Fractal

Το αίνιγμα του άλλου

Γράφει η Ελένη Γκίκα // 

 

«Ερωτοτροπίες» του Χαβιέρ Μαρίας. Μετάφραση: Χριστίνα Θεοδωροπούλου. Εκδ. «Πατάκη», σελ. 424

 

b199975«ΝΑΙ, ΉΤΑΝ Η ΜΕΡΑ ΤΩΝ ΓΕΝΕΘΛΙΩΝ ΤΟΥ, το διανοείσαι; Οι άνθρωποι έρχονται και φεύγουν από τον κόσμο με υπερβολικά χαοτικό τρόπο, ώστε κάποιος να τύχει να γεννηθεί και να πεθάνει την ίδια ημερομηνία, με πενήντα χρόνια στο ενδιάμεσο, ακριβώς πενήντα. Δεν έχει κανένα νόημα, ακριβώς επειδή φαίνεται ότι έχει. Θα μπορούσε να μην έχει γίνει έτσι, ήταν τόσο εύκολο να μη γίνει. Θα μπορούσε να έχει γίνει οποιαδήποτε άλλη μέρα, ή να μην έχει γίνει καμιά. Καλό θα ήταν να μη γίνει. Καθόλου. Να μη γίνει».

Όμως έγινε, συνέβη αυτό- που- δεν- έπρεπε- να –συμβεί κι εμείς το μαθαίνουμε απ’ την αρχή. Φροντίζει γι’ αυτό η Μαρία, η αφηγήτρια ή για να ακριβολογούμε «η διακριτική νέα». Με τα μάτια της θα γνωρίσουμε «το τέλειο ζευγάρι» , αλλά και με πόσο αλλόκοτο τρόπο, με εκείνον, τον Μιγέλ Ντεσβέρν ή Ντεβέρν ήδη νεκρό, και ήταν εκείνη που τον είδε για τελευταία φορά μαζί με την γυναίκα του την Λουίσα, την οποία μετά θα μάθει ότι την λένε Λουίσα, όπως κι εκείνον εξάλλου Μιγέλ, όταν εκείνος θα είναι ήδη νεκρός, κι έτσι αυτή η περίεργη ιστορία θα φαίνεται ότι αρχίζει ανάποδα. Ένας ατέλειωτος συνειρμός όπως είναι η ίδια η ζωή που αυτοϋπονομεύεται και αυτοαναιρείται, μεταβάλλεται κι ανατρέπεται συνεχώς. Με ένα πρώτο επίπεδο που ανατέμνει το μυστήριο και το τυχαίο.

Η «διακριτική νέα» θα γνωρίσει την Λουίσα όταν ήδη είναι μισή. Διότι με τον Μιγέλ νεκρό δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί επ’ ουδενί και από κανένα πια «το ιδανικό ζευγάρι». Θα τις δέσει εκείνο- που- υπήρξε, επειδή αυτή-ήταν-εκείνη-η-οποία- τους- είχε- δει, είναι μάρτυρας, δηλαδή, αυτού –που- υπήρξαν- οι- δυο και πια δεν-θα –ξαναϋπάρξουν- ποτέ. Αλλά η συνάντησή τους είναι σχεδόν καρμική, όπως κι όλες εξάλλου οι Συναντήσεις σ’ αυτή τη ζωή, στο σπίτι της όπου θα πάει για μια και μοναδική φορά θα γνωρίσει τον Ντίαθ – Βαρέλα φίλο τους που ως καταλύτης θ’ αλλάξει τα πάντα: τη ζωή της Μαρία και της ζωή της Λουίσα, ακόμα κι εκείνο που υποτίθεται ότι είναι χρόνος τετελεσμένος, το παρελθόν, ή τουλάχιστον εκείνο που πίστευαν όλοι πως είναι Το -παρελθόν, διότι «Οι νεκροί έχουν μονάχα τη δύναμη που τους δίνουν οι ζωντανοί, κι αν τους τη στερήσουν…»

