Fractal

Ρομπέρτο Μπολάνιο: η εικόνα μέσα στην εικόνα

Γράφει η Ελένη Γκίκα //

 

Ρομπέρτο Μπολάνιο «Λούμπεν μυθιστορηματάκι», Μετάφραση: Κρίτων Ηλιόπουλος, εκδ. Άγρα

 

«Τέχνη», η λέξη που εξημερώνει τα θηρία.

Το έγραφε (με σαφήνεια, στις «Πουτάνες Φόνισσες») και το έλυσε σαν εξίσωση, σε μισό μόλις αιώνα ζωής και σε ζήτημα είναι να είναι δέκα βιβλία.

Ο Ρομπέρτο Μπολάνιο που γεννήθηκε το 1953 στο Σαντιάγο της Χιλής και πέθανε το 2003 στη Βαρκελώνη. Μυθιστοριογράφος αλλά και διηγηματογράφος και πρωτίστως ποιητής, έγινε, ειδικά μετά θάνατον, μέσα σε πολύ λίγα χρόνια ένας από τους σπουδαιότερους Λατινοαμερικανούς συγγραφείς. Στα δεκαπέντε του μετανάστευσε με την οικογένειά του στο Μεξικό από όπου επέστρεψε στη Χιλή το 1973 για να υποστηρίξει το κόμμα του Σαλβαδόρ Αλιέντε. Μετά το πραξικόπημα αναγκάστηκε να καταφύγει στο Μεξικό και στη συνέχεια στην Ισπανία, όπου και εγκαταστάθηκε. Αυτό είναι εν συντομία της ζωής του η ιστορία.

Τώρα του έργου του, τιμήθηκε με τα βραβεία «Herralde» και «Romulo Gallegos», και έχουν εκδοθεί (κι αγαπηθεί) στα ελληνικά οι συλλογές διηγημάτων «Πουτάνες φόνισσες» (Άγρα, 2008) και «Τηλεφωνήματα» (Άγρα, 2009) και τα μυθιστορήματα «Μακρινό αστέρι» (Καστανιώτης, 2007), «Τελευταία νύχτα στη Χιλή» (Μεταίχμιο, 2004), «Άγριοι ντετέκτιβ» (Καστανιώτης, 2009), «2666» (Άγρα, 2011 ), «Το τρίτο Ράιχ» (Άγρα, 2013), «Το παγοδρόμιο» (Άγρα, 2016).

 

Το καινούργιο του μυθιστόρημα που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Άγρα ήταν η αιτία για τον θυμηθήκαμε και σας τον ξαναθυμίζουμε εφ’ όλης της ύλης.

 

«Λούμπεν μυθιστορηματάκι» ο τίτλος του κι ήταν το τελευταίο που κυκλοφόρησε προτού πεθάνει. Μόλις 119 σελίδες, με ειρωνικό και αυτοακυρωτικό τίτλο, με αστυνομική ατμόσφαιρα και οντολογικό περιεχόμενο, όπως κάθε μυθιστορηματική δουλειά του. Δυο νέα παιδιά ορφανεύουν. Οι γονείς τους που τα προστάτευαν, σκοτώθηκαν. Η ζωή τους ξαφνικά υποκύπτει στο χάος. Δύο «φίλοι» τους θα σκεφτούν έναν εύκολο τρόπο επιβίωσης, η νεαρή θα προσπαθήσει να προετοιμάσει τον δρόμο. Ο Μασίστας θα γίνει από θύμα τους ο θύτης της «διότι η τύχη δεν μπορεί ν’ αλλάξει, υπάρχει ή δεν υπάρχει, κι αν υπάρχει τότε δεν έχεις τρόπο να την αλλάξεις, κι αν δεν υπάρχει τότε είμαστε σαν τα πουλιά στην αμμοθύελλα». Μέσα κι έξω η καταιγίδα που μαίνεται, η νύχτα της Ευρώπης κι ένας κυκλώνας αθόρυβος που έρχεται θαρρείς από ένα άλλο κόσμο.

