Fractal

Σημειώσεις για την έννοια της απώλειας

Γράφει ο Σταύρος Σταμπόγλης //

 

madreΣόνια Ζαχαράτου «Madre Dolorosa – Ο ΕΡΩΤΑΣ-», εκδ. Μελάνι 2013

 

«Αδιόρατο ψιλόβροχο,

Ίσως,

Θρυμματισμένες σταγόνες,

Ίσως…»

 

Αρχίζω μ’ ένα ζήτημα παλιό που με απασχολεί ακόμα. Κατά τη γνώμη μου ήταν λάθος να αναρτηθεί η ταμπέλα «ψυχολογικό θρίλερ» στο εξαιρετικό, ποιητικό, δύσκολο και προφητικό μυθιστόρημα «Τρεις νύχτες του Αυγούστου, και μία ημέρα» της Σόνιας Ζαχαράτου, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 2009. Τολμώ να ξεστομίσω ότι με την ίδια λογική θα  κατέτασσα μερικές αρχαίες τραγωδίες στην κατηγορία των ψυχολογικών θρίλερ. Τώρα έχω μπροστά μου, πάντα κατά τη γνώμη μου, ένα παραπλήσιο συμβάν. Το  «Madre Dolorosa-Ο ΕΡΩΤΑΣ-» τοποθετήθηκε στις βιβλιοθήκες σαν ποίημα για τον έρωτα. Ως καλός αναγνώστης νοιώθω πάλι πως κάτι λάθος πλανιέται. Ίσως φταίει ο τίτλος. Ίσως φταίνε οι κριτικές. Αλλά ο κάθε συγγραφέας θα μπορούσε να ορίσει «έρωτα» την αγάπη του θεού και «θεό» την διαλεκτική της φύσης. Θα βιαστούμε να τον κατατάξουμε ως μεταφυσικό και μυστικιστή; Μου φαίνεται πως κάτι τέτοιο καταρχήν ακυρώνει την έννοια του συμβολισμού στην σύγχρονη ποίηση.

Ετούτο το «βιβλιαράκι», το μικρό και μεγάλο συγχρόνως, μοιάζει με «ανώγαιον» τραύμα. Μοιάζει με ύμνο στην Απώλεια. Η Απώλεια σαν νηνεμία ηφαιστείου μετά την μεγάλη έκρηξη. Σχεδόν αίσθηση μελιού. Λάβα μετά τον βρασμό. Κοίτη  χείμαρρου σημαδεμένη από ξηρασίες και μπόρες. Και ρινίσματα παντού. Το πως και το γιατί φτάσαμε στην «καταστροφή» δεν μας ενδιαφέρει. Μας ενδιαφέρουν όμως τα τραύματα που προκλήθηκαν και συνεχίζουν πανίσχυρα. Τα αντίδοτα της ειρήνης είναι προ πολλού ληγμένα στην εποχή μου. Μόνο στη μουσικότητα της μνήμης μπορούμε να έχουμε εμπιστοσύνη.

«Σ΄ ένα πρώτο επιπόλαιο κοίταγμα, ωστόσο,/ Εκείνη ανέμελη δείχνει, / Ξεγελά, /Τα χείλη της στο σχήμα μιας συλλαβής / από τις οκτώ λέξεις, / Μιας συλλαβής από τις δεκατέσσερις συλλαβές, / Συλλαβή ασαφής,/ Τα μάτια της ξάστερα παρόλο που αδιαπέραστα, / τα φρύδια ακόντια, / Τα μαλλιά της παρμένα κι ανασηκωμένα, / Στις άκρες, / Πάνω από τους ώμους, / Στις άκρες ανασηκωμένα, / Όπως από ελαφρύ αεράκι, / Περαστικό…».

Για τον αναγνώστη μετράει ό,τι κατακάθισε στο λευκό χαρτί. Κι εδώ ακριβώς  συμβαίνει το θαύμα. Η αναρχία της έκρηξης μετατρέπεται σε πειθαρχία. Ό, τι απαιτείται για να ανθίσει η ομορφιά της γραφής. Όμορφα και απλά πράγματα.

