Fractal

Διήγημα: “Κάτω από κλώνους Ιτιάς”

Της Ευγενίας Μακαριάδη // *

 

f15

 

Χιονιάς τρυπούσε κόκαλα, κουλουριασμένη στα σκεπάσματα, έκανες πως κοιμάσαι. Χώθηκε στην αγκαλιά σου. Σε πάγωσε. Ήθελες να τον διώξεις κλοτσηδόν. Άρχισες να του ζεσταίνεις τα παγωμένα πόδια, να περιποιείσαι τις πληγές του. Να του βγάλεις τα μάτια, να τον ευνουχίσεις, να τον πετάξεις από το παράθυρο θέλεις, πάλι σε νυχτερινούς καυγάδες έμπλεξε. Τα πράσινα μάτια του λάμπουν μες το σκοτάδι. Κάθεσαι σαν την κότα καθώς σέρνει τη γλώσσα του στο σώμα σου, γλείφει και γλείφεις.

Τον ξαπόστειλες αφού του ξέσκισες τη μούρη με τα μακριά σου νύχια και κείνος σε καρπάζωσε απανωτά. Τα χρόνια νερό στη φούχτα, τα παιδιά λάκισαν σε τόπους αυτονομίας. Τα μαλλιά σου άρχισαν να ασπρίζουν, να αδυνατίζουν και συ που τις ηλιόλουστες μέρες ήσουνα σ’ ένα ατέλειωτο πηγαινέλα διατρέχοντας σοκάκια, και συ που τα βράδια χάζευες το ολόγιομο φεγγάρι, απόκανες δεν μπορείς να ξεχωρίσεις τι σου άρεσε και γιατί.

Αφουγκράζεσαι το πανέμορφο αρσενικό που σπάταλα η φύση προίκισε. Τα συναισθήματά σου αμφίθυμα, να τον σκοτώσεις θέλεις, να τον μαγέψεις θέλεις που τα μάτια του να μην αντικρίζουν άλλο θηλυκό από σένα, τον μισείς τώρα, μετά τον αγαπάς, ψάχνεις τρόπους να ξεφύγεις, η αδημονία σε καθηλώνει στον καναπέ, τον περιμένεις για να τον διώξεις πυξ λαξ. Το τέλος του; Το τέλος σου; Υπάρχει τέλος; Αν ναι ας είναι το δικό του.

Ήταν τότε στο πάρτι της γαλανής, που γοήτευε τα αρσενικά, ενώ τα θηλυκά τη φθονούσαν∙ η λυγερή μακρομάλλα που χόρευε απανωτά και μόνο με τον δικό σου κι αυτός της τραγουδούσε με στεντόρεια φωνή∙ είχες κρυφτεί κάτω από τους κλώνους της ιτιάς και την άφηνες να θροΐζει κλαίγοντας αντί για σένα. Τα τραγούδια, τα κλάματα, ‘κάναν τα νεύρα σου τσατάλια. Μικροσκοπική, μαύρη, καταραμένη, απωθείς τον κόσμο, λένε βρομάς και κρατούν τη μύτη τους∙ τα μάτια σου, τα μαλλιά σου, το σώμα σου ένα με το σκοτάδι. Είσαι στην κατηγορία των μαύρων, είσαι με τους αποκλεισμένους. Φύτρα μπαστάρδικη σε κόσμο κατακερματισμένο από πολιτικές φυλετικών διακρίσεων. Τον ήξερες, είχατε νύχτες αμέτρητες συνευρεθεί. Σου είπε ότι θα ‘ναι δικός σου για πάντα. Όλοι αυτό λένε. Όλοι να πάνε στο πυρ το εξώτερον, λες. Χοροπηδώντας χορευτικά πλησίασαν προς το μέρος σου και συ στήλη άλατος να παρατηρείς, ενώ σε κατέκλυζε μια αίσθηση θαυμασμού και ζήλιας για την ξανθιά, με τα μάτια σαν λάκα, τα μαλλιά της να λικνίζονται σε κάθε ανάσα αέρα και κείνος να μοσχοβολάει σαν ζεστό σταρένιο ψωμί. Σ’ άρεσε δεν ξεκόλλαγες τα μάτια από πάνω τους. Σ’ άρεσε και ζήλευες τους λαρυγγισμούς τους.