 

Αλληγορικός, σκοτεινός, ειρωνικός, παιγνιώδης, ποιητικός και μεγάλος παραμυθάς, αφηγητής εξαίσιος, ο Μπολάνιο έκλεισε μέσα στις ιστορίες του όλο το λατινοαμερικάνικο και ανθρώπινο δράμα. Ταξιδεύοντας από χώρα και σε χώρα, εξόριστος ή αυτοεξόριστος, χαμένος, ηττημένος και γι’ αυτό κερδισμένος, κατέλυσε τα σύνορα ζωής και τέχνης, αναζήτησε και κατόρθωσε τελικά ν’ αξιωθεί την νέα τέχνη.

Ο έρωτας και ο θάνατος, το παιχνίδι και η πολιτική, το ανεπίλυτο αίνιγμα, το θέμα του.

Σαφές δείγμα η επιλογή ενός επιτραπέζιου παιχνιδιού, προέκταση εκείνου του πολιτικού παιχνιδιού που απελευθέρωσε –και απελευθερώνει- όλο το ανθρώπινο σκοτάδι.

 

«Το Τρίτο Ράιχ», μια ιστορία που μεταβάλει τις καλοκαιρινές διακοπές σε πολεμικό παιχνίδι στρατηγικής. Οι ασήμαντες κινήσεις των τουριστών και των ντόπιων θα αποκτήσουν σημαντική σημασία σαν τα τεθωρακισμένα και τις μεραρχίες και η Γερμανία στο Τρίτο Ράιχ και πάλι θα ηττηθεί από τον αδαή. Έναν παίκτη που γίνεται σημαντικός επειδή διαθέτει την τύχη του πρωτάρη ή επειδή έτσι τον προστάζει το αίμα, σε ένα βιβλίο που αποδεικνύει με τον πιο απαλό και ανάλαφρο τρόπο ότι όλα επαναλαμβάνονται σε άλλο επίπεδο και ότι τα πάντα είναι στρατηγική και πολιτική. Ότι η Ιστορία στάζει αίμα έστω και ως ανάμνηση, ότι η ζωή είναι μια αέναη επανόρθωση και επανάληψη και ότι το παιχνίδι για τον αφοσιωμένο παίχτη σαν το παιδί, μπορεί και να είναι τόσο πολύ σοβαρό όσο και η ίδια του η ζωή. Όσο και αν οι ίδιοι επιμένουν να νομίζουν ότι με το παιχνίδι «παρατείνουν το αντίο στην αιωνιότητα και σε κάνουν να θυμηθείς παλιές παρτίδες, απογεύματα, νύχτες, από τις οποίες απομένει πια όχι η νίκη ή η αποτυχία, αλλά μόνο μια κίνηση, μια μπλόφα, μια σύγκρουση, και τα χτυπήματα των φίλων σου στην πλάτη».

Ένα γοητευτικό, αλληγορικό βιβλίο που το διαβάζεις σαν αστυνομικό, ψυχολογικό θρίλερ ή καφκικό εφιάλτη. Με ήρωες που επιστρέφουν στο θέρετρο των εφηβικών τους χρόνων με ένα παιχνίδι επιστροφής, σαν υπνοβάτες σε ένα θέατρο σκιών.

Και για το τέλος, μόνο μια φράση, φυσικό επακόλουθο: «Ο θάνατος και η πατρίδα, τι τραγωδία!» Εξάλλου ο Χιλιανός συγγραφέας του «2666» και των «Αγρίων ντετέκτιβ» γνώρισε και τις δυο αυτές τραγωδίες όσο κανένας!