Συλλαβές- ύφαλοι  αναδύονται μαγεμένες λέξεις. Σκόπελοι σε αλυσίδα να  μετακινούνται στους καιρούς. Η έννοια τού αρχιπελάγους. Η ουσία της κίνησης στην ιδιαιτερότητα της Σόνιας Ζαχαράτου. Κίνηση που εμφανίζεται σαν μοίρες από υπερκαινοφανή νησιά μιας στεριάς που βυθίστηκε. Η κατάσταση σύνθλιψης δεν είναι παρά διαδικασία γένεσης μας βεβαιώνει ετούτο το «ελάχιστο» βιβλίο. Γεγονός και ουσία οδύνης, συνεργάζονται, εξελίσσονται, γίνονται φωνή. Γίνονται όνειρο. Κατάσταση μετά την πράξη. Μετά το συμβάν. Γίνονται ποίηση. Τραγούδι και υποκριτική. Η οδύνη μας, η οδύνη της Σόνιας Ζαχαράτου έχει το τραγούδι της. Τραγούδι και ποιεί ήθος. Μια παράσταση εν θλίψη. Μα θα έλεγε κάποιος και ο Έρωτας εμπεριέχει την απώλεια. Όμως εδώ έχουμε ένα τραγούδι απέραντα ευγενικό και τρυφερό όπου το πάθος και ο πόθος, ο έρωτας σαν εκρηκτική ουσία,  έχουν θέση μονάχα ως αναψηλάφηση Απώλειας. Υπερβαίνουν οι πληγές ή αν θέλετε οι εμμονές από τα πλήγματα, οι προσωπικές ευθύνες. Νομίζω πως αν αυτό το  ποίημα ήταν μόνο για τον έρωτα θα έτρεμε σαν λεύκα στη θύελλα ή καλύτερα σαν θύελλα στην λεύκα. Αντίθετα μοιάζει με τον ήχο που παράγεται καθώς η υαλώδης ηρεμία μιας θάλασσας σύρεται στην άμμο. Ψίθυροι σε μια καθημερινή  γλώσσα που την ορίζει η αποδοχή, η αναζήτηση προσωπικών ευθυνών και συγχρόνως η ελπίδα να ξαναρχίσουν όλα απ’ την αρχή. Αντιφάσεις ψυχής σκιαγραφούνται στις έννοιες. Αναδύεται χωνεμένο πάθος κι εμπειρίες. Μπορείς να παράγεις ήχους αρμονικούς σε λευκό χαρτί; Η Σόνια Ζαχαράτου μπορεί. Με λέξεις  γράφει λυγμούς. Η αποδοχή της Απώλειας την οδηγεί σε ένα ήθος έκφρασης. Αυτό συμβαίνει εδώ. Όχι περιγραφή εμπρησμού αλλά αναψηλάφηση και τρυφερότητα. Η Απώλεια συντρόφου, συζύγου, εραστή, μητέρας, πατέρα, ενός φίλου, μιας ιδέας, δεν είναι παρά ήττα συχνά στα όρια της προσωπικής συντριβής. Εδώ μέσα η αλμύρα του χρόνου έχει τη γεύση του ακατόρθωτου, η μνήμη είναι το αποτύπωμα  αθανασίας. Τίποτε δεν διασώζεται παρά μόνο στη μνήμη. Ετούτη την εσωτερική πολυπλοκότητα μιας αβύσσου που μας φτάνει κομμάτι του θεού.

