Fractal

Προδημοσίευση: “Κίττυ”, διήγημα

της Αμαλίας Ρούβαλη //

 

kitty

 

(δεν θέλουμε ακόμα γούνες, είπε η Κίττυ) …ας περιμένουμε τον Νοέμβρη και τον πρίγκηπα Μίσκιν, το δεύτερο δεκαήμερο, σίγουρα θα χιονίσει, γύρισε το λευκό της πρόσωπο προς τις ψηλές λεύκες του Βάιντα, βγαλελεβεντόκορμα ισχνές και περήφανα κούφιες από το μεδούλι της πνοής τους, άσπρισαν τυφλωμένα τα μάτια της στο φως των αχυρένιων μαλλιών του Ντανιέλ Ολμπρίνσκι, ξαπλωμένου σε πρηνές της απόλυτης ανεμελιάς, άστραψε το διαμαντένιο της περιδέραιο σε τολμηρό για την εποχή ντεκολτέ, έγυρε στο πλάι το κεφάλι, σαν την Ιωσηφίνα (πάντα δεξιά) και απεφάνθη: αύριο θα πάρω το τραίνο. Με κοντή ετόλ, προκλητικά ραφ, κατάλευκα γάντια ως τους ώμους σχεδόν, άσεμνα άσκεπη, μπούκλες ανεμίζουσες σ’ έναν κρύο για την εποχή άνεμο κι ένα μόνο βαλιτζάκι στην άκρη της φούστας, περίεργο μαύρο, με περίτεχνα χερούλια, χαραγμένα λες από Μαροκινό δαμασκηνό και πόρπες στο κλείσιμο προκλητικά λευκές, αντάλλασσε βλέμματα με τις ράγες, προστατευόταν, έτσι, από τόσα αντρικά βλέμματα, συνήθως σε ανοιχτό ουρανί, όπως όταν σκάει σιγαλά ο Δνείπερος σε σκουριασμένες όχθες. Το τραίνο έφτασε ξεφυσώντας σαν σκασμένη φυσούνα έμπνευσης τού Λεονάρντο’ επιβιβάστηκε, ένα πορτραίτο σκοτεινής Λουκρητίας Μπόρτζια σε κάδρο παραθύρου, ψηλού, με βρομισμένα τζάμια από δαχτυλιές κουλάκων και δάχτυλα τυλιγμένα σε παλιόπανα, λερά. Ένας βοηθός σταύρωσε το βλέμμα του με το δικό της, έλειπε ένα κουμπί από τη λιβρέα του, η Κίττυ του έκανε νόημα να της κατεβάσει το τζάμι, κάνοντας τις σωστές κινήσεις με τα γαντοφορεμένα μικροκαμωμένα χέρια του, έγυρε το κεφάλι αριστερά, λευκάνθηκαν τα μαλλιά του και κιτρίνισαν τα μάτια του στο αχνό φέγγος ενός ήλιου που δεν το έπαιρνε απόφαση αν θα μείνει ή θα φύγει. Η Κίττυ εγκαταστάθηκε, γύρισε ανάποδα το τραπεζάκι κι έβγαλε ένα τοσοδά βιβλιαράκι από το στρογγυλό της κίτρινο τσαντάκι: Μια Αχμάτοβα σε μπλε ελεκτρίκ (στην Κίττυ δεν άρεσε το μπλε ελεκτρίκ) και κίτρινη εσάρπα, κάθισε απαλά δίπλα της. Δεν μίλησαν, δεν κοιτάχτηκαν, μόνο, κάποια στιγμή, κείνοι που διέσχιζαν τον διάδρομο, έξω από το κουπέ τους, άκουσαν ηχηρά έναν διπλό αναστεναγμό. Το τραίνο ξεκίνησε μαλακά, η Κίττυ αφοσιώθηκε στην ανάγνωση αγνοώντας την γοργή και ζαλιστική εναλλαγή των τοπίων. Βρισκόταν ήδη στον δικό της τόπο, η Αχμάτοβα παραμέρισε ήρεμα την κίτρινη εσάρπα και την άφησε στην ησυχία της. Η Κίττυ ήξερε ήδη: το παιχνίδι ήταν χαμένο πριν καν ποντάρει: πρίγκηπας Μίσκιν δεν υπάρχει. Σαν άλλη Σκάρλετ Ο’ Χάρα μουρμούρισε σιγανά: “αυτό θα το σκεφτώ αύριο”. Το τραίνο συνέχισε να διατρέχει κάμπους και τούνελ, η Κίττυ δεν επέβαινε πια….

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top