Fractal

Μια θέα θανάτου

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

 

aiwnes_max«Αιώνες» του Max Ritvo, μετάφραση: Jaxra Khaleed και Ελένη Μπούρου,  επιμέλεια: Ράνια Καραχάλιου, εκδόσεις Σαιξπηρικόν

 

 

[…]ο θάνατος ψηλαφεί τους τοίχους και τον αέρα

απέξω

σαν να ήταν κουρτίνα, για να κρατήσει την ισορροπία του.

 

Ο Max Ritvo ήταν παιδί ακόμα, όταν άρχισε να συνειδητοποιεί ότι η φυσική κατάληξη της ζωής είναι αυτό που κάποιοι ονομάζουν θάνατο  και κάποιοι απλώς τέλος. Σε μια διαφορετική, ωστόσο, εκδοχή θα μπορούσε  να είναι το πέρασμα σε μια άλλη μορφή ζωής. Πόσο όμως μπορεί αυτή η αίσθηση συνέχειας να αποτελέσει βίωμα σε αυτό το παιδί που μεγάλωσε εναλλάσσοντας θεραπείες και αποκομίζοντας ως απόηχο από τους μεγαλύτερους την απόγνωση για την πορεία της υγείας του;

Αρχίζει να γράφει ποίηση, ανακαλύπτοντας μέσα στην υπαινικτική και μεταφορική γλώσσα, τη σοφή εναπόθεση της σκέψης του. Και για μια ακόμα φορά η ποίηση αποδεικνύεται ιαματική του πνεύματος. Ο νεαρός Max μέσα από τους στίχους του θα δει αυτή την άλλη όψη της ζωής, μιας ζωής που μπορεί να του στερεί τη συνέχειά της, ωστόσο του δείχνει τον τρόπο να αντιμετωπίσει το αναπόφευκτο τέλος της. Διαβάζοντας αυτά που έγραψε ανάμεικτες σκέψεις σου έρχονται στο μυαλό. Από τη μια θαυμάζεις τον ευφάνταστο λόγο του, απορώντας για το νεαρό της ηλικίας που εφευρίσκει μια ποίηση τόσο περιεκτική σε νοήματα. Από την άλλη νιώθεις τη  μικρότητά σου να μιλήσεις για τον δημιουργό αυτής της ποίησης που μπορεί να αντικρίζει κατάματα την προοπτική του θανάτου του διατηρώντας μια χιουμοριστική νότα ταυτόχρονα με έναν απόλυτο αυτοσαρκασμό.

 

ΤΟΜΟΓΡΑΦΙΑ

Ξαπλώστε ανάσκελα,

έρχεται η εντολή,

από μια φωνή μη τραγουδιστή·

η φωνή αρχίζει να θρηνεί

κι εγώ της στέλνω φιλιά.

 

max_r

 

Αν αφήσουμε για λίγο στην άκρη τη γνώση μας γύρω από την περίπτωση του δρομολογημένου προς το τέλος Max Ritvo, και δούμε την ποίησή του με την αθωότητα του αναγνώστη που προσεγγίζει τον ποιητικό λόγο, θα παρατηρήσουμε ότι στο σύνολό της αυτή η ποιητική πρόταση είναι και ένα μανιφέστο ζωής. Αποτελεί μια κατάθεση με διαχρονική ισχύ πάνω στο θέμα του αδιόρατου συνδέσμου ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο, ή αλλιώς στο συνεχές του χρόνου που διέπει αυτές τις δύο έννοιες.

 

Σε άκουσα στο αυτί μου χτες βράδυ. Μου είπες

βαριεστημένα: Δεν είναι ότι δεν υπάρχει καμία

 διαφορά μεταξύ ουρανού και γης και του περάσματος

μεταξύ τους –  είναι το πόσο κοινότοπες

είναι αυτές οι διακρίσεις.

 

Πρόκειται για μια βαθιά επίγνωση, όπως αποκαλύπτει εδώ ο λόγος, που ίσως είναι συνακόλουθη της επίγνωσης του σύντομου χρόνου, ίσως πάλι να είναι το αποκύημα ενός πολύ δυνατού μυαλού που μένει ανέπαφο από την αρρώστια και την -αναμφίβολα βαριά- περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Η σκέψη συνεχίζει επινοώντας ένα ποίημα (ίσως το καλύτερο της συλλογής, αν μπορούμε με τέτοια κριτήρια να μιλάμε για έναν τέτοιο λόγο) που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί μεταθανάτιο ποίημα!

 

[…]

Ξέρω ότι δεν είναι αυτός ο παράδεισος που θέλαμε.

Αλλά και ποιος ήταν;

Και θα ’ρθω σύντομα κοντά σου

ανάμεσα σε ονομασίες

για μπουκαλάκια με ξεθυμασμένα ελιξίρια,

και ακατανόητα πλέον πάθη,

και μαζί θα θάψουμε το δικό μας ξεχωριστό

σ’ αγαπώ.

Δεν έχω ιδέα πόσο θα μοιάζει

με άλλες φράσεις που συνεχίζουν να ζουν σ’ αυτόν

τον κόσμο.

Αλλά με παρηγορεί να το φαντάζομαι.

Δεν θα με πείραζε να σφραγιζόταν ερμητικά μαζί

μας, στο δικό μας σκίτσο της γης.

