Fractal

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ – Κρεσέντσιο Σαντζίλιο: “Δεν μπορεί παρά να είναι μια σχέση έλξης, αγάπης, εκτίμησης και κατανόησης”

Επιμέλεια – Συνεντεύξεις: Πέρσα Κουμούτση //

 

Πώς ορίζεται το μετάφρασμα από τους ίδιους τους μεταφραστές; Πότε πετυχαίνει και πότε αποτυγχάνει να μεταφέρει αυτούσιο το έργο ενός συγγραφέα, τη φιλοσοφία του, τα υπόγεια όσο και φανερά μηνύματα του; Και πόσο δύσκολο είναι να αναμετρηθεί κανείς με το έργο ενός δημιουργού που έχει ξεπεράσει  τα στενά σύνορα του τόπου του; Στα αλήθεια, τι απαιτείται από τον μεταφραστή, ώστε να είναι σε θέση να μεταφέρει επιτυχώς στη γλώσσα του  ένα κείμενο  χωρίς να προδώσει το πρωτότυπο έργο; Αλλά κυρίως, σε ποιο βαθμό ο μεταφραστής  μετέχει  ουσιωδώς σε αυτό; Στο πλαίσιο  του αφιερώματος που ετοιμάσαμε, ρωτήσαμε  καταξιωμένους μεταφραστές και είχαν τη ευγενική καλοσύνη να μας καταθέσουν τις απόψεις τους.  Στο σημερινό τεύχος δημοσιεύουμε τις απόψεις του βραβευμένου μεταφραστή Κρεσέντσιου Σαντίλιο που μεταφράζει από τα Ιταλικά στα Ελληνικά και αντιστρόφως. Τον ευχαριστούμε θερμά.

 

santzilio

Κρεσέντσιο Σαντζίλιο

 

-Πώς ορίζετε το μετάφρασμα;

Το λεξικό λέει: μετάφρασμα = μεταφρασμένο κείμενο, ανεξάρτητα βέβαια εάν, με τη λέξη «μετάφραση» εννοούμε «μεταφορά» από μια γλώσσα σε άλλη, δηλαδή μεταγραφή κατά γράμμα ή «παράφραση», δηλαδή απόδοση κατ’ έννοια. Στα πλαίσια αυτής της διευκρίνισης έχω τη γνώμη ότι στη λογοτεχνία, και μόνο στη λογοτεχνία και ειδικά στην ποίηση, το μετάφρασμα μπορεί να οριστεί ως το αποτέλεσμα της σωστής μεταχείρισης των δυο ως άνω «τρόπων» απόδοσης, ενώ αντιθέτως στα επιστημονικά κείμενα, όπου η κάθε λέξη (ουσιαστικό, επίθετο, ρήμα) έχει και πρέπει να έχει κατά κανόνα μια και μόνο μια ειδική έννοια και σημασία, η απόδοση δεν μπορεί να γίνει παρά κατά αντίστοιχο γράμμα, αλλιώς λέμε άλλα αντ’ . Έτσι, ανάλογα με το πόσο σωστή είναι αυτή η «μεταχείριση», διαμορφώνεται και η ποιότητα του μεταφράσματος, ένα σοφό κράμα γράμματος και έννοιας ώστε το κείμενο που αποδίδεται να πλησιάζει και να ταυτίζεται όσο γίνεται περισσότερο με «το σώμα και την ψυχή» του κειμένου από το οποίο προέρχεται, όντας το ακριβές «καθρέφτισμα» αυτού του κειμένου, ίσως και το alter ego του στην άλλη γλώσσα.

