Fractal

Βιβλιοκριτική: “Με τη γεύση της αλμύρας”

 Του Δημήτρη Παπακωνσταντίνου //

Σκέψεις πάνω στο ποιητικό βιβλίο “Μάρερμα” της ποιήτριας Ξανθίππης Ζαχοπούλου, (φιλοτεχνημένο από τον διακεκριμένο αγιογράφο κ. Ιωάννη Μητράκα) την εκδόσεων “ΠΗΓΗ”.

 

Στο βιβλίο-κόσμημα της Ξανθίππης Ζαχοπούλου δυο διαφορετικές μορφές τέχνης συνυπάρχουν και συνομιλούν. Το μισό βιβλίο φιλοξενεί σκίτσα φιλοτεχνημένα από το χέρι του διακεκριμένου αγιογράφου κ. Ιωάννη Μητράκα κι απέναντι από το καθένα, η ποιήτρια Ξανθίππη Ζαχοπούλου παραθέτει τον όμορφο ποιητικό της λόγο.

 

Τι σημαίνει “Μάρερμα”; Είναι συμφυρμός από τη λέξη mare (= θάλασσα) και τη λέξη αρμύρα. Σημαίνει λοιπόν “Αρμύρα της θάλασσας”και μπορεί ο καθένας μας να φέρει στο νου μια γνήσια ελληνική εικόνα, αφρισμένα κύματα που χτυπούν πάνω στα βράχια με ορμή…H ποιήτρια μας καλεί σε μια όμορφη ξενάγηση στον δικό της μαγικό κόσμο!

Πρόκειται για ποίηση λεπτή, αισθαντική που ξεχειλίζει από παντού αισιοδοξία, χαρά κι ελπίδα. Η ποιήτρια, βαθιά ερωτευμένη με τη ζωή, τη χαίρεται, την ερμηνεύει και την εμπιστεύεται. Ακόμα κι η μοίρα δεν αποτελεί σκοτεινή απειλή. Η μοίρα οδηγεί στη χαρά και την ευτυχία και γι`αυτό, η ποιήτρια αφήνεται στα χέρια της με απόλυτη εμπιστοσύνη:

 

“Αναπνέω από τους ασκούς της μοίρας

πότε στροβιλίζοντας το φτερωτό κορμί μου

πότε βαθιανασαίνοντας στο θρόισμα των φύλλων”.

 

Ο έρωτας είναι μαγικός! Διώχνει τη μοναξιά, αλλάζει τη ζωή, γκρεμίζει όλα τα εμπόδια, γιατί στον έρωτα υποτάσσεται ακόμα κι ο θάνατος νικημένος ολοκληρωτικά:

 

“Αγγίζω τη ζωή με το ραβδάκι του έρωτα

μεταλάσσοντας την ερημιά σε παραμύθι

υποτάσσοντας τον θάνατο στο αθάνατο”.

 

Τα λόγια της αγάπης είναι ικανά να διαλύσουν τις πιο κρυφές μαύρες σκέψεις, είναι ικανά να γεμίσουν με φως τη ζωή:

 

“Από τα χείλη σου πετούν καλώδια ηλεκτροφόρα

που εκπέμπουν φως

και στα πιο βαθιά και σκοτεινά φύλλα

που δεν τα βρίσκει η άνοιξη”.

 

Ο ουρανός γίνεται ξάφνου πολύ προσιτός. Χαμηλώνει και τ`αστέρια πέφτουν πάνω στη γη, δίπλα στα πόδια μας. Ο έρωτας δίνει στο καθετί την έννοια της αγνότητας και της αιωνιότητας. Έτσι μεταλάσσεται ο φθαρτός κόσμος μας. Η αγάπη είναι η μεγάλη γενεσιουργός δύναμη της φύσης:

 

“Ισοπέδωσε τον ουρανό

να γίνει ένα με τα πέλματα

για να πλέουνε τ`αστέρια

σε πελάγη παραπατήματος.

 

Ισοπέδωσε τον μαστό του ηφαιστείου

μη χαθεί το γάλα της γης

στην έκρηξη της λίμπιντο

και τη μητρότητα της πέτρας”.

