Fractal

Κριτική της Λογοτεχνίας Βάσει Εσωτερικών και Εξωτερικών Παραγόντων

Γράφει ο Κώστας Βουλαζέρης //  *

 

surreal-illustrations-by-igor-morski-14-541x272

 

 

Θα πρέπει τα λογοτεχνήματα να κρίνονται ανάλογα με το τι κοινωνικά θέματα θίγουν, ή ανάλογα με την ιδιαίτερη, προσωπική αισθητική τους;

Διάφοροι διχασμοί υφίστανται στη λογοτεχνία· ένας από αυτούς είναι σχετικά με το αν η αξία ενός λογοτεχνικού κειμένου πρέπει να κρίνεται βάσει του ίδιου του κειμένου ή βάσει των ηθών, των θεσμών, ή της γενικότερης κατάστασης στην οποία βρίσκεται η εκάστοτε κοινωνία. Δηλαδή, το ερώτημα είναι αν πρέπει να κρίνουμε τη λογοτεχνία ενδοκειμενικά ή εξωκειμενικά (δύο ορολογίες που δεν είναι και τόσο διαδεδομένες, το ξέρω, αλλά μ’ αρέσει όπως ακούγονται).

Όταν κρίνεις ένα λογοτέχνημα ενδοκειμενικά, το κρίνεις μόνο βάσει της αισθητικής του ίδιου του λογοτεχνήματος και, ίσως, παρόμοιων λογοτεχνημάτων. Δεν σε ενδιαφέρει αν μιλά, για παράδειγμα, για τα ήθη της σύγχρονης κοινωνίας, ή για κάποιο σύγχρονο κοινωνικό πρόβλημα, ή για κάποιο ιστορικό γεγονός. Υπάρχουν πολλά τέτοια λογοτεχνήματα, που δεν δίνουν βαρύτητα στην κοινωνική πραγματικότητα, και, σε περίπτωση που αναρωτιέστε, όχι, δεν εντάσσονται όλα στο είδος της φανταστικής λογοτεχνίας. Δεν εντάσσονται ούτε τα μισά στο είδος της φανταστικής λογοτεχνίας. Για παράδειγμα, ένα ρομάντζο όπου το μόνο ενδιαφέρον στην ιστορία είναι πώς θα εξελιχτούν κάποιες ερωτικές σχέσεις της ηρωίδας· ή ένα αστυνομικό θρίλερ όπου το μόνο ενδιαφέρον είναι αν ο ερευνητής θα καταφέρει να βρει και να σταματήσει τον κατά συρροήν δολοφόνο προτού αυτός φτάσει στη γυναίκα του την οποία φαίνεται να έχει βάλει στόχο. Αυτές είναι ιστορίες, κατά βάσει, ενδοκειμενικές. Δεν ασχολούνται με εξωκειμενικά, κοινωνικά θέματα, δεν θέλουν να περάσουν κανένα ηθικό δίδαγμα. Είναι απλές ιστορίες που ασχολούνται μόνο με τον εαυτό τους. Και, παρότι ίσως τούτο να ξαφνιάζει κάποιους, όλες αυτές οι ιστορίες δεν είναι απλοϊκές. Μπορεί, μάλιστα, να είναι εξαιρετικά πολύπλοκες και με βάθος, ασχέτως αν τα παραδείγματα που ανέφερα εγώ τυχαίνει να είναι λιγάκι απλά.

Όταν κρίνεις ένα λογοτέχνημα εξωκειμενικά, το κρίνεις βάσει του ποια κοινωνικά θέματα αγγίζει. Υπάρχουν λογοτεχνήματα που ο κύριος σκοπός τους είναι να ασχολούνται με τέτοια θέματα. Πολλά λαογραφικά μυθιστορήματα, για παράδειγμα, είναι έτσι. Πολλά ιστορικά μυθιστορήματα (αλλά σίγουρα όχι όλα) είναι έτσι. Ένα μυθιστόρημα που μιλά για τις βιαιοπραγίες που έγιναν στη Σμύρνη είναι ένα τέτοιου είδους λογοτέχνημα, όπως επίσης ένα μυθιστόρημα που έχει κεντρικό θέμα το πρόβλημα με τα ναρκωτικά ή με τη θέση της γυναίκας μέσα στην κοινωνία. Αυτά τα βιβλία είναι γραμμένα για να αγγίζουν διάφορα θέματα. Φυσικά, έχουν μια κάποια αισθητική, και μπορεί, μάλιστα, να είναι καλογραμμένα και να έχουν ενδιαφέρον. Αλλά η ουσία τους είναι άλλη. Κι αν κάποιος νομίζει ότι δεν υπάρχουν τέτοια βιβλία φανταστικής λογοτεχνίας, κάνει λάθος. Ακόμα κι όταν ένα βιβλίο διαδραματίζεται σ’ έναν φανταστικό κόσμο μπορεί να έχει, για παράδειγμα, ως κεντρικό θέμα του τον ρατσισμό ή την εξάρτηση από κάποια ουσία.

