Fractal

Η υπομονή των βράχων και η κυοφορία των ακτών στην ποίηση του Κώστα Λιννού

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

 

«Μετασχηματισμοί Δ’», Κώστας Λιννός, Οι Εκδόσεις των Φίλων, Αθήνα, 2018

 

Στην τέταρτη ποιητική του συλλογή, ‘Μετασχηματισμοί Δ’, ο ποιητής Κώστας Λιννός, εμμένει στο τίτλο καθώς και στο περιεχόμενο, σε γενικές γραμμές, με τις άλλες τρεις ομώνυμες συλλογές του. Ως γνωστόν, προηγήθηκαν τα πονήματα, οι  ‘Μετασχηματισμοί Α’ (Εκδόσεις Δωδώνη, 2004), οι ‘Μετασχηματισμοί Β’ (Οι Εκδόσεις των Φίλων, 2007), και οι ‘Μετασχηματισμοί Γ’ (Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2013), μεταξύ κάποιων άλλων παρεμφερών πνευματικών δραστηριοτήτων. Η εμμονή και προσήλωση στον τίτλο ίσως υπαινίσσεται ότι  ο ποιητής προσπαθεί να συμπληρώσει το στόχο του, την αντίληψή του για τον κόσμο που μας περιβάλλει, με τον δικό του τρόπο, τις δικές του αισθητικές αξίες και μέσα πάντοτε από τα προσωπικά του φίλτρα. Τα κείμενά του, που εκτείνονται σε πενήντα πέντε ποιήματα, άλλοτε άλλης έκτασης, σχεδίου, τεχνοτροπίας  και υφής, αρχίζουν με το ‘Επίγραμμα’, το οποίο μάλλον δίνει και τις  κατευθυντήριες γραμμές ανάγνωσης ή για να υποψιάσουν στην ουσία τον αναγνώστη περί του βαθύτερου σκοπού του βιβλίου: ‘Ψάχνω για εκείνη την πρώτη σπίθα/ Απ’ τα αρχαία νερά του Αιγαίου/Που αναβοσβήνει ακόμα μέσα/ Στις λέξεις που φυλάν τον καθένα μας’. Αρκετά από αυτά, παρουσιάζονται σε μικρή φόρμα, αλλά ο Κώστας Λιννός, δεν διστάζει ορισμένες φορές, κι αυτές είναι αρκετές, να προχωρήσει σε μακρύτερες επεκτάσεις του ποιητικού του λόγου. Έτσι δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο, η όποια ελεγειακή μορφή  να δίνει σύντομα τη θέση της σε κείμενα εκτεταμένα, και το αντίστροφο, θέλοντας ίσως με τον τρόπο αυτό να επιθυμεί να ξεκουράσει τον αναγνώστη από τις ποιητικές περιπλανήσεις και εμβυθίσεις του. Η χρήση του ποιητικού λόγου, στα περισσότερα ποιήματα, γνωστή και συνηθισμένη.  Εκείνα που έρχονται συνεχώς στο προσκήνιο, είναι κάποια γεωγραφικά σημεία της χώρας, επί το ορθότερο φυσικά στοιχεία, όπως η θάλασσα, οι βράχοι, ο ουρανός, και τ’ ακρογιάλια. Και μέσα σε όλα αυτά, η φωτιά, εκείνη η φλόγα που φωτίζει τον ποιητή να ανελκύσει εκ βαθέων και αναδείξει στην επιφάνεια των πραγμάτων την κρυμμένη του ευαισθησία που αφορά πράγματα και καταστάσεις, αφού πολλές φορές μας εξομολογείται πως ‘…οι λέξεις κρύβονται στη σιωπή. Τη δική τους όχι τη δική μας’. Βεβαίως, για να είμαστε ειλικρινείς η επιμονή του σε αυτές τις απεικονίσεις ίσως αφορά και έχει ως υπόβαθρο την ιστορική συνέχεια του τόπου μας και το πιθανότερο τα βαθύτερα ερωτήματα για την ικανότητά του για πετυχημένη μελλοντική πορεία και συνέχιση. Γιατί τα περασμένα πρέπει να γίνουν παρόν και κάποια στιγμή μέλλον, τώρα που ΄..το παρελθόν κάθεται σιωπηρό στην καρέκλα’.