 

Τα λουλούδια, τα πουλιά, οι πεταλούδες, τα δέντρα, οι πέτρες, τα αστέρια της νύχτας, ο ήλιος, οι ακρογιαλιές και τα κύματα, ζωντανεύουν, συνυπάρχουν σε απόλυτη αρμονία, συνομιλούν, μέσα στην ποίηση της Ξανθίππης Ζαχοπούλου. Ακόμα και τα άψυχα αποκτούν ζωή και δική τους βούληση. Η ποιήτρια με το αφτί στο χώμα, με απίστευτη ευαισθησία και λεπτότατες αισθήσεις, νιώθει τον κάθε παλμό της καρδιάς τους, ακόμα κι αν είναι τόσο μα τόσο ανεπαίσθητος:

 

“Χάλκινη μέρα

πού είναι το ρόπτρο

ν`αφουγκραστώ το πρωί;

………………………………………

 

Ναέ ετοιμόρροπε

πού είναι ο Θεός σου

να λύσω τα μάγια;”

 

Η ποιήτρια διδάσκει πως η ευτυχία είναι εφικτή, γιατί εξαρτάται από τις δικές μας επιλογές. Η ευτυχία είναι μια στάση ζωής, μια συνειδητή απόφαση. Ακόμα κι αν η μορφή των ανθρώπων απέναντί μας είναι σκοτεινή και δυσερμήνευτη σαν τη γραμμική Β΄, βρίσκει ξανά σταθερό έδαφος να πατήσει με στιβαρό βήμα και με σιγουριά.

 

“Ζήτησες να σου μάθω τον χειμώνα

μα εγώ προτίμησα την άνοιξη.

Σε μικρά απριλιάτικα πέταλα

χάραξα τη μορφή σου

σε γραμμική Β΄

Ώσπου ξύπνησαν μέσα μου

οι κούροι στιβαρά”.

 

Η ποίηση είναι η καλοκαιρία της ψυχής, σύμφωνα με τα λόγια της ποιήτριας, που νιώθει ότι η τύχη την ευλόγησε με πολύ φως. Ο κόσμος γύρω της κάποτε απειλείται, κάποτε παραπαίει και γλιστρά, κάποτε πορεύεται στα τυφλά σαν να είναι ο τυφλός κύκλωπας που είχε ένα μόνο μάτι και το`χασε. Αυτή όμως βρίσκεται μέσα στον κήπο της Εδέμ και με πρωτόγνωρη χαρά γεύεται όσα μήλα θέλει, είτε αυτό είναι επιτρεπτό, είτε όχι. Γιατί ο παράδεισος χάθηκε όταν ο άνθρωπος έπαψε να ονειρεύεται με τη φαντασία ενός ποιητή, όμως μέσα από τα μάτια ενός ποιητή ο παράδεισος ξανακερδίζεται.

Στο υπέροχο βιβλίο της Ξανθίππης Ζαχοπούλου ανακάλυψα μια ποίηση ευφάνταστη, πηγαία, ισορροπημένη που εκφράζει με χιλιάδες εικόνες μια βαθιά φιλοσοφία για τον κόσμο και τη ζωή. Η ποιήτρια γεύεται κάθε ομορφιά με παιδική αγαθότητα. Αφήνει να περάσει το φως του ήλιου από κάθε πόρο του κορμιού της. Αλήθεια, είναι τόσο μα τόσο εντυπωσιακή η γαλήνη που διακατέχει την ψυχή της! Δεν υπάρχουν πουθενά πληγές που αιμορραγούν, παλιοί ανεκπλήρωτοι πόθοι, βαριές σκέψεις ικανές να σκιάσουν το φως που τόσο αγαπά.

Στο ποίημα “Αναγέννηση” μιλά για “τον έρωτα μιας περασμένης εφηβείας, αλλά όχι χαμένης”. Τίποτα δεν ξοδεύεται λοιπόν άσκοπα και τίποτα δεν πάει χαμένο. Όλα γίνονται για κάποιο λόγο και γι`αυτό πρέπει να εμπιστευόμαστε το μεγάλο κι ορμητικό ποτάμι του χρόνου.