 

Σόνια Ζαχαράτου

Σόνια Ζαχαράτου

 

Σαν τις μαυρόασπρες φωτογραφίες οι εικόνες της Σόνιας Ζ. Είναι εμποτισμένες,   ακόμα και όταν χαμογελούν, μ’ εκείνη την παγωνιά της απόστασης. Και η απόσταση στη μνήμη, αυξανόμενη, μοιάζει με μουσικές καθώς απομακρύνονται.  Πως μπορείς να κρατήσεις αυτό το φαινομενικά κενό σε μια σελίδα; Με ποίηση και θεατρικότητα. Όπως ένα δρώμενο μοναξιάς. Έτσι κι αλλιώς ως ποιητές αναγνωρίζονταν οι θεατράνθρωποι των απαρχών. Το «Madre Dolorosa- Ο ΕΡΩΤΑΣ-»,  είναι ένας μονόλογος που διαδραματίζεται στηριζόμενος στο πένθος της Απώλειας. Εδώ μια Απώλεια, κάθε Απώλεια, κάθε έννοια Απώλειας είναι στοιχείο ποίησης. Εδώ η σπαρακτική απολογία, η ομολογία της μοναξιάς, της υποχρεωτικής μοναξιάς, μοιάζει με διάλογο. Χορός και απαγγελία σε αόρατο λαβύρινθο.  Διάλογος όπου οι απαντήσεις συσσωρεύονται εν σιωπή. Συστρέφονται εν σιωπή. Ένας καθρέφτης το πένθος, να υποκρίνονται σκιές του χρόνου. Άλλα και ο χρόνος υποκρίνεται πως υπάρχει εδώ μέσα. Ο χρόνος όπως τον αντιλαμβάνεται η ποίηση, στιγμιαίες μεταπτώσεις, ένα σώμα.

«Madre Dolorosa –O ΕΡΩΤΑΣ, ένας θεατρικός μονόλογος που ανθίζει ποιητικά. Ένα ποίημα και απλώνει τις ρίζες του στο έδαφος της υποκριτικής. Έννοιες-φράσεις ως πολύτιμη καδένα σε στέρνο τρυφερότητας. Ανάβαση μοναξιάς από κρίκο σε κρίκο. Οι συνάφειες μιας ποιητικής κλίμακας. «…Να μη σκοντάψει και όλα ματαιωθούν, / Και δεν γίνουν όπως πρέπει, Και δεν γίνουν ξανά από την αρχή, Και δεν γίνουν όπως πάντα,/Όπως πάντα το ίδιο πάντα ίδιο,/Το ίδιο, ίδιο κι ωστόσο διαφορετικό, / Και μείνουν αδιευκρίνιστα τα απαντημένα ερωτήματα, / Και μείνουν αναπάντητα τα αναπάντητα ερωτήματα, / Και παραμείνουν στη σιωπή.»

Η Σόνια Ζαχαράτου τραγουδάει για όλους μας διακριτικά και σε χαμηλούς τόνους.  Απαγγέλλοντας νοιώθεις αόρατες παρουσίες δίπλα σου σαν σκόνη που κινείται ανεπαίσθητα στην ακτίνα του ήλιου. Ο λόγος μια αχτίδα φωτός που ψαύει σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο. Μια παλιά φωτογραφία που αποκτά βάθος πεδίου. Πηγές θερμότητας παντού. Στοιχεία αντιφάσεων παντού. Συχνά αντιλαμβάνεσαι δυο σκιές ακόμα εκτός απ’ τον αφηγητή. Άλλοτε τίποτε. Μονάχα λέξεις σε παλλόμενο ιστό. Έναν ιστός φορτωμένος σταγόνες πρωινής δροσιάς να συλλαμβάνει αίσθηση  πολυαγαπημένων επαφών στην ανωνυμία πλέον. Έννοιες σύμπαντος πλέον αλλά οικείες. Σύμπαντος εν θλίψη για την απουσία άστρων κι ωστόσο εδώ δίπλα να αποκαλύπτουν την ανυπαρξία του φωτός.