Γέννησες τρία αρσενικά∙ άφαντος όσο ήσουν έγκυος τον χαλούσε η φουσκωμένη σου κοιλιά. Η φουσκωμένη κοιλιά χαλούσε και σένα τότε, τώρα δεν θα σε χάλαγε καθόλου. Λάκιζε, κυνηγούσε τις όμορφες μικρές. Κρυμμένη μήνες, να μεγαλώνεις τα μωρά σου, δεν επέτρεπες να τα αγγίξει κανείς, στοργικά τα μεγάλωσες με το γάλα σου και τα φιλιά σου. Στοργή, φιλιά, νεύρα πώς να τα πλέξεις. Ήσουνα η συρρικνωμένη ασκημομούρα γυναίκα του, που ποτέ κανείς δεν πλησίασε και τυχερός αυτός που το κέρατο δεν ένιωσε. Πίστη και απιστία ίσον τραμπάλα. Πείνασες, άστεγη και άρρωστη, βοήθεια από κανέναν, κάθισες στα σκαλοπάτια του προεδρικού μεγάρου, διαδήλωνες, όχι στην πείνα, στον πόλεμο, στο φασισμό, στη φαλλοκρατία, δικαίωμα στα παιδιά να παίζουν, δικαίωμα να ζήσουν τα παιδικάτα τους, που πριν μεγαλώσουν άγχονται για την επιβίωση. Παλεύω, είπες, για μια καλύτερη κοινωνία για όλα τα πλάσματα της γης και για την γη την ίδια. Αιώνια τώρα οι διαδηλώνοντες έτρωγαν και τρώγουν ξύλο μέχρι θανάτου, γλίτωσες. Διαφωνώντας, συμφωνώντας, διαδήλωνες.

Το τραγούδι γαληνεύει, λένε. Το τραγούδι αγριεύει, λες. Τραγουδάει, του τρίζεις τα δόντια, γρυλίζεις σα γουρούνι, τρέχει να ξεφύγει και πηδάει στα κεραμίδια. Τον φτάνεις∙ τον κλοτσάς μ’ όλη σου τη δύναμη, πέφτει σέκος από τα δέκα μέτρα, παρασύρεσαι, σέκος και συ. Μια γριά με ξινή μούρη σας φτύνει «λέσι τα βρομόγατα», τσιρίζει και σας πετάει στον κάδο σκουπιδιών.

 

 

* Το μυθιστόρημα της Ευγενίας Μακαριάδη «Μύριαμ και Χάννα» βραβεύτηκε στον πανελλήνιο διαγωνισμό μυθιστορήματος από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών και εκδόθηκε το 2001 από τον Οίκο Λιβάνη. Το διήγημά της «Γυμνή από τη μέση και κάτω» ήταν μεταξύ των δέκα διακριθέντων στον πανελλήνιο διαγωνισμό Διηγήματος «Hotel XXX – Άσεμνες Ιστορίες» των Εκδόσεων Πατάκη. Διηγήματά της έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα & ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά και τοπικές εφημερίδες. Σε πανελλήνιο διαγ/σμό διηγήματος της Π.Ε.Λ. Οκτ. 2015 τιμήθηκε με έπαινο το διήγημά της «Ο σαλός».

Έχει παρακολουθήσει εργαστήρια δημιουργικής γραφής, στο ΕΚΕΒΙ και μεταξύ άλλων στη Σχόλη των Εκδόσεων Πατάκη.

Έχουν δημοσιευτεί διηγήματά της σε λογοτεχνικές σελίδες περιοδικών, τοπικών εφημερίδων, στο περιοδικό λόγου και τέχνης «Κουάριος, καθώς και στις ιστοσελίδες:, Planodion –ιστορίες μπονζάι, Fractalart.gr , Vivliolatria, κ.α..

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top