Fractal

Οδοιπορικό: Διασχίζοντας την έρημο Κιζίλ Κουμ (Kyzyl Kum)

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

Ετούτη η έρημος είναι η ενδέκατη από πλευράς μεγέθους στον κόσμο. Πρόκειται για την έρημο Κιζίλ Κουμ της Κεντρικής Ασίας. Στη γλώσσα του Ουζμπεκιστάν, του Καζακστάν και της Τουρκίας, το όνομά της παραπέμπει σε Κόκκινη Άμμο. Βρίσκεται ανάμεσα στα γνωστά ποτάμια Αμού Νταριά (Amu-Darya), δηλαδή τον  Ώξο ποταμό των αρχαίων Ελλήνων  και Σιρ Νταριά (Syr -Darya) ή Ιαξάρτη. Είχα ομολογουμένως προετοιμασθεί κατάλληλα από ημέρες για τη σημερινή δύστροπη διαδρομή των πεντακοσίων χιλιομέτρων που θα κατέληγε αργά το βράδυ, καλώς εχόντων των πραγμάτων, στην καταπράσινη πόλη-όαση της Μπουχάρας. Διαδρομή σε ένα δρόμο  κάπως υποφερτής κατάστασης για τα δεδομένα πάντοτε της περιοχής! Αλλού μερικές ενδεικτικές υποψίες ασφάλτου, ενδιάμεσα λακκούβες χωμάτινες και παντού, μα όπου να στρέψεις το βλέμμα σου, φορτηγά, μπουλντόζες, εκσκαφείς, σκόνη, αμμοθύελλες και συνεχόμενα εργοτάξια με μπόλικους εργάτες να δουλεύουν στη μέση του πουθενά στην κυριολεξία, κάνοντας πραγματικότητα την διάνοιξη της ερήμου, απ’ τη μια ως την άλλη πλευρά, ένα εγχείρημα πραγματικά φιλόδοξο και μεγαλόπνοο, αλλά άκρως απαραίτητο για το μέλλον αυτής της χώρας και φυσικά του τουριστικού κύματος που αναμένεται ευοίωνο τα επόμενα χρόνια.

 

Στα σύνορα Ουζμπεκιστάν-Τουρκμενιστάν. Απέραντη έρημος με τον Αμού Νταριά και τα κανάλια του στο βάθος του ορίζοντα.

Στα σύνορα Ουζμπεκιστάν-Τουρκμενιστάν. Απέραντη έρημος με τον Αμού Νταριά και τα κανάλια του στο βάθος του ορίζοντα.

 

Η έκτασή της που καλύπτει περίπου 300.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, σήμερα ανήκει  όχι μόνο στο Ουζμπεκιστάν, αλλά και στο Καζακστάν και εν μέρει στο διπλανό Τουρκμενιστάν. Γεωγραφικά αποτελείται κυρίως από μια εκτεταμένη πεδιάδα σε υψόμετρο μέχρι τριακόσια  μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας με ενδιάμεσα κοιλώματα και υψίπεδα. Το μεγαλύτερο μέρος της ερήμου καλύπτεται από αμμόλοφους (barchans) στα υπόλοιπα κυρίως τα βορειοδυτικά μεγάλα τμήματα με πηλό και ενδιάμεσα κάποιες κάπως ευχάριστες οάσεις.

 

Απόκοσμο τοπίο από το εσωτερικό της ερήμου Κιζίλ Κουμ, αποτυπωμένο με την ψυχή  του καλλιτέχνη σε χαρτί.

Απόκοσμο τοπίο από το εσωτερικό της ερήμου Κιζίλ Κουμ, αποτυπωμένο με την ψυχή του καλλιτέχνη σε χαρτί.

 

Εννοείται ότι κατά μήκος των ζωοφόρων παραποτάμων και πλησίον των αποσπασματικών οάσεων βρίσκονται μικροί γεωργικοί οικισμοί. Οι τοπικές θερμοκρασίες τους καλοκαιρινούς μήνες, ανάμεσα στο Μάιο και το Σεπτέμβριο, εκτοξεύονται κυριολεκτικά στα ύψη, κάνοντας την κατάσταση ανυπόφορη για τον περιστασιακό επισκέπτη των ολίγων ημερών και τον ασυνήθιστο σε τούτα τα ιδιόρρυθμα κλίματα.

