Fractal

Πατρίδα μου η Τέχνη

Γράφει η Γιόλα Πετρίτση //

 

Μετίν Αρντιτί «Το Τουρκάκι», εκδ. «Καλέντη», σελ 400.

 

αρχείο λήψηςΣτο Μουσείο του Λούβρου υπάρχει ένα πορτρέτο με τον τίτλο « Ο άνδρας με το γάντι», που πίστευαν ότι το είχε φιλοτεχνήσει ο Τιτσιάνο, εφόσον η υπογραφή έφερε αυτό το όνομα. Μια λεπτομέρεια όμως της υπογραφής στο κάτω μέρος του έργου με δύο διαφορετικά χρώματα, έκανε τον ιστορικό τέχνης που είχε δανειστεί τον πίνακα για να στήσει έκθεση το 2001 με θέμα «Venise ou la couleur retrouvée», στη Γενεύη, να προβεί σε ανάλυση. Πρόσφατος νόμος που είχε ψηφιστεί στη Βουλή της Γενεύης σχετικά με τη διαφάνεια των κρατικών αρχείων, του παρείχε ελεύθερη πρόσβαση.

Έγινε φασματομετρία φθορισμού με ακτίνες Χ, για να γίνει ανάλυση χρωματικής ανωμαλίας στην κάτω δεξιά γωνία. Η ανάλυση έδειξε τα εξής:

Το πρώτο γράμμα ένα Τ κεφαλαίο σε απόχρωση γκρι σκούρο, αποτελείται από κόκκους μολύβδου και μαύρου κάρβουνου. Το μείγμα προέρχεται από ατελή καύση πολλών λιπιδίων (διάφορα κεριά, λίπη και έλαια) και φυσικών ρητινών (ιδίως κολοφωνίου). Τα γαλαζωπά γράμματα ΙΤΣΙΑΝΟΥΣ προέρχονται από μείγμα μαύρου του φούμου και αζουρίτη, πυριτικού άλατος αλουμινίου και νατρίου σύνθετης μορφής. Όλα αυτά οδηγούν στο συλλογισμό ότι η υπογραφή τέθηκε στον πίνακα σε δυο διαφορετικές χρονικές στιγμές, από δυο διαφορετικά χέρια και σε δυο διαφορετικά εργαστήρια.

Η απόφαση ήταν η εξής: Λαμβανομένης υπόψη της χρονολογίας δηλ. ότι το Τ ζωγραφίστηκε πρώτο στο εργαστήριο του δημιουργού, μπορεί να διατυπωθεί η υπόθεση ότι ο πίνακας δεν φιλοτεχνήθηκε από το χέρι του Τιτσιάνο.

Η ίδια ανάλυση αποκάλυψε ακόμη μία ιδιαιτερότητα. Το βερνίκι που καλύπτει τον καμβά είναι φτιαγμένο από δύο ρητίνες, σανδαράχη, απόσταγμα κυπαρισσιού που χρησιμοποιείτο ευρέως στη ζωγραφική του 16ου αιώνα και λιβάνι, του οποίου η χρήση σε βερνίκι ουδέποτε έχει αναφερθεί.

Έτσι ο συγγραφέας μας έχοντας σαν όχημα τον πίνακα αυτόν, διηγείται τη ζωή και το έργο του πραγματικού ζωγράφου του πίνακα που δεν είναι άλλος από τον Εβραϊκής καταγωγής και γεννημένος στην Κωνσταντινούπολη Ελί Σοριάνο, Τουρκέτο όπως τον αποκαλούσε ο δάσκαλός του ο Τιτσιάνο, δηλ. Τουρκάκι. Ήταν ένα πορτρέτο του πατέρα του, που ήθελε να τον απεικονίσει σαν νεαρό πατρίκιο. Έβαλε με το χρωστήρα κάτω δεξιά ένα «Τ» και ήθελε να τον χαρίσει στο δάσκαλό του.