Τα περισσότερα μυθιστορήματα, όμως, θα μπορούσε κανείς να πει, δεν εντάσσονται αποκλειστικά ούτε στη μία κατηγορία ούτε στην άλλη. Απλώς ορισμένα τυχαίνει να δίνουν περισσότερη σημασία στη σύγχρονη κοινωνία και τα προβλήματά της ενώ άλλα τυχαίνει να δίνουν λιγότερη σημασία. Κανένα βιβλίο δεν είναι τελείως αποκομμένο από την κοινωνία, γιατί αυτό θα ήταν αδύνατο, αφού ο συγγραφέας αναπόφευκτα, θέλοντας και μη, επηρεάζεται με κάποιο τρόπο από την κοινωνία.

Υπάρχουν κριτικοί λογοτεχνίας που κρίνουν τα βιβλία βάσει του πόσο αυτά αναφέρονται σε, ή θίγουν, κοινωνικά προβλήματα. Υπάρχουν άλλοι κριτικοί λογοτεχνίας που κρίνουν τα βιβλία βάσει της αισθητικής που δημιουργούν, ασχέτως αν αγγίζουν κοινωνικά πρόβλημα ή όχι.

Παρότι εγώ, προσωπικά, θεωρώ τον εαυτό μου πολύ περισσότερο λογοτέχνη και πολύ, πολύ λιγότερο «κριτικό λογοτεχνίας», ξεκαθαρίζω εκ των προτέρων ότι εντάσσομαι, κυρίως, στο δεύτερο από αυτά τα δύο στρατόπεδα. Δεν αγνοώ, ούτε καταφρονώ, την εξωκειμενική αξία ενός λογοτεχνήματος, αλλά δεν θεωρώ πως βασική δουλειά της λογοτεχνίας είναι να περνά μηνύματα για την κοινωνία ή να τη σχολιάζει. Βασική δουλειά της λογοτεχνίας είναι να δημιουργεί μια συγκεκριμένη αισθητική και να μπορεί να σε μεταφέρει, νοητικά, στον κόσμο του βιβλίου για όσο το διαβάζεις. Αν δεν το καταφέρνει αυτό, τότε γιατί να διαβάσω λογοτεχνία και να μη διαβάσω ένα δοκίμιο ή ένα άρθρο;

Θα μπορούσε τώρα κάποιος να ρωτήσει αν αυτό σημαίνει πως δεν θεωρώ αξιόλογα βιβλία όπως Η Φάρμα των Ζώων, του Όργουελ, ή το Brave New Worldτου Χάξλεϊ. Φυσικά και τα θεωρώ αξιόλογα. Δεν καταδικάζω τα βιβλία που η αξία τους είναι κυρίως εξωκειμενική· απλώς πιστεύω ότι σε ένα λογοτέχνημα η αισθητική είναι που έχει περισσότερη σημασία. Για παράδειγμα, προτιμώ το Dune του Frank Herbert γιατί εκεί υπάρχει και ενδοκειμενική αξία και εξωκειμενική.

Μου φαίνονται παράλογοι οι άνθρωποι που καταδικάζουν ένα βιβλίο επειδή δεν αναφέρεται σε σύγχρονα κοινωνικά πρόβλημα ή επειδή «δεν έχει καμία επαφή με την πραγματικότητα». Ποια «πραγματικότητα»; Τη λογοτεχνική πραγματικότητα ενός μυθιστορήματος την οικοδομεί το ίδιο το μυθιστόρημα, και μόνο μέσα από το ίδιο το μυθιστόρημα μπορείς να την κρίνει – να δεις αν είναι συνεπές με τον εαυτό του ή μη, για παράδειγμα, να δεις πώς χρησιμοποιεί τις θεματολογίες που εισάγει, πώς ξεκινά κάποια μοτίβα, πώς τα εξελίσσει, και πού καταλήγει μ’ αυτά, είτε έχουν άμεση σχέση με την τωρινή κοινωνία όπως είναι είτε όχι. Αν ήταν να κρίνουμε τα λογοτεχνήματα μόνο βάσει της εκάστοτε κοινωνίας και του πώς τη σχολιάζουν ή τη θίγουν, τότε θα έπρεπε να εξοστρακίσουμε εξ ορισμού κάθε είδους ακραίο σουρεαλιστικό έργο, κάθε ιστορία μαγικού ρεαλισμού, και το μεγαλύτερο μέρος της φανταστικής λογοτεχνίας και της επιστημονικής φαντασίας.