 

Και οι καλλιτέχνες επηρεάστηκαν ποικιλοτρόπως από την ιδιόρρυθμη μοναξιά της ερήμου Κιζίλ Κουμ.

Και οι καλλιτέχνες επηρεάστηκαν ποικιλοτρόπως από την ιδιόρρυθμη μοναξιά της ερήμου Κιζίλ Κουμ.

 

Η πανίδα της περιλαμβάνει την αντιλόπη της στέπας και τις μεγάλες σαύρες της ερήμου, μήκους γύρω στο ενάμιση μέτρο. Το 1971 ευτυχώς ιδρύθηκε ένα καταφύγιο στην επαρχία της Μπουχάρα εκτάσεως 100.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων με ελάφια, αγριογούρουνα, χρυσαετούς, κλπ., ενώ άλλο ένα καταφύγιο-οικολογικό κέντρο σαράντα χιλιόμετρα νοτίως της Μπουχάρα, στρατεύεται στην αναπαραγωγή σπανίων ζώων, όπως περσικές γαζέλες, άλογα και κάποια άλλα σπανιότερα.  Η έρημος Κιζίλ Κουμ έχει πληθώρα πετρωμάτων και απολιθωμάτων, που αποτελούν πραγματικό παράδεισο με τεράστιο ενδιαφέρον, για γεωλόγους, παλαιοντολόγους  και αρχαιολόγους. Πολλά τέτοια πετρώματα περιλαμβάνουν κέρατα δεινοσαύρων, κορμούς δέντρων, βατράχους, σαλαμάνδρες, χελώνες, καρχαρίες και  μικρά θηλαστικά.

 

Φυσικά οι μόνιμοι κάτοικοι της ερήμου είναι πάντα εδώ.

Φυσικά οι μόνιμοι κάτοικοι της ερήμου είναι πάντα εδώ.

 

Ο πληθυσμός της περιοχής, εκμεταλλεύεται τους τεράστιους χώρους της ερήμου για βοσκότοπο των ζώων του, κυρίως των προβάτων, αλλά και της Βακτριανής καμήλας και των δρομάδων. Η έρημος όμως είναι γνωστή και για τα μεγάλα της πολύτιμα αποθέματα σε χρυσό, ουράνιο, χαλκό, αλουμίνιο, ασήμι, φυσικό αέριο και πετρέλαιο.

 

Η έρημος Κιζίλ Κουμ ανάμεσα στη Μπουχάρα και τη Χίβα. Στα περισσότερα σημεία, τα νερά του ποταμού Αμού Νταριά, είναι πραγματικές οάσεις μέσα στην απέραντη ερημιά του τοπίου.

Η έρημος Κιζίλ Κουμ ανάμεσα στη Μπουχάρα και τη Χίβα. Στα περισσότερα σημεία, τα νερά του ποταμού Αμού Νταριά, είναι πραγματικές οάσεις μέσα στην απέραντη ερημιά του τοπίου.

 

Η εισβολή στο εσωτερικό της ερήμου, αποκαλύπτει αυθεντικές εικόνες της υπαίθρου της κεντρικής Ασίας, ξεχασμένες ίσως από τους περισσότερους, γυμνά αγέρωχα και απέραντα τοπία που τα τιμούν δεόντως οι ολοένα δυστυχώς μειούμενες στρογγυλές σκηνές των νομάδων, με τα κοπάδια των προβάτων τους και τις καμήλες, διάσπαρτα κοντά στο ρου του ποταμού Αμού Νταριά, του ποταμού Όξου του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των πολλαπλών παραποτάμων και τεχνητών καναλιών του για την καλύτερη διευθέτηση και χρησιμοποίηση των υδάτινων όγκων.

Η περιοχή, σύμφωνα με τους επιστήμονες γεωλόγους, περιλαμβάνει διαφορετικούς τύπους ερήμου, κι ο καθένας με τη σειρά του χαρακτηρίζεται από τα συστατικά που περιέχει. Οι έρημοι μέσα στις οποίες υπερισχύει ο πηλός, περιέχουν πολλά φυτά, παρουσιάζουν μια σύντομη εκρηκτική ανάπτυξη κατά την διάρκεια της άνοιξης και ολοκληρώνουν τον κύκλο της ζωής τους πριν ξεραθούν τελείως από τον ανελέητο καλοκαιρινό ήλιο. Άλλα κομμάτια της έχουν μεγάλες ποσότητες αλατιού μέσα σε άγονες εντελώς λίμνες άλατος, με παρουσία ελάχιστων μικρών φυτών ανθεκτικών στο αλάτι. Μεσολαβούν πάντοτε μεγάλα τμήματα ερήμου που καλύπτονται από πέτρες, ενώ ενδιάμεσα περιλαμβάνονται τμήματα αμμώδους ερήμου με επίσης προσαρμοσμένους θάμνους στο συγκεκριμένο τύπο του εδάφους.

