Fractal

Ποιος είναι ο Μαρσέλ;

Γράφει η Χλόη Κουτσουμπέλη //

 

“Ο άνθρωπος από τη Χάβρη” της Λίζας Διονυσιάδου, εκδόσεις Γαβριηλίδης 2014, σελ 181

 

b197812Στο ΛΙΜΑΝΙ ΤΗΣ ΧΑΒΡΗΣ, μια γλυκόπικρη ταινία του Φιλανδού Άκι Κουαρισμάκι με αρκετή δόση ευαισθησίας και μαύρου χιούμορ, ο Μαρσέλ Μαρξ, ένας μεσήλικας πρώην συγγραφέας που ζει στη Χάβρη, λιμάνι της Βόρειας Γαλλίας, ασκεί το επάγγελμα του λούστρου, συχνάζει στο αγαπημένο του μπαρ και φροντίζει την άρρωστη γυναίκα του, Αρλετί, η οποία θα πεθάνει κατά την διάρκεια της ταινίας. Κάποια στιγμή ο Μαρσέλ έρχεται σε επαφή με έναν ανήλικο Αφρικανό λαθρομετανάστη, τον οποίο θα κρύψει και στην συνέχεια θα προσπαθήσει να φυγαδεύσει. Στην ταινία εμπλέκεται και ένας αστυνομικός επιθεωρητής, ο Μονέ, ο οποίος στην αρχή καταδιώκει, αλλά στο τέλος ευαισθητοποιείται και καλύπτει τον λαθρομετανάστη.

Υπάρχει μία αδιαμφισβήτητη σχέση μεταξύ κινηματογράφου και λογοτεχνίας, με την έννοια ότι η λογοτεχνία τροφοδότησε τον κινηματογράφο από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής του. Η πρώτη επαφή ανάμεσά τους έγινε το 1900, όταν γυρίστηκε μία ταινία δέκα πέντε λεπτών με βάση την Βίβλο. Από τότε πολλοί κινηματογραφιστές άντλησαν τα θέματα και τις ιδέες των ταινιών τους από την λογοτεχνία. Έργα μεγάλων συγγραφέων έγιναν ταινίες κατ’ επανάληψιν από διαφορετικούς σκηνοθέτες, ηθοποιούς, παραγωγούς και άλλοτε αυτή η μεταφορά υπήρξε επιτυχής και άλλοτε όχι.

Κι ας μην ξεχνούμε ότι υπάρχουν κάποιοι που θεωρούν την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, ως το πιο άρτιο σενάριο μίας κινηματογραφικής ταινίας, όπου καρέ καρέ εξελίσσεται η πλοκή.

Στο πολύ πρωτότυπο και ιδιαίτερο βιβλίο της Λίζας Διονυσιάδου Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΌ ΤΗ ΧΑΒΡΗ ωστόσο, παρατηρούμε ένα άλλο φαινόμενο. Ο πρωταγωνιστής της ταινίας «Το λιμάνι της Χάβρης» που αναφέραμε παραπάνω, ο Μαρσέλ Μαρξ, ζωντανεύει κατά την προβολή της ταινίας και εισχωρεί στις σελίδες του βιβλίου, διεκδικώντας την χάρτινή του υπόσταση. Από το πανί στο χαρτί. Από την οθόνη δίπλα στην αφηγήτρια του βιβλίου, που εκείνη την στιγμή παρακολουθεί την ταινία δίπλα στον σύζυγό της. Έτσι λοιπόν ο Μαρσέλ περνά από μία μορφή τέχνης στην άλλη. Σκίζει την μία μορφή πραγματικότητας για να περάσει σε μία άλλη. Γιατί ποια είναι η πραγματικότητα και ποια η φαντασία; Ένα λεπτό διαχωριστικό χαρτί ή ένα πανί αν θέλετε, χωρίζει τις διάφορες εκφάνσεις τους.

