Fractal

Εγκλωβισμένοι στη… θολούρα του λευκού

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

Ιφιγένεια Σιαφάκα “Λευκό από χθες”, Εκδόσεις Σμίλη. 2017. Αθήνα

 

Ένας άγριος χιονιάς πλημμυρίζει από την αρχή μέχρι το τέλος, σχεδόν όλη την έκταση των σελίδων ετούτου του περίεργου μυθιστορήματος (‘Λευκό από χθες’), της Ιφιγένειας Σιαφάκα. Γεωγραφικά η υπόθεσή του εδράζεται σε μια μικρή κωμόπολη, το Λαβίλ, όπου εμφιλοχωρούν βεβαίως όλα εκείνα τα ιδιαίτερα, ιδιόρρυθμα και τόσο γνωστά σε κατοίκους των μικρών αριθμητικά κοινωνιών, χωρίς όμως να υπάρχει η παραμικρή ένδειξη ότι ανήκει σε μία συγκεκριμένη περιοχή, αν και κάποιες φορές μπορεί να γίνουν από τον αναγνώστη μερικές γρήγορες υποθέσεις.  Το μυθιστόρημα ξεδιπλώνεται με τη μορφή δήθεν επιστολών ή τμημάτων μίας μόνο, από την Φρίντα  Νέθελ στο χρονικό διάστημα από την Τρίτη, στις 21 Ιανουαρίου του έτους 1969, έως την Παρασκευή, 31 Ιανουαρίου 1969, τουτέστιν για διάστημα μόλις ενός   δεκαημέρου.

 

Πρόκειται για τη  μεγαλύτερη αδελφή του νεαρού Πατρίκ Νέθελ, τέκνα αμφότερα του Βιργιλίου και της Αμαλίας Νέθελ, η οποία όπως μας λέει η ίδια και κύρια αφηγήτρια του μυθιστορήματος βρίσκεται καθηλωμένη αναγκαστικά στο σπίτι της, μπροστά από ένα παράθυρο του δωματίου της, απέναντι από κάποιο άγνωστο μάλλον Σέντραλ Παρκ, και γράφει συνεχόμενα τις μύχιες σκέψεις της που απευθύνονται σαφώς στον διευθυντή του ταχυδρομείου της περιοχής τους, τον Φρανκ Σλάις. Η κοινωνία του Λαβίλ, είναι γεμάτη από μικρούς καθημερινούς και όχι πάντα αθώους ανταγωνισμούς των μελών της, κατηγορίες, ζήλιες, αψιμαχίες, τετριμμένους αγώνες αριστείας, συνήθεις δηλαδή καταστάσεις όλων των μικρών κοινωνιών που γεμίζουν τις ώρες και τις μέρες  τους με τα μικρά και ενδιαφέροντα, αθώα σε γενικές γραμμές στην πλειονότητα των περιπτώσεων, αποκλειστικά γι’ αυτούς. Άλλωστε η Φρίντα μας προειδοποιεί σχεδόν από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου, για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και  τη δημιουργηθείσα στην κωμόπολη κατάσταση:

‘… ένα μικρό ψέμα μας μεταμορφώνει ολόκληρους σε ψέμα, όταν η αλήθεια μας πεθαίνει…’!

Έτσι δεν είναι παράξενο πως λίγο παρακάτω μας συμβουλεύει τεχνηέντως και αποφασιστικά, πως ‘ … δεν πρέπει να φαίνεσαι ότι έχεις τον έρωτα ανάγκη, αυτό είναι κουσούρι που βλέπεις στις ελαφριές και στις τροτέζες’!

