Fractal

Μάριον Χωρεάνθη «Πρέπει να αναγνωρίσεις μόνος σου τα προφανή υλικά και να ανιχνεύσεις- ή, συχνότατα, να μαντέψεις- τα όχι άμεσα εμφανή»

Συνέντευξη- επιμέλεια αφιερώματος: Πέρσα Κουμούτση //

 

marion-choreanthi_

 

 

Πώς ορίζεται το μετάφρασμα από τους ίδιους τους μεταφραστές; Πότε πετυχαίνει και πότε αποτυγχάνει να μεταφέρει αυτούσιο το έργο ενός συγγραφέα, τη φιλοσοφία του, τα υπόγεια όσο και φανερά μηνύματα του; Και πόσο δύσκολο είναι να αναμετρηθεί κανείς με το έργο ενός δημιουργού που έχει ξεπεράσει τα στενά σύνορα του τόπου του; Στα αλήθεια, τι απαιτείται από τον μεταφραστή, ώστε να είναι σε θέση να μεταφέρει επιτυχώς στη γλώσσα του ένα κείμενο χωρίς να προδώσει το πρωτότυπο έργο; Αλλά κυρίως, σε ποιο βαθμό ο μεταφραστής μετέχει ουσιωδώς σε αυτό; Στο πλαίσιο του αφιερώματος που ετοιμάσαμε, ρωτήσαμε καταξιωμένους μεταφραστές και είχαν την ευγενική καλοσύνη να μας καταθέσουν τις απόψεις τους. Στο σημερινό τεύχος δημοσιεύουμε τις απόψεις της αξιαγάπητης και άξιας μεταφράστριας Μάριον Χωρεάνθη, η οποία, εκτός από το σημαντικό μεταφραστικό έργο, έχει εκδώσει ένα μυθιστόρημα και δυο πολύ  ενδιαφέρουσες ποιητικές συλλογές.

 

metafrasi

 

-Πώς θα ορίζατε επιγραμματικά το μετάφρασμα, κυρία Χωρεάνθη;

Σαν ένα φαγητό που σου το φέρνουν έτοιμο για να το ξαναφτιάξεις, αλλά χωρίς να σου δώσουν τη συνταγή. Πρέπει να αναγνωρίσεις μόνος σου τα προφανή υλικά και να ανιχνεύσεις – ή, συχνότατα, να μαντέψεις – τα όχι άμεσα εμφανή.

 

-Άραγε οι μεταφραστές ενδίδουν ποτέ στον πειρασμό μιας “υπερερμηνείας”, δηλαδή σε μια εξεζητημένη απόδοση του αρχικού κειμένου, όταν νιώθουν ότι αυτό αποκλίνει από τα δικά τους πρότυπα αισθητικής και φιλοσοφίας;

Πολύ ωραία ερώτηση. Ο πειρασμός σίγουρα υπάρχει (ειδικά αν και ο ίδιος ο μεταφραστής ασχολείται δημιουργικά με τη συγγραφή) και ίσως ορισμένοι ενδίδουν. Το ζητούμενο όμως είναι να μην ενδώσεις, να προσπαθήσεις να “απαρνηθείς” για λίγο τις πεποιθήσεις σου και να κατανοήσεις το πνεύμα του κειμένου, ώστε να μπορέσεις να το αποδώσεις δίχως να το προδώσεις. Διαφορετικά δεν μιλάμε πια για μετάφραση, αλλά για διαστρέβλωση. Και στην περίπτωση αυτή, δεν νομίζω ότι έχει καν νόημα η μετάφραση.

 

-Πότε το μετάφρασμα μειώνει το έργο και πότε το αναδεικνύει;