Το καταγάλανο Αιγαίο πέλαγος κι εδώ έχει σχεδόν πάντοτε την τιμητική του. Ναοί, ξωκλήσια, μοναχικά ανεμοδαρμένα πεύκα, το νυχτερινό φεγγάρι, τα αιγαιοπελαγίτικα σπίτια, αέρηδες που λυσσομανούν κατά το δοκούν, βότσαλα, ξερά αγκάθια κάτω από τον ανελέητο ήλιο του μεσημεριού, εμβληματικά δειλινά που χάνονται και τελειώνουν, και πάντοτε και πανταχού παρούσα η θάλασσα, αλλά και ‘… μία φωνή να τρίβεται σαν ψαροκάικο στον κάβο μιας υπόσχεσης’.

 

 

Σπασμένα μάρμαρα, επιγραφές, κίονες εγκαταλελειμμένοι στο έλεος της ιστορίας και της αδιαφορίας, και βέβαια, ο φθοροποιός χρόνος να κάνει τη δουλειά του, όπως τόσο καλά γνωρίζει αιώνες και αιώνες τώρα! Σε φύση και ανθρώπους, ταυτόχρονα. ‘…Τους βλέπεις εκείνους τους τάφους; Έχουν χαράξει πάνω τους καράβια. Άλλοι χαρταετούς. Όπως μπορεί φεύγει ο καθένας’, λέει σε ένα σημείο, για να επανέλθει αργότερα στο ‘Ταξιδεύοντας (Σπουδή εικαστική)’, να μας προτάξει και να μας διατάξει:  ‘… Πρέπει να σηκωθούμε,  ήρθε η ώρα – Ο θάνατος χτυπά την πόρτα και μας ζητά το ενοίκιο…’.

Η έννοια του χρόνου παραμένει μάλλον απροσδιόριστη, αφού μπορεί με άνεση να μετακινείται από τα παλιά στο παρόν, αφήνοντας τη φαντασία και την ποιητική να  κάνουν το έργο τους. Έτσι ξαφνικά, στο μυαλό του ποιητή επανέρχεται ‘… το άγαλμα μιας γυναίκας με στολή αστροναύτη, σε μια μακρινή μακρόστενη αίθουσα. Στο βάθος μια οθόνη προβάλλει τη φράση: ‘Ο ρυθμός προέχει’, δίνοντας πλέον άλλη διάσταση στους ‘Δοκιμαστικούς Επίλογους’.

Σε ολόκληρη την έκταση και ετούτης της ποιητικής συλλογής του Κώστα Λιννού, δίνεται η εντύπωση μιας περίεργης εγκατάλειψης, με σπαρμένα και σπασμένα μάρμαρα που στόλιζαν αρχαία αγάλματα, πεσμένοι κίονες, να ‘… φυσάει στα δέντρα η λησμονιά των καρπών που δεν ήρθαν’, σβησμένα κεριά, κλεμμένες οι πυξίδες της πορείας του κόσμου, παλιά σπίτια, νεκροί, αταξινόμητα έντομα, παντού ερείπια και ερημιά. Στα περισσότερα υπάρχει μια ένδειξη παραδοχής του ποιητή, όταν εξομολογείται και μας λέει, πως ‘ Έτσι έζησα εγώ /Σαν μελωδία φλάουτου μες τα ερείπια/ Και συ που θα τύχει να περάσεις /Από δω, άσε –αν θες-/Μια ανοιχτή πληγή/ Στη μνήμη της μοναξιάς/ Του κάθε ανεκπλήρωτου δρόμου’.

