Fractal

Η ποίηση είναι το διαβατήριο του

Της Βιολέττας Στυλιανίδου //

 

Πάνος Ιωαννίδης “Λοκομοτίβα”, Εκδόσεις Το Δόντι

 

Η Λοκομοτίβα, είναι η δεύτερη ποιητική συλλογή του Πάνου Ιωαννίδου (εκδόσεις Το Δόντι) μετά την συλλογή «Ποιήματα της Στιγμής και άλλες Ουτοπικές Ιστορίες» η οποία κυκλοφόρησε μόνο σε ηλεκτρονική μορφή. Πιστεύω ότι ο αριθμός Δύο έχει μια αμφισημία: δηλώνει τον συνωμοτικό δεσμό μεταξύ δύο ερωτευμένων, τον άρρητο μύθο που δημιουργούν και συντηρούν με την ένωσή τους.

Ήδη από την εισαγωγική σημείωση που ανήκει στη Μαντώ Αραβαντινού, ο Πάνος μας δίνει το στίγμα των ποιητικών του προθέσεων. Αναφέρεται λοιπόν στη σημείωση: «ασαφής παραμένει η αίσθηση, εντελώς δεν την κατέχω. Κατέχω τον χώρο». Συμπεραίνουμε από αυτό ότι δε φιλοδοξεί να υμνήσει την εσωστρεφή υποκειμενικότητα της αίσθησης. Δεν τον απασχολεί μια φυγόκεντρη ποίηση, η οποία αναγορεύει τον ποιητή σε υποκείμενο και αντικείμενο της ποίησής του, τρέφοντας έτσι το ναρκισσιστικό Εγώ του.  Η «ιερή μελωδία της πραγματικότητας», αυτή η χαρακτηριστική φράση του Χρήστου Βακαλόπουλου είναι που ταιριάζει στο ποιητικό σύμπαν  του Πάνου.

Διαβάζουμε έπειτα στο ποίημα Αντανάκλαση

Ο χώρος μοιράζει τους ρόλους

ο χρόνος γράφει το σενάριο

Επίσης στο ποίημα Εναλλαγή κυριαρχίας

Πίσω από τους αντικατοπτρισμούς των δρόμων

Έχει κρυφτεί ένα βιβλίο

Αφηγείται σε όλες τις γλώσσες

Μυστικές και φανερές

Την ασύμμετρη πορεία αόρατων νημάτων

Που δραπετεύουν

Από τα κελιά του πολύχρωμου χρόνου

Εκτός από τον χώρο, βλέπουμε ότι ο χρόνος συμπληρώνει το ποιητικό σκηνικό. Ο χώρος δεν νοείται χωρίς τον χρόνο και αντίστροφα. Πρόκειται για ένα διαρκές στοίχημα να χωρέσει το άπειρο του χρόνου στο πεπερασμένο του χώρου.

Διαβάζουμε στην Αντανάκλαση

Η ανερμήνευτη τυχαιότητα του χάους

Βάζει τα πράγματα στις λέξεις μας

Και στο Αεροδρόμιο

Χάνομαι στο χάος και βρίσκω τον εαυτό μου.

Αυτό το φαινομενικό χάος είναι και η απαρχή της δημιουργίας, γιατί πυροδοτεί τα εσωτερικά ερωτήματα του ποιητή και τα μετουσιώνει σε λέξεις. Η ποίηση προκύπτει ακριβώς στην προσπάθειά του να ισορροπήσει ανάμεσα στη σταθερότητα του χώρου και την ρευστότητα του χρόνου.

Το αναφέρει και στο ποίημα Καμουφλάζ

Αν έχεις παρόμοιες ψευδαισθήσεις

Φρόντισε να μάθεις να κρύβεσαι καλά.

Η ποίηση μαγνητίζει όσο τίποτε άλλο τα κενά.

Ο αμφίρροπος υπαρξιακός αγώνας του ανθρώπου στην διελκυστίνδα μεταξύ χώρου και  χρόνου πρωταγωνιστεί και στον Ερωτικό Περίπατο, ένα ποίημα που αφιέρωσε στη σύντροφο της ζωής του Μαρία Καπία

Η ζωή είναι ένα γλυκόπικρο ποίημα

Το γράφεις πριν σε γράψει. Τη ζεις

Για να σε ζήσει.

Η βροχή που πέφτει δίνει το σήμα

Να βρεθούν ιστορίες στους ανοιχτούς ορίζοντες.

