Fractal

Διήγημα: “Περί πτηνών …”

Της Μαρίας Βέρρου // *

 

f19a

 

Κάποτε είχα ένα καναρίνι· όμορφο κατακίτρινο, με δυνατή φωνή και γυαλιστερά ματάκια. Ήταν αεικίνητο, μ’ ένα κεφαλάκι που δεν είχε αναπαμό παρά μόνο όταν κοιμόταν. Κι αυτό για λίγο, γιατί όταν το πλησίαζες, αμέσως το έβγαζε από τα φτεράκια του, και ανταποκρινόταν με ένα μικρό τιτίβισμα. Νόμιζα ότι ήταν ευτυχισμένο, νόμιζα ότι τα είχε όλα∙ το νερό, το φαγητό του ,τις βιταμίνες του, τα δροσερά του μαρουλάκια που τόσο λάτρευε και κυρίως το μπάνιο του, τη μεγάλη του αγάπη, μετά από μένα υποθέτω, που του πρόσφερα όλα αυτά τα καλούδια, τα κατά τα άλλα αυτονόητα για την επιβίωσή του. Βέβαια θα μου πείτε ότι όλα τα καναρίνια αγαπούν το μπάνιο. Όμως αυτό, το δικό μου καναρίνι, όσο νερό και να τού έβαζες δεν χόρταινε· όταν αυτό σωνόταν από τα πλατσουρίσματα, καθόταν ακίνητο και με κοίταζε. Απαιτούσε το παραπάνω μέχρι να χορτάσει νερό και πλατσούρισμα. Σαν ζουρλό έκανε σας λέω. Και μετά, με τον ήλιο να στραφταλίζει πάνω στα κίτρινα στιλπνά φτεράκια του άρχιζε το κελάηδημα. Άλλαζε όλους τους τόνους και τους ρυθμούς, από αμερικάνικο Foxtrot το γύριζε σε Milonga για να κλείσει με έναν μακρόσυρτο ανατολίτικο αμανέ, κι όλα αυτά με μια ανάσα. Τέτοιες μουσικές εναλλαγές δεν φανταζόμουν ότι μπορούσε να δώσει ένα τόσα δα μικρό πλασματάκι. Προικισμένο πτηνό, αγορασμένο σε αξία πολύ κατώτερη της ευεξίας και της χαρά που σου πρόσφερε. Έτσι ο ήλιος και το καθημερινό του μπάνιο έγιναν αναπόσπαστη συνήθεια της καθημερινότητάς μου, μιας και, όταν το μάζευα στο σπίτι, μελαγχολούσε, το κελάηδισμα του μετατρεπόταν σε ένα παραπονιάρικο τιτί τιτί. Έτσι νόμιζα.

H γλυκολαλιά του όμως, όπως καταλαβαίνετε, δεν γινόταν αντιληπτή μόνο από μένα∙ την απολάμβαναν, ίσως, και τα άλλα πουλιά, από τα μικρά των γειτόνων που βρισκόντουσαν μέσα σε άλλα κλουβιά, το συνόδευαν κατά τα κέφια τους, κάποιες φορές, μέχρι τα μεγάλα πουλιά

της πόλης, τα αλανιάρικα, καλοθρεμμένα και υπέρβαρα από το πολύ και άκοπο φαί, την ανοχή των ανθρώπων και την έλλειψη δραστηριότητας στη πόλη. Καρπός αυτών των ελευθεριοτήτων, οι μεγάλες και δύσοσμες κουτσουλιές που, όπου έπεφταν, διάβρωναν το υλικό μέχρι τον πάτο του. Νόμιζα λοιπόν ότι όλοι ζούσαμε μια μεγάλη ευτυχία και στην εκμετάλλευση πέφτοντας του ζεστού καιρού και των ενεργειών των γειτόνων, λανθασμένα εκτιμώντας τις γνώσεις τους πάνω σε τέτοια θέματα , αποφάσισα να το αφήνω και τη νύχτα έξω, ενώ το πρωί έστηνα το αυτί μου για ν’ ακούσω τη φωνούλα του, μέχρι το ξεκίνημα της γνωστής ιεροτελεστίας. Ώσπου μια μέρα παραξενεύτηκα από τη σιωπή που επικρατούσε στο μπαλκόνι μου. Ο χρόνος που ζούσαμε μαζί, μακρύς και αδιάλειπτος, μου επέτρεπε να αναγνωρίζω πια, ανάμεσα στα άλλα καναρινοκελαηδήματα, τη μοναδικότητα τού κελαηδήματος του δικού μου καναρινιού. Έντρομη πετάχτηκα από το κρεβάτι μου και πάω στο κλουβί όπου τι να δω: το κλουβί άδειο, η πόρτα κλειστή και ένα γύρω θησαυρός τα κίτρινα πούπουλα, τόσα πολλά που έφτανε για να γεμίσει μια φωλιά, αν αποφάσιζε ποτέ να κάνει μία. Προσπαθούσα να καταλάβω τι είχε γίνει όταν πάνω στα κάγκελα του μπαλκονιού ήρθε και στάθηκε ένα από κείνα τα χοντρά, αλανιάρικα πουλιά που σας προανέφερα. Άτιμα πλάσματα, σκέφτηκα, μου το φάγατε το πουλάκι μου. Και πριν προλάβω να του χώσω μια ώστε να πάρω την εκδίκηση μου, αυτό πέταξε μακριά, αφήνοντας πίσω του ένα κρώξιμο, ίδια κοροϊδία και μια κουτσουλιά μεγάλη σαν την παλάμη μου.

Πουλί δεν ξαναπήρα. Το κλουβί κρέμεται καταχωνιασμένο σε μια απόμερη γωνιά της αποθήκης, θλιβερό ενθύμιο της ανθρώπινης ανοησίας. Όταν σκουριάσει εντελώς θα το πετάξω. Μπορεί στην ανακύκλωση.
* H Μαρία Βέρρου γεννήθηκε στην Αθήνα, σπούδασε Γαλλική γλώσσα και φιλολογία στο ΑΠΘ, ιταλική γλώσσα στο Πανεπιστήμιο της Perugia, έχει παρακολουθήσει μαθήματα δημιουργικής γραφής με τον Μ. Φάις, επιμέλεια κειμένου με τον Χ. Κυθρεώτη, έχει κάνει μεταφράσεις βιβλίων και κείμενά της έχουν δημοσιευθεί στο fb.

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top