Fractal

Η αφή είναι η μόνη, η μόνιμη έως θανάτου ευτυχία

Γράφει η Ελένη Γκίκα //

 

978-960-03-4569-8b«ΑΛΔΕΒΑΡΑΝ» του Παύλου Μάτεσι, Εκδ. «Καστανιώτη», σελ. 208

 

«…Ήθελα να μπω στο σπίτι σου σαν Ευαγγελισμός. Όμως δεν αφήνεις… Επειδή μας μένει μόνο ν’ αγαπηθούμε. Μόνο. Και τα άλλα, τίποτα. Τίποτα του κόσμου δεν μας περιμένει. Ούτε περιμένουμε- μας το παραγγέλνει ο Θάνατος. Οι αρχαίοι θεοί υποσχέθηκαν στον άνθρωπο ένα: θάνατο μόνο. Και μέχρι τότε εσείς, μας παραγγέλνει, εσείς, Αγάπη. Ώσπου να έρθω. Το ένα σώμα να υποδεχτεί, να θεραπεύσει (θεράπων) το άλλο. Τις ψυχές τις αφήνουμε στην άκρη, με τους άλλους, που τις πιστεύουν πως υπάρχουν’ τα σώματα μόνο ζουν, αγγίζουν άλλα σώματα, η αφή είναι η μόνη, η μόνιμη έως θανάτου ευτυχία. Τα δυο σώματά μας ενωμένα ξεχνούν ότι θα εξαφανιστούν, θα εξαφανιστούμε. Ένας- ένας, με τη σειρά τους. Και κάποτε όλοι».

Μπορεί μια αγάπη ν’ ανθίσει όταν ο ένας θα είναι ήδη σε άλλη διάσταση; Μπορεί ένα όνειρο, καθ’ υπαγόρευση ως επιστολή, να επαληθευτεί στο ακέραιο (μέχρι τελείας) από τη ζωή; Είναι ποτέ δυνατόν ένας έρωτας να κατοικεί σ’ ένα άστρο; Μπορεί μια τυχαία συνάντηση να μας αλλάξει εξ ολοκλήρου τη ζωή;

Αυτό αποδεικνύεται με έναν τρόπο μαγικό και μαγευτικό στο καινούργιο μυθιστόρημα του Παύλου Μάτεσι όπου όλα είναι τόσο καινούργια και τόσο παλιά όσο η ανθρώπινη φύση στη γη. Κι όμως όλο αυτό το θαυματουργικό αρχίζει με ένα κυριολεκτικά κωμικοτραγικό τρόπο: ο Ερμής, 35χρονος χρηματιστής που όλα τα έχει βάλει σε… τάξη, δέχεται στο αμάξι του που δεν λέει να πάρει μπροστά έναν απίθανο και απρόσκλητο εισβολέα και γίνεται μάρτυς μιας ασύλληπτα κωμικής στιγμής: μια κυρία ώριμη με κόκκινο ταγιέρ τραβολογά έναν κύριο με νάρθηκα στο χέρι «δεν σε θέλω, δεν σε θέλει ούτε ο… δική μου είναι η κηδεία…» Την ίδια στιγμή, ένας 25χρονος σχεδόν με-το- έτσι-θέλω-συνοδηγός τον υποχρεώνει και την ακολουθεί: να κάνει αφισοκόλληση του νεκρού γιου της, να μοιράζει φωτογραφίες του σαν τα συχωροχάρτια έξω από το νεκροταφείο και τέλος να πέφτει μπροστά στα μάτια τους στο γκρεμό.

Πολύ αργότερα θα μάθει ότι ο νεαρός είναι γείτονας, μάλλον ότι μένει απέναντι και η θέα προς την κουζίνα του είναι που τον κάνει σχεδόν φίλο, ήδη γνωστό. Το όνομά του είναι Μύρτος (από το Μύρτιλος που αποφάσισε μια νονά κάπως), έχει σπουδάσει ζωγραφική και υφαντουργία στη Φλωρεντία και έχει ζήσει ήδη μια ζωή πολύ κινηματογραφική: νόθος γιος, αδελφός ενός καθυστερημένου, δίδυμος, υιοθετημένος με δυο θείους ζαβούς και παλιούς μας γνωστούς (από το μυθιστόρημα του Παύλου Μάτεσι «Μύρτος») μάλλον πέφτει πολύ εξωγήινος και εξαιρετική περίπτωση γι’ αυτή τη ζωή.