Όμως για την οικογένεια των Νέθελ, τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά από την υπόλοιπη κοινωνία! Ο μικρός γιός της, ο Πατρίκ Νέθελ, τρία χρόνια μικρότερος της Φρίντας, βρίσκεται από τις 16 Φεβρουαρίου 1967, μυστηριωδώς εξαφανισμένος από ‘προσώπου γης’! Τώρα το παρελθόν στοιχειώνει το παρόν και κάνει την εμφάνισή του  απειλητικά μπροστά τους, τουλάχιστον από αυτά που διαβάζουμε στις συνεχόμενες σε καθημερινή βάση επιστολές ή ίσως τη μία και ασυνήθιστα μακροσκελή επιστολή της Φρίντας στο διευθυντή του ταχυδρομείου, Φρανκ Σλάις, η οποία και θα ολοκληρωθεί, όπως ήδη αναφέρθηκε, στο περιορισμένο χρονικό διάστημα των δέκα μόλις ημερών.  Το περιεχόμενο των καθημερινών κειμένων της Φρίντας Νέθελ, μας πληροφορεί  για μύρια όσα διαμείβονται μεταξύ των μελών της οικογένειας, αλλά και για όλες τις χρήσιμες αλλά και αρκετές άχρηστες εν πολλοίς πληροφορίες που αφορούν την μικρή κοινότητα. Άκρατη υποκρισία, συγκρούσεις εντός και εκτός της οικογένειας που αφορούν περισσότερο την ψυχιατρική επιστήμη, τρόποι και μέθοδοι δημιουργίας και ανάπτυξης των κοινωνικών σχέσεων και εκμετάλλευσή τους προς ίδιο συνήθως όφελος,  επίδειξη πλούτου και γνώσεων, θρησκευτικές και κοινωνικές ιδεοληψίες και εμμονές, σχετική ημιμάθεια και αμάθεια, προσπάθεια ανέλιξης σε δημόσιες ή άλλες παρεμφερείς θέσεις με κάθε μέσο και τρόπο, στοχευόμενες συνδιαλλαγές με θεμιτά ή αθέμιτα μέσα, ένα ζοφερό σε τελική ανάλυση περιβάλλον όπου πολλά εννοούνται, άλλα δρομολογούνται και άλλα στο τέλος γίνονται. Η χαρακτηριστικότερη όμως λεπτομέρεια του μυθιστορήματος, είναι η πολυπρόσωπη αφήγηση. Ο λόγος της Φρίντας διακόπτεται συνεχόμενα από λόγια και σκέψεις άλλων που ανάγονται στο κοντινό ή το μακρυνό παρελθόν, που εμφιλοχωρούν ύπουλα κάποιες φορές, απότομα σε μερικές άλλες, στο κυρίως κείμενο της επιστολής. Πολυπρόσωπη αφήγηση όμως που παραπέμπει σε ιδιαιτερότητες του κειμένου και κυρίως του περιεχομένου του.

 

Ιφιγένεια Σιαφάκα

 

Οι χαρακτήρες που αποκαλύπτονται από τον κύριο αφηγητή ή τους άλλους δευτερεύοντες και παραπληρωματικούς, ξεδιπλώνονται σταδιακά, και ενώ στην αρχή άλλα λέγονται και αναφέρονται, στη συνέχεια άλλα αποδεικνύονται. Να θυμηθούμε την Φρίντα να λέει, ‘…Μα τόσα χρόνια σας παρακολουθώ, Φρανκ Σλάις, που με παρακολουθείτε’, υπονοώντας διαφορετικά πράγματα από όσα εκείνος πιθανόν να γνώριζε ή ίσως να υπέθετε!

Οι όποιες ανατροπές στο τέλος του μυθιστορήματος, είναι εν πολλοίς αναμενόμενες από τον προσεκτικό και απαιτητικό αναγνώστη. Ίσως εδώ χρειάζεται να αναφερθεί ότι μια δεύτερη ανάγνωση του  κειμένου είναι κατά πάσα πιθανότητα επιτακτική. Το χειμερινό και χιονισμένο περιβάλλον της μικρής κωμόπολης, είναι το ύφασμα πάνω στο οποίο οι αφηγητές καρφιτσώνουν τις σκέψεις και τις εμπειρίες τους:

‘… Αγαπητέ μου Φρανκ, έξω χιονίζει πάλι σαν υπόσχεση ακατάπαυστα, κι όλα θα γίνουν κρύσταλλο σε λίγο… Προσωπικά, δεν έχω άλλον τρόπο να συγυρίσω την αναστάτωση εδώ, κι έτσι, σας γράφω. Βλέπετε, κάνει πάνω από τρεις μήνες ένα άγριο χιόνι εδώ πέρα, γεμάτο χνούδι τρυφεράδας…’.

