Fractal

«Κουβέντα»: Ένα ποίημα του Κουαμί Ντάουες

Επιμέλεια – Απόδοση: Γιώργος Σχορετσανίτης //

 

Για τον Όγκαστ Ουίλσον

 

 

(Kwame Dawes, Γκάνα, 1962-  )

 

Το Σάμπτερ, στη Νότια Καρολίνα.

 

 

Κανένας δεν καυγαδίζει εδώ, κανένας δεν έμαθε
την κραυγή της δυσαρέσκειας, αντίθετα, εδώ στο Σάμπτερ

μαθαίνουμε να μεγαλώνουμε σιωπηλοί, να χτίζουμε μια πέτρα
αποφασιστικότητας, μαθαίνουμε να νεύουμε, μαθαίνουμε να κλείνουμε

στη φλόγα της ντροπής και του θυμού
στις καρδιές μας, μαθαίνουμε να σκληραίνουμε  έτσι,

και όσο περισσότερο ηρεμούμε την οργή μας,

τόσο  βαρύτερη η πέτρα, αυτή η αλχημεία
σκυροδέματος στη φλέβα, η λάσπη

της  προσβολής, μέχρις ότου σκληρύνει

και η καρδιά, επιτέλους, σταματήσει,
απόρθητη, ακούνητη, ανένδοτη.

 

Βρείτε μου έναν άνθρωπο που θα σταθεί
σ’ ένα καταραμένο λόφο και θα φωνάζει,
βρείτε μου μια γυναίκα που θα ξεσπάσει

σε κραυγές, που θ’ αφήσει λυτό

ένα ποτάμι θρήνου, βρείτε το ουρλιαχτό

του πνεύματος, να μας διδάξει τις γλώσσες

της οργής, έτσι ώστε το αίμα μας,
ο παλμός μου, κυλήσει στις καρδιές
με τη ζεστή επούλωση του θυμού.

 

Εσύ, Αύγουστε, έχεις κουβαλήσει στο στομάχι σου
κάθε τραγούδι προσβολής οι ήρωές σου

μίλησαν, κι’ ίσως περίμενες
πολύ καιρό να ουρλιάξεις τη νύχτα,

αλλά κάθε βράδυ σε κάποια ξύλινη
σκηνή, αυτοί οι άνδρες κι’ οι γυναίκες,

μαθαίνουν  να τραγουδούν τραγούδια χαμένα για αιώνες,

μαθαίνουν την επούλωση της ομιλίας, τη γαλήνη

του καυγά, τη μουσική της έριδας

και σ’ αυτή την κακόφωνη χορωδία,
βρίσκουμε το τελετουργικό της ζωής.

 

 

Talk

For August Wilson

No one quarrels here, no one has learned/the yell of discontent—instead, here in Sumter/we learn to grow silent, build a stone/of resolve, learn to nod, learn to close/in the flame of shame and anger/in our hearts, learn to petrify it so/and the more we quiet our ire/the heavier the stone; this alchemy/of concrete in the vein, the sludge/of affront, until even that will calcify/and the heart, at last, will stop/unassailable, unmovable, adamant.

Find me a man who will stand/on a blasted hill and shout/find me a woman who will break   /into shouts, who will let loose/a river of lament, find the howl/of the spirit, teach us the tongues/of the angry so that our blood/my pulse—our hearts flow/with the warm healing of anger.

You, August, have carried in your belly/every song of affront your characters/have spoken, and maybe you waited/too long to howl against the night/but each evening on some wooden stage, these men and women/learn to sing songs lost for centuries/learn the healing of talk, the calming/of quarrel, the music of contention/and in this cacophonic chorus/we find the ritual of living.