Ανάμεσα σε όσα ζουν στα εδάφη της ερήμου, συμπεριλαμβάνονται και πολλά είδη μικρών τρωκτικών, που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο εδώ, ειδικά στις ερήμους από πηλό, δημιουργώντας βαθιά και πολλά λαγούμια, μέσα στα οποία όμως, πολύ έξυπνα, βρίσκουν πρόσφορο έδαφος και ευνοϊκές συνθήκες μερικά φυτά για να αναπτυχθούν. Τα τρωκτικά αυτά, τρέφονται με έντομα, τους σπόρους και τους βολβούς των φυτών της ερήμου, τα οποία με τη σειρά τους τρώγονται από τα αρπακτικά ζώα, όπως τις κουκουβάγιες, τα κουνάβια της στέπας και τις αλεπούδες. Γάτες άγριες και ασβοί, περιφέρονται μέσα και συμπληρώνουν το ερημικό σκηνικό, μαζί με πολλά είδη απειλούμενων πτηνών.

 

er6

Οι εκτροπές του ποταμού Αμού Νταριά μέσα στην έρημο είναι πολλές. Διακρίνονται μερικά έξυπνα ανθρώπινα περάσματα και οι χαμηλοί θάμνοι που τόσο ευχάριστα ευδοκιμούν εδώ.

 

Οι κύριες απειλές για την περιοχή είναι η μετατροπή των οικοτόπων σε γεωργικές εκτάσεις, κυρίως αρδευόμενες βαμβακοκαλλιέργειες, καθώς και το κυνήγι, η λαθροθηρία, και η κατάχρηση των ξυλωδών φυτών για καυσόξυλα και παραγωγή μεταξιού. Ορισμένες περιοχές πάσχουν πραγματικά από υπερβόσκηση από το ζωικό βασίλειο, και δυστυχώς αυτές οι περιοχές αυξάνονται καθημερινά και σταδιακά. Η ανεξέλεγκτη οδοποιία ήδη απειλεί τα εύθραυστα οικοσυστήματα της ερήμου, ενώ και η θάλασσα της Αράλης στεγνώνει ολοένα και περισσότερο, επειδή τα νερά της που προέρχονται από τους ποταμούς Αμού και Σιρ Νταριά, εκτρέπονται για την πλέον απαραίτητη γεωργία. Επιπλέον ορισμένες μορφές άγριας ζωής, ιδιαίτερα ερπετών, συλλέγονται, εξάγονται και πωλούνται ανεξέλεγκτα σε ζωολογικούς κήπους και σε ιδιώτες συλλέκτες. Η σύλληψη αυτή των δηλητηριωδών φιδιών έχει μειώσει δραστικά τον αριθμό των σπάνιων ειδών, όπως είναι η κόμπρα και η οχιά της άμμου, καθώς και πολλά κοινά είδη φιδιών. Μία από τις συνέπειες των τρεχόντων κοινωνικών και οικονομικών δυσκολιών που αφορούν την περιοχή ετούτη, υπήρξε και η απότομη μείωση της χρηματοδότησης των δραστηριοτήτων για την προστασία της φύσης.

‘‘Η καυστική θερμότητα είναι εδώ. Ο άνεμος παίρνει μακριά το υπόλοιπο της υγρασίας. Μοιάζει με μια θάλασσα από γρήγορα κινούμενη άμμο αντί του νερού, και των αμέτρητων αμμόλοφων αντί των κυμάτων να απλώνονται τριγύρω. Γυμνή κόκκινο-κίτρινη άμμο, μπορείς να δεις παντού. Τα πόδια βυθίζονται μέσα σ’ αυτή και το καραβάνι προχωράει δύσκολα…’’. Κάπως έτσι περιέγραψε την έρημο Κιζίλ Κουμ, στις αρχές του εικοστού αιώνα ένας περιηγητής και ερευνητής της περιοχής, που χτυπήθηκε από τεράστιες μάζες αμμώδους κινούμενου υλικού της ερήμου, με θύελλες σκόνης και καυτού ήλιου.

