Fractal

Πεζοποιήμα: “Λείβηθρα”

Του Χρήστου Καζάζη // *

 

λειβηθρα

 

Στα Λείβηθρα ανάστατοι όλοι τρέχουν.

Στο κάστρο, δίπλα απ’ το μεγάλο ιερό,

με το κυπαρισσένιο άγαλμα του γητευτή Ορφέα,

σύναξη ο βασιλιάς εκάλεσε μεγάλη.

”Κίνδυνος, με δόντια σουβλερά κι οσμή θανάτου, απ’ το βουνό του Ολύμπου έρχεται όπου να’ ναι”.

Οι Μούσες, σταμάτησαν χορό κι αφήσαν το τραγούδι.

Κοιτάνε τώρα από τον Συ, το ιερό ποτάμι, σιωπηλές, ανήμπορες δακρύζουν.

”Ακούστε όλοι! Το’ πε καθάρια ο χρησμός, η πόλη τούτη κρίματα έκανε πολλά, αθώων αίμα αχόρταγα ρουφούσε.

Ο Δίας θύμωσε κι αγριογούρουνο, αφηνιασμένος κάπρος, τείχη θα ρίξει,  σπίτια και ιερά, ανθρώπους δε θα λυπηθεί, θα κάνει ένα με τη γη τον τόπο τούτο”.

Πάγωσαν όλοι σαν το μάθαν, πως ο Θεός τον όλεθρό τους θέλει.

Μα οι πιο γενναίοι αντέδρασαν. Δεν το χωρούσε ο νους τους.

”Και τι που ο Δίας κάκιωσε; Έτσι πορεύεται το γένος των ανθρώπων. Μια ελεεί και μια σκοτώνει.

Θα κάτσουμε με χέρια σταυρωμένα, να’ ρθει το τέρας να φάει το βιος μας, κι ύστερα, γυναίκες και παιδιά κι ίσως κι εμάς τους ίδιους;”

”Τείχη θα φτιάξουμε ψηλά, κι όπλα βαριά, ακόντια, βέλη και σπαθιά, κι οι πιο αντρειωμένοι  , μπροστά στην πύλη τη μεγάλη, ζωσμένοι κι έτοιμοι θα περιμένουμε”.

Κι ευθύς βαλθήκανε να χτίζουν πύργους αψηλούς, κι οι σιδεράδες, χαρά γεμάτοι, μες τη φωτιά το σίδερο να λιώνουν, όπλα και θώρακες περίτεχνους σκαρώνουνε.

Και σαν ετοιμαστήκανε όλα περιμέναν.

Κοιτούσαν πάνω στο βουνό, τα έλατα,

πότε ο κάπρος θα φανεί, να πέσουν να τον φάνε.

Μα μέρες πέρασαν πολλές και κάπρος δεν εφάνη, κι οι άνδρες αρχινίσανε μουρμούρα για το Δία,

κι ύστερα τις φωνές στο βασιλιά που τους εξεσηκώνει.

Κι εκεί που εμαλώνανε βροχή ξεκίνησε ψιλή, κι ύστερα πιο δυνατή ακόμα, αλύπητα τους χτύπαγε.

Κι ο ποταμός ο Συς δεν άντεξε.

Αυτός που έδινε ζωή, αυτός που ολάκερες γενιές ανάστησε,

αυτός τα Λείβηθρα έπνιξε μες την υγρή αγκαλιά του.

Κι όταν τελέψαν όλα, κι ο θόρυβος απ’ τις κραυγές εκόπασε, τότε γλυκός αυλός ακούστηκε απ’ του Ορφέα τον τάφο.

Παράπονο γεμάτος την τύχη θρηνούσε των Λειβύθρων.

Οίκτο κανένα ο Θεός για τους ανθρώπους τούτους.

Ίσως και να ‘κανε καλά,

να βαφτιστεί και πάλι η ελπίδα.

 

 

* O Χρήστος Καζάζης  γεννήθηκε το 1971 στην Κω. Μετά από μια μικρή οδύσσεια στο Αιγαίο η οικογένειά του κατέληξε στην Αθήνα. Aπό το 2005 ζει και εργάζεται στην ιδιαίτερη πατρίδα του τη Σάμο. Είναι παντρεμένος και πατέρας μιας κόρης.

 

 

 

 

Ετικέτες: ,
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top