 

 

Kwame Dawes

 

Ο Αύγουστος Ουίλσον, στον οποίο αφιέρωσε το ποίημα ο ποιητής Κουαμί Ντάουες από τη Γκάνα (Kwame Dawes, 1962- ), γεννήθηκε στα 1945, στο Πίτσμπουργκ της Πενσυλβάνια, και πέθανε το 2005, στο Σιάτλ, της Ουάσινγκτον. Ήταν Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας ενός κύκλου έργων, το καθένα από τα οποία αναφερόταν σε διαφορετική δεκαετία του εικοστού  αιώνα, για τη ζωή των αφροαμερικανών. Για το έργο του, έχει βραβευτεί με βραβεία Πούλιτζερ. Μεγάλωσε στο Hill District του Πίτσμπουργκ, μια φτωχή γειτονιά που υπήρξε και το σκηνικό για τα περισσότερα από τα έργα του. Ο πατέρας του, Γερμανός μετανάστης, εγκατέλειψε την οικογένειά του, όταν ο Αύγουστος ήταν νέος, κι’ έτσι αυτός μεγάλωσε μαζί με τα πέντε άλλα αδέλφια του και  τη μητέρα τους, η οποία βεβαίως για να ανταπεξέλθει οικονομικά στις πολλαπλές απαιτήσεις, αναγκάστηκε να καθαρίζει ξένα σπίτια. Ο Ουίλσον  πήρε το όνομα της μητέρας του στην ηλικία των είκοσι ετών, όταν άρχισε να γράφει σοβαρά θεατρικά έργα και ποίηση.

Η μητέρα τους, Daisy Wilson, ξαναπαντρεύτηκε αργότερα, και το 1958 η οικογένεια μετακόμισε σε προάστιο του Πίτσμπουργκ. Η πολυπλοκότητα της εμπειρίας του Ουίλσον στον αγώνα εναντίον των φυλετικών διακρίσεων, θα έρθει αργότερα σε όλη τη μεγαλοπρέπεια μέσα στα κείμενά του. Η μητέρα του ήταν μαύρη, ο πατέρας του λευκός, και ο πατριός του (Ντέιβιντ Μπέντφορντ), επίσης μαύρος. Η περιοχή Hill ήταν κυρίως ‘μαύρη’, και το προάστιο Hazelwood, κυρίως ‘λευκό’. Ο Ουίλσον και η οικογένειά του έγιναν στόχος των φυλετικών απειλών στο Hazelwood και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχολείο στην ηλικία των δεκαπέντε ετών, αφού κατηγορήθηκε ότι είχε κλέψει ξένη εργασία. Έτσι αναγκάστηκε να διαβάζει μόνος του σε μια δημόσια Βιβλιοθήκη, την Carnegie του Πίτσμπουργκ και επέστρεψε στην Επαρχία Hill.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 αγκάλιασε το κίνημα των Μαύρων Τεχνών. Το 1968, έγινε συνιδρυτής και διευθυντής του Black Horizons Theatre στο Πίτσμπουργκ. Δημοσίευσε επίσης ποίηση σε περιοδικά όπως το Black World (1971) και το  Black Lines (1972). Το 1978, μετακόμισε στη Μινεσότα και στις αρχές της δεκαετίας του 1980 έγραψε διάφορα έργα, μεταξύ των οποίων και το Jitney. Η μουσική, ιδιαίτερα η τζαζ και τα μπλουζ, είναι ένα επαναλαμβανόμενο θέμα στα έργα του Ουίλσον. Έλαβε πολλές διακρίσεις κατά τη διάρκεια της καριέρας του, συμπεριλαμβανομένων επτά βραβείων στη Νέα Υόρκη για το καλύτερο θεατρικό έργο. Λίγο μετά το θάνατό του, στο Θέατρο Βιρτζίνια στο Μπρόντγουεϊ  δόθηκε το όνομά του, προς τιμήν του, ενώ στα 2009, άνοιξε στο Πίτσμπουργκ το ομώνυμο Κέντρο Αφροαμερικανικής Κουλτούρας (August Wilson Center for African American Culture).

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top