Ευθύς εξαρχής η συγγραφέας παραθέτει ως πρόθεμα στο βιβλίο, μία παράγραφο από τα λόγια του Πήτερ Ουστίνοφ, του διάσημου Βρετανού ηθοποιού, θεατρικού συγγραφέα και παραγωγού. «Μία σπίθα φωτός αρκεί», λέει ο Ουστίνοφ, «για να φωτίσει κανείς για λίγο ανύποπτα μέχρι εκείνη την στιγμή μέρη σε άγνωστους κόσμους ή προ πολλού περασμένες εποχές. Όλα βρίσκονται στην διάθεση όλων, μερικές φορές μόνο μία σπιθαμή πέρα από το οπτικό τους πεδίο».

Αυτή ακριβώς την σπιθαμή, την χαραμάδα ανάμεσα στον υλικό και στον άυλο κόσμο, ανάμεσα σ’ αυτό που υπάρχει και σ΄αυτό που ονειρευόμαστε,αυτή την ρευστή, διαφανή σπιθαμή ενός άλλου κόσμου διερευνά η Λίζα Διονυσιάδου με ήρωα αλλά και αποδέκτη του βιβλίου της, (μια και σ’ αυτόν είναι αφιερωμένο), τον Μαρσέλ Μαρξ.

 

Ο Μαρσέλ ο οποίος και στο βιβλίο διατηρεί τα αραιά μαλλιά και τα μάτια με το παράξενο γαλάζιο χρώμα, τα οποία έχει και στην οθόνη, αφού είναι πιστή η μεταφορά του στο χαρτί, αφήνει από την αρχή απτά ίχνη της παρουσίας του, όπως ένα κόκκινο τριαντάφυλλο στο κάθισμα του κινηματογράφου, στοιχεία δηλαδή που επιβεβαιώνουν την ύπαρξή του. Η χημεία δε ανάμεσα σ’ αυτόν και στην αφηγήτρια του βιβλίου (μονοπρόσωπη αφήγηση) είναι εμφανής από την αρχή, αφού της θυμίζει κάτι οικείο, ίσως τον πρώτο της μεγάλο έρωτα.

Ο Μαρσέλ εγκαθίσταται στην ιστορία πολύ φυσιολογικά, κάθεται στην πίσω θέση του αυτοκινήτου και μεταφέρεται μαζί με την αφηγήτρια και τον σύζυγό της στο απομακρυσμένο από την πόλη σπίτι τους. Ανάμεσα στον Μαρσέλ και στην αφηγήτρια σιγά σιγά δημιουργείται μία σχέση ταύτισης και εξοικείωσης, καλλιεργείται βαθμιαία μία πολύ στενή ψυχική επαφή που οφείλεται και στο γεγονός των κοινών βιωμάτων- και οι δύο έχουν άρρωστο τον σύντροφό τους, του Μαρσέλ μάλιστα πεθαίνει, αλλά και της ιδιότητας του Μαρσέλ να είναι πρώην συγγραφέας, αφού μπορεί κάποιος να σταματάει να γράφει, αλλά η ενέργεια παραμένει. (Και η αφηγήτρια είναι συγγραφέας, κάποιες φορές μάλιστα έχουμε την αίσθηση ότι η αφηγήτρια είναι και η συγγραφέας του βιβλίου). Έτσι ο Μαρσέλ εκτός από αποδέκτης του βιβλίου αυτού και ήρωάς του, γίνεται κατά κάποιο τρόπο και ο συγγραφέας του, αφού συμβάλλει στην γέννησή του.

Η Λίζα Διονυσιάδου παίζει εμφανώς και το διασκεδάζει. Μαζί της γοητεύεται και ο αναγνώστης, συμμετέχει σ’ αυτό το παιχνίδι των φωτοσκιάσεων, χάνει κι αυτός την αίσθηση του αληθινού, ανοίγει ένα κουτί για να ανακαλύψει μέσα του ένα άλλο και αυτό συνεχίζεται ώσπου τα κουτιά και τα περιγράμματα ακυρώνονται και ο αναγνώστης απλώς βουτάει μέσα στην θάλασσα της Χάβρης και στα κύματα των σελίδων του βιβλίου.

