Fractal

Μια λυτρωτική ανάβαση στο μαγικό βουνό

Γράφει ο Κοσμάς Χαρπαντίδης //

 

Βασίλης Κυριλλίδης «Μαγικός αέρας», εκδ. Διάπλαση, σελ. 130

 

Ένας συγγραφέας και ταυτόχρονα ορειβάτης είναι σπάνιος συνδυασμός. Συνήθως οι συγγραφείς δεν ορειβατούν, μολονότι η ορειβασία διακρίνεται για τη μοναχικότητά της και η γοητεία τού να βρίσκεσαι μόνος σ’ ένα αχανές, φτιαγμένο από κτίσεως κόσμου, εδαφικό μόρφωμα θα μπορούσε να έλκει τους συγγραφείς. Αντίστοιχα και οι ορειβάτες δεν συγγράφουν συχνά.

Όταν όμως οι ορειβάτες αποφασίζουν να συγγράψουν, ή οι συγγραφείς αποφασίζουν να ορειβατήσουν, ε, τότε, ναι. Να φοβάστε αυτόν τον σπάνιο συνδυασμό και τις σκολιές ατραπούς που μπορεί να σας οδηγήσει, τον πυρετό που μπορεί να σας προκαλέσει και τον ίλιγγο που θα τυλίξει τη σκέψη και τα φρένα σας, στην περίπτωση που θελήσετε να περιηγηθείτε στον υψηλό κόσμο της φαντασίας και των ορειβατικών τους περιπετειών. Ίσως ανακαλύψετε πόσο κοντά είναι τα όρια της ζωής και του θανάτου. Πόσο παραλύει το υψόμετρο τον ανθρώπινο εγκέφαλο. Πόσο σχετικό πράγμα είναι η συνείδηση και πόσο στενά συνδεδεμένη με τη ζωή και το περιβάλλον όπου ζούμε με τις ασφαλιστικές του δικλείδες. Και πόσο όλα αυτά εξαερώνονται στο υψόμετρο. Πόσο ο αέρας που φυσά στα ψηλά με τη μικρή περιεκτικότητα σε οξυγόνο προκαλεί παραισθήσεις. Πόσο η παραίσθηση μπορεί να συμβάλλει στον αποπροσανατολισμό του μυαλού μας, ενώ οι πύλες της φαντασίας ανοίγονται διάπλατα κι ο πονηρός συγγραφικός νους μπορεί να παίξει ελεύθερα σ’ ένα τεραίν, όπου η αδηφάγα φαντασία μπορεί να συνδιαλέγεται επιδέξια με τα φυσικά φαινόμενα, οδηγώντας την ιστορία εκεί που επιθυμεί.

Και ο Βασίλης  Κυριλλίδης είναι ένας συγγραφέας που ορειβατεί, ή μάλλον, για την ακρίβεια, επειδή τον γνωρίζω χρόνια, είναι ένας ορειβάτης που αποφάσισε γύρω στα σαράντα του να γράψει. Και το έκανε αφού για χρόνια αφουγκράστηκε τον παλμό της  φύσης κι αντιλήφτηκε τι περίεργα γίνονται τα πράγματα στο βουνό, που αποτελεί τη συμπύκνωση των εμπειριών της ζωής. Δεν υποστηρίζω ότι το βουνό δεν έχει τις δυσκολίες του. Αλλά ο ορειβάτης τις επιζητεί, «γιατί τον δυναμώνουν στο σώμα και την ψυχή. Οι ανηφόρες του μας δίνουν ζωή, αφού, όπως σωστά παρατήρησε κι ο Μάριος  στο καφενείο, μια ανηφόρα είναι η ζωή μας».

Όμως μη φαντασθείτε ότι ο Κυριλλίδης έγραψε ένα φυσιολατρικό βιβλίο στο οποίο αποθεώνει τη φύση του βουνού, τις ομορφιές, τις απειλές, τα αγρίμια του, τον μόχθο του ορειβάτη να φτάσει στην κορυφή και τον γλυκό του αναπαμό όταν την κατακτήσει. Το βιβλίο «Μαγικός αέρας» τα περιέχει όλα αυτά, δεν στέκεται όμως μόνο σε αυτά, αλλά ανοίγεται σε πολλά περισσότερα.

