Fractal

Από το μυθολογικό άρμα του Φαέθοντα στο νικελένιο τροχοφόρο αμαξίδιο της Λεώνης

Γράφει η Κλεοπάτρα Ζαχαροπούλου // *

 

Μαρία Πυλιώρου «Λεώνη», εκδ. Πατάκη, 1999, σελ. 126

 

Ό,τι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό!

Νίτσε

 

 

Η Μαρία Πυλιώτου είναι μία από τις σημαίνουσες παρουσίες στην παιδική λογοτεχνία και ξεχωρίζει για τον τρυφερό αφηγηματικό χειρισμό της γραφής, αφού ενσταλάζει στην ψυχή το απόσταγμα της ευαισθησίας συνταιριασμένο με διαχρονικά επιμύθια. Ανάμεσα στα πιο αξιόλογα έργα της κατατάσσεται και το βραβευμένο εφηβικό μυθιστόρημα Λεώνη.

Η Όλγα Στεφάνου, η περσόνα της Πυλιώτου, εντοπίζει στο ταχυδρομικό της κουτί ένα διαφημιστικό φυλλάδιο για κάποιο στέκι μουσικής και βιβλίου. Εκεί εργάζεται ως ταμίας η καθηλωμένη σε αναπηρική πολυθρόνα Λεώνη. Η Όλγα γίνεται αυτήκοος μάρτυρας θυελλωδών οικογενειακών ενθυμήσεων της σθεναρής δεκαεπτάχρονης. Το χαμόγελο της αλύγιστης ηρωίδας μαρτυρεί πως όχι μόνο έχει αποδεχθεί πλήρως την κατάστασή της, αλλά και πως διαθέτει απύθμενα αποθέματα αντοχής, αφού αντιμετωπίζει το “πρόβλημά” ως προσόν.

Η Λεώνη εκμυστηρεύεται στην Όλγα πως η διάψευση του οικογενειακού θεσμού, που θεμελιώνεται στην αγάπη, στη θαλπωρή και στη ζεστή αγκαλιά, την ημέρα των ένατων γενεθλίων της επηρέασε τη ψυχοσύνθεσή της. Εύλογη απόρροια η γένεση ενός απροσδιόριστου φόβου και η καταφρόνηση της έμφυτης ανάγκης για αφούγκραση. Οι γονείς είναι αδύναμοι να αντιληφθούν τους συναισθηματικούς της κλονισμούς. Το επιτακτικό αίτημα της μετοίκησης σε ένα πολυτελές διαμέρισμα –αγορασμένου απλόχερα από τον υλικο-ευδαιμονιστή κυριακάτικο πατέρα- αφήνει παγερά αδιάφορη την έφηβη. Αν και βιώνει ισχυρά αισθήματα προδοσίας κι εγκατάλειψης, ούτε απορρίπτει ούτε καταδικάζει τους γονείς της. Δεν νιώθει μίσος, αλλά οδυνηρή συντριβή, δυσαναπλήρωτο κενό και πικρή απογοήτευση.

Οι φίλοι αποτελούν το υποκατάστατο της οικογένειας, που ενσαρκώνει τις ιδιότητες της εχεμύθειας, της εμψύχωσης και του σεβασμού. Καταπολεμούν την εσωστρέφειά της και αποσοβούν το ενδεχόμενο της μελαγχολικής κατάθλιψης ή της ιχνηλάτησης εναλλακτικών αποδράσεων φυγής από την μίζερη πραγματικότητα ως μηχανισμού άμυνας του εγώ. Η συντροφιά νοηματοδεί τη ζωή της και συνδράμει στο να σμιλευθεί ως προσωπικότητα, στο να απαλλαχθεί από τη φθονερή μισαλλοδοξία για τον “κανονικό” και να συνειδητοποιήσει πως η ζωή είναι μια όμορφη περιπέτεια. Οι μελοδραματισμοί, η μεμψιμοιρία και ο οχαδερφισμός δεν έχουν θέση.

