Fractal

✔ Μάνος Ελευθερίου: «Ξέρετε, οι νεκροί μισούν τους ζωντανούς και τους μισούν περισσότερο αυτοί που είναι στην Κόλαση»

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα //

 

 

«Ας αρκεστούμε στην ευλογία της τέχνης», μας λέει ο άνθρωπος που έκανε ποίηση τα μελλούμενα στο Τραγούδι, πενήντα και βάλε χρόνια τώρα, και συγγραφικά έβαλε τα χέρια επί τον τύπον των ήλων μιλώντας για την εκτέλεση της Ελένης Παπαδάκη στη «Γυναίκα που πέθανε δυο φορές» και για την παρακμή στον «Καιρό των Χρυσανθέμων». Ο Μάνος Ελευθερίου που ξέρει χρόνια τον Άμλετ απέξω κι ανακατωτά, εφέτος τον κάνει μονόπρακτο «Ο πατέρας του Άμλετ» αναζητώντας τις απαντήσεις για κάθε νέο που ρωτά. Ειδικά σήμερα. Με τους επικίνδυνους «θεατρίνους»  που «ζηλεύουν και κακολογούν την ομορφιά». Και με αφορμή την παράσταση στο θέατρο Θησείον μιλά στον «Φιλελεύθερο» για την τέχνη και για την εποχή μας.

 

-Κύριε Ελευθερίου, «Ο Πατέρας του Άμλετ» παρότι φαίνεται σαν το πρώτο θεατρικό σας, εντούτοις εξ αρχής υπήρχε: μέσα σας εφόσον γνωρίζετε όλον τον Άμλετ απέξω κι ανακατωτά κι έξω σας διότι ως μονόλογος προϋπήρξε σε παλιότερο μυθιστόρημα.

Ήταν στο «Ο άνθρωπος στο πηγάδι». Ακόμα και στο τελευταίο βιβλίο μου «Φαρμακείον εκστρατείας» έχω μια σκηνή με τον πατέρα του Άμλετ. Κάθεται εκεί στο μοιραίο παγκάκι περιμένοντας το λεπρογόνο υγρό.

 

-Ήδη υπάρχουν και δυο τραγούδια «Ο Άμλετ της Σελήνης» και «Ο Άμλετ της βροχής», τι συμβολίζει ο Άμλετ για σας;

Ήταν ένα πρόσωπο που μού είχε γίνει ψύχωση για ένα μεγάλο διάστημα. Ξέρω απ’ έξω κι όλους τους μονολόγους από τότε που ήμουν μαθητής στη Δραματική Σχολή.

 

Από την παράσταση “Ο πατέρας του Άμλετ”

 

-«Είναι η αναμέτρηση με τον θάνατο, με αυτά που έγιναν, ο απολογισμός μιας ζωής». Και «ήταν ο τρόπος που αντιμετώπιζε ένας συγγραφέας τον θάνατό του, αναλογιζόμενος το έργο του, είναι το έργο μας». Είναι η Τέχνη, το αντίδοτο του θανάτου;

Αυτόν προσπαθούμε να αποφύγουμε γράφοντας και κάνοντας Τέχνη, παρ’ ότι δεν τον αποφεύγει κανείς. Αλλά «Χριστιανὰ τὰ τέλη τῆς ζωῆς ἡμῶν, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικά».

Γιατί και τον πατέρα του Άμλετ, προσέξτε, ο Σαίξπηρ τον έχει στην Κόλαση! Τα έχει κάνει τα εγκλήματά του! Γι’ αυτό και κατεβαίνει απ’ το Καθαρτήριο. Ξέρετε, οι νεκροί μισούν τους ζωντανούς και τους μισούν περισσότερο αυτοί που είναι στην Κόλαση.

 

-Μόνο ο πατέρας του Άλμετ εμφανίζεται στη σκηνή;

Ο πατέρας. Για τον οποίο μ’ απασχόλησαν τα πάντα. Ακόμα και το τι ρούχα θα φορά. Δεν ήθελα να εμφανιστεί σαν το φάντασμα με αυτή την άσπρη σαν σεντόνι νυχτικιά, μ’ ενδιέφερε να φορά την υπ’ αριθμόν 8 επίσημη στολή των στρατιωτικών.

 

-Τι ξορκίζετε εσείς με τον Άμλετ σας;

Ο δικός μου Άλμετ δεν έχει τίποτα το μεταφυσικό. Ιδίως στα χρόνια τα δικά μας τα δίσεκτα, «τα σακάτικα» που γράφει κι ο Εγγονόπουλος, όλοι μας έχουμε ερωτήματα σαν τον Άλμετ. Πολλές φορές έχω δει στον ύπνο μου τον πατέρα μου, βέβαια περισσότερο την μητέρα μου. Και πάντοτε όταν τους βλέπω με περιμένει κάτι καλό.

 

 

-Είμαστε ο Άμλετ;

Μπορεί να είμαστε, ειδικά τα νέα παιδιά που αναρωτιούνται για το τι συμβαίνει στον καιρό τους, βασανιστικά.