Το μυθιστόρημα περιέχει νεκρούς. Νεκρούς. Αγνοούμενους. Άφαντους. Που με κάποιο τρόπο αναλήπτονται, ενώ μέχρι πριν από λίγα λεπτά ήταν παρόντες και υπαρκτοί.

Όμως είναι ακόμη νωρίς ν’ αποκαλύψω το χαμό που συμβαίνει στην ορειβατική  ομάδα των έξι ανδρών και της μιας γυναίκας που ορίζεται ως αρχηγός τους, και προσπαθεί ν’ ανέβει σ’ ένα βουνό που δεν κατονομάζεται, με υψόμετρο 2.232 μέτρων, κάπου στην Ελλάδα, άσχετα αν οι μυημένοι καταλαβαίνουν ότι πρόκειται για το Φαλακρό της Δράμας. Στο σημείο αυτό ανακαλώ τα λόγια του Χένρικ Ιψεν από το δράμα του «Όταν ξυπνήσουμε εμείς οι νεκροί» που σχολιάζει :

-Μ’ έκανε να πιστέψω ότι θα μπορούσα να πάω μαζί του στο πιο ψηλό βουνό, εκεί που υπάρχει φως και ήλιος πέρα από κάθε όριο.

Και αλλού:

– Υπόσχομαι να σε πάω σε ένα ψηλό βουνό και να σου δείξω από εκεί όλο το μεγαλείο του κόσμου.  

Ας κρατήσουμε αυτές τις αποστροφές του Ίψεν, ταιριάζουν γάντι με την ανάγνωση του βιβλίου του Κυριλλίδη. Επτά ορειβάτες λοιπόν (ανάμεσά τους κι ο αφηγητής)  ξεκινούν ένα βροχερό απόγευμα του Μάιου την ανάβασή τους σ’ ένα ψηλό βουνό. Αλλά, από την αρχή ακόμα, κάτι μαγκώνει την ψυχή του έμπειρου αφηγητή ορειβάτη, που εύχεται να είχε αποφύγει αυτή τη συγκεκριμένη ορειβασία. Κι ενώ  είναι συνήθης ορειβατική  πρακτική να μην ξεκινάς τέτοιο εγχείρημα όταν βρέχει, εν τούτοις, η ομάδα, χάρη στην αποφασιστική γυναίκα αρχηγό της, αψηφά τις καιρικές συνθήκες και το επιχειρεί. Από την αρχή προετοιμαζόμαστε, λοιπόν, για αυτό που θα ακολουθήσει και το οποίο δεν προοιωνίζεται ευχάριστο, αλλά, αντίθετα, εξόχως απειλητικό.

Στα βουνά, με αντίξοες καιρικές συνθήκες, η πραγματικότητα αλλάζει. Επειδή έμειναν ανέγγιχτα από το καταστρεπτικό χέρι των ανθρώπων αρδεύουν τη ζωή μας  με παραμύθια και θρύλους, ξωτικά και μάγισσες, πλάσματα μυστηριακά που σε υποβάλλουν και σε κάνουν να μετουσιώνεσαι και ν’ αλλάζεις.  Στα βουνά λειτουργεί ακόμη το μυστήριο, το άγνωστο, οι θεοί και οι θεές.

    Όλοι μας κάτι κυνηγάμε ανεβαίνοντας στο βουνό. Οι περισσότεροι τον εαυτό μας, συνήθιζα να λέω. Οι λιγότεροι, που έρχονταν προσπαθώντας να ξεφύγουν απ’ αυτόν, τα είχαν παρατήσει σύντομα. Μάλλον δεν τα κατάφεραν, μας λέει ο συγγραφέας.