Η έρημος Κιζίλ Κουμ είναι, όπως είπαμε, από τις μεγαλύτερες ερήμους του κόσμου. Όλα εδώ είναι τόσο περίεργα, τόσο μοναδικά και τόσο μεγαλειώδη, που μερικές φορές μπορείς να παρατηρήσεις όλες τις εποχές του χρόνου σε μια ημέρα. Οι συνθήκες διαβίωσης στην έρημο είναι ασφαλώς δύσκολες και ακραίες.

 

Ένα από τα είδη της δηλητηριώδους οχιάς που ζουν μέσα στην έρημο Κιζίλ Κουμ.

Ένα από τα είδη της δηλητηριώδους οχιάς που ζουν μέσα στην έρημο Κιζίλ Κουμ.

 

Αλλά παρ’ όλα αυτά δεν μπορούμε να πούμε ότι η έρημος είναι άψυχη. Όλα τα ζώα εδώ έχουν προσαρμοστεί στην ξηρότητα του αέρα, τη θερμότητα του περιβάλλοντος και την έλλειψη νερού. Αυτοί οι  κάτοικοι της ερήμου μπορεί να θεωρηθούν πραγματικά ασυναγώνιστα ανθεκτικοί.  Στην πράξη  δεν πίνουν νερό. Το νερό που παίρνουν προέρχεται από την κατανάλωση των φυτών που αναπτύσσονται στην έρημο και είναι υπεραρκετό για αυτούς. Σαύρες και φίδια, χωρίς τα οποία δεν μπορούμε να φανταστούμε καμία  έρημο, έχουν διαφορετικές βιολογικές δομές για την ελαχιστοποίηση της απώλειας νερού μέσω της εξάτμισης.  Τα άγρια  ζώα της στέπας, όπως ένα είδος προβάτου, οι αντιλόπες, ένας  ασιατικός άγριος ​​γάιδαρος, καθώς και οι γαζέλες έχουν απίστευτη αντοχή, δύναμη και ταχύτητα. Μπορούν να καλύψουν πολλά χιλιόμετρα στην έρημο σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και να φτάσουν στην επόμενη θέση  ποτίσματος πολύ  γρήγορα.   Μπορούμε επίσης να συναντήσουμε ανθρώπους στην έρημο, αλλά μόνο όπου υπάρχουν πηγάδια με γλυκό νερό ή αρτεσιανά. Φαίνεται τελικά ότι οι ακραίες κλιματικές μορφές  και η έλλειψη νερού προστάτευσαν  τα ζώα και τα πουλιά που ζουν στην έρημο από την αρνητική επίδραση των ανθρώπινων όντων πάνω τους.

 

Σε πολλά σημεία της ερήμου με επίπονη  και μακροχρόνια άρδευση από τα  κανάλια του ποταμού, οι παραδοσιακές γιούρτες των νομάδων, έδωσαν  τη θέση τους σε χωμάτινους μικρούς οικιστικούς σχηματισμούς. Διακρίνονται οι μικροί ανθεκτικοί θάμνοι που αναπτύσσονται ταχύτατα στα πέριξ, καθώς και μερικές άλλες υποψίες πρασίνου.

Σε πολλά σημεία της ερήμου με επίπονη και μακροχρόνια άρδευση από τα κανάλια του ποταμού, οι παραδοσιακές γιούρτες των νομάδων, έδωσαν τη θέση τους σε χωμάτινους μικρούς οικιστικούς σχηματισμούς. Διακρίνονται οι μικροί ανθεκτικοί θάμνοι που αναπτύσσονται ταχύτατα στα πέριξ, καθώς και μερικές άλλες υποψίες πρασίνου.