Αυτά τα βιβλία, όμως, μπορούν να αποδειχτούν τα πιο σημαντικά, σε τελική ανάλυση, γιατί μας ταξιδεύουν πέρα από μακρινούς ορίζοντες, σε μέρη που, ίσως, δεν είχαμε ώς τότε φανταστεί. Επιπλέον, και μόνο η αισθητική αξία είναι εξαιρετικά σημαντική. Η αποστολή της λογοτεχνίας, και κάθε μορφής τέχνης, είναι να μας μεταφέρει άλλου, πέρα από τη δεδομένη πραγματικότητα. Η τέχνη είναι υπερβατική. Αν δεν μπορεί να το καταφέρει αυτό, κάτι δεν πηγαίνει καλά. Είναι παγιδευμένη.

Αλλά υπάρχει, πάντα – δυστυχώς – και η στρατευμένη τέχνη, που προσπαθεί να περάσει στον αναγνώστη ορισμένες ιδέες και αντιλήψεις. Γι’ αυτό κιόλας το θεωρώ τραγικό λάθος να κρίνουμε τη λογοτεχνία εξωκειμενικά: διότι, αν κρίνεις έτσι, τότε η στρατευμένη τέχνη αποκτά ένα πλεονέκτημα που ποτέ δεν πρέπει να έχει. Τέτοιου είδους λογοτεχνία μπορεί, μάλιστα, πολλές φορές να είναι κάτι το ύπουλο – να προσπαθεί να υποβάλει το μυαλό σου σε μια συγκεκριμένη ιδεολογία ή τρόπο σκέψης χωρίς να το καταλαβαίνεις. Νομίζεις ότι αυτό είναι ακραίο; Ξανασκέψου το. Πολλά καθεστώτα, παρατάξεις, και θρησκείες έχουν την προσωπική τους λογοτεχνία, που δεν χαρακτηρίζεται πάντα ως τέτοια αλλά ως «γενική λογοτεχνία». Όταν τη διαβάσεις, όμως, βλέπεις περίτρανα ότι δεν είναι αυτό.

Ένα φανταστικό, απλοϊκό παράδειγμα: Ένα μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται στις ΗΠΑ και όπου όλοι οι μαύροι παρουσιάζονται ως γλοιώδη υποκείμενα που το μόνο που προσπαθούν να κάνουν είναι να κλέψουν ή να εξαπατήσουν τους λευκούς ήρωες της ιστορίας. Ένα άλλο φανταστικό, απλοϊκό παράδειγμα: Ένα μυθιστόρημα όπου όλοι οι άντρες, από νέοι μέχρι γέροι, είναι ελεεινοί μπερμπάντηδες, αναξιόπιστα υποκείμενα, που συνεχώς προσπαθούν να πλαγιάσουν με την ηρωίδα ώστε να την εξαπατήσουν ή να την προδώσουν με κάποιον τρόπο.

Το πρώτο από αυτά τα παραδείγματα θα μπορούσε να είναι γραμμένο από ρατσιστή, για να περάσει στους άλλους την αντίληψη ότι οι μαύροι είναι όντως κακοί. Το δεύτερο βιβλίο θα μπορούσε να είναι γραμμένο από ακραία φεμινίστρια που θέλει να περάσει στους άλλους την αντίληψη ότι όλοι οι άντρες είναι καθάρματα. (Παρεμπιπτόντως, ο φεμινισμός δεν είναι αυτό το πράγμα: ξεκίνησε ως κίνημα ισότητας, και αυτός είναι ο αληθινός φεμινισμός.)

Τέτοιου είδους βιβλία ασχολούνται με την εξωκειμενικότητα, κυρίως, και σπανίως με την εσωτερική αισθητική και τη λογοτεχνικότητα.

Από την άλλη, θα μπορούσε ένα μυθιστόρημα να είναι γραμμένο χωρίς να φανερώνει κανέναν πολιτικό προσανατολισμό; Καμία κοινωνική προτίμηση; Καμία άποψη; Φυσικά και όχι. Υπάρχει, όμως, διαφορά ανάμεσα στο βιβλίο που απλώς περιέχει και κάποια τέτοια στοιχεία κι ανάμεσα στο βιβλίο που είναι γραμμένο για να αποτελεί δίαυλο μεταφοράς τέτοιων στοιχείων.