 

Βασίλης Κυριλλίδης

 

Ανεβαίνοντας στο βουνό, που δεν μοιάζει καθόλου φιλικό μέσα στο μούχρωμα της συννεφιάς, φτάνουν στον πρώτο  σταθμό  της πορείας τους, το εκκλησάκι των Αγίων Αναργύρων, όπου διανυκτερεύουν μέσα σε βροχές, αστραπές κι άλλα φυσικά δεινά.  Και το επόμενο πρωί με έκπληξή τους διαπιστώνουν ότι λείπει ένας από την παρέα τους. Τι συνέβη και ποια η τύχη του; Όλα τα σενάρια παραμένουν ανοιχτά. Η ομάδα παραλύει αρχικά, αλλά εν τούτοις ξεκινά πάλι ν’ ανηφορίζει, αφού ο χρόνος είναι περιορισμένος και πρέπει να ολοκληρώσουν την πορεία μέσα σε συγκεκριμένα χρονικά πλαίσια. Αλήθεια, τι σημαίνει χάνομαι από τη ζωή και τους άλλους, σχολιάζει  δια στόματος του αφηγητή ο συγγραφέας

-Γιατί δεν χρειάζεται να πεθάνει κάποιος φίλος για να χαθούμε μεταξύ μας. Με πόσους δεν έχουμε χαθεί, επειδή ζούνε στο δικό τους κόσμο πια, που δεν έχει καμιά σχέση με τον δικό μας. Πόσες φορές δεν μας είπες πως έχεις εντελώς χαθεί, πως έχεις οριστικά ξεκόψει από κάποιους παλιούς σου φίλους, από κάποιες παλιές σου σχέσεις;

Παράλληλα με την αστυνομικού μυστηρίου ιστορία των εξαφανίσεων στο βουνό, αναδύεται ένα ταραγμένο συγγραφικό εγώ που μας κάνει να αναρωτιόμαστε αν όντως η ιστορία εξελίσσεται έτσι εφιαλτικά όπως περιγράφεται, υπακούοντας δηλαδή σε νόμους της φύσης, της φυσικής, της κβαντικής μετάπτωσης ή των μαύρων  τρυπών που περιέχει ο εγκέφαλος του καθενός ή αν όλα αυτά δεν είναι παρά αποκυήματα μιας συγγραφικής φαντασίας που παίζει αριστοτεχνικά με το φανταστικό και την επιστημονική φαντασία, την οποία προσγειώνει ευφυέστατα, όχι πια στα διεθνή κοσμοδρόμια και στο απέραντο σύμπαν, αλλά στην πίστα ενός συναρπαστικού  ελληνικού  βουνού.

Όταν δουλεύεις κάποια πράγματα στο μυαλό σου προκαλείς και την πραγματοποίησή τους, ε, αυτό αποδεικνύεται πλέον επιστημονικά, ισχυρίζεται ο συγγραφέας. Και παρακάτω, το σύμπαν είναι ένα αντίγραφο του εγκεφάλου μας από πλευράς δομής του.

Δεν θα ήθελα να επιμείνω στην εξέλιξη της ιστορίας, αφού κάθε φορά που ο αναγνώστης αποφασίζει να επιλέξει τη μια ή την άλλη εκδοχή όλα ανατρέπονται. Ο αφηγητής τον επαναφέρει στις αμφιβολίες του αφήνοντας ανοιχτό το θέμα, θαρρείς και πάλι, πνέοντας ο μαγικός αέρας, τα κάνει όλα πιθανά, δίνοντας ζωή στις πιο κρυφές κι απίθανες εκδοχές.

Είναι μάλλον από τις σπάνιες φορές στην ελληνική λογοτεχνία που ένα μυθιστόρημα στήνεται εξ ολοκλήρου στα ελληνικά βουνά και στην ελληνική φύση, η οποία αποθεώνεται με τόσο μαγικά λόγια, που ήμαστε σίγουροι σαν τον αφηγητή του ότι το βουνό έκανε πάλι το θαύμα του και επενέργησε λυτρωτικά, όχι μόνο στους ορειβάτες  που το διασχίζουν, αλλά και σε εμάς τους ανίδεους αναγνώστες του.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top