(απόσπασμα από το ποίημα ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΗΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΜΟΥ, ποίημα αφιερωμένο στη φίλη του Μελίσα Κάρολ, η οποία πέθανε από την ίδια ασθένεια ένα χρόνο πριν από τον Max)

 

Αυτό το σώμα, που ολοένα φθίνει αγγίζοντας το σημείο τερματισμού, ενώνεται συνειδητά με τον φυσικό κόσμο που το περιβάλλει, και ίσως εκεί ακριβώς βρίσκεται το «κλειδί» για την ολιστική αυτή αντίληψη για όλα τα πράγματα, ορατά και αόρατα. Ο Max νιώθει ότι η ύλη που τον ταλαιπωρεί δεν θα χαθεί, θα μεταλλαχθεί σε κάτι άλλο, που μπορεί να μην είναι σε θέση φυσικά να το ονομάσει, όμως θα συνιστά μια άλλη ουσία ζωής. Η δεύτερη συλλογή του «Τέσσερις μετεμψυχώσεις», που πρόκειται να κυκλοφορήσει, εμπεριέχει τη συνολική του άποψη για τον κύκλο της ζωής και του θανάτου. Όπως είπε ο ίδιος σε συνέντευξή του: μια μετεμψύχωση εμπεριέχει όλα τα βάθη του θανάτου αλλά και τις κορυφές της ζωής.

 

ΟΠΩΣ Η ΕΥΑ

Κρατώ το σώμα απ’ το οποίο φύτρωσα·

το πλευρό σου είναι ο λάκκος μου.

 

Είμαι ένα ημισέληνο στεφάνι από φύλλα·

ο ομφαλός σου εκπνέει αυτές τις λέξεις.

 

 

Ευτυχώς η ευαισθησία των εκδόσεων Σαιξπηρικόν φέρνει κοντά μας αυτόν τον πλούσιο ποιητικό κόσμο του Max Ritvo. Στην έκδοση παρατίθεται και το αγγλικό πρωτότυπο. Έτσι μπορεί να δει κανείς την απόδοση στα ελληνικά (μετάφραση: Jaxra Khaleed και Ελένη Μπούρου) και να εκτιμήσει το δύσκολο έργο μιας ποιητικής μετάφρασης. Πόσω μάλλον όταν ο ποιητής, όπως εδώ, αρέσκεται σε μια παιγνιώδη αντιμετώπιση του στίχου, και όλο αυτό πρέπει να αποδοθεί χωρίς να απολεσθεί καθόλου αυτό το παιχνίδισμα. Για παράδειγμα:

 

[…]

Knock knock,

Who’s there?

Nose.

Nose who?

You know… you nose who.

 

[…]

Τοκ τοκ,

Ποιος είναι;

Η μύτη.

Ποια μύτη;

Ξέρεις εσύ… η μύτη που.

 

Έτσι αυτή η ποίηση φθάνει σε μας που τη διαβάζουμε σαν μια κραυγή θαυμάσια, που δεν κουβαλά θάνατο αλλά μια ιδιόμορφη θέα θανάτου, που δεν έχει τίποτα το τρομακτικό και το απόκοσμο. Μια συμφιλίωση με το ορατό τέρμα αλλά ταυτόχρονα μια ανυπομονησία να δει την άλλη όχθη, ίσως τόσο θαυμαστή όσο και η ζωή η ίδια. Τον τελευταίο μήνα της ζωής του ο Max Ritvo έγραψε ένα ποίημα, στο οποίο είπε ότι ήθελε να δείξει τη «φευγάτη» άποψη που είχε για το τι είναι ο θάνατος. Το ποίημα τελείωνε έτσι: “Red as earth, red as a dying berry, red as your lips, red as the last thing I saw — and whatever next thing I will see.”

«Κόκκινο σαν το χώμα, κόκκινο σαν ένα μούρο που πεθαίνει, κόκκινο σαν τα χείλη σου, κόκκινο σαν το τελευταίο πράγμα που είδα – και σαν όποιο άλλο πράγμα θα αντικρίσω». (μετάφραση: Διώνη Δημητριάδου)

 

Ritvo2

 

Ίσως αυτές οι τελευταίες ποιητικές του λέξεις να τα λένε όλα. Ο Max Ritvo έζησε πολύ λίγο*, αλλά θέλησε να μιλήσει πολύ δυνατά. Σπάνια συναντάμε τόση δύναμη, τόση εσωτερικότητα, τόσο πολύ  βιωμένη σύντομη ζωή. Πίστευε ότι η αληθινή ποίηση μιλάει στον αναγνώστη της. Τον κάνει να αναρωτηθεί: τι μου συμβαίνει; γιατί νιώθω έτσι; Αυτή την εσωτερική σχέση ανάμεσα στο ποίημα και τον αναγνώστη την ονόμαζε καρποφόρο μπέρδεμα. Αυτό το εποικοδομητικό μπέρδεμα εισηγείται η ποίησή του, έτσι όπως γεμάτη εικόνες, σκέψεις και ξαφνιάσματα συνιστά μια ποίηση διαισθητική, σοφή μέσα στην αναπόφευκτη θλίψη της αλλά και στη συμφιλίωση με το αναπότρεπτο.

 

Ο Max Ritvo γεννήθηκε το 1990 στο Λος Άντζελες. Από μικρή ηλικία διαγνώστηκε με μια σπάνια ασθένεια των οστών. Το 2014 βραβεύτηκε για την ποιητική του συλλογή «Αιώνες» από την Poetry Society. Σπούδασε Ποίηση στο Πανεπιστήμιο Γέιλ και στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Ένα χρόνο πριν τον θάνατό του παντρεύτηκε τη Victoria Jackson-Hanen, φοιτήτρια ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον. Πέθανε στις 26 Αυγούστου 2016. Η συλλογή «Αιώνες» είναι η πρώτη γνωριμία του ελληνικού αναγνωστικού κοινού με την ποίηση του.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top