Fractal

Ο πόλεμος που δεν τελειώνει ποτέ

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //

 

polemo_1«Μετά τον πόλεμο» του Ερβέ Λε Κορ, σελ. 576, εκδ. Εικοστού Πρώτου

 

Μπορντό, 1950: λίγα χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Θαρρείς πως οι πληγές έχουν γιατρευτεί, ο κόσμος επιστρέφει δειλά δειλά σε μια επίφοβη κανονικότητα, ο πόλεμος είναι κομμάτι ενός αιχμηρού παρελθόντος. Φευ, τίποτα από όλα αυτά δεν είναι ισχύει. Η Γαλλία, αμέσως μετά την ήττα των ναζί, δεν έζησε μόνο μια κατάσταση «ξεκαθαρίσματος» με τους δωσίλογους του Πετέν, τους προδότες και τους συνεργάτες των Γερμανών, αλλά μπήκε πλησίστια σε ένα νέο πόλεμο, αυτόν με την Αλγερία. Η χαρά της Απελευθέρωσης δεν κράτησε πολύ, η ανακούφιση από το χαμένο αίμα των αθώων εξαχνώθηκε αυτοστιγμεί. Το αίμα ζήτησε κι άλλο αίμα και το πήρε σε γενναίες δόσεις. Στο μεταξύ, από το ένα άκρο της Γαλλίας έως το άλλο ένα δίχτυ ενοχής, μυστικών και εγκλημάτων για τα οποία ποτέ δεν αποδόθηκε δικαιοσύνη, κάλυψε αθώους και ενόχους.

Ένας από τους «διαβόλους» της Κατοχής που όταν άλλαξε η κατάσταση πρόλαβε να κρύψει τα ανομήματά του –και δεν ήταν λίγα- και να σκεπάσει τη δυσώδη ύπαρξή του με το μανδύα της νομιμότητας, ήταν ο αστυνόμος Αλμπέρ Νταρλάκ. Είναι αστυνομικός κατ’ όνομα, αφού στην πραγματικότητα κινείται μεταξύ παρανομίας και δικαίου με την ευχέρεια ενός ακροβάτη που δεν πέφτει ποτέ στο κενό. Αντιθέτως, έχει τον τρόπο να πετάει εκείνος στη «μαύρη» τρύπα της ανυπαρξίας όσους δεν του κάνουν τη δουλειά του. Πρόκειται για μια φύση απάνθρωπη, κτηνώδη που ξεπερνάει τα όρια της ξεδιαντροπιάς. Δεν υπάρχει άρθρο του ποινικού κώδικα που δεν έχει παραβεί. Κι όμως, παραμένει ο κυρίαρχος του Μπορντό δίχως κανένας να μπορεί να του πάρει από τα χέρια της παραεξουσία του.

Ένα φάντασμα από το παρελθόν, ένας πρώην συνεργάτης του Νταρλάκ στα χρόνια της Κατοχής, ένας φτωχοδιάβολος που έκανε μικροδουλειές μαζί του και ελάχιστα ενδιαφερόταν για τη γυναίκα του και το παιδί του, επιστρέφει στο Μπορντό για να πάρει εκδίκηση από τον Νταρλάκ. Όλοι τον είχαν για πεθαμένο: είχε προηγηθεί η σύλληψή του από τους Γερμανούς και η μεταγωγή του στο Άουσβιτς μαζί με τη γυναίκα του. Εκείνη πεθαίνει, ο Ζαν Ντελμπός, αυτό είναι το όνομά του, επιβιώνει, αλλά δεν αποφασίζει να επιστρέψει αμέσως στο Μπορντό. Ούτε καν ο γιος του που τον έχουν δώσει σε ένα φιλικό τους ζευγάρι δεν είναι ικανός να τον φέρει πίσω. Το κάνει, όμως, η εκδίκηση. Ολότελα αλλαγμένος –μέσα και έξω- και με ψεύτικο όνομα περιδιαβαίνει την πόλη του και στέλνει προειδοποιητικά μηνύματα στον Νταρλάκ. Φτάνει στο σημείο να σκοτώσει κάποιους από τους περιφερειακούς συνεργάτες του ή να προσεγγίσει απειλητικά μέλη της οικογένειάς του για να του δείξει ότι σφίγγει ο κλοιός γύρω του και ότι δεν θα αργήσει και η δική του ώρα της πληρωμής.

Ο Λε Κορ, ένας από τους πλέον σημαντικούς νουαρίστες της Γαλλίας, στήνει επιδέξια ένα βαθύ πηγάδι μέσα στο οποίο ρίχνει όλους τους ήρωές του. Τριγύρω η πόλη μοιάζει με ζούγκλα. Η πανίδα της είναι από καιρό άρρωστη: τυχοκυνηγοί, κλέφτες, αγύρτες, πόρνες, εξωνημένοι αστυνομικοί, τσιράκια, κομπιναδόροι και λοιπές… δυνάμεις άλλοτε ενώνονται και άλλοτε χτυπιούνται μεταξύ τους για τη νομή του πλούτου και της εξουσίας.