Λίγα χρόνια αργότερα, η Λεώνη θα χτυπηθεί από την απομυελινωτική Σκλήρυνση Κατά Πλάκας, από  μία χρόνια νόσο που εκφυλίζει τον εγκέφαλο και αδρανοποιεί το νωτιαίο μυελό. Ο γιατρός εξηγεί στη Λεώνη πως η μονωτική ουσία που περιβάλλει τις νευρικές ίνες, οι οποίες μεταφέρουν τα μηνύματα του κεντρικού νευρικού συστήματος στα μέλη του σώματος, δημιουργεί πλάκες σκληρού ιστού, με απότοκο να διακόπτονται μερικώς ή εντελώς τα κελεύσματα προς τα άκρα. Η Λεώνη θα βιώσει εκ του σύνεγγυς μια δαιδαλωδώς λαβυρινθώδη και χρονοβόρα δοκιμασία αξονικών, υπερήχων, ακτινογραφιών και εγκεφαλογραφημάτων απ’ την οποία ωστόσο θα βγει πιο δυνατή.

Η νόσος αυτή στάθηκε η αφορμή για επανασύνδεση και μεταμόρφωση των μελών του οίκου. Η προθυμία για περιποίηση από την άλλοτε απόκοσμη, άλαλη στη ρουτίνα της και ανεπαρκή μητέρα ανοικειώνει τη Λεώνη. Ο ενοχικά βουρκωμένος και ανήσυχος πατέρας ξυπνά στη ψυχή της πρωτόγνωρα συναισθηματικά σκιρτήματα. Το νήμα που ενώνει τις καρδιές αρχίζει να ξαναδένει. Η τυραννική απελπισία και το παράπονο, η απόγνωση και ο πανικός δίνουν τη σκυτάλη στην ελπίδα, την αισιοδοξία και την αυτοπεποίθηση. Η ιλιγγιώδης απελπισία και το ερεβώδες σκότος παραμερίζονται μπροστά στο ανεκτίμητο δώρο που λέγεται ζωή, την οποία αποφασίζει να αντιμετωπίσει κατά πρόσωπο.

 

Μαρία Πυλιώτου

 

Η γαλουχημένη με ανθρωπιστικές αξίες παρέα, απαλλαγμένη από αναχρονιστικές προκαταλήψεις και οίκτο, επισκέπτεται καθημερινά τη Λεώνη στο θάλαμο του νοσοκομείου και της προσφέρει αρωγή στην υπερπήδηση του προσκόμματος της αναπηρικής καρέκλας. Έτσι, η Λεώνη λησμονεί τα ατάραχα, ξεψυχισμένα, ξένα, βαριά κι ασήκωτα πόδια της και συνεχίζει να ζει από τη μέση και πάνω. Η ανυπόκριτη συμπαράστασή καταρρίπτει στερεότυπα περί ύπαρξης πολιτών δεύτερης κατηγορίας ή πλασμάτων ενός κατώτερου Θεού που χρήζουν ιδιάζουσας μεταχείρισης. Τα παιδιά φαίνεται να αποδέχονται το δικαίωμα στην ετερότητα, να έχουν εντρυφήσει στο ότι ο ένας για τον άλλο μπορεί να γίνει ένας μικρός «θεός».

Στους νοσοκομειακούς διαδρόμους με τις φαρμακευτικές οσμές η Λεώνη θα προσεγγίσει και θα αντλήσει κουράγιο από τους σχεδόν τριαντάρηδες νοσηλευόμενους καρκινοπαθείς Λεοντή και Αντρέα, οι οποίοι γελούν δυνατά κι απολαμβάνουν το κάθε λεπτό τόσο έντονα σαν να είναι το τελευταίο. Εν συνεχεία, ο θάνατος της δεκάχρονης Αννούλας του διπλανού κρεβατιού από όγκο στον εγκέφαλο θα επισφραγίζει τη μετέπειτα κοσμοαντίληψη της Λεώνης, η οποία δεν θα πάψει να ευγνωμονεί το Θεό που ζει.

Η Πυλιώτου δεν διστάζει να καυτηριάσει τα κακώς κείμενα του συγκαιρινού αναξιοκρατικού κρατικού μηχανισμού, που εστιάζει το ενδιαφέρον του σε δημοσιοοικονομικά ζητήματα και όχι κοινωνικής πολιτικής και πρόνοιας. Καταγγέλλει το παθογενές φαινόμενο της περιθωριοποίησης ευάλωτων πληθυσμιακών ομάδων, καθώς συνεπάγεται έλλειψη ελεημοσύνης, του δείκτη της πολιτιστικής κουλτούρας και του ακρογωνιαίου λίθου μιας δημοκρατικά ευνομούμενης κοινωνίας.