Μα ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο Ελί γεννήθηκε γύρω στα 1530 στην Κων/πολη από πατέρα Εβραίο έμπορο στα σκλαβοπάζαρα και μητέρα Ελληνίδα, η οποία πέθανε στη γέννα. Από πολύ μικρός είχε μέσα του το μικρόβιο της ζωγραφικής. Έκλεινε τα μάτια, έκρυβε το πρόσωπό του με τα χέρια του, και στα τρίσβαθά του, φανταζόταν ότι σκιτσάριζε. Με τη φαντασία του δούλευε με το πενάκι, το χρωστήρα ή την ασημένια ακίδα, χρησιμοποιούσε χίλια δυο χρώματα, δημιουργούσε σκιές ή φωτοσκιάσεις, με δυο λόγια, σκιτσάριζε ανάλογα με τη διάθεσή του. Δυστυχώς λόγω του ότι ήταν Εβραίος δεν του επιτρεπόταν να ζωγραφίζει διότι ο Εβραϊκός νόμος λέει: «Μη κάμης εις σεαυτόν είδωλον μηδέ ομοίωμα τινός, όσα είναι εν τω ουρανώ άνω, ή όσα είναι εν τη γη κάτω, ή όσα είναι εν τοις ύδασιν υποκάτω της γης. Μη προσκυνήσεις αυτά μηδέ λατρεύσεις αυτά.» Παρ’ όλα αυτά μαγεύεται από την τέχνη της καλλιγραφίας, εντυπωσιάζεται από τον χρωματικό πλούτο των βυζαντινών εκκλησιών, σκιρτά στη θέα των γυμνών κοριτσιών στο σκλαβοπάζαρο και του είναι αδύνατο να συνεχίζει τη ζωή του χωρίς ζωγραφική. Γι’ αυτό όταν πέθανε ο πατέρας του κατάφερε να δραπετεύσει και να βρεθεί στη Βενετία γύρω στο 1574. Αλλάζοντας το όνομά του χρησιμοποιώντας το όνομα της μητέρας του, έγινε Ελί Τρωιάνος και δηλώνοντας χριστιανός κατάφερε να γίνει μαθητής του Τιτσιάνο, αφού βέβαια πέρασε από δοκιμαστικά τεστς.

 

αρχείο λήψης (1)

Το Τουρκάκι όπως τον αποκαλεί ο Δάσκαλός του γρήγορα έγινε ένας από τους πιο φημισμένους ζωγράφους της πόλης, ζωγραφίζοντας εικόνες που γέμισαν όλοι οι ναοί. Οι ισχυροί της Γαληνοτάτης υποκλίνονται στο ταλέντο του. Παντρεύεται την κόρη ενός πλούσιου Βενετσιάνου και ανοίγει δικό του ατελιέ. Δεν αργεί να έρθει ο φθόνος από τους αντίζηλούς του και όταν συνάπτει παράνομη ερωτική σχέση με μια Εβραιοπούλα, που την είχε προσλάβει για μοντέλο, οι αντίζηλοί του, του επιτέθηκαν μια νύχτα διαπίστωσαν ξεγυμνώνοντάς τον ότι είχε κάνει περιτομή και τον έστειλαν στην ιερά εξέταση να δικαστή σαν αιρετικός. Γρήγορα καταδικάστηκε να οδηγηθεί στην αγχόνη και να καούν όλα τα έργα του στην πλατεία. Όμως ο εφημέριος της εκκλησίας που θαύμαζε τα έργα του, αποφάσισε μια και δεν μπορούσε να κάνει τίποτα με τα υπάρχοντα έργα, να τον βοηθήσει να δραπετεύσει από τη φυλακή που τον είχαν και να τον βοηθήσει να φύγει από τη Βενετία, ώστε να συνεχίσει το έργο του. Ο Ελί γύρισε στην Κων/πολη και δεν ξαναζωγράφισε, όμως το έργο που είχε ζωγραφίσει «Ο άνδρας με το γάντι» ήταν το μόνο έργο που δε βρέθηκε στην πυρά, γιατί τον πίνακα προκειμένου να τον σώσει ο Τιτσιάνο συμπλήρωσε το Τ βάζοντας το υπόλοιπο του ονόματός του και το έδωσε στον Άντζελο Γκαντόλφι στον εφημέριο που τον έσωσε. Όταν πέθανε ο εφημέριος έστειλαν τον πίνακα και όλα τα υπάρχοντά του στην Ασίζη. Ο πίνακας τοποθετήθηκε σε μια αίθουσα υποδοχής της επισκοπής. Αργότερα άλλαξε πολλούς ιδιοκτήτες για να φτάσει τέλος στα χέρια του Λουδοβίκου ΙΔ΄. Έκτοτε ανήκει στο γαλλικό κράτος.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top