 

Όμως, κάποιες φορές, η γενικότερη μελαγχολία και η απογοήτευση δίνουν τη θέση τους στη χαρά του έρωτα, και ο ποιητής παραδέχεται πως:

‘… δεν υπάρχει άλλο όνειρο για μένα/ Σαν το δικό σου πρόσωπο καθώς ξυπνά μες τη ζωή/ … Κοιτάζω τα μάτια σου κι’ είναι σαν να κοιτώ δύο/ καινούργια ευαγγέλια/ Ακούω τα λόγια σου και μέσα μου χαράσσονται/ πρωτόγνωρες αιώνιες λέξεις…’,

 

για να δηλώσει λίγο παρακάτω ξεκάθαρα και αποφασισμένα , πως:

 

‘…Αν όμως χρειαστείς μια πέτρα για να διώξεις τις σκιές

απ’ την καρδιά σου,

Τότε θα σπάσω και θα σου χαρίσω όλα τα κομμάτια

Κι’ αυτή θα είναι η δικιά μου κερδισμένη αγάπη,

Αυτή θα είναι η ανέσπερη ευγνωμοσύνη…’,

 

με αποκορύφωμα βεβαίως το στίχο: ‘Κοιτάζω την ομορφότερη απεραντοσύνη του κόσμου: τα μάτια σου’, απ’ το ποίημα, ‘Επιστολή στη νύχτα’.

 

Η περιγραφή των αδύναμων στιγμών του ανθρώπου, το πέρασμα της παντοδύναμης και ελπιδοφόρας νιότης, η αναπόφευκτη φθορά του σώματος και όχι μόνο, είναι μερικά από τα ζωτικής φύσεως θέματα που εμφιλοχωρούν στην ποίηση του Κώστα Λιννού και σε τούτη την ποιητική ομάδα. Στα θετικά της συγκεκριμένης ποιητικής συλλογής το πολυτονικό σύστημα γραφής. ‘Οι Εκδόσεις των Φίλων’ όπως και το γνωστό υψηλής αισθητικής και ποιότητας πολιτιστικό περιοδικό ‘Κοράλλι’, επιμένουν στο δρομολογημένο ρυθμό τους παρά την γενικότερη κατηφόρα των ανερυθρίαστων καιρών. Ανθίστανται στις ολοένα και ευτελιζόμενες πρακτικές της ελληνικής κοινωνίας που αφορούν τη γλώσσα, με το δικό τους φυσικά, τρόπο. Εκείνη τη γλώσσα την οποία κάποιοι σε παλιότερες εποχές, μεταξύ των άλλων, φρόντισαν, υπερηφανευόμενοι απέναντι από την ιστορία, να ξεφορτώσουν από περιττά ‘στολίδια’, να την απλοποιήσουν κάνοντάς την πιο ‘προσβάσιμη’ σε περισσότερους πολίτες. Ίσως βέβαια, για να είμαστε αφόρητα ειλικρινείς,  βιάζονταν για να μην τους πάρουν την ιστορική συγκυρία και τη δόξα κάποιοι άλλοι σωτήρες που ερχόντουσαν φουριόζοι, καλπάζοντας, εν μέσω της γενικότερης αερολογίας και της ανακινούμενης μεταρρύθμισης εκείνων των καιρών στο προσκήνιο της ιστορίας και αναθεωρούσαν πολλά εκ βάθρων, ή τουλάχιστον ίσως έτσι νόμιζαν!

 

Κώστας Λιννός

 

Ο Κώστας Λιννός, όμως, κι’ από εδώ, μας προτρέπει και μας προειδοποιεί με το δικό του σκληρό, αλλά πέρα για πέρα αληθινό και ρεαλιστικό τρόπο, στον Άνθρωπο με τ’ αόρατα χέρια’ όταν καταλήγει ότι: ‘… το βουνό της γλώσσας πρέπει να μάθει να το ανεβοκατεβαίνει κάθε γενιά, με κάθε τίμημα΄!

Ξεκάθαρη γνώμη, προτροπή, χρήσιμη συμβουλή και παρακαταθήκη, θα προσθέταμε με τη σειρά μας!

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top