 

Αλλά και ο πολιτισμός κατάφερε να επιβιώσει σε πολλά μέρη στην έρημο Κιζίλ Κουμ. Προσπαθώντας οι επιστήμονες να ανακαλύψουν τα περισσότερο κοινά περάσματα των πουλιών στην έρημο, διοργανώθηκε στα μέσα του Σεπτεμβρίου του 2007, ειδική αποστολή  ορνιθολογίας με τίτλο, ‘‘Ακολουθώντας τα περάσματα των πουλιών στην έρημο Κιζίλ Κουμ’’. Έτσι λοιπόν, την άνοιξη, όταν η στέπα βρίσκεται σε άνθηση, και το φθινόπωρο, όταν η έρημος παύει να είναι άψυχη, η έρημος αναβιώνει με αμέτρητα σμήνη και περάσματα πουλιών. Έχοντας περάσει από το κεντρικό τμήμα της ερήμου, κάτω από τα  εναέρια ηλεκτροφόρα καλώδια, κατάφεραν έτσι να βρουν τους τόπους στους οποίους πουλιά όπως ο χρυσαετός (Aquila chrysaetos), ο καστανόξανθος αετός (Aquila nipalensis), και τα όρνια (Gyps fulvus), βρέθηκαν συχνά πεθαμένα, εξαιτίας ακριβώς των συγκρούσεων με τα εναέρια ηλεκτροφόρα καλώδια. Υπήρχαν τεράστιες φωλιές σε μεγάλους θάμνους, τα ονομαζόμενα  saxaul  ή haloxylon.

 

Η ενασχόληση των κατοίκων της Κεντρικής Ασίας με τα άγρια πτηνά είναι γνωστή εδώ και αιώνες.

Η ενασχόληση των κατοίκων της Κεντρικής Ασίας με τα άγρια πτηνά είναι γνωστή εδώ και αιώνες.

 

Από έτος σε έτος, η φωλιά των μεγάλων πουλιών αναδημιουργείται, ανασκευάζεται  και μερικές φορές φτάνει τα δύο μέτρα σε  διάμετρο. Είναι το καμάρι του  χρυσαετού   (Aquila chrysaetos), ενός  μεγάλου σκούρου καφέ αετού  με άνοιγμα φτερών περίπου δύο μέτρα. Ο χρυσαετός ζει ανάμεσα στα βραχώδη όρη και στις ερήμους, όπου υπάρχουν βράχια, υψηλοί θάμνοι και ερείπια κτισμάτων. Οι ντόπιοι χρησιμοποιούν τους χρυσαετούς για το κυνήγι των αλεπούδων  και των λύκων.  Φυσικά δεν μπορούν όλα τα ζώα να επιβιώσουν μέσα στην έρημο, παρά μόνο εκείνα που  μπορούν να κινηθούν γρήγορα πάνω στην άμμο, να τρυπώσουν στα  λαγούμια και να αντιμετωπίσουν γενικώς μεγάλες και δυσμενείς χρονικές περιόδους.

 

Το πέρασμα από τη Χίβα στη Μπουχάρα που  περνάει από την έρημο Κιζίλ Κουμ. Στη φωτογραφία τα πρόχειρα καταλύματα των εργαζομένων εδώ στον τομέα της οδοποιίας.

Το πέρασμα από τη Χίβα στη Μπουχάρα που περνάει από την έρημο Κιζίλ Κουμ. Στη φωτογραφία τα πρόχειρα καταλύματα των εργαζομένων εδώ στον τομέα της οδοποιίας.

 

Οι δεξιότητες του μιμητισμού και της προσαρμογής,  είναι επίσης αναγκαίες γι αυτό. Οι γαζέλες, οι αλεπούδες, οι γάτες της άμμου και οι κορυδαλλοί, προικίστηκαν από τη φύση να είναι χρωματισμένα περίπου σαν την άμμο, κάνοντάς τα με τον τρόπο αυτό λιγότερο αισθητά στο περιβάλλον και τους εχθρούς τους, αφού η έρημος αυτή  είναι πραγματικό βασίλειο των τρωκτικών και των ερπετών. Όταν περπατάς μέσα στην έρημο, δεν μπορεί παρά να παρατηρήσεις τα αναρίθμητα δρομάκια, τα μικρά μονοπάτια και τα λαγούμια στην άμμο. Πρόκειται για τα απομεινάρια του περάσματος των τρωκτικών, τα  οποία, όπως και τα ερπετά, είναι οι πλέον πολυάριθμοι ‘‘γηγενείς κάτοικοι’’ της ερήμου.

 

Διαλογισμός  επισκέπτριας στη μέση της ερήμου. Ο αριθμός των ξένων επισκεπτών, ολοένα και αυξάνεται.

Διαλογισμός επισκέπτριας στη μέση της ερήμου. Ο αριθμός των ξένων επισκεπτών, ολοένα και αυξάνεται.