Συνήθως το μειώνει όταν το αποδίδει “στεγνά”, επιφανειακά, ακόμα και αν είναι “τεχνικά σωστή” η μετάφραση. Σαν να λες ένα τραγούδι ακολουθώντας “στρατιωτικά” τις νότες, χωρίς να δίνεις βάρος στην ίδια την ερμηνεία, δίχως να λαβαίνεις υπόψη τους χρωματισμούς που επιβάλλει το νόημα των στίχων. Για να αναδείξει ένα έργο η μετάφραση, πρέπει πρώτα απ’ όλα να συλλαμβάνει το υπόβαθρο του πρωτοτύπου σε όλες τις διαστάσεις και τις πτυχές του, να το σέβεται και να μη φοβάται (ούτε να ντρέπεται) να στηριχτεί σ’ αυτό. Είναι απαραίτητη λοιπόν μια άκρως προσεκτική και “ευαίσθητη” ανάγνωση, ή και περισσότερες, πριν καταπιαστεί κανείς με τη διαδικασία της μετάφρασης. Και αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση για κάτι τέτοιο είναι όχι μόνο η γνώση, αλλά και η αίσθηση, η σε βάθος αντίληψη και των δυο γλωσσών – άφιξης και προορισμού – εκ μέρους του μεταφραστή. Είναι ύψιστης σημασίας η επιλογή του λεξιλογίου, όπως και η δομή των φράσεων. Η ακριβής έννοια, η μορφή (συνδυασμός φθόγγων, αριθμός συλλαβών) και η θέση της κάθε λέξης μέσα σε μια πρόταση είναι κομβική. Η προσωδία αντανακλά και συγχρόνως υποβάλλει τη ροή της σκέψης που μετουσιώνεται σε λόγο. Είναι πολύ σημαντικό να το κατανοούν αυτό και οι διορθωτές και να μη σκέφτονται μόνο “φιλολογικά” όταν επιμελούνται ένα κείμενο. Η μετακίνηση, για παράδειγμα, μιας λέξης σε άλλη θέση της πρότασης ή/και η αντικατάστασή της από ένα συνώνυμο, φαινομενικά δεν είναι κάτι σπουδαίο, μπορεί όμως να κάνει το ύφος “ξύλινο” και αφύσικο, να διασπάσει το ρυθμό και την αρμονία του λόγου και να αποδυναμώσει τα νοήματά του.

 

-Πώς θα περιγράφατε τη σχέση συγγραφέα-μεταφραστή;

Θα έλεγα ότι είναι ένα είδος… φιλικής μονομαχίας. Μια σχέση υποχρεωτικής αλληλεξάρτησης και ανταλλαγής ταυτοτήτων κατά κάποιον τρόπο, μια και εκ των πραγμάτων, ο μεταφραστής “υποδύεται” τον συγγραφέα του κάθε έργου που μεταφράζει. Κι έτσι αναγκάζεται να αναμετρηθεί τόσο με τον “καθρέφτη” του (τον συγγραφέα), όσο και με τον εαυτό του.

 

Μάριον Χωρεάνθη: Μεταφράσεις

Μάριον Χωρεάνθη: Μεταφράσεις

 

 

-Είστε υπέρ της πιστής μετάφρασης ή της απόδοσης ενός κειμένου; Ποια η διαφορά;

Στο θέμα της μετάφρασης, η “πιστότητα” είναι έννοια σχετική. Νομίζω ότι στη λογοτεχνική μετάφραση ιδιαίτερα, ο όρος “απόδοση” ανταποκρίνεται περισσότερο σ’ αυτό που κάνουμε. Μεταφέρουμε στη γλώσσα προορισμού όχι μόνο το γράμμα και το πνεύμα, αλλά και το ύφος – όσο γίνεται – του πρωτοτύπου. Γιατί αλλιώς, ένα θεμελιώδες χαρακτηριστικό και συστατικό του αρχικού κειμένου θα θυσιαστεί. Ο μεταφραστής λογοτεχνίας δεν είναι απλός διεκπεραιωτής, αλλά “χειρουργός”/ανατόμος όσο και καλλιτέχνης/δημιουργός, αφού καλείται να αποδομήσει και να αναπλάσει ένα δημιούργημα καλλιτεχνικών αξιώσεων, όπως ένα λογοτεχνικό έργο.

 

-Είναι εύκολο να συμμεριστεί ο μεταφραστής το πνεύμα, τη φιλοσοφία του δημιουργού, όταν απέχει πολύ από την κουλτούρα του; Όταν δεν αντιλαμβάνεται επαρκώς το πνευματικό/πολιτιστικό περιβάλλον μέσα στο οποίο δημιουργείται το πρωτότυπο έργο;

Αυτό μπορεί να γίνει πρόβλημα αλλά την ίδια στιγμή, είναι και μια πρόκληση. Όπως ένας ηθοποιός αναλαμβάνει να ενσαρκώσει έναν εξωγήινο – ή έναν δολοφόνο, ας πούμε! Στην εποχή μας, με την τόσο εύκολη και άμεση πρόσβαση σε πλήθος (αν όχι χάος) πληροφοριών, δεν νομίζω ότι δικαιολογείται κανείς – ιδίως ένας μορφωμένος άνθρωπος – να επικαλείται πλήρη άγνοια σε οποιοδήποτε πεδίο. Εννοείται φυσικά ότι υπάρχουν δυσκολίες, αλλά ακόμα και αν δεν πρόκειται για τις συγκεκριμένες (πραγματολογικές, σε πρώτο επίπεδο), πάντα κάποιες θα προκύπτουν, όπως άλλωστε σε κάθε τομέα ενασχόλησης. Αν τώρα ένας μεταφραστής θεωρεί ότι αδυνατεί να καταπιαστεί με ένα έργο λόγω διαφορετικού πολιτισμικού περιβάλλοντος και φιλοσοφίας, είναι βεβαίως δικαίωμά του να μην το επιχειρήσει.