«…Το περπάτημα τους στο δρόμο με τους κυβόλιθους / και τα καφενεία στη σειρά σαν μπορντέλα, / Στο δρόμο που διέσχιζαν βήμα το βήμα,/ Με το ίδιο βήμα, δεξί-αριστερό, δεξί-αριστερό,/ Έως το τέλος των οικημάτων,/Έως το προτείχωμα της αρχαίας πόλης,/ Έως τις πύλες της και τα ερείπιά της, Έως το ελεύθερο τοπίο, που ξανοίγονταν ανάμεσα / στα βουνά με το χρώμα του νοτισμένου κυκλάμινου, / Έως τα πολυπληθή κυκλάμινα,/ Έως τη φωτογραφία…»

Οι χαμένοι της ένα ζεστό προστατευτικό σεντόνι. Μια φωτογραφία απέναντι, «…χαρακιές ανυπόφορες οι γυαλάδες…» Οικείες στιγμές που διαπερνούν το δημόσιο χώρο. Και βρίσκει τόσο οξυγόνο χρόνου που της περισσεύει. Θέλει να μοιραστεί τις ανάσες του καημού. Μια θάλασσα που γίνεται κύματα και μας κατακλύζει. Βαρύτητα που μοιάζει με πτήση. Η Σόνια Ζαχαράτου διηγείται ένα όνειρο. Ο χρόνος δεν υπάρχει παρά με τη σημασία του αλλεπάλληλου. Η Απώλεια, ως το ελάχιστο της ύπαρξης. Μια επανάληψη του ελάχιστου. Η σιωπή σαν  απόλυτη απάντηση σε ερωτήματα. Η σιωπή που συντροφεύει τη μοναξιά της μνήμης. Η σιωπή που φτάνει στα όρια της κραυγής. Η σιωπή που φοβάται να μην ακυρωθεί. Η σιωπή του συνομιλητή, αυτή φταίει, και η  αποδοχή της Απώλειας, που εκμηδενίζουν την ελπίδα. Η ελπίδα κατά βάθος μοιάζει στην επανάληψη της. Μήπως είναι η Απώλεια ένας προθάλαμος ελπίδας; Μήπως είναι η Απώλεια ένας προθάλαμος αυτογνωσίας; Όπως  τρίβεις την πονεμένη κλείδωση και  βαθύς πόνος σε διαπερνά, σε γητεύει, σε πισωγυρίζει. Το ψάχνεις και το ψάχνεις εμμονικά. Έτσι τραγουδάει η Σόνια Ζαχαράτου. Όπως η μουσική επανάληψη. Όπως η μελαγχολία των μπλουζ. Χάδι μέχρι τις ξυραφιές και βάλσαμο του σάλιου. Και ακολουθείς ετούτη την αέναη οδύνη καθώς μετασχηματίζεται σε τρυφερότητα, ακόμη και στο σκοτάδι, και στην απειλή της επαλήθευσης, ακόμη και στον φόβο της ευθύνης, τη στιγμή που οι αιχμές μιας αποδοχής την ματώνουν.

«Η φωτογραφία καρφωμένη στα μάτια του / κι ας μην την βλέπει πια, / Θαμπωμένα μάτια, / Η νύχτα θα έρθει κι  απόψε, / Θα έρθει σε λίγο, / Πάντα έρχεται η νύχτα, / Όταν σκοτεινιάζει, / Όταν εκείνος βυθίζεται σε μιαν άλλη σιωπή, / όταν ανάβει η επιτραπέζια λάμπα,/ Όταν ο χώρος αλλάζει διαστάσεις από το φως/ της λάμπας και τρεμοπαίζουν γύρω του σκιές / που πριν δεν υπήρχαν, / Όταν κι  εκείνος σκιά, Σκιά μέσα στο δωμάτιο…»

Αντιγραφή σημειώσεων στα περιθώρια του «Madre Dolorosa-Ο ΕΡΩΤΑΣ-», ακούγοντας σύγχρονο αφρικάνικο μπλουζ με Ali Farka Toure και Ry Cooper, στο album «Talkihg Timbuktu», (You Tube). Η γραφή της Σόνιας Ζαχαράτου ένα ζεστό μαύρο βότσαλο στη φούχτα μου.

 

ΣΣΣ 07.01.2017

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top