Στις σελίδες του μυθιστορήματος επισημαίνεται η ύψιστη σπουδαιότητα της εθελοντικής αιμοδοσίας, ως μιας ιερής αλτρουιστικής πράξης που συμβολίζει την πανανθρώπινη αξία του συμπλησιασμού σε μια αμιγώς αμοραλιστική κοινωνία. Το μεγαλούργημα αυτό οικοδομείται από έναν άνθρωπο με θησαυροφυλάκιο ψυχής και αίσθημα ανιδιοτελούς προσφοράς για τη θεραπεία της βασάνου ενός συν-ανθρώπου.

Επιπροσθέτως, η αφηγήτρια καταρρίπτει κι άλλες “ταμπελίστικες” νοοτροπίες, όπως αυτής που εκστομίζεται από τα λόγια του κατά τ’ άλλα πεπαιδευμένου Γυμνασιάρχη πως τα παιδιά των διαζευγμένων γονιών έχουν αλλόκοτη διαγωγή και πως δεν πρέπει να συναναστρέφεται κανείς με αλητήριους μη συμβατικούς τύπους, επειδή απλώς εργάζονται ως μηχανικοί αυτοκινήτων.

Δύο χρόνια μετά την αναπηρία της η δραστήρια Λεώνη καταφέρνει να καλύψει τις βιοποριστικές επισιτιστικές της ανάγκες, ενώ ταυτοχρόνως στοχοθετεί και οραματίζεται τη διεύρυνση των επαγγελματικών της δραστηριοτήτων στον εκδοτικό οίκο του θείου Τόνι, εκμεταλλευόμενη τις διευκολύνσεις που της παρέχει η κυριαρχία του κυβερνοχώρου ως λεωφόρου της επικοινωνίας. Δεν επαναπαύεται στα κεκτημένα, αλλά διεκδικεί περισσότερα, καθώς έχει απαιτήσεις από τη ζωή.

Η Λεώνη αποτελεί φωτεινό παράδειγμα αγωνιστικού πνεύματος και τονώνει το ηθικό όσων βρίσκονται σε παρεμφερή κατάσταση. Δυναμική, αξιοπρεπής και μαχητική καλλιεργεί τη διάθεση για  αισιόδοξη αντιμετώπιση της πληθώρας των δυσχερειών. Φρονεί πως δοκιμασίες είναι εξισώσεις για δυνατούς λύτες και πως η ζωή δεν τελειώνει μπροστά σ’ ένα πρόβλημα. Το άνοιγμα των φτερών της Λεώνης από τον οικογενειακό οίκο, ο αρραβώνας της με τον εικοσιτριάχρονο φυσιοθεραπευτή της Δημήτρη και η ερωτική συνυποδήλωση του φεγγαριού αποτελούν το  μεγαλύτερο τεκμήριο πως η ζωή δεν χάνεται, αλλά προχωρά ευοίωνα!

 

 

* Η Κλεοπάτρα Ζαχαροπούλου είναι πτυχιούχος Φιλολογίας και πρωτεύσασα του Πανεπιστημίου Πατρών, κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος με τίτλο «Σύγχρονες προσεγγίσεις στη γλώσσα και στα κείμενα» και Πιστοποιητικού Συμπληρωματικής Εκπαίδευσης του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών με θέμα  «Μαθησιακές δυσκολίες – δυσλεξία». Η πτυχιακής της εργασία «Ζητήματα ποιητικής και ιδεολογίας στο έργο του Ηλία Βενέζη και της Αιολικής Σχολής» βρίσκεται στο ΕΛΙΑ και η διπλωματική της διατριβή «Μακεδονικές Ημέρες: η διαμόρφωση του νεωτερικού λόγου στην πρωτεύουσα του βορρά και οι μεσοπολεμικές πνευματικές αναζητήσεις» στο http://nemertes.lis.upatras.gr. Το 2010 ταξινόμησε μαζί με την Άννα Κατσιγιάννη το αρχείο της Νένης Ευθυμιάδη. Έκτοτε εργάζεται ως εκπαιδευτικός στην ιδιωτική εκπαίδευση, ενώ παράλληλα αρθρογραφεί σε εφημερίδες και εκπαιδευτικά portal.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top