Κάμπιες που ποθούν να γίνουν πεταλούδες.

Ασπάζομαι την Άνοιξη όπως ο ναυαγός

Φυτεύει δέντρα στο νησί που τον ξέβρασε η καταιγίδα.

Τα βλέμματά μας ράβουν τα κενά. Ανάμεσα

Στον χαμένο χρόνο και στον ανακτημένο χώρο. 

 

Πάνος Ιωαννίδης

 

Ο Τέοντορ Αντόρνο είχε γράψει ότι «μετά το Άουσβιτς είναι βαρβαρότητα να γράψει κανείς ποίηση», ίσως γιατί η γλώσσα με τα μέχρι τότε γνωστά νοήματά της αδυνατούσε να περιγράψει την ασύλληπτη φρίκη του πολέμου και της γενοκτονίας, που σηματοδοτούσε την απώλεια κάθε βεβαιότητας και ασφάλειας. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του αναθεώρησε τις απόψεις του, για να δηλώσει ότι «ο πολυετής πόνος έχει το δικαίωμα της έκφρασης όσο και ο βασανισμένος να φωνάξει.» Όσο και να μένουμε άφωνοι μπροστά στον ανθρώπινο παραλογισμό, θα επιστρέφουμε πάντα στη γλώσσα και την ποίηση, προσπαθώντας τουλάχιστον να τον ψηλαφίσουμε. Οι λέξεις και η ποίηση ειδικότερα, θα είναι πάντα ο τρόπος να εκφράζουμε τα όρια ενός κόσμου που συνεχώς διαστέλλεται. Η ανάγκη να γράφεται ποίηση μετά το Άουσβιτς επισημαίνεται από τον Πάνο στο ποίημα Minima literaria που είναι μάλιστα αφιερωμένο στον Τέοντορ Αντόρνο

Ζωές που δεν γνώρισα τους ανθρώπους τους

Έρχονται και με βρίσκουν

Στον δρόμο, στα όνειρα, στα κρίματα.

Ρίχνουν αλάτι με χάρη στις πληγές μου

Ζητώντας τα ρέστα για τον κλεμμένο χρόνο τους.

Πληρώνω με μελάνι τα δανεικά.

Γράφω σημαίνει καρπώνομαι

Τα βλέμματα που χάνονται

Στα τάρταρα της ανθρώπινης απουσίας.

Σπέρνω τον πόνο τους στο χαρτί

Για να ανθίσουν νόθες ιστορίες

Στα ενδιάμεσα της φθαρμένης ζωής.

Γράφω ποίηση μετά το Άουσβιτς.

Βάζοντας φωτιά στα κενοτάφια του πνεύματος.

Μύλος που γυρίζει χωρίς νερό η συγγραφή.

Αυτό που κάνει ιδιαίτερη εντύπωση στο ποίημα αυτό είναι ο ενεστώτας του «γράφω ποίηση μετά το Άουσβιτς». Γιατί δηλώνει την αποφασιστικότητα αλλά και τη δέσμευση του ποιητή να γράφει σε πείσμα όσων ιερών και όσιων κατέρρευσαν γύρω μας, και μ’ αυτό εννοώ το αριστερό όραμα για κοινωνική δικαιοσύνη, ισότητα και ελευθερία. Το όραμα αυτό εκφράστηκε στη χώρα μας από στρατευμένους ποιητές όπως ο Σαχτούρης, ο Αναγνωστάκης, ο Βρεττάκος, ο Ρίτσος. Στο ποίημα Νοτισμένη Ιστορία ο Πάνος ανοίγει διάλογο μαζί τους και αναλαμβάνει να συνεχίσει το έργο τους

Μια ιστορία έπεσε στο μπαλκόνι μου. Οι λέξεις της

Σχηματίζουν ρυάκια που ποτίζουν τα λουλούδια.

Το κοινό έχει μάτια και βλέπει. Προσδοκά από τα χέρια μου

Να τη μεταμορφώσουν σε παραμύθι. Αλλιώς ρολόγια

Θα λιώσουν δέντρα θα ανθίσουν στους κήπους

Με τα αγάλματα πουλιά θα περπατήσουν. Χώρια τους ήρωες

Που θέλουν να μοιάσουν με ανθρώπους.