Μια ιστορία που μοιάζει συνειρμικό ερωτικό γαϊτανάκι, αλλά είναι πόλεμος, είναι μάχη, είναι στρατηγική κι ο τίτλος τελικά καταλήγει ειρωνικός κι εξαπατητικός. Οι «Ερωτοτροπίες» είναι ένας ατέλειωτος, αέναος συνειρμός για ό,τι θα μπορούσε να είναι ερωτική εμμονή, για το πόσο τυχαίος είναι δεν είναι ένας θάνατος και το πόσο τοξικά μπορεί να λειτουργήσει ο χρόνος: «Αγνοούμε το τι θα μας κάνει ο χρόνος με τις λεπτές, αδιόρατες στρώσεις του που επικαλύπτουν η μια την άλλη, σε τι είναι ικανός να μας μεταμορφώσει. Προχωρά αθόρυβα, μέρα τη μέρα, ώρα την ώρα, βήμα το βήμα, μοχθηρός, περνά απαρατήρητος στο λαθραίο έργο του, το τόσο σεβαστικό και προσεκτικό που δεν μας δίνει ποτέ μια σπρωξιά, ούτε κανένα ξάφνιασμα. Κάθε πρωί εμφανίζεται με την καθησυχαστική και αμετάβλητη όψη του και μας βεβαιώνει για το αντίθετο από αυτό που συμβαίνει: ότι όλα είναι εντάξει και τίποτα δεν αλλάζει, ότι όλα είναι όπως χθες- η ισορροπία δυνάμεων-, ότι τίποτα δεν κερδίζεται και τίποτα δεν χάνεται, ότι το πρόσωπό μας είναι το ίδιο καθώς και τα μαλλιά μας και το περιβάλλον μας, ότι όποιος μας μισούσε εξακολουθεί να μας μισεί και όποιος μας αγαπούσε εξακολουθεί να μας αγαπά. Και συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο, όντως, μόνο που δε μας επιτρέπει να το αντιληφθούμε με τα μπαμπέσικα λεπτά του και τα μουλωχτά του δευτερόλεπτα, ώσπου έρχεται μια μέρα παράξενη, αδιανόητη, όπου τίποτα δεν είναι όπως ήταν πάντα_»

 

b199975α

 

Ένα δοκίμιο για τον θάνατο, τον έρωτα, τον χρόνο και την αλήθεια που «είναι πάντα ένα χάος». Και για τη στάση του καθενός μας, ειδικά μιας νέας ιδιαιτέρως «διακριτικής» που αναρωτιέται μέχρι το τέλος «Ποια είμαι εγώ για να διαταράξω το σύμπαν;».

Το εσκεμμένο και το τυχαίο συνυπάρχουν μέχρι την τελευταία γραμμή, και παρά τις ποικίλες και αντιφατικές προσπάθειες κανένας, τελικά, δεν θα λύσει το αίνιγμα του άλλου.

Μακροπερίοδος εσωτερικός λόγος, με διακειμενικές αναφορές, σε διαρκή συνομιλία με Μπαλζάκ, Μάνν και μυθιστορηματικούς ήρωες οι οποίοι φωτίζουν τις δικές μας σκοτεινές αντιφάσεις ακόμα κι όταν η ιστορία έχει χαθεί μέσα στη λήθη, εκείνο που παραμένει είναι το κατά πόσο είμαστε ή δεν είμαστε έτοιμοι εμείς, «το μοιραίο» δεν λύνεται, κι είναι «λάθος να πιστεύουμε ότι το παρόν είναι παντοτινό», «ενώ όλοι μας θα ‘πρεπε να ξέρουμε ότι τίποτα δεν είναι οριστικό, εφόσον μας μένει λίγος χρόνος. Κουβαλάμε στην πλάτη μας αρκετά γυρίσματα και αρκετές μεταπτώσεις, όχι μόνο της τύχης μα και της ψυχικής μας διάθεσης».

Μια ιστορία, τελικά, για την Αλήθεια και το Τυχαίο. Και για τον Έρωτα που έρχεται όταν είμαστε έτοιμοι όντας ανέτοιμοι πάντα.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top