Fractal

Μα τα Βούρλα, φυλακή ήταν πάντα!

Γράφει η Ελένη Γκίκα //

 

Τέτη Σώλου «Κάτι να μείνει από σένα», εκδ. Ars liberal

 

Αναγεννησιακός τύπος, σα να έχει ζήσει δέκα ζωές ήδη. Με επίκεντρο, βέβαια, το βιβλίο. Παρά τη Νομική και τις μουσικές της σπουδές, αφοσιώθηκε από νωρίς στο σχεδιασμό, την εικονογράφηση και στη συγγραφή κατ’ αρχάς παιδικών βιβλίων. Οι σελίδες σε εφημερίδες και ο εκδοτικός οίκος «Πορτοκάλι», οι εκθέσεις, τα σεμινάρια, οι Στυβοκεφαλιές, τα έργα του Λευκάδιου Χερν, οι μεταφράσεις, υπήρξαν φυσικό επακόλουθο. Και η Ιζόλα, το Άλτερ Έγκο της.

Την θυμάμαι όπως είναι, παιχνιδιάρα και ευφυή, ένα μεγάλο σοφό παιδί από τον Πήγασο που πια γονάτισε και δεν είναι.

Την ξανασυναντώ σήμερα με αφορμή ένα βιβλίο της που είναι ιστορία, δημοσιογραφία, ένα κομμάτι από τη σκληρή ζωή των γυναικών που δικαιώνει το ήθος της και τη δύναμή της, να δώσει φωνή σε όποιον δεν ακούγεται, να διασώσει ό,τι συνέβη κι αξίζει.

Με τον υπότιτλο «Πόρνες στα Βούρλα». Στον μικρό πρόλογο, το μεγαλείο και η τέχνη της αποφόρτισης που τόσο καλά γνωρίζει η συγγραφέας:

«Τα Βούρλα που θα μας απασχολήσουν δεν είναι τα Καμένα Βούρλα, δεν είναι ούτε τα φυτά με τα οποία κάποτε έπλεκαν καλάθια, ούτε οι ανόητοι άνθρωποι (παρόλο που ο χαρακτηρισμός τους ως βούρλα δεν είναι εντελώς άσχετος με το θέμα μας). Τα Βούρλα ήταν ένα τεράστιο δημόσιο μπορντέλο στη Δραπετσώνα, που έφτιαξε ο δήμος του Πειραιά και λειτούργησε υπό την προστασία του κράτους και την περιφρούρηση της αστυνομίας. Ήταν περιφραγμένο με ψηλό μαντρότοιχο, είχε πτέρυγες με ομοιόμορφα κελιά κι έμοιαζε με φυλακή. Τον καιρό της Κατοχής μετατράπηκε σε φυλακή και ως φυλακή τελείωσε τη σταδιοδρομία του το 1970 που κατεδαφίστηκε».

Το πρώτο που σκέφτηκα ήταν η σκηνή του ονείρου στη «Θυσία». Με ρεπεράζ χρονοβόρο ο Ταρκόφσκι επισήμανε τον κατάλληλο χώρο. Εκεί όπου συνέβη με πανομοιότυπο τρόπο μετά, η δολοφονία του Πάλμε. Όταν ρωτήθηκε για το κατά πόσο το όνειρο της ταινίας του υπήρξε προφητικό, αρκέστηκε να πει ότι «το μέρος αυτό ευνοεί το κακό». Όπως και τα Βούρλ, εξαρχής: ευνοούν τον εγκλεισμό. Ο σκουπιδότοπος των καθωσπρέπει, η πίσω αυλή για να κρατάμε εκείνο-που-φαίνεται, καθαρό.

 

Τέτη Σώλου

 

Ο δεύτερος συνειρμός αφορούσε την λευκορωσίδα Σβετλάνα Αλεξίεβιτς που απέδειξε ότι οι ζωές των ανθρώπων και οι συνθήκες αποτελούν λογοτεχνία σημαντική, που έχει πρωτίστως βραβεύσει η ίδια η ζωή, γιατί η Τέτη Σώλου αυτό ακριβώς κάνει: Τέχνη και Μνήμη με εκείνων των γυναικών την θεοσκότεινη ζωή. Ερευνώντας τα πάντα: ιστορία, κοινωνία, περιοχή, «σαράντα το νοίκι, είκοσι πέντε η βίζιτα», σκύβοντας με ενσυναίσθηση σπλαχνικά σε μαρτυρίες και ζωές αληθινές, ακόμα κι όταν το προσωνύμι ήταν ψεύτικο, ο Θεός έτσι ή αλλιώς γνωρίζει και μας μνημονεύει με τ’ αληθινό, συνθήκες, τσατσάδες, αγαπητικοί, κελάκια κι αστυνομικές διατάξεις ξαναπαίρνουν ζωή, παλιαρρώστιες και πελατεία βρυκολακιάζει, τα Βούρλα κλείνουν και οι προσωπικές ιστορίες ανοίγουν: Μυρσίνη- ένας γάμος που δεν έγινε ποτέ. Η Ασπασία η κουφή. Τα τετράδια της Θεανώς που κάηκαν στην Κατοχή… Το προαναγγελθέν τέλος «εγώ δεν θα γεράσω ποτέ. Μου είπε μια γύφτισσα πως θα με σκοτώσει κάποιος. Τόσο το καλύτερο» και η υποθηκευμένη ζωή «σαν πεθάνεις στα σκουπίδια όλα τα δικά σου θα πεταχτούν!».

Κι αυτό φρόντισε με τον καλύτερο τρόπο η Τέτη Σώλου: «Κάτι από εκείνες να μείνει», το έκανε Τέχνη. Μετατρέποντας σε λέξεις, περιγραφές, φράσεις, εικόνες, συναισθήματα, σπαραγμό τις λεπτοβελονιές της ζωής. Διότι δυσκολότερο από το να διασώσεις την σκοτεινή τέχνη της Ζωής, δεν έχει.

Ένα βιβλίο με λόγο ύπαρξης, ένα ανάγνωσμα συγκλονιστικό. «Τα Βούρλα ήταν ο πάτος στην ιεραρχία του πληρωμένου έρωτα. Εκεί συγκεντρώθηκαν οι πόρνες που δεν είχαν ούτε όνομα ούτε μέλλον και δεν έβγαιναν παρά μόνον με ειδική άδεια. Η φωνή τους δεν έβγαινε από την Μάντρα των Βούρλων». Αλλ’ η Τέτη Σώλου, 80 χρόνια μετά, κατόρθωσε να την κάνει επιτέλους να ακουστεί, να την απελευθερώσει.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top