 

– Άραγε οι μεταφραστές υποκύπτουν ποτέ στον πειρασμό μιας «υπερερμηνείας», σε μιας δηλαδή εξεζητημένης απόδοσης του αρχικού κειμένου, όταν νιώθουν πώς αυτό αποκλίνει από τα δική τους πρότυπα/ αισθητική/φιλοσοφία;

Διόλου απίθανο, αν και όχι τόσο συνηθισμένο. Στην ουσία όποιος επιχειρεί μια «εξεζητημένη απόδοση του αρχικού κειμένου», μια δήθεν «υπερερμηνεία» νομίζοντας πως δημιουργεί τελειότητα και πρωτοτυπία, δεν αντιλαμβάνεται (ή αντιλαμβάνεται αλλά δεν πτοείται!) ότι παράγει ένα νέο κείμενο το οποίο μάλλον με το αρχικό δεν έχει σχεδόν τίποτα το κοινό. Εξεζητημένες αποδόσεις ή υπερερμηνείες, νομίζω πως δεν σημαίνουν τίποτα το ουσιαστικό και πραγματικό, μιας και μας προσφέρουν ένα «πρόσωπο» του συγγραφέα που απέχει συχνά πολύ από την αλήθεια. Ένα παράδειγμα αυτού του είδους «μετάφρασης» (ανα-δημιουργία, την ονομάζει ο επιμελητής) είναι και τα 37 ποιήματα του Καβάφη που δημοσίευσε το 2004 στα ιταλικά ο Guido Ceronetti με τον τίτλο, υπερβολικά υπαινικτικό, προς δημιουργία προκλητικών εντυπώσεων, «Μια φευγαλέα σκιά ηδονής» τα οποία αν θέλαμε, πειραματιζόμενοι, να επαναφέρουμε μεταφράσουμε στο πρωτότυπο ελληνικό, σίγουρα δεν θα ξανα-είχαμε κανέναν Καβάφη, αλλά θα εμφανιζόντουσαν άλλα ποιήματα άλλου αγνώστου ποιητή!

 

-Πότε (το μετάφρασμα) φτωχαίνει/ μειώνει το έργο και πότε το αναδεικνύει;

Η σωστή μετάφραση ούτε (πρέπει να) φτωχαίνει ούτε (να) αναδεικνύει το αρχικό ξένο κείμενο: απλά προσπαθεί να το αποδώσει στα μέτρα της σύλληψης και έκφρασης του συγγραφέα. Αν η σκέψη και η έκφραση του συγγραφέα είναι φτωχές, φτωχή θα είναι και η μετάφραση. Αν είναι πλούσιες, πλούσια θα πρέπει να είναι και η σωστή απόδοση. Ποια τάχα έννοια έχει το μετάφρασμα που «πλουτίζει» και «αναδεικνύει» ένα φτωχό και άχαρο πρωτότυπο κείμενο; Εάν το κείμενο είναι άξιο, δεν υπάρχει κανένας λόγος η μετάφρασή του δήθεν να το «αναδεικνύει». Αν δεν είναι άξιο, η ωραιοποίησή του μόνο την αυταρέσκεια η ασυνειδησία του συγγραφέα (και του μεταφραστή)μπορεί να ικανοποιεί. Εν πάση περιπτώσει, πιο εύκολα συμβαίνει το μετάφρασμα να μειώνει το αρχικό έργο – είτε γιατί λίγο ή πολύ είναι εκφραστικά κατώτερό του είτε γιατί αλλοιώνει το γράμμα και την έννοια του υποβιβάζοντας έτσι την υποκειμενική του οντότητα και την αντικειμενική του αισθητική υπόσταση – παρά να το «αναδεικνύει». Σε αυτή τη δεύτερη περίπτωση ο μεταφραστής αδικαιολόγητα θα είχε αλλάξει το ύφος και τη ποιότητά του αρχικού έργου με αυθαίρετες προσωπικές του γλωσσολογικές, συντακτικές και αισθητικές προεκτάσεις.

 

-Πώς θα περιγράφατε τη σχέση συγγραφέα-μεταφραστή;

Δεν μπορεί παρά να είναι μια σχέση έλξης, αγάπης, εκτίμησης και κατανόησης. Και θα έφθανα να πω ως και μια σχέση πνευματικής ώσμωσης, όσο το δυνατόν: τουτέστιν, ο μεταφραστής να μπει στο πετσί και στο νου του συγγραφέα.