 

-Δηλαδή, πώς είναι οι Άμλετ του καιρού μας;

Είναι παιδιά με μεγάλο βάθος, μεγάλη αγάπη και με πολλά ερωτήματα. Γιατί βασανίζονται σαν τον Άμλετ από τα πολλά ερωτήματα. Κι αυτό κάνει ο πατέρας του Άμλετ, τον συμβουλεύει πρώτα απ’ όλα να προσέχει τους φρουρούς γιατί μπορούν να γίνουν επικίνδυνοι, έχουν τον φόβο ακριβώς του ανακριτή να μην ανακριθεί! Και του μιλάει, επίσης, και για την φυλή των θεατρίνων: «Τώρα που θα ‘ρθουν οι θεατρίνοι, δεν προλαβαίνω να μάθω το ποιόν τους. Φυλάξου. Δεν είναι πάντα τίμια η φυλή των θεατρίνων. Να κάνετε χαρτί και να γράψετε τί ακριβώς ζητούν, πόσο θα μείνουν και να δώσουν οπωσδήποτε εξοφλητική απόδειξη. Δεν έχουν σχέση με τους αριθμούς. Πρόσεξε να μη σε παρασύρουν στις ορέξεις τους… Ζηλεύουν και την ομορφιά και την ασχήμια. Κακολογούν. Σε όλα τα επαγγέλματα συμβαίνει, αλλά σ’ αυτούς ο φθόνος φτάνει μέχρι παροξυσμού».

 

-Ζούμε, στην εποχή του φθόνου και του παροξυσμού;

Πάντοτε υπήρχαν και η λύσσα και ο φθόνος.

 

 

-Θα μπορούσαμε όμως, να πούμε ότι –ακόμα και στο «Φαρμακείον εκστρατείας»- πάντα υπάρχει οδός διαφυγής.

Στο τέλος ο συγγραφέας και ήρωάς του εξαϋλώνεται, γίνεται ανάληψη του σώματός του εκεί.

 

-Αφού επιστρέφει στο νησί του, στον τόπο του, ενδεχομένως έτσι να ξεφύγουμε και από την κρίση, επιστρέφοντας στα τιμαλφή, τα ουσιαστικά;

Δεν θα ξεφύγει κανείς. Όλοι μας περιμένουμε στο Καθαρτήριο ότι κάτι θα συμβεί και ότι θα φτάσουμε κάποια στιγμή στον Παράδεισο.

 

-Είχατε πει, όμως, σχετικά πρόσφατα σε συνέντευξη ότι «κάτι πολύ σπουδαίο θα βγει από αυτή την ταπείνωση και την τιμωρία», βγήκε κάτι;

Βγήκαν καλές παραστάσεις και καλοί ηθοποιοί. Βγήκαν καλοί συγγραφείς και σπουδαία βιβλία. Το «Γκιακ» του Παπαμάρκου, η «Γκαλίνα» του Ανδρέα Μήτσου… Ξεφύγαμε πια από εκείνη την κακομοιριά της ηθογραφίας.

 

 

-Δηλαδή, πώς θα χαρακτηρίζατε την εποχή μας;

Επί χρόνια οι άνθρωποι λένε «τα σκοτεινά χρόνια» και «τα σκοτεινά χρόνια» τα συναντάμε στον Σαίξπηρ, τα συναντάμε στον Μπρεχτ, τα επικαλέστηκε ο Εγγονόπουλος «αυτά τα σακάτικα», πάντοτε έτσι γινόταν και έτσι θα γίνεται: αυτός ο μύλος γυρίζει, ο μύλος ποτέ δεν παθαίνει τίποτα, εμείς είμαστε οι αναλώσιμοι και γινόμαστε λιώμα και ησυχάζουμε. Υπάρχει, βεβαίως, και η διέξοδος του Καθαρτηρίου. Και η ελπίδα μας κάποια στιγμή να βρεθούμε στον Παράδεισο.

 

-Γιατί δεν αντιδρούμε πια σε τίποτα; Αδιαφορούμε; Δεν ελπίζουμε;

Αυτό γράφω στο καινούργιο μου μυθιστόρημα. Γι’ αυτή την απάθεια που μας οδηγεί και σε μια συντηρητικότητα απελπιστική.

 

-Πώς βλέπετε την επόμενη μέρα μας; Η πιο απαισιόδοξη και η πιο αισιόδοξη εκδοχή; Δικά σας εξάλλου «Τα λόγια και τα χρόνια τα χαμένα», δικό σας κι αυτό το εξαίσιο «Ποιος τη ζωή μου ποιος την κυνηγά», δικό σας και «Το μέλλον θα ‘ρθει», κύριε Ελευθερίου…

«Το μέλλον θα ‘ρθει σαν την γάγγραινα στη φτέρνα», έτσι λέει παρακάτω. Θα ανασάνουν πραγματικά μετά από 30 χρόνια οι γενιές. Οι σημερινοί τριαντάρηδες θα ζήσουν καλά γεράματα. Εμείς, ας αρκεστούμε στην ευλογία της τέχνης εμείς.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top