Τρία ποιήματα
Της Μαρίας Πέστροβα //
Μαθήματα θάρρους
Την ακτή την αφήσαμε
Αδέσμευτοι ναυσιπλόες
Ατρόμητοι
Με θολή ματιά
Και κουπιά θηλιές
Πορευτήκαμε
Σπασμένα κοχύλια
Σε άκαρδα σκάφη
Τον ωκεανό μας λουστήκαμε
Μαθήματα θάρρους
Παγωμένες βουτιές
Σε αταξίδευτες θάλασσες
Δικές μας.
Πρώτο μάθημα πλεξίματος
Δεν αντέχω να ζω
βλέποντας τα είδωλά μας
να αντικατοπτρίζονται
στα βάθη της λίμνης
και έπειτα,
να χάνονται σαν αερικά .
Μου ‘χες πει πως θα είμαι δυνατή σαν με αφήσεις μόνη…
Να λοιπόν, εδώ είμαι,
μόνη και γυμνή
κάτω από τα μάτια του Θεού
εσύ να λείπεις κι εγώ να λιποτακτώ…
Τα όπλα μου παραδομένα στους λόφους.
Η καρδιά μου ξεχασμένη κάπου κει στο πεδίο βολής.
Πάρε σε παρακαλώ τον στόχο από πάνω μου.
Φοβάμαι…
Σε ενημέρωσα… Θα μάθω να πλέκω για να μπερδεύω τις αναμνήσεις μου
με τα στηλάκια του νήματος.
Ένα, δύο, τρία και πιάνω κλωστή, περνώ το νήμα στην πρώτη θηλιά,
πιάνω κλωστή, περνώ το νήμα στις δυο θηλιές,
πιάνω κλωστή, περνώ το νήμα στην τελευταία θηλιά….
και σφίγγω….
Της γιαγιάς
Αν ήξερες τι έκανες
μ’ αυτό σου το φευγιό
ποτέ δε θα τολμούσες
τέτοιο ξεριζωμό
μες στην ψυχή μας την βαθιά
μες στην καρδιά μας την ζεστή
θαρρώ πως κόπηκε ο κρίκος
που μας κρατούσε στη ζωή.
Ξέρω πως μοιάζει υπερβολή
και πως κανείς δε θα πιστέψει
ό,τι κι αν πω
ό,τι κι αν κάνω
νιώθω πως κόπηκα στη μέση.
Ώρες ατέλειωτες θυμάμαι
χαρές πως πέρασες και λύπες
πώς θα μπορέσω να σε βρω
σ’ ότι είχα ξεχασμένο,
πώς θα μπορέσω να σε δω
στα όνειρα τις νύχτες.