Στην συνέχεια η βουτιά στην φαντασία συνεχίζεται, αφού η αφηγήτρια μαζί με τον Μαρσέλ πέφτουν σε μία τεράστια σκουληκότρυπα, μία μαύρη τρύπα, σε ένα ταξίδι στον άχρονο χρόνο, σε άτοπους τόπους, γνωστούς και άγνωστους, περνούν από μυθιστόρημα σε μυθιστόρημα σε ένα άλλο διακειμενικό παιχνίδι της συγγραφέα, θα φθάσουν στο διάστημα, θα συναντήσουν περίεργα όντα, στην ουσία όμως θα ταξιδέψουν μέσα στον εαυτό τους και στην σχέση τους. Ψάχνουν σ’ αυτό το ταξίδι στα σπλάχνα της γης του χρόνου και της λογοτεχνίας, να βρουν την ουσία πέρα από τις συμβάσεις και την κοινωνική υποκρισία, διερευνούν την επαφή και με τους άλλους και μεταξύ τους και όπως όλοι οι φιλόσοφοι και οι ποιητές μέσα στους αιώνες, αναζητούν την αλήθεια και την ομορφιά. Η πλοκή είναι διανθισμένη από διαλόγους μεταξύ της αφηγήτριας και του Μαρσέλ όπου θίγονται διάφορα θέματα της τέχνης αλλά και της ζωής.

 

b197812a

 

Παραθέτουμε ένα παράδειγμα:

«-Πιστεύεις δηλαδή πως ο συγγραφέας και το άτομο μπορούν να είναι δύο διαφορετικά πρόσωπα;»

– «Δύο ή και περισσότερα όπως στην περίπτωση του Πεσσόα…»

-« Έχεις σκεφτεί τι ακριβώς μπορεί να συμβεί, όταν ο συγγραφέας και το άτομο συμπυκνώνονται σε ένα και μοναδικό πρόσωπο; Όταν ο ποιητής θέλει να κάνει ποίηση την ίδια του την ζωή;»

-«Όλεθρος!»

-«Όλεθρος ή υπέρτατη πληρότητα;»

-«Δεν διαφέρουν και πολύ αυτά τα δυο»

Στο καινούργιο σύμπαν που ανακαλύπτουν οι δυο τους, μπορούν να κάνουν πτήσεις, ο Μαρσέλ κατασκευάζει ένα βιβλίο με φύλλα δέντρου που θα αντιπροσωπεύει αυτό που ψάχνει ο κάθε αναγνώστης, επικοινωνούν με όντα που έχουν κεραίες. Η διευρυμένη πραγματικότητα, το όνειρο, η ρευστή κατάσταση της επιθυμίας ωστόσο δεν μπορούν ούτε καν σ’ αυτό το βιβλίο να εμποδίσουν το τέλος να επέλθει. Ο Θάνατος θα εμφανιστεί με την μορφή του ανοίκειου, του ξένου σώματος που δεν αναπνέει. Ο Μαρσέλ όμως παραμένει σε μία άλλη περιοχή, στην μόνη περιοχή που μπορεί να θριαμβεύσει του θανάτου. Σ’ αυτήν την φαντασίας.

Τελικά η αφηγήτρια ταυτίζεται με την συγγραφέα και ο Μαρσέλ γίνεται και ο ίδιος συγγραφέας του προσωπικού του βιβλίου. Μέσα από την κοινή τους πορεία, πετυχαίνουν την προσωπική τους ολοκλήρωση και βρίσκουν την ταυτότητά τους. Γιατί η αφηγήτρια- συγγραφέας είναι ο Μαρσέλ.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top