκείνος αναφερόταν στη δική του, φυσικά, πόλη. Όλα αυτά μέσα απ’ το εξαιρετικό του   βιβλίο του ‘Της Σαλονίκης μοναχά…’. Εκεί λοιπόν, διαβάζουμε με την ευκαιρία: ‘… μην επιχειρήσεις να κοιτάξεις από τη μέση της ζωής σου εκείνη τη Θεσσαλονίκη που άφησες. Μην ξανάρθεις…Μιλώ για μόνιμη εγκατάσταση. Αν τα γυρίσματα του βίου σε ξαναφέρουν ύστερα από χρόνια, ώριμο πια, εκεί, μην επιστρέψεις ψάχνοντας την ίδια πόλη… Αν μείνεις με τις αναμνήσεις, η πόλη πάντα θα σε ακολουθεί. Όποιος όμως κάνει το λάθος και ξαναγυρίσει για να συνεχίσει τη ζωή που άφησε, εκείνη θα τον διώξει’!  Εν προκειμένω, στο διήγημα του Τζανάκη, οι δυό τους ‘επιστρέφουν’ στο Ηράκλειο, όχι για μόνιμη εγκατάσταση, αλλά για απλή, ολιγόωρη κατά πάσα πιθανότητα,  συνάντηση, με άγνωστες όμως προοπτικές.

 

Μιχάλης Τζανάκης

 

Σ’ ένα άλλο διήγημα, ένας μαθητής του Γυμνασίου, χρόνια πολλά αργότερα θυμάται την συμπεριφορά όλων των συμμαθητών του απέναντι σ’ ένα  δάσκαλό τους με κάποια νοσταλγία αλλά και περίεργα συναισθήματα, χαράς και ταυτόχρονα εμφανούς λύπης και διάχυτης μελαγχολίας.  Αλλού, ο μικρός Κυριάκος κάνοντας χρήση κάποιων έξυπνα τοποθετημένων και διακριτικών απόψεων της δασκάλας του, καταλήγει στο επάγγελμα με το οποίο θα ήθελε να ασχοληθεί μεγαλώνοντας. Σχεδόν σε όλα τα  κείμενα του Μιχάλη Τζανάκη, εμφιλοχωρούν  με τον ένα ή άλλο τρόπο οι έννοιες της αγάπης, της αφοσίωσης,  η αγάπη απέναντι στα ζώα, οι οικονομικοί μετανάστες στη χώρα μας και η πορεία τους,  η επαγγελματική αποκατάσταση των νέων, ειδικά κάτω από το πρίσμα της τελευταίας πολύπλευρης κρίσης, η αναπόφευκτη μοίρα και το πεπρωμένο, η αναπάντεχη αρρώστια, ο εγωισμός και ο ρατσισμός. Σταθερό υπόβαθρο όλων, βρίσκονται, κυρίως, οι μεγάλες πόλεις της Κρήτης, το Ηράκλειο, το Ρέθυμνο που αποτελεί και την αγαπημένη πόλη του συγγραφέα αφού εκεί σπούδασε Φιλολογία, και τα  Χανιά.

Παντού μέσα στα κείμενα της συλλογής βρίσκονται έντονα και διάχυτα τα στοιχεία τόσο της βιώσιμης εμπειρίας όσο και της μυθοπλασίας. Σε τι ποσοστό τώρα υπάρχει το ένα ή το άλλο στοιχείο σε κάθε διήγημα, και κατά πόσο υπερτερεί το ένα έναντι του άλλου, είναι θέμα προσωπικό του συγγραφέα. Άλλωστε για τον αναγνώστη κάτι τέτοιο είναι άχρηστο, κι’ ούτε τον ενδιαφέρει σίγουρα.  Άλλα πράγματα ενδιαφέρουν τον Μιχάλη Τζανάκη να δώσει στους αναγνώστες του, κι’ αυτά είναι  όλα εκείνα που έρχονται στην επιφάνεια μετά την ανάγνωση των κειμένων του βιβλίου. Η ανθρώπινη δηλαδή συμπεριφορά σε καταστάσεις μακροχρόνιες αλλά και αιφνίδιες, οι εκφάνσεις της ανθρώπινης ψυχής, οι ανίκανες μνήμες, η πανταχού παρούσα νοσταλγία.

 

Giorgio de Chirico, Η νοσταλγία του απείρου (Λάδι σε καμβά, 1911).

 

Η τελευταία εμφανίστηκε για πρώτη φορά ως ιατρικός όρος στο τέλος του δέκατου έβδομου αιώνα, και ο οποίος περιγράφει μια ασθένεια που χαρακτηρίζεται από συνεχόμενες σκέψεις του πάσχοντος για την πατρίδα του, σε συνδυασμό με κάποια άλλα συμπτώματα. Ο εφευρέτης αυτής της νέας  νόσου είναι ο Johannes Hofer, ο οποίος έγραψε το ‘Dissertatio medica De Nostalgia’στα λατινικά  και δημοσιεύτηκε στη Βασιλεία το 1688. Ωστόσο, σύμφωνα με νεότερες απόψεις της ψυχιατρικής, καθώς η νοσταλγία δεν είναι μια  χρονική αλλά χωρική λαχτάρα με παλινδρόμηση και κατευθυνόμενη προς τα πίσω, φαίνεται ιάσιμη, με την επιστροφή δηλαδή στους  γνωστούς από παλιότερα  τρόπους ζωής.  Το πόσο φυσικά οι πρωταγωνιστές των ιστορικών του Τζανάκη διόρθωσαν κάποιες βαθύτερες υφέρπουσες διαταραχές οι οποίες τους βασάνιζαν, επαφίεται στην κρίση του κάθε αναγνώστη, οι οποίες αναμφίβολα επηρεάζονται από σωρεία προσωπικών,κατά κύριο λόγο, παραγόντων!

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top