 

Όταν πέφτει το σκοτάδι, η θερμότητα της μέρας, αντικαθίσταται από τη δροσιά της νύχτας και η έρημος φαίνεται πως κοιμάται. Αλλά παρ’ όλα αυτά, οι κάτοικοι της ερήμου, όπως οι σαύρες της άμμου, ένα είδος μικρού ποντικού, οι σκαντζόχοιροι με τα μακριά αυτιά, η αλεπού και οι αγριόγατες, δραστηριοποιούνται, αφήνοντας την ασφάλεια της φωλιάς τους κάτω από την κάλυψη του σκότους. Όπως και τα καγκουρό, το είδος εκείνο του μικρού ποντικού, περπατάει με άλματα στα οπίσθια των πελμάτων του μέσα ​​ στην άμμο της ερήμου. Εύκολα ξεχωρίζει από τα μεγάλα μάτια και τα μακριά αυτιά που προεξέχουν.

Σύμφωνα με πολλές μελέτες και παρατηρήσεις, τα εναέρια ηλεκτροφόρα καλώδια ήταν το συχνότερο σημείο όπου οι πολυάριθμοι μετανάστες της ερήμου, οι μικρότεροι κορυδαλλοί (Calandrella rufescens), έχασαν τη ζωή τους. Αυτοί που αποτελούν τα συχνότερα απαντώμενα πουλιά στην έρημο, αυτά που ζωντανεύουν την ατμόσφαιρα με το τραγούδι τους, μέσα στην απέραντη μοναξιά του τοπίου. Οι κορυδαλλοί μπορούν με σχετική ευκολία να αναγνωριστούν από το κοντό και παχύ ράμφος τους και την κίτρινο-γκρι απόχρωση. Δεν φοβούνται τους ανθρώπους και συχνά κατοικούν κοντά στα καταφύγια των βοσκών, συνοδεύοντάς τους με τα χαρούμενα τραγούδια. Η καλοσύνη όμως των κορυδαλλών, συχνά εξαργυρώνεται με τη ζωή τους αφού γίνονται λεία για τους σκαντζόχοιρους, τις αλεπούδες και θύματα των επιδρομών από τα κοράκια και τα άλλα σαρκοφάγα.

Στη δεκαετία του 1960, οι Σοβιετικοί για τους δικούς τους λόγους, αποφάσισαν να μετατρέψουν τις άγονες στέπες της σοβιετικής δημοκρατίας, τότε, του Ουζμπεκιστάν, σε απέραντες βαμβακοφυτείες. Ένα μεγάλο σύστημα αρδευτικών καναλιών μήκους χιλιάδων χιλιομέτρων, άρχισε να κατασκευάζεται για να μεταφερθούν τα νερά της λίμνης Αράλης και του ποταμού Αμού Νταριά στα νοτιοανατολικά της χώρας. Το επίτευγμα των Σοβιετικών τελικά υλοποιήθηκε, αλλά η οικολογική καταστροφή υπήρξε μεγάλη.

 

Οι καλλιτέχνες επιστρατεύτηκαν επίσης μαζί με τις οικολογικές οργανώσεις, στη σωτηρία της λίμνης.

Οι καλλιτέχνες επιστρατεύτηκαν επίσης μαζί με τις οικολογικές οργανώσεις, στη σωτηρία της λίμνης.

 

Η λίμνη Αράλη σήμερα κινδυνεύει με ολοκληρωτική εξαφάνιση, αφού τα δύο τρίτα της λίμνης έχουν στραγγίξει, ενώ το παραλίμνιο οικοσύστημα όπως τεκμηριώθηκε πέραν πάσης αμφιβολίας,  έχει πληγεί μάλλον ανεπανόρθωτα! Η Αράλη, αυτή η εσωτερική θάλασσα στο δυτικό Τουρκεστάν, οριοθετείται από το 1924 και το 1936 από το Καρακαλπακιστάν  (Karakalpaqistan), τμήμα του Ουζμπεκιστάν στα νότια και του Καζακστάν στα βόρεια.