 

Roberto Bolaño

 

Οι «Άγριοι ντετέκτιβ» ήταν το πρώτο μυθιστόρημα όπου ο συγγραφέας παραδίδει μαθήματα ύφους, δομής, ανάλυσης και σύνθεσης, ιστορίας, αλληγορίας, ποιητικής τέχνης, ταξιδιωτικής αναζήτησης και ειρωνείας. Ένας μυθιστορηματικός ποταμός απ’ όπου παρελαύνει όλη η λατινοαμερικάνικη κουλτούρα, ψυχή και ιστορία, οι επιδιώξεις των ανθρώπων να σηκωθούν λιγάκι ψηλότερα από το χώμα.

Η δομή του, αριστουργηματική: στο πρώτο μέρος μια τεράστια πρωτοπρόσωπη αφήγηση ενός φοιτητή όπου από την σχεδόν παρθένα ματιά του αντικρίζουμε ό,τι αντικρίζει, κατανοεί και βιώνει. Ακολουθεί ένα μεγάλο μέρος με πάμπολλες πολυπρισματικές αφηγήσεις, αφηγητών που επαναλαμβάνονται ξαναπιάνοντας τον αφηγηματικό μίτο απ’ τους οποίους μαθαίνουμε την περιήγηση των αρχηγών του ενστικτορεαλισμού Μπελάνο και Λίμα ανά τον κόσμο, ενώ το φινάλε αναλαμβάνει το τελευταίο ζευγάρι ενστικτορεαλιστών, καταδικασμένο ή ευνοημένο, όπως το δει κανείς, να βρει μαζί με τους δυο πανταχού παρόντες αφανείς πρωταγωνιστές, τη μυθική πια Σεσάρεα Τιναχέρο και να τη δει βλακωδώς και να ξεψυχά, όπως κάθε φιλόδοξο, ανθρώπινο… κίνημα, βήμα.

Στο μεταξύ, ζωή, ιστορία, πολιτική, ποιητική, κοινωνία, ελπίδες, τόλμη και φόβος, γίνονται δράση και ήρωες και καθημερινή ζωή, χάνονται, επανεμφανίζονται, προδίδουν και προδίδονται, επιβιώνουν. Με κεντρικό άξονα τη λαχτάρα για την Ποίηση, για την όντως Λογοτεχνία, που τη μαθαίνουμε από έναν πια έγκλειστο ενστικτορεαλιστή, τον Χοακίν Φοντ, στην Ψυχιατρική Κλινική «Η Ανάπαυσις στο δρόμο προς την Έρημο των Λεόντων». Ένα βιβλίο τεράστιο που εύχεσαι να μη σου τελειώσει ποτέ, για τη ζωή και την επανάσταση, για την ποίηση και για την περιπλάνηση, για την αναγκαιότητα και το τυχαίο.  Για τον έρωτα και τον θάνατο. Για το μάταιο και την αναζήτηση, για τον ίλιγγο της ζωής ή τη θανάσιμη ανία. Όπου όλα είναι εδώ και αποκωδικοποιούνται αναλόγως.

 

Στα διηγήματά του (που έχουν ήδη έχουν μεταφραστεί στη γλώσσα μας), «Τηλεφωνήματα» με αποδέκτες τη συγγραφική κοινότητα και «Πουτάνες φόνισσες» με 13 ιστορίες παραλλαγές της απόγνωσης, του έρωτα, της γραφής, ο Μπολάνιο αποδεικνύεται και στυλίστας της μικρής φόρμας, έχοντας από πολλούς ήδη θεωρηθεί ως ο συνεχιστής του Μπόρχες, και όχι αδίκως. Στις ιστορίες του ο συγγραφέας κατορθώνει να αφηγηθεί και όσα δεν αφηγούνται. Μπαινοβγαίνοντας σαν αεράκι επιδέξια στο ρεαλιστικό και στο φανταστικό ή υπερβατικό, συνενώνοντας προσωπικό και ιδιωτικό με οικουμενικό και την πολιτική κατάσταση, χρησιμοποιώντας την ποίηση (είναι, ξεκίνησε ως σπουδαίος ποιητής) ατενίζει με θάμβος το διαρκές καθημερινό θαύμα.

