Fractal

Διήγημα: “Πλευρές αντίθετες”

Της Μαρίας Θεοδώρου //

 

iStock_illustrated people with arrows in opposite direction

 

Πατήσια. Θέμιδος 16.5ος όροφος. Διαμέρισμα 3.Εγώ. Εγώ Νυστάζω. Άλλη μια ανούσια νύχτα ήρθε και με βρήκε ξανά εδώ, στο μπαλκόνι με τα τσιγάρα μισοτελειωμένα μέσα στο σπασμένο τασάκι της μάνας μου. Το ποτήρι άδειο. Κάθε βράδυ αμέτρητα ποτήρια άδεια. Τα μετράω. Ένα, τέσσερα, επτά. Βαριέμαι να τα μετρήσω. Σέρνω τα βήματα μου στην κρεβατοκάμαρα και νιώθω πως θα αποκοιμηθώ στο πάτωμα στην διαδρομή μου εκεί. Ο πατέρας. Ο πατέρας φωνάζει το όνομα μου, χαμηλώνει την τηλεόραση του για να τον ακούσω καλύτερα. Η διαδρομή μου αλλάζει και κατευθύνομαι προς την φωνή. Ανοίγω απότομα την ξύλινη την πόρτα. Ο ήχος σπαράζει σαν να ικετεύει να μην ακουγόταν ποτέ. Το βήμα μου έντονο επεμβαίνει μέσα στο σκοτεινό δωμάτιο και το στόμα μου έτοιμο να τον ρωτήσει με νεύρα γιατί δεν κοιμάται και τι στο διάολο με θέλει τόσο αργά.

Το δωμάτιο είναι άδειο. Άδειο? Όλα είναι στην θέση τους και τακτοποιημένα σαν να μην έμεινε εκεί μέσα ποτέ κανείς. Ανακουφισμένος που σταμάτησε να ακούγεται η φωνή του και που δεν τον συνάντησα κάνω αναστροφή για να πάω στον αρχικό προορισμό μου.Η πόρτα του δωματίου κλειστή. Κλειστή? Η πόρτα του δωματίου μου δεν έκλεινε ποτέ από παιδί. Το πόμολο της το πιάνω για πρώτη φορά στα χέρια μου και το γυρίζω. Με απότομη κίνηση την σπρώχνω προς τα μέσα και τα βλέπω όλα ανάποδα. Όλα ανάποδα? Τα μάτια μου βλέπουν πρώτα το παλιό διπλό σιδερένιο κρεβάτι να βρίσκεται στο ταβάνι με τα σεντόνια του να κρέμονται και να χαϊδεύουν το πάτωμα. Νιώθω ένα ελαφρύ άγγιγμα και βλέπω στον ώμο μου το καλώδιο του φωτιστικού που κρεμόταν επίσης από το ταβάνι. Ανοίγω τον διακόπτη και όλα παίρνουν φως.

Το γραφείο στο ταβάνι, η ντουλάπα ανοιχτή και αυτή να κρέμεται, η πολυθρόνα δίπλα στο κρεβάτι. Στο πάτωμα βρίσκεται ότι δεν μπορούσε να κολληθεί. Τα μαξιλάρια της πολυθρόνας και κάτι ξεχασμένα περιοδικά που είχα αφήσει πάνω της, ρούχα και άδειες κρεμάστρες, τα βιβλία μου, τα μολύβια μου. Φωνάζω τον πατέρα μου όλος οργή και ακούω τα βήματα του να έρχονται σε μένα. Τα ακούω στο ταβάνι. Κρεμασμένος με το πρόσωπο του στο ύψος του δικού μου με τραβάει απότομα κοντά του και με αγκαλιάζει. Λατρεύω αυτήν την ανάποδη αγκαλιά. Τα μυαλά μας ενωμένα, τα σώματα μας όχι. Πάνω στον ώμο του βλέπω το δωμάτιο ξανά και τρομαγμένος τον ρωτάω εάν και αυτός τα βλέπει όλα όπως εγώ. Ανάποδα. ‘Παιδί μου δεν μπορώ να δω ότι βλέπεις εσύ αλλά θέλω, πες μου αυτή την φορά το κρεβάτι που είναι?’

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top