Fractal

Νέο αίμα στα ρείθρα του πολιτισμού μας: Ένα κείμενο για την ποίηση της Παλαιολογίνας

Γράφει ο Αλέξανδρος Τιχομίρ // *

 

Παλαιολογίνα «Λίγο πριν τον πόλεμο», εκδόσεις Οδός Πανός, σελ. 86

 

«Δεν γίνεται να καπνίζεις έξω μαμά μου
γιατί,
καλύτερα είναι μέσα τον Αλέξανδρο δεν τον ενοχλεί η καπνίλα
θέλω να βλέπω τα δέντρα
τα δέντρα δεν έχουν καμία σημασία δεν είναι σαν άνθρωποι
Δεν θα καπνίσεις άλλο;
Μετά πάλι»

Έτσι ξεκινά η ποιητική συλλογή της Παλαιολογίνας «Λίγο πριν τον πόλεμο», δείχνοντάς μας τον δρόμο μέσα από την φωνή ενός παιδιού προς το κέντρο της ποιητικής της: οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι στην Παλαιολογίνα είναι φιγούρες περαστικές μπροστά από το τζάμι της,  που τις παρακολουθεί απομονωμένη στο δωμάτιό της να φεύγουν κάτω από την βροχή. Αυτό που αναζητά στα πρόσωπά τους είναι η σύνδεση που υπάρχει μεταξύ τους και με όλο το σύμπαν, το μυστικό που πηδάει από αστέρι σε αστέρι σαν αιγόκερως. Όπως σε κάθε παιδική ψυχοσύνθεση, έτσι και η ποιήτρια αισθάνεται το επίκεντρο ενός περιβάλλοντος, απ’ το οποίο τόσο αποκομμένη εμφανίζεται, όπου τα πάντα, και η παραμικρή κίνηση, και ο ελάχιστος ήχος, διαπερνούν τα καλώδια του εγκεφάλου της, εμφανίζοντάς μας εξαρχής μια ποίηση καθαρά εγκεφαλική, που την καθιστά μάρτυρα δεμένο στην καρέκλα του ηλεκτροσόκ.

«[…]
την τελευταία μέρα της ζωής μου
θα έγραφα για τον καρκίνο στον εγκέφαλο
για τους σκορπιούς που με δαγκώνουν
για το κριάρι που ζητάει προσκύνημα και θυσίες
για τον ταύρο που διψάει για επιπλέον αίμα
για το λιοντάρι που με κάνει ό,τι θέλει
για το ψάρι που με βυθίζει στα παγωμένα νερά
της κόλασης
στο ζεστό βούρκο της κατουρημένης πετσέτας
στη γλυκιά απόλαυση της μητρικής αγκαλιάς
συγχρόνως με το φόβο της ξαφνικής απώλειας
[…]

Αυτή η μαρτυρική της στάση της πετρωμένης μητρικής φιγούρας με τον σταυρό στο στήθος, που έγινε μητέρα για να προστατεύσει τον «κακό εαυτό παιδί της», της νοικοκυράς που με την σκούπα και το φαράσι στο ένα χέρι και με το άγχος στο άλλο προσπαθεί να φανεί πιστή στις συμβάσεις μιας γιαγιουδίστικης κοινωνίας, με τα ραγισμένα βλέφαρα από το άπλετο φως (το εισερχόμενο και το εξερχόμενο), το στόμα παραμορφωμένο από μια γκριμάτσα που συγκρατεί την πίκρα όπως ο Άτλαντας τον ουρανό, τα αυτιά να βουίζουν από το μπούλινγκ μιας αιμοδιψούς κοινωνίας που κατασπαράσσει κάθε παιδική ονειροπόληση, κάθε αθώο όραμα· της χριστιανής που σκίζεται στα δύο προσπαθώντας να συμβιβάσει την αποκάλυψη που έφερε η ενηλικίωση για την μικρόψυχη νοοτροπία της εκκλησίας, με τον σεβασμό και το δέος που της έτρεφε όταν ήταν παιδί, όλες αυτές οι πτυχές της προσωπικότητάς της που φεύγουν προς διαφορετικές κατευθύνσεις, μοιάζουν με το παλιό βασανιστήριο που επέβαλλαν στις μάγισσες, τον διαμελισμό από τέσσερα άλογα, κάθε ένα για ένα από τα μέλη των σωμάτων τους. Και στο κέντρο η ποιήτρια-κορίτσι φοβισμένη, εγκαταλελειμμένη από όλες τις συντρόφισσες-πτυχές της, μην ξέροντας ποια κατεύθυνση να πάρει για να ολοκληρωθεί. Και τελικά μένει η πικρία, η στυφή ειρωνεία των ποιημάτων της που μοιάζει να λέει: αφήστε με τουλάχιστον να πεθάνω, μακριά από όλους εσάς, σε ένα κρεβάτι μόνη, σε ένα σπίτι που με ξέρει, στοιχειωμένο από το φάντασμα της νεκρής ψυχής μου. Γιατί ο εφιαλτικός κόσμος της, της μόνιμης αίσθησης κινδύνου που θα επιφέρει «την ξαφνική απώλεια», μπορεί να χωρέσει την εικόνα της κοιμωμένης μόνο σαν φρικιό, σαν σκιάχτρο, το αποτέλεσμα των μηχανισμών άμυνας της παιδικής ψυχής για να κρατήσει μακριά τους εισβολείς του εγκεφάλου της.
Το εκπληκτικό είναι ότι μια ποίηση που φαίνεται να έχει υποφέρει τόσο πολλά, είναι περήφανη, αξιοπρεπής, συμπάσχοντας με όσους θα μπορούσε να βρίσκεται στη θέση τους «σε μια αλλαγή βάρδιας», δίνοντας το δίκιο στο χέρι του φτωχού αντί για ελεημοσύνη, χαμογελώντας με κατανόηση σε όσους, προσπαθώντας να είναι ο εαυτός τους σε μια κοινωνία που συνεχώς αλλοτριώνεται, έφτασαν στα όρια της ασχήμιας και του αποκρουστικού, μα πάνω από όλα είναι μια ποίηση που με θάρρος κοιτά το μέλλον ενώ η κρεμάλα των δημίων της απλώνεται γύρω από το λαιμό της. Γιατί:
«[…]
Ζήσαμε συγκινημένοι
είδαμε με τα μάτια μας το θεό
όπως όταν κερδίσαμε την εθνική μας ανεξαρτησία
Στο μέλλον»

Η συλλογή της Παλαιολογίνας «Λίγο πριν τον πόλεμο» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Οδός Πανός.

 

 

* Ο Αλέξανδρος Τιχομίρ γεννήθηκε το 1994 στην Αθήνα και σπούδασε φιλολογία.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top