Το μυθιστόρημα δεν περιορίζεται στις δεδομένες συντεταγμένες του νουάρ και σαφώς δεν περιορίζεται στο δίπολο του θύτη με το θύμα, με τους ρόλους να αλλάζουν από τη μία στιγμή στην άλλη. Ο Ντελμπός θεωρεί πως έφτασε στο κολαστήριο του Άουσβιτς λόγω του Νταρλάκ. Εξαιτίας του έχασε τη γυναίκα του και αποχωρίστηκε από τον γιο του, Ντανιέλ. Όμως, κι αυτός μόνο τυπικό δείγμα καλού οικογενειάρχη δεν ήταν.

Ο Λε Κορ δίνει αρκετές διαφορετικές διαστάσεις στην ιστορία που αφηγείται. Μέσω του Ντάνιελ οδηγεί την πλοκή στην Αλγερία, εκεί όπου οι Γάλλοι επιτίθενται στους αλγερινούς αντάρτες και φέρονται ως κλασικοί αποικιοκράτες.  Ο μικρός πηγαίνει στον πόλεμο με την παιδική αφέλεια ότι θα γνωρίσει κάτι καινούργιο και άκρως συγκινητικό. Όντως, βλέπει κάτι που δεν έχει ξαναδεί ποτέ: τη φρίκη και την κτηνωδία του πολέμου στην πιο έκτυπη εκδοχή του. Θα αναγκαστεί να σκοτώσει, να δει το αίμα να τρέχει, τη σάρκα να διαλύεται, τους φίλους του στρατιώτες να πεθαίνουν. Μην αντέχοντας άλλο αποφασίζει να λιποτακτήσει και να επιστρέψει κρυφά στο Μπορντό. Εκεί τον περιμένει η θετή οικογένειά του και η Ιρέν, η κόρη της οικογένειας, με την οποία είναι ερωτευμένος.

Ω, της σύμπτωσης: τη στιγμή που ο ίδιος κρύβεται από τους στρατιωτικούς, το ίδιο κάνει και ο πατέρας του για να ξεφύγει από τον Νταρλάκ. Δύο ξένοι στην ίδια πόλη που όταν θα βρεθούν, γιατί θα βρεθούν, θα προσπαθήσουν να καλύψουν ένα κενό που δεν καλύπτεται με τίποτα. Οι σελίδες «πολέμου» του Λε Κορ είναι βγαλμένες από τις σπουδαιότερες εκδοχές αντίστοιχων πολεμικών βιβλίων. Οι εικόνες είναι φαντασματικές, η δράση είναι υποβλητική και θυελλώδης, η εσωτερική καταβύθιση του Ντανιέλ αγγίζει τα όρια της πλήρους απόγνωσης.

Πίσω στο Μπορντό, ο Νταρλάκ υφαίνει το δικό του νήμα της αντεκδίκησης. Δεν διστάζει να σκορπίσει τον τρόμο και το αίμα σε όποιον πηγαίνει κόντρα στα σχέδιά του. Σκοτώνει και φορτώνει τους νεκρούς στον Ντελμπός. Από όπου περνάει σκορπάει τον όλεθρο. Ακόμη και στο σπίτι του φέρεται με τη βαναυσότητα ενός άγριου θηρίου. Βιάζει συστηματικά τη γυναίκα του και ορέγεται τη θετή του κόρη.

Όταν θα έρθει η τελική αναμέτρηση, ο αριθμός των θυμάτων θα μεγαλώσει, αλλά κάθαρση δεν θα έρθει. Οι άμεσα εμπλεκόμενοι θα εξαφανιστούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αλλά τα φαντάσματα της πόλης είναι πάρα πολλά για να επιστρέψουν στον άλλο κόσμο. Θα συνεχίσουν για πολύ καιρό ακόμη να σκιάζουν τον αέρα της πόλης. Ακόμη και εν τη απουσία του «ενορχηστρωτή» τους, του Νταρλάκ.

 

Hervé Le Corre

Hervé Le Corre

 

Ο Λε Κορέ γράφει για ανθρώπους που δεν έχουν αύριο. Είναι καταδικασμένοι να ζήσουν μεταξύ του πνιγηρού παρελθόντος τους και του ακόμη πιο στενού παρόντος. Γράφει με έναν τρόπο ευθύ, σπινθηροβόλο, καυστικό. Στην πραγματικότητα, κι ο ίδιος γράφει σαν να μην υπάρχει αύριο. Τόσο που ακόμη και ο τίτλος του μυθιστορήματός του έρχεται ως ειρωνική υποσημείωση. Δεν υπάρχει κανένα «Μετά τον Πόλεμο», πολύ απλά διότι αυτό το «μετά» δεν υφίσταται. Οι μάχες συνεχίζονται αδιάπτωτες. Με ή χωρίς πεδία μάχης και κυρίως μέσα στις ψυχές των ανθρώπων. Η ειρήνη δεν είναι τίποτα άλλο από μια συμβατική περίοδος μεταξύ δύο πολέμων.

Το «Μετά τον Πόλεμο» είναι μια έξοχη πινακοθήκη του Μπορντό, γενέθλια πόλη του Λε Κορ, αλλά και της ανθρώπινης περίπτωσης. Ο Γάλλος μόνο προσχηματικά έχει γράψει ένα νουάρ μυθιστόρημα. Επί της ουσίας, έχει γράψει ένα μυθιστόρημα-γροθιά, μια εξαιρετική λογοτεχνική πραγματεία για την εκδίκηση, τα καταπιεσμένα πάθη, και την ενοχή που θάλλει κάτω από το αργασμένο δέρμα. Η πολύ καλή μετάφραση ανήκει στον Γιάννη Καυκιά.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top