Το ίδιο ισχύει και για διάφορους μύθους ή παραβολές. Και το ερώτημα είναι: θα πρέπει να καταδικάσουμε τους μύθους και τις παραβολές; Οι Μύθοι του Αισώπου, για παράδειγμα, είναι γλοιώδη κείμενα που θέλουν να σε υποβάλλουν σε συγκεκριμένες αντιλήψεις; Ώς ένα σημείο, ναι, θέλουν να σε υποβάλλουν σε συγκεκριμένες αντιλήψεις· αυτό δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Αλλά δεν είναι γλοιώδη κείμενα, γιατί το ξέρεις, εξαρχής, ότι διαβάζεις παραβολές. Δεν το κρύβουν. Δεν είναι ύπουλα κείμενα.

Θα μπορούσε, τώρα, να ειπωθεί ότι η αφηγηματική τέχνη ξεκίνησε από τις παραβολές, ότι ξεκίνησε από το ότι κάποιος ήθελε να μεταφέρει ένα μήνυμα και έκανε αυτή τη μεταφορά μέσα από μια φανταστική ιστορία. Ίσως και να είναι έτσι, αν και δεν θα ήμουν και τόσο σίγουρος γι’ αυτό. Ό,τι κι αν γράφουν τα ιστορικά βιβλία, η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρουμε τίποτα για το τι γινόταν πριν από 3.000+ χρόνια. Πρέπει κάποτε να παραδεχτούμε ότι, ουσιαστικά, μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε. Επιπλέον, πάρε για παράδειγμα την Ιλιάδα και την Οδύσσεια· πάρε για παράδειγμα το Έπος του Γκίλγκαμες. Είναι αυτά παραβολικές αφηγήσεις; Δεν το νομίζω. Ίσως να περιέχουν και κάποια στοιχεία παραβολής· αλλά, μ’ αυτό το σκεπτικό, ποια ιστορία δεν περιέχει και κάποια στοιχεία παραβολής;

Ακόμα κι αν δεχτούμε, όμως, ότι οι πρώτες αφηγήσεις ήταν παραβολικού χαρακτήρα, αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να μείνουμε στην εποχή των σπηλαίων. Από τότε ώς τώρα, η αφηγηματική τέχνη έχει αλλάξει πολύ. Σήμερα, η λογοτεχνία δεν γράφεται ως κωδικοποιημένο κείμενο που μπορούν να διακρίνουν την αλήθεια του μόνο οι μυημένοι· γράφεται για αισθητικούς, καλλιτεχνικούς λόγους. Και, κυρίως, διαβάζεται για τους ίδιους λόγους.

Υπερασπίζομαι, λοιπόν, τη «ρηχή» λογοτεχνία; Το αντίθετο. Μου αρέσει η λογοτεχνία που έχει κάποιο περιεχόμενο· απλώς αυτό περιεχόμενο με ενδιαφέρει περισσότερο αν είναι ενδοκειμενικό παρά εξωκειμενικό. Μάλιστα, ένα μεγάλο μέρος της «ρηχής» λογοτεχνίας ασχολείται με κοινωνικά θέματα (εξωκειμενική θεματολογία), προσπαθώντας από εκεί να αντλήσει βαρύτητα που αλλιώς δεν έχει. Προσπαθώντας να κεντρίσει το ενδιαφέρον των κριτικών που νοιάζονται για την εξωκειμενικότητα.

Προσωπικά, με απασχολεί πολύ περισσότερο να διαβάσω μια φανταστική ιστορία που δεν έχει καμία σχέση με αυτό τον κόσμο αλλά είναι καλογραμμένη, έχει άψογη αισθητική, έχει συνέπεια στην εσωτερική θεματολογία της, και είναι ευφάνταστη και έξυπνη, παρά μια ιστορία που μιλά για κάποιο σύγχρονο κοινωνικό πρόβλημα αλλά είναι βαρετή, κακογραμμένη, και ανέμπνευστη. Αυτά που λέει η δεύτερη ιστορία μπορώ να τα βρω και στις εφημερίδες, αν θέλω να ψάξω. Αυτά, όμως, που λέει η πρώτη ιστορία δεν πρόκειται να τα βρω πουθενά αλλού, και θα επεκτείνει πιο πολύ τη φαντασία και τη σκέψη μου απ’ό,τι η δεύτερη ιστορία.

 

* Κώστας Βουλαζέρης > http://fantastikosorizontas.gr/kostasvoulazeris/

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top