Αφηγήσεις – αινίγματα, ανοιχτά στο ενδεχόμενο, παράδοξα ενσταντανέ ζωής στα διηγήματα και των δύο βιβλίων.

Προσωπικός και αυτοβιογραφικός, έτσι ή αλλιώς, στις «Πουτάνες φόνισσες» αναφέρεται περισσότερο στην ανθρώπινη πλευρά του, ενώ στα «Τηλεφωνήματα» αφηγείται συναντήσεις με συγγραφείς και περιστατικά της συγγραφικής φύσης.

 

Το «2666» [Μετάφραση: Κρίτων Ηλιόπουλος, Εκδ. «Άγρα» , σελ. 1166] υπήρξε κατά κάποιον τρόπο η διαθήκη του.

Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι πεθαίνοντας (στις 15 Ιουλίου το 2003, σε ηλικία 50 χρόνων, σε νοσοκομείο της Βαρκελώνης) δεν είχε προλάβει να το ολοκληρώσει και παρά την επιθυμία του να εκδοθεί σε πέντε ξεχωριστά μέρη, ο εκδότης του Χόρχε Εράλδε, με τη σύμφωνη γνώμη της χήρας του Καρολίνα Λόπεθ, χάρη της συνοχής του έργου εκδίδει σε έναν μόνο τόμο το μνημειώδες μυθιστόρημα των 1.166 σελίδων.

Το μυθιστόρημα χαιρετίζεται από την κριτική ως αριστούργημα. Και κυκλοφορεί στα ελληνικά το 2011 από τις εκδόσεις «Άγρα». Επανακυκλοφόρησε φέτος διότι ήταν εξαντλημένο.

Στις σελίδες του, και ειδικά στο πρώτο βιβλίο («Οι κριτικοί»), τέσσερις παθιασμένοι καθηγητές της γερμανικής φιλολογίας αναζητούν τα ίχνη του Γερμανού συγγραφέα Μπένο Φον Αρτσιμπόλντι. Στο δεύτερο μέρος- βιβλίο «Αμαλφιτάνο» ο συγγραφέας Μπένο Φον Αρτσιμπόλντι θα συναντήσει τον ιδανικό αναγνώστη του σε έναν φαρμακοποιό, ενώ ο «Φέητ» (που βαφτίζει το τρίτο μέρος) είναι ένας δημοσιογράφος που γνωρίζει τη Ρόζα, την κόρη του Αμαλφιτάνιο. Στα «Εγκλήματα» (τέταρτο μέρος) που διαδραματίζονται στη Σάντα Τερέζα ο Φέητ θα ζήσει όλη τη φρίκη της γης. Ενώ στο πέμπτο μέρος, επιτέλους, «Αρτσιμπόλντι», ο συγγραφέας – φάντασμα θα ξαναγεννηθεί.

Και τα πέντε βιβλία – μέρη θα αποδειχθεί ότι έχουν ένα κρυφό κέντρο, ίσως είναι μια πόλη, που είναι το κέντρο της γης, ίσως κι εκείνο το μαγικό 2666, μια στιγμή στο προσεχές μέλλον όπου όλα θα σβήσουν ή θα απαντηθούν. Το βιβλίο που αποτελεί και το κύκνειο άσμα του συγγραφέα θα μπορούσε να είναι η ιστορία του, η ιστορία μας, ή η ιστορία του 21ου αιώνα.

 

Όπως και να ‘χει, και παρά την σκληρότητα των επί μέρους στιγμών (και είναι μεγάλη στα «Εγκλήματα»), στο «2666» ο Μπολάνιο επιμένει κατ’ επανάληψη ότι η ζωή είναι παιχνίδι και φάρσα, είναι στιγμές που όλο αυτό το ασήκωτο, εν τέλει ναι, δεν είναι παρά μια ατέλειωτη φαρσοκωμωδία.

 

 

Δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top