Fractal

Κεραυνοβόλο έγκλημα

Γράφει η Μαρία Βρέντζου // *

 

«Γλυκό τραγούδι» της Λέιλα Σλιμάνι, μετάφραση Τιτίκα Δημητρούλια, εκδόσεις Ψυχογιός, 2017, σελ. 296

 

Με έναν τίτλο βιβλίου που παραπέμπει σε ένα γνωστό γαλλικό παιδικό τραγούδι, η μαροκινής καταγωγής συγγραφέας Λέιλα Σλιμάνι, από την πρώτη κιόλας σελίδα αυτού του βραβευμένου μυθιστορήματος με το Goncourt 2016, μας εισαγάγει σε ένα διπλό φονικό δύο μικρών παιδιών από την νταντά τους. Και έτσι, μέσα από την τριτοπρόσωπη αφήγηση, ο αναγνώστης βυθίζεται στο χρονικό μίας σχέσης μίας οικογένειας Γάλλων μεσοαστών με την γκουβερνάντα που έχουν προσλάβει, προκειμένου η μητέρα, Μιριάμ Μασέ, να επιστρέψει στην ενεργό δικηγορία. Ο σύζυγός της Πολ, ένας πετυχημένος μουσικός παραγωγός, στην αρχή φέρνει αντιρρήσεις. Μόνο που η γυναίκα του, έχοντας στερηθεί ένα επάγγελμα το οποίο αγαπάει και απολαμβάνει και έχοντας αφοσιωθεί στα παιδιά για μερικά χρόνια, στα όρια της κατάθλιψης πλέον από έναν καταναγκαστικό εγκλεισμό στο σπίτι, επιβάλει τη θέλησή της και αλλάζει πορεία ζωής.

Τα πράγματα μοιάζουν ειδυλλιακά στην αρχή. Η νταντά Λουίζ, μια μικρόσωμη ξανθιά γυναίκα, με κοριτσίστικο πρόσωπο και εύθραυστη εμφάνιση, τους γίνεται απαραίτητη. Η γνωριμία με το ζευγάρι και τα παιδιά του μοιάζει με κεραυνοβόλο έρωτα και όλα είναι υπέροχα αφού τους βοηθάει μέχρι και στο νοικοκυριό και στο μαγείρεμα και είναι έτοιμη να κάνει ακόμη και όσα δεν της ζητάνε ποτέ.

Αρχικά περιγράφονται τα συνηθισμένα ζητήματα που βασανίζουν μία εργαζόμενη μητέρα όπως οι ενοχές που αισθάνεται αφήνοντας αρκετές ώρες τον γιο και την κόρη της σε κάποια άλλη, ζηλεύοντας την πολλές φορές για τις δεξιότητές που εκείνη αναπτύσσει αλλά και το δέσιμο που αποκτά με τα παιδιά. Μερικές φορές οι σκέψεις αυτής της μητέρας μπορεί να γίνουν πραγματικά βασανιστικές, φερ’ ειπείν  όταν  συνειδητοποιεί  ότι παρά την απέραντη αγάπη που τρέφει για τα βλαστάρια της, αυτά μπορούν να αποτελούν εμπόδιο όχι μόνο στην επιτυχία της αλλά και στην ίδια της την ελευθερία.

Μόνο που το βιβλίο είναι πολύ πιο σκοτεινό. Η Λουίζ παρουσιάζεται ως μία γυναίκα που ποτέ δεν είχε χρόνο για τον εαυτό της, ποτέ της δεν είχε ιδιωτική ζωή. Ωθούμενη από την οικονομική ανέχεια, πάντα εργαζόταν σκληρά ως μπέιμπι σίτερ, ξεχνώντας ακόμα και την ύπαρξη της δικιάς της παραμελημένης κόρης, η οποία μια μέρα την εγκατέλειψε. Ο σύζυγός της ουδέποτε την αγάπησε, την περιφρονούσε μάλιστα και την αποστρεφόταν και ύστερα από το θάνατό του, της άφησε μόνο χρέη. Οι Μασέ την συναντούν σε μία φάση που κυριολεκτικά κινδυνεύει να βρεθεί στο δρόμο, μέσα στην απόλυτη απόγνωση και μοναξιά. Μοναδική ταυτότητα στη ζωή της, ο ρόλος της ως νταντά  στο οικογενειακό τους σύστημα, το οποίο και της χαρίζει μια απεγνωσμένη αίσθηση του «ανήκειν».

 

Leila Slimani

 

Το βασικό ερώτημα είναι αν οι Μασέ, αν οι κάθε Μασέ, της έχουν φερθεί καλά. Και εδώ παρατίθεται η μεγάλη σύγκρουση δύο τελείως διαφορετικών κόσμων σε θέματα μόρφωσης, παιδείας, χρημάτων, πολιτισμού. Τα δικά μας δικαιώματα είναι ίδια και για αυτούς που δουλεύουν για μας; Πότε ένας εργαζόμενος θεωρείται αναλώσιμος; Από πού αρχίζει η εκμετάλλευση, η ταπείνωση, η αναξιοπρέπεια; Τελικά μπορεί η φτώχια, η ερημιά, η εξαθλίωση, να σε κάνουν να τρελαθείς;

Σίγουρα αιτία ενός εγκλήματος δεν μπορεί να είναι μόνο η ταξική ανισότητα. Το μυθιστόρημα, ένα άψογο θρίλερ και ψυχογράφημα, καταφέρνει με δεξιοτεχνική μαεστρία σε όλη τη διάρκεια της πλοκής να υπονοεί μια ανεκπλήρωτη, καταχθόνια, άρρητη απειλή που ελλοχεύει βαθιά μέσα στην προσωπικότητα της Λουίζ, μίας γυναίκας που σε κάποιες στιγμές ενάσκησης των καθηκόντων της παρουσιάζει στοιχεία απόλυτης κτητικότητας, σαδισμού, εμμονής και υπολανθάνουσας βιαιότητας, μίας γυναίκας που η καρδιά της έχει σκληρύνει και δεν ξέρει πια ν’ αγαπάει. Εξάλλου αν είναι τρομακτικό να σκοτώσεις έναν άλλον άνθρωπο, πόσο μάλλον να δολοφονήσεις ένα ανυπεράσπιστο παιδί.

 

 

* Η Μαρία Βρέντζου γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης το 1973. Σπούδασε Marketing Management στο Deree College και νομικά στα πανεπιστήμια του Cardiff και Buckingham. Εργάζεται ως δικηγόρος και αρθρογραφεί με θέμα το θέατρο στην ηρακλειώτικη εφημερίδα «Πατρίς». 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top