 

-Είστε υπέρ της πιστής μετάφρασης ή της απόδοσης ενός κειμένου; Ποια η διαφορά;

Νομίζω πώς έδωσα απάντηση στο ερώτημα 1.

 

-Είναι εύκολο να συμμεριστεί ο μεταφραστής το πνεύμα, τη φιλοσοφία του δημιουργού, όταν απέχει πολύ από τη κουλτούρα του; Όταν δεν αντιλαμβάνεται επαρκώς το ‘πνευματικό /πολιτισμικό περιβάλλον μέσα στο οποίο δημιουργείται το πρωτότυπο έργο;

Κατ’ αρχήν ο μεταφραστής δεν θα έπρεπε να καταπιαστεί με μεταφράσεις έργων τα οποία εμφατικά απέχουν από την κουλτούρα του: δεν συμφέρει ούτε στον ίδιο ούτε και στο μεταφραζόμενο κείμενο. Από την άλλη μεριά όμως ένας μεταφραστής πολύ σπάνια συναντά μια ανυπέρβλητη διαφορά κουλτούρας και νοοτροπίας, οπότε πρέπει και δεν μπορεί παρά να είναι και ιδιαίτερα ευέλικτος, ανοικτός στις πιο διαφορετικές λογοτεχνικές (προπάντων, ποιητικές) εκδοχές και λύσεις: στην ουσία, να είναι ικανός σε γενικές κατευθύνσεις να εισχωρήσει στον προσωπικό κόσμο των συγγραφέων και να συμβαδίσει στις ατραπούς που εκείνοι ακολουθούν, ο καθένας με τον τρόπο του. Δηλαδή: να γίνει, όπως είπα και προηγουμένως, το alter ego του συγγραφέα συμμετέχοντας στην φαντασία και στην πραγματικότητά του. Εν ολίγοις, πιστεύω πως ο μεταφραστής κατά τη διάρκεια της μεταφραστικής διαδικασίας είναι υποχρεωμένος να γίνει όσο μπορεί περισσότερο ο ίδιος ο ποιητής ή συγγραφέας που μεταφράζει. Τώρα, εάν αυτό του είναι ακατόρθωτο και δεν μπορεί να καταλάβει τι και πώς είναι και ενεργεί ο συγγραφέας, τότε καλύτερα να μην αναλάβει να τον «μεταφράσει»: θα καταστρέψει εκείνον και τον εαυτό το

Σας ευχαριστώ θερμά

 

metΒΙΟΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ: Κρεσέντσιο ΣΑΝΤΖΙΛΙΟ

Γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη, διαμένει στο Πλαγιάρι Θεσσαλονίκης. Κλασσικές σπουδές και Νομικά. Υπηρέτησε στο Υπουργείο των Εξωτερικών της Ιταλίας. Είναι Επίτιμο Μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων της Ελλάδας. Δημοσίευσε και δημοσιεύει άρθρα και δοκίμια λογοτεχνικής κριτικής και μεταφράσεις ελληνικής ποίησης στα πιο έγκυρα ιταλικά λογοτεχνικά περιοδικά, μεταξύ των οποίων Il Lettore di Provincia, Idea, L’Osservatore Politico Letterario, IlFilorosso, Il Segnale, La Clessidra, Hebenon, Soglie, Fermenti, Tratti. Επίσης μεταφράσεις ιταλών ποιητών στην ελληνική γλώσσα και άλλες συνεργασίες στα περιοδικά Νέα Πορεία, Διαγώνιος, Εντευκτήριο και Νέα Εποχή(Λευκωσίας). Ιταλικές μεταφράσεις ελληνικής ποίησης με κριτικές μελέτες σε βιβλία:Γ. Θέμελης, Ποιήματα(1968), Γ. Ρίτσος, Γκραγκάντα και άλλα ποιήματα(1975), Γ. Ρίτσος, Επιτάφιος(1977), Γ. Ρίτσος, Το καπνισμένο τσουκάλι(1978), Γ. Ρίτσος, Ημερολόγια εξορίας(1978), Γ. Ρίτσος, Ημερολόγια εξορίας(1979), Γ. Ρίτσος, Η Ελένη(1979), Γ. Ρίτσος, Η αξία των γυμνών πραγμάτων(Κάτοψη)(1980,Γ. Ρίτσος, Το δέντρο της φυλακής και οι γυναίκες(1983), Γ. Υφαντής, Μανθρασπέντα (1983), Νέοι `Ελληνες Ποιητές, Γενιά του ’70. Ανθολογία(1984), Γ. Ρίτσος, Οι γερόντισσες κ’ η θάλασσα(1987), Γ. Ρίτσος, Η ταφή του Οργκάθ(1989), Ανθολογία Ελλήνων και Ιταλών συγχρόνων ποιητών(1996), Σ. Ζαφειρίου, Σ. Σερέφας, Σ. Βρεττός, Η Φωνή που μας μιλάει, Ανθολογία σύγχρονης ευρωπαϊκής ποίησης (2005), Μ. Θεοδωράκης, Το σπίτι με τους Σκορπιούς, Ποιήματα(2007), Η Ελληνική ποίηση σήμερα – η γενιά του ’80, Ανθολογία(2007), Νερό τραγουδιού, Ανθολογία ιταλικής και ελληνικής ποίησης(2011), Παγκόσμια Επετηρίδα Ποίησης 2010(Ελληνική ποίηση: Κική Δημουλά, Μάκης Αποστολάτος, Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου, Σταύρος Ζαφειρίου – Κυπριακή ποίηση: Πάμπος Φιλίππου, Μιχάλης Παπαδόπουλος), 2011, Ένα χρυσοπράσινο φύλλο, Ανθολογία σύγχρονης κυπριακής ποίησης, 2012, Α. Παστελλάς, Οι ποιηταί δεν μπορούν να σιωπούν, Ποιήματα(2013), Κ. Βασιλείου, Το πέτρινο καράβι, Ποιήματα(2013), Σταφύλια της Κύπρου, Ανθολογία της νεώτερης κυπριακής ποίησης, 2014, Η. Γκρης, Έρωτας στα Ολύμπια, 2014, Η σύγχρονη ελληνική ποίηση – η γενιά του ’70 και του ’80, σε e-book, 2015, Πάνος Οικονόμου, L’io-cagnolo στην Ανθολογία Dentro spazi di rarità, σελ. 97-110.Λογοτεχνική κριτική: Ρίτσος(1975), ελληνική μετάφραση και έκδοση 1978(Κέδρος).Για πρώτη φορά στην Ιταλία, μελέτη για το ελληνικό λαϊκό τραγούδι: Το ρεμπέτικο τραγούδι – προέλευση και ιστορία(2004), Το ρεμπέτικο τραγούδι – ιστορίες του έρωτα, του τεκέ και της κάμας, (20132).Μεταφράσεις από τα ιταλικά στα ελληνικά: Λ. Πιραντέλλο, Ο άνθρωπος, το κτήνος και η αρετή, που ανέβασε η σκηνή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος στη Θεσσαλονίκη το 1972, Σ. Σαλιμπένι, Ποιήματα(1981), Μαρίνο Πιατσόλλα, Μεταλλικός ήλιος και απαλά φεγγάρια, Ανθολογία ποίησης(2010), Μαρίνο Πιατσόλλα, Εξορία στα Ιμαλάια(2013).Ακόμα: Μποντελαίρ, Τα άνθη του κακού(1986), ιταλική μετάφραση.Τέλος, το λήμμα Νεοελληνική λογοτεχνία στη μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια Γκαρτζάντι.

 

* Στο επόμενο τεύχος η διακεκριμένη μεταφράστρια και συγγραφέας Αργυρώ Μαντόγλου απαντά στις ερωτήσεις μας.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top