Άφθονο χιόνι, λοιπόν, λάσπη αναγκαστικά σε κάποια φάση εξασθένησης του χιονιά, δυσκολία περιπάτων και βάδισης των πρωταγωνιστών του βιβλίου, και κατ’ επέκταση ιδεατών και επιθυμητών σχέσεων μεταξύ των κατοίκων του Λαβίλ. Τουναντίον, μάλιστα! Προς το τέλος του κειμένου, η Ιφιγένεια Σιαφάκα μας πλημμυρίζει τις σελίδες της με φιλοσοφικές αναφορές και λεπτομερείς κάπου–κάπου απόψεις των πρωταγωνιστών του κειμένου της. Δεν κατανοούμε, μας εκμυστηρεύεται σε ένα σημείο, πως ‘… ο χρόνος τελικά είναι η παγίδα που μας ξορκίζει νεκρούς για να υπάρξουμε, χωρίς συνείδηση, στα δίχτυα-εκεί όπου η μνήμη κατοικεί’, παραφράζοντας ή συμπληρώνοντας κάποιες γνωστές ρήσεις παλιότερων και γνωστών φιλοσόφων!

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το κείμενο δεν είναι εύκολο, ούτε και επιδέχεται γρήγορης και επιπόλαιας ανάγνωσης. Το αντίθετο, θα υποστήριζα! Ο χρόνος μέσα στις σελίδες διασπάται συνεχόμενα, και ο αφηγητής ενώ αρχικά είναι όπως ήδη είπαμε ένας, η νεαρή Φρίντα δηλαδή, στη συνέχεια παραχωρεί όταν εκείνη το επιθυμεί τη θέση της και για όσο χρονικό διάστημα κρίνει σκόπιμο,  σε κάποιον άλλο! Οι χαρακτήρες, οι περισσότεροι τουλάχιστον, οικοδομούνται και δημιουργούνται στην αρχή του βιβλίου, αλλά κάποιοι αργότερα στη συνέχεια της εξιστόρησης,  αποδομούνται σε μερικές θέσεις. Ψυχική βία, υφέρπουσα στο μεγαλύτερο ποσοστό της, πανταχού παρούσα, προσωρινά ή μόνιμα κέρδη και περισσότερο προσωπικές απώλειες.

‘…Κι εσείς, γενικός διευθυντής ταχυδρομείου απ’ το τίποτε, από έναν ταχυδρόμο που μας μοίραζε κάποτε τα γράμματα, ευελπιστώντας και σε κάνα πουρμπουάρ! Μη μου πείτε πως και οι δύο προκάτοχοί σας, ο Μποργκ Τάπλιν και ο Γκέιρι Σέρκιν, αποσύρθηκαν πολύ νωρίτερα λόγω της κακής υγείας τους… Ψιθυρίζεται, αν είναι δυνατόν, απ’ τις λυκοφιλίες σας πως καταφέρατε να αναρριχηθείτε με τα μέσα του κυρίου Πάτερσεν, πράγμα που εγώ δεν θα κατόρθωνα ποτέ, διότι είμαι υπερβολικά ατσούμπαλη κοινωνικά…’!

 

 