Οι οραματιστές ποιητές της Αριστεράς πρέσβευαν την επικράτηση των αξιών που έβαζαν στο επίκεντρό τους τον Άνθρωπο. Τα οράματα όμως αυτά διαψεύστηκαν και τώρα αναρωτιόμαστε αν το φάντασμα του κομμουνισμού που επικαλέστηκε ο κύριος Κάρολος εξακολουθεί να πλανιέται πάνω από την Ευρώπη, όχι πια ως επερχόμενη απειλή για τον καπιταλισμό αλλά ως ματαιωμένη ουτοπία. Ο Πάνος διαλέγει να κάνει μια ψύχραιμη αποτίμηση, χωρίς αυταπάτες και εκλογικεύσεις στην Αντανάκλαση

Δεν είναι λίγοι όσοι άναψαν αριστερό φλας

Για να στρίψουν δεξιά

Στο Καμουφλάζ εξηγεί

Σημασία δεν έχει να κάνεις εικόνες με νόημα

Αλλά να δίνεις νόημα στις εικόνες είπε ο δάσκαλος.

Άρα δηλώνω εγώ ο μαθητής

Το ζήτημα είναι να προσφέρεις νόημα στις λέξεις.

Αναγνωρίζει δηλαδή ότι είναι μαθητής των μεγάλων οραματιστών ποιητών, χειραφετείται όμως από κάθε αυθεντία και θέσφατο, καθώς σκοπεύει να δώσει ο ίδιος με τις δικές του λέξεις νόημα στον σημερινό κόσμο. Σε ποιον όμως κόσμο καλείται να δώσει νόημα ο ποιητής σήμερα; Σε έναν κόσμο που μοιάζει να έχει χάσει κάθε ηθικό έρεισμα, που η παντοδυναμία του κεφαλαίου και η αναζωπύρωση του φασισμού, κάνουν τους κοινωνικούς αγωνιστές να φαντάζουν συναισθηματικοί και αφελείς.

Η σύγχρονη ελληνική ποιητική γενιά στην οποία ανήκει και ο Πάνος εύλογα έχει ονομαστεί από τον καθηγητή Βασίλη Λαμπρόπουλο, γενιά της Αριστερής Μελαγχολίας[1]. Έκανε την εμφάνισή της μετά την κρίση της δεκαετίας του 2010. Κάτοχοι οι περισσότεροι από τους ποιητές αυτούς πανεπιστημιακών τίτλων και με γνώσεις ξένων γλωσσών, διαπιστώνουν για τον εαυτό τους και τους γύρω τους τη δυστοκία της εποχής. Η ποίησή τους δεν αποτελεί ούτε μόνο την ηχώ της εποχής τους ούτε μια ομφαλοσκόπηση του εσωτερικού τους κόσμου. Περισσότερο εκφράζει τη νηφάλια επίγνωση ότι τα επαναστατικά οράματα διαψεύστηκαν και κανένας «μαγικός ντετερμινισμός»[2]* δεν πρόκειται να διορθώσει ως δια μαγείας τα πράγματα.  Η ποίησή τους δε διακρίνεται από ηττοπάθεια και μοιρολατρία, αλλά περισσότερο από μια ψύχραιμη ρεαλιστική αποτύπωση της πραγματικότητας. Φαίνεται σαν να στέκονται οι ποιητές αυτοί απαλλαγμένοι από Μεσσίες, εντελώς μόνοι και ίσως αυτή η διαύγεια να είναι το πρώτο βήμα για τη δημιουργία κάτι νέου.

Κάτω από αυτό το πρίσμα, μπορούμε να εξηγήσουμε την επιλογή του τίτλου της συλλογής Λοκομοτίβα. Λοκομοτίβα, ως γνωστόν, είναι η πρώτη άμαξα με τη μηχανή, και χάρη στην ενέργεια που παράγει, τραβάει τα υπόλοιπα βαγόνια του τρένου. Ουσιαστικά, είναι η κινητήριος δύναμη όλου του τρένου.  Ίσως τελικά ο ποιητής να είναι η λοκομοτίβα, που αναλαμβάνει την ευθύνη να πάρει τους αναγνώστες σε ένα ταξίδι στα ποιητικά τοπία, σε ένα ταξίδι όχι μόνο αισθητικής τέρψης αλλά και πνευματικής και πολιτικής αφύπνισης.

 

 

[1] Βασίλης Λαμπρόπουλος (2017)  «H αριστερή μελαγχολία στην ελληνική ποιητική γενιά του 2000, μετάφραση Δ.Ι. Τσουμάνης, https://poetrypiano.wordpress.com/2017/08/11/

[2] του Ευτύχη Μπιτσάκη

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top