Στο ποίημα “Αυτοβιογραφικό”, ένα ποίημα με τη μορφή λυρικού πεζογραφήματος, η ποιήτρια ζητά από τον ίδιο της τον εαυτό να θυμηθεί “τις πέτρες που σου σπάσανε τα τζάμια, τις πέτρες που σου σπάσανε το σώμα”. Παρόλα αυτά, ούτε εδώ εκφράζει πόνο. Ούτε εδώ εκφράζει οργή. Οι αναμνήσεις της δεν είναι καν οδυνηρές! Ο παλιός πόνος είναι απόλυτα γιατρεμένος μέσα της, απόλυτα εκλογικευμένος και αδρανής. Καταλήγει στη σκέψη πως δε χρειάζεται λύπη για τίποτα: “Μ`αυτές τις πέτρες χτίστηκε η ζωή σου”. Και δεν έχει άδικο! Ό, τι μας πόνεσε παλιά, έπαιξε κάποιο ρόλο στο να γίνουμε ό,τι είμαστε σήμερα. Άρα, είναι κομμάτι της προσωπικής μας ιστορίας αγαπημένο. Είναι συστατικό του ίδιου μας του κορμιού.

Μ`εμπιστοσύνη στέκεται απέναντι στον Θεό:

“Έχει ο Θεός να δώσει στις κουρασμένες ζωές. Μοιράζει.

Εσύ δε βλέπεις”

Αυτή η σιγουριά φέρνει στο νου μου κάτι από την ευλάβεια του Νικηφόρου Βρεττάκου στον γνωστό στίχο του: “Αν δε μου`δινες την ποίηση Κύριε, δε θα`χα τίποτα για να ζήσω”.

Διακρίνω ανάμεσα στα 33 ποιήματα αυτής της όμορφης συλλογής το ποίημα με τίτλο “Ακαριαία”, για την ιδιαίτερη τεχνική του. Το ποίημα αποτελείται από πολλά ανεξάρτητα τρίστιχα που χωρίζονται μεταξύ τους από ένα σύμβολο σαν αστεράκι. Με την πρώτη ματιά υπέθεσα πως είναι haiku! Τελικά δεν είναι. Αξίζει να αντιγράψω εδώ μερικά, για να πάρει ο αναγνώστης μια γεύση:

“Σήμανε η ώρα

Να ημερέψεις τους δείκτες σου

με τη σοφία της περασμένης σου ζωής”

*

“Τα φύλλα των δέντρων

σου διδάσκουν τον άνεμο

που πέρασε και δεν τον πρόσεξες”

*

“Αν αγκαλιάσεις τον κορμό

θα αισθανθείς το αίμα της γης

να κυλάει μέσα σου ποτάμι”.

 

Πρόκειται λοιπόν για έξυπνα τρίστιχα που κρύβουν μέσα τους ένα μικρό δίδαγμα, μια μικρή εμπειρία ζωής, με συντομία και αμεσότητα.

Αντί επιλόγου:

Η ενασχόληση με αυτό το βιβλίο ήταν για μένα μεγάλη τιμή. Ελπίζω να μπόρεσα σε κάποιο βαθμό να αποδώσω το πνεύμα και τις ιδέες του. Αποτελεί έναν νέο λαμπερό κόσμο που καλεί τον αναγνώστη σε ένα μαγικό ταξίδι εξερεύνησης. Εδώ τα πάντα είναι παρθένα, ανέγγιχτα, πρωτόγνωρα, διάφανα, καμωμένα από φως. Εδώ η αρμύρα της θάλασσας καθαρίζει τα πάντα και χαρίζει στην πλάση την πρωταρχική της αγνότητα. Εδώ η ποίηση γνήσια, δυναμική, καθαρό ορμητικό ποτάμι, ντύνει τα πάντα με το φως που δε δύει και το μπλε που δεν ξεθωριάζει…

 

* O Δημήτρης Παπακωνσταντίνου είναι ποιητής.

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top