 

Παύλος Μάτεσης

Παύλος Μάτεσις

 

Ο Ερμής εξάλλου ήδη έχει χαράξει πορεία: χρηματιστηριακές συναλλαγές, πελάτες, ερωμένες, μέλλουσα αρραβωνιαστικιά, ε όλοι δεν παντρεύονται κάποια στιγμή σ’ αυτή τη ζωή; Αλλά ακριβώς την ημέρα των αρραβώνων, άλλα ο Μύρτος αποφασίζει. Πεθαίνει και φεύγοντας τού αλλάζει εντελώς τη ζωή. Ο χρηματιστής Ερμής θα παρατήσει τα πάντα για να γίνει φαροφύλακας στο φάρο που του κληροδοτεί ο πλατωνικός του εραστής. «… καταλείπω όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία μου και μετρητά, στον μόνο φίλο μου και εραστή μου Ερμή…» Όλα θα τα αποδεχθεί, και την κληρονομιά, και την ζωή που δεν φαντάστηκε και μιαν υπερβατική αγάπη. Βιώνοντας την τέλεια μεταμόρφωση και αναζητώντας τον χαμένο ή μάλλον άγνωστο εαυτό στην ερημιά, στη σιωπή, στο Αλδεβαράν «από τη γη, εξήντα πέντε έτη φωτός, είναι ο μεγαλύτερος στον αστερισμό του Ταύρου», ο Μύρτος ήξερε κι είχε τον τρόπο να του τα ψιθυρίσει στο όνειρο, έναν τρόπο απολύτως διαβρωτικό. Επαληθεύοντας πιστά εκείνη τη ρήση του Γιούνγκ, πως η συνάντηση δυο προσωπικοτήτων μεταβάλει και τους δυο. Φτάνει κανείς να είναι ανοιχτός, να διακινδυνεύσει τα περιχαρακωμένα όρια στη συνάντηση αυτή. Και ο Ερμής, νομοτελειακά, υπήρξε ανοιχτός. Εξάλλου ο Μύρτιλος από την αρχαιότητα υπήρξε γιος ή εραστής του, πως θα μπορούσε να συμβεί κάτι άλλο, αλλιώς.

Μυθιστόρημα που περικλείει όλο το μεγαλείο της ανθρώπινης ύπαρξης και την αντίφαση της ανθρώπινης ψυχής. Με ψυχαναλυτική μαεστρία ο Παύλος Μάτεσις σκιαγραφεί έναν από τους σημαντικότερους ήρωές του σε μια ιστορία που, εκτός από τα ήδη συγγραφικά του γνωστά, ειρωνεία, τόλμη, σαρκαστική διάθεση, σπαρταριστές περιγραφές, κουβαλά και όλη τη θεωρητική του κατάρτιση από τους αρχαίους κλασικούς αλλά και από τους σύγχρονους πρωτοπόρους. Το αποτέλεσμα, μια ερωτικά υπερβατική ιστορία σαν αλληγορικό παραμύθι που καταλύει κανόνες, κώδικες ηθικούς, περιφρονεί την καθεστηκυία τάξη, θυμίζοντας κάπως εκείνο το πλατωνικό κόσμο των ιδεών: καμία φορά, ενίοτε, οι άνθρωποι μπορούν κι αγαπιούνται κι έτσι, νικούν τον θάνατο και κατοικούν για πάντα στο Αλδεβαράν: «Ανάβαση στο Αλδεβαράν. Η αφή, απαραίτητη όσο και η ανάσα για να μην πεθάνεις. Να μην πεθάνω. Τότε μπορείς να ζεις και δίχως την ανάσα, μόνο με την αφή. Βγάζει ανάσα το δέρμα σου, τη μυρίζω αντί για εισπνοή. Η αφή, το άγγιγμα, είναι θεός. Ο Θεός. Τα λοιπά….»

 

Υγ. θα θυμάμαι πάντα την γεμάτη συγκίνηση φωνή του στο τηλέφωνο.

ε.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top