 

er13

 

Ήταν φυσικά γνωστή κατά καιρούς με διάφορα ονόματα, όπως επίσης στους γεωγράφους του μεσαίωνα. Η έκτασή της έχει το… χάρισμα να υπόκειται σε ετήσιες διακυμάνσεις και αυξομειώσεις που οφείλονται σε σημαντικές αλλαγές της στάθμης του νερού, με ολέθριες όμως περιβαλλοντικές συνέπειες. Με βάθος περίπου είκοσι μέτρων στο κέντρο της, μπορεί να φτάσει τα εβδομήντα προς τις δυτικές της ακτές, βρίσκεται περίπου πενήντα τρία μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Το μεγαλύτερο μήκος της υπολογίζεται σε 428 και το μεγαλύτερο πλάτος 284 χιλιόμετρα, ενώ τα νερά της ελαφρώς αλμυρά. Οι ακτές της σε μεγάλο βαθμό παραμένουν ακατοίκητες και είναι γενικά ακατάλληλες για την κατασκευή λιμανιών. Η ναυτιλία παρεμποδίζεται σοβαρά από τις καταιγίδες και τα ρηχά νερά. Το επίπεδο της θάλασσας όμως εξαρτάται απόλυτα από την τροφοδοσία της απ’ τους παραποτάμους του Αμού Νταριά και του Σιρ Νταριά.

Το αν ήταν γνωστή στην αρχαιότητα, είναι θέμα ανοικτό προς συζήτηση. Ο πρώτος Άραβας γεωγράφος που αναφέρεται σ’ αυτή στις αρχές του δεκάτου αιώνα, ήταν ο Ebn Rosta. Αυτός και αργότερα άλλοι γεωγράφοι μέχρι τον 13ο αιώνα, δίνουν διαφορετικές πληροφορίες για τη θέση της λίμνης. Οι διαφορές αυτές πρέπει να είναι το αποτέλεσμα ανακριβών εκτιμήσεων, αλλά και των αλλαγών της στάθμης του νερού. Μεταξύ 13ου και 16ου αιώνα, δυστυχώς δεν υπάρχουν πληροφορίες που να σχετίζονται με τη συγκεκριμένη θαλάσσια περιοχή.

 

Δυστυχώς τέτοιες εικόνες δεν βρίσκονται μόνο στις ακουαρέλες των ζωγράφων, αλλά και στην πραγματικότητα σχεδόν σ’ όλες τις ακτές της Αράλης.

Δυστυχώς τέτοιες εικόνες δεν βρίσκονται μόνο στις ακουαρέλες των ζωγράφων, αλλά και στην πραγματικότητα σχεδόν σ’ όλες τις ακτές της Αράλης.

 

Στον 17ο αιώνα, ο Abu Gazi Bahador Khan, ήταν ο πρώτος που της έδωσε το όνομά της από το νησί Αράλ (Aral) στις εκβολές του ποταμού Αμού Νταριά. Από το 1819 και μετά, οι Ρώσοι έστειλαν πολλές αποστολές για την εξερεύνηση της συγκεκριμένης θάλασσας, χτίζοντας φρούρια στη βόρεια ακτή της. Από το 1853 έως το 1883 και από το 1918 έως το 1921, έκαναν την παρουσία τους εκεί και ένοπλοι στολίσκοι, ειδικά κοντά στις εκβολές του Αμού Νταριά. Το 1906, εγκαινιάστηκε και ο ομώνυμος σιδηροδρομικός σταθμός στις βόρειες ακτές της, ενδεικτικό του ισχυρού ενδιαφέροντος των Ρώσων και του πέριξ πληθυσμού για την περιοχή την εποχή εκείνη, ίσως και λόγω της αφθονίας των ψαριών, μεταξύ των άλλων ισχυρών λόγων.

Σήμερα η έρημος φαίνεται να ανήκει ακόμα στους φυσικούς κατοίκους της, τους κατάλληλα προσαρμοσμένους στις πολυποίκιλες ιδιορρυθμίες της, σε διαδοχικά εργοτάξια κατασκευής δρόμων που φιλοδοξούν να αλλάξουν τις συνθήκες διέλευσης μέσα από αυτή με ότι συνεπάγεται, όμως, αυτό για τη γενικότερη οικολογική ισορροπία της ευρύτερης περιοχής, και σε μερικούς αμετανόητους περιηγητές που επιμένουν να υφίστανται τις δύστροπες συνθήκες της αφήνοντας κατά μέρος καλύτερες μεθόδους διάσχισής της, αλλά κερδίζοντας εμπειρίες και εικόνες που ίσως σε μερικά χρόνια αποτελούν ανάμνηση!

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top