 

-Είναι κοινή η διαπίστωση ότι η μετάφραση που προέρχεται από ενδιάμεση γλώσσα μειώνει την αξία του πρωτοτύπου. Ποια είναι η δική σας άποψη και σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι “παραποιείται” το αυθεντικό κείμενο;

Εξαρτάται. Οπωσδήποτε θα υπάρχουν “απώλειες” σε μια τέτοια περίπτωση – αλλά αυτές έτσι κι αλλιώς θα υπάρχουν, ακόμα και σε μετάφραση απευθείας απ’ το πρωτότυπο. Είναι αναπόφευκτες. Και δυστυχώς δεν είναι πάντα εφικτό να έχει κανείς πρόσβαση σε ένα πρωτότυπο κείμενο, αλλά μόνο σε μεταφράσεις του, για πολλούς λόγους. Ο βαθμός προσήλωσης (ή μη) του ενδιάμεσου μεταφραστή στο γράμμα, το πνεύμα και το ύφος του πρωτότυπου κειμένου είναι, πιστεύω, ο παράγοντας που θα καθορίσει την έκβαση μιας μετάφρασης σε τρίτη γλώσσα. Όταν όμως δεν γίνεται να ελεγχθεί αυτός ο βαθμός προσήλωσης, τότε νομίζω ότι το τελικό αποτέλεσμα ουσιαστικά δεν αξιολογείται. Διότι δεν είναι δυνατή η σύγκριση όταν απουσιάζει (ή δεν είναι προσιτός) ο πρώτος και πρωταρχικός της όρος. Η αξία του πρωτοτύπου είναι ένα εντελώς άλλο ζήτημα από το κατά πόσο η μετάφραση σε τρίτη γλώσσα το “φθείρει” – και κατά τη γνώμη μου δεν επηρεάζεται, ή τουλάχιστον δεν θα πρέπει να επηρεάζεται, από τον συγκεκριμένο παράγοντα.

 

-Σας ευχαριστώ πολύ.

Κι εγώ σας ευχαριστώ.

 

 

Μάριον Χωρεάνθη- Βιογραφικό:

Γεννήθηκε στη Χίο αλλά μεγάλωσε και ζει στην Αθήνα. Πραγματοποίησε φιλολογικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και είναι κάτοχος DEUG και Licence de Lettres Modernes (Sorbonne-Paris IV) και Diploma of English Studies (Cambridge). Για πολλά χρόνια εργάστηκε ως μεταφράστρια (από και προς τα Αγγλικά και τα Γαλλικά) και εικονογράφος σε συνεργασία με εκδοτικούς οίκους και περιοδικά της Αθήνας και της περιφέρειας, καθώς και ως καθηγήτρια ξένων γλωσσών. Έχει μεταφράσει μεταξύ άλλων Amos Oz, Naguib Mahfouz, George Dawes Green, Serge Filippini, Michael Hoeye και Alexander McCall Smith (εκδ. Ψυχογιός), Anita Brookner, Rebecca Miller και Brigitte Aubert (εκδ. Μεταίχμιο), Andrei Makine (εκδ. Φυτράκη), Eric-Emmanuel Schmitt (εκδ. Σύγχρονοι Ορίζοντες), Ted Honderich (εκδ. Ιωλκός). Τον τελευταίο καιρό ασχολείται με τον σχεδιασμό ιστοσελίδων, τον προγραμματισμό, την ψηφιακή επεξεργασία εικόνας και τη μουσική και ηχητική επένδυση ταινιών, βιντεοπαιχνιδιών και θεάτρου. Από το 1999 κινείται στον χώρο της ανεξάρτητης μουσικής σκηνής με παράλληλα πειραματικά projects και συνεργασίες με συνθέτες και συγκροτήματα από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Φτιάχνει επίσης κόμικς για μεγάλους, εξώφυλλα βιβλίων και μουσικών άλμπουμ και διαδικτυακά παιχνίδια γρίφων και εναλλακτικής πραγματικότητας. Έχει εκδώσει ένα μυθιστόρημα (Βρείτε την Ορτανσία, Καστανιώτης 2001) και δυο ποιητικές συλλογές (Η Εξορία των Αρχαγγέλων, Ιωλκός 2005 και Μαύρος Καθρέφτης, Οι Εκδόσεις των Φίλων 2015).

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top