Η Ιφιγένεια Σιαφάκα στο μυθιστόρημα ‘Λευκό από χθες’ μας εξιστορεί και μας παρουσιάζει την ιστορία της αρκετά  δύστροπη και ποικιλότροπα επώδυνη. Ερώτημα αποτελεί στην αρχή η βαθύτερη ή άγνωστη για τους αναγνώστες σχέση της αφηγήτριας, της Φρίντας, με τον υποτιθέμενο παραλήπτη της επιστολής την οποία εκείνη  συντάσσει παρατηρώντας το ατέλειωτο και αφιλόξενο λευκό του χιονιού. Το ίδιο θα μπορούσαμε να πούμε ισχύει και για το χρόνο κατά τον οποίο γράφεται η επιστολή, μία περίοδος χρονικά  δύσκολη ίσως τουλάχιστον για τη χώρα μας, αλλά από την άλλη μεριά κάτι τέτοιο δεν γίνεται κι ούτε μπορεί να γίνει δεκτό αφού τα ονόματα των πρωταγωνιστών και τα τεκταινόμενα βρίσκονται από γεωγραφικής πλευράς το πιθανότερο αρκετά μακρυά μας. Κάποιοι τρόποι ανέλιξης, όμως, συγκεκριμένων προσώπων, ίσως θα  μπορούσαν να συνδυαστούν με την παραπάνω περίοδο και περιρρέουσα νοοτροπία του ολοκληρωτισμού, και φυσικά την εξασφαλισμένη ή τεχνηέντως δρομολογημένη σιωπή από τους περισσότερους των κατοίκων για τους γνωστούς φυσικά προσωπικούς και οικογενειακούς λόγους. Η υψηλή δημόσια θέση του  διευθυντή του ταχυδρομείου του Λαβίλ, του Φρανκ Σλάις, απαιτεί κάποια ιδιαίτερης υφής προσόντα, τόσο για την μεθόδευση και την κατάληψη, όσο και για τη διατήρηση αυτής της θέσης. Και δεν είναι λίγα! Λοβιτούρες, ύπουλες συμμαχίες, γελοίες συμπεριφορές, καταδικασμένες τακτικές μεθοδεύσεις, που κάποιες φορές φτάνουν κυριολεκτικά στα άκρα, όπως για μικρό παράδειγμα όταν λέει, πως ‘η φιλία του πάστορα με την οικογένειά μας έδινε κύρος στη σχεδόν ανύπαρκτη κοινωνική θέση του πατέρα’, ή όταν ‘… η ασίγαστη επιθυμία καταξίωσης του  πατέρα, να νοιώσει δηλαδή χρήσιμος, δυνατός, αποδεκτός και αγαπητός σε όλη την πόλη, ντύθηκε εκείνο το ζεστό βράδυ του 1952 το μανδύα μιας υπόγειας, ναι υπόγειας εξουσίας, όπως άλλωστε, παλιόπαιδο και κάθε ματαιοδοξία που επαφίεται στην πρόχειρη αντίληψη ελαφρών ανθρώπων για τον εαυτό μας, κατά την άποψη του Τζάσμιν’.

Κλίμα έντονης αμφισβήτησης των πάντων, με στοιχεία και λεπτομέρειες  που παλινδρομούν συνεχόμενα στο παρελθόν, κατακλύζεται από τον ελεγχόμενο λεκτικά ρου της υπόθεσης με λογοτεχνικά ιδιόμορφες πινελιές  σχεδόν σε όλο το μήκος του κειμένου. Είναι όλα εκείνα που τόσο δύσκολα, σταδιακά και βεβαίως παραστατικά, μας ξεδιπλώνει η Ιφιγένεια Σιαφάκα σε τούτο το βιβλίο που ίσως θα μπορούσαμε με κάποιες επιφυλάξεις να το ονομάσουμε νουάρ, με την απαραίτητη φυσικά και τροποποιημένη αστυνομική πλοκή. Άλλωστε όπως είπε σε μια εξομολόγησή της προ καιρού, η λογοτεχνία δεν είναι απαραίτητο να είναι πάντοτε εύπεπτη και εύκολη!

Στο τέλος η Φρίντα αναφωνεί, ‘… όχι, δεν με νικήσατε εσείς, μόνη μου ηττήθηκα μπρος απ’ αυτόν τον τόσο χαμερπή καθρέφτη, που μου φανέρωνε μια ψεύτικη εικόνα που χρόνια κουβαλούσα στα μάτια για τον κόσμο… τώρα είμαι αναγκασμένη να με συναρμολογήσω με άλλον τρόπο εξαρχής, και θέλω να γράφω και να γράφω, για να τραβώ με το μολύβι γραμμές στον άδειο χώρο του λευκού, ενός λευκού από χθες…’, ενός λευκού όχι αναγκαστικά  semper idem, θα προσθέταμε με τη σειρά μας!

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top