Fractal

Έξι ποιήματα

Της Κατερίνας Κανάκη – Αξούγκα //

 

 

3

 

ΤΩΝ ΜΑΓΙΣΣΩΝ

Αναδύθηκε μέσα από την σκοτεινή θάλασσα
τη βυθισμένη στο λευκό φουστάνι της και στο χαμο-
γέλιο της το τριανταφυλλί στα χειρόγραφά του.
Στη χούφτα της κρατούσε το ρόδο της Αντίπαρος.

Μύρισε το, τον πρόσταξε. Έχει ευωδιά όπως και εσύ!
Είμαστε όλοι αμφορείς πνευματοφόροι. Θα παραμένουμε
ωραίοι εραστές. Ποτέ μας δεν θα ενωθούμε! Σκέτα κορμιά
σε κλώνους χωριστούς τον έρωτα θα τραγουδούμε.

Κι έφυγε από την πέτρα του πάνω στο σεντόνι.
Σαν θα ξυπνούσε ο άντρας από το όνειρο θα καταλάβαινε
πως η γυναίκα ήταν ψευδαίσθηση φωτός, καθώς τα βλέφαρα
κλειστά αντιφέγγιζαν την φωτεινή επιγραφή του δρόμου:

“Αρώματα των Μαγισσών εντός οι πιο κρυφοί σας Πόθοι”

 

ΟΙ ΚΑΛΤΣΕΣ

Θέλω να φοράς τις κάλτσες που σου πήρα.
Τα πόδια, έγραφες, είναι όλο το σώμα.
Νεύρα, μύες και αυτή η αίσθηση
απ’ τις πατούσες κατευθείαν στην καρδιά,
όπως έλεγε η μητέρα Γαβριηλία, σαν έτριβε τ’ άκρα
των ανθρώπων να ζεστάνει στις μακρινές Ινδίες,
στην Αφρική και στη Μεγάλη Βρετανία
Στα πόδια πέφτουν οι ψυχές ερωτευμένες.
Θα φορέσω την κεντημένη ρόμπα από την Ασία
που έφερε ο πατέρας το πενήντα με τα κόκκινά της ρόδα.
Ατέλειωτο χαλί θα στρώσω από στρατιώτες
τον αυτοκρατορικό μου πόθο, όταν από τις μάχες σου
γυρνάς, να σ’ οδηγεί τροπαιοφόρο στη δική μου ενδοχώρα.

 

ΣΤΑΧΤΕΣ

Τι και αν δεν αγαπηθήκαμε βαθιά
με τον τρόπο που βαθιά εμείς δοθήκαμε;
Στο χέρι μας έμεινε το τρέμουλο πάνω στο πόμολο,
η θέρμη κάποιας παλιάς στιγμής, όταν μας άδραξε το πάθος.

Θα πούμε πως εμείς ζήσαμε σε πολέμους
και σε μάχες, σε μεγαλοσύνες και κακομοιριά,
πως δειλούς και υπερόπτες μας ονόμασαν,
ζητιάνους και διαπραγματευτές πριν βυθιστούμε

στο θολό τοπίο. Μα πάνω απ’ όλα πως δεθήκαμε μ΄έναν
έρωτα που διαπέρασε το κορμί, την ψυχή και την καρδιά.
Αυτό το πάθος το τόσο μεγαλόπρεπο και απάνθρωπο
μαζί, ακόμη κι αν δεν έχει όνομα, αλλά εντός μας ζει

σαν μια νοσταλγική επιθυμία που δέθηκε η ύπαρξη,
πέρα από τις πράξεις τις καλές και τις κακές ενός
προσώπου, μοναδικού και απύθμενα μυστήριου,
θα μας πάει ως το θάνατο, για να έχει νόημα η ζωή.

 

Στον πατέρα μου

Όταν έφυγες
δεν μ΄άφησαν να σ΄αγκαλιάσω
την τελευταία νύχτα.
Ήμουν μονάχα δεκαεπτά!
Γυναίκες ολόγυρα μ΄εμπόδιζαν
καθώς στημένες σε χορό
σου έπλεκαν εγκώμια.
Κανείς δεν ήξερε
πως πιο μπροστά εγώ
με φόρεσα στο άδειο σου κοστούμι.
Έτσι τη νύχτα εκείνη
κοιμήθηκα βαθειά αφού
ξεπλήρωσα το χρέος.

 

ΜΕΧΡΙ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΣ ΤΟΥ ΕΝΑΝΤΙΟΥ

Όλα πέφτουν σύμφωνα με το νόμο
του Νεύτωνα, αλλά και τον πνευματικό,
των άρρητων ρημάτων στα δυσθεώρητα,
απ’ όπου κάποιοι δαίμονες εξέπεσαν

λόγω βαρύτητας της εγωπάθειας προσ-
φέροντας τη γνώση σε μία Εύα και αυτή
σ΄έναν Αδάμ, που του ‘πεσε από τα μάτια
άξαφνα η πρώτη αθωότης. Από τότε

φυλλοροούμε ενδόξως, ακρότως και αήχως,
ανάλογα το ρου της Ιστορίας. Έτσι μωρό μου
και εμείς σαν σπόροι πέσαμε στη μήτρα μίας
μάνας που μας γέννησε. Γίναμε όμορφα

μήλα που αλεστήκαμε στα δόντια των ανθρώπων.
Μα σαν ψηλώσαμε πολύ άρχισε η πτώση.
Πρώτα οι τρίχες, ύστερα τα οστά, μετά
τα σπλάχνα μας, εν -δυο, με βήμα ταχύ..

Τα στήθη μου, που κάποτε σου τόξευαν του
πόθου το στερέωμα, ο αυλός του πόθου σου
ανάμνηση θλιβή. Κάποιο δάχτυλο χαιρέκακα
έγραψε και για μας στον τοίχο το παλιό εκείνο

σύνθημα: εζυγίσθη, εμετρήθη, ευρέθην
ελλιποβαρής. Όλα τα πάνω κάτω πάνε μέχρι
να γίνουν ένα με το χώμα όπως οι κρεμαστοί κήποι
της Βαβυλώνας, ο κολοσσός της Ρόδου με τα ανοιχτά

του πόδια και τα κλειστά μυαλά των τυραννίσκων,
οι δυναστείες, οι βασιλείες, ο μέγας Κύρος, ο Αλέξανδρος
ο ταβερνιάρης στη γωνία, εσύ και εγώ και όλοι οι
ασήμαντοι σημαντικοί σαν φρούτα θα σαπίσουμε στο

χώμα για ένα νόμο, που το σύμπαν συγκρατεί.

 

ΑΛΓΟΣ

Ίσως η άνοιξη να έρθει μια φορά ακόμη,
μα η Αγάπη άφαντη να μείνει.
Η ψυχή μου ένα κάστρο σαν τα κάστρα
μέσ΄ στον κάμπο της Καστίλης.
Ποιος τον Έρωτα απόψε θα μεθύσει;
Ποιος θα αγάλλεται με όλο μου το είναι;
Ποιος, στρεφόμενη εντός μου για να βρω τον εαυτό μου,
θα ΄χει απλωμένα χέρια,
ώστε βλέποντας εμένα θα είμαι εγώ εκείνος;
Η ψυχή μου ο γαμήλιος κοιτώνας.
Και ο Θεός μου, μεθυσμένος απ’ αγάπη,
τη φιλά και τη θωπεύει.

 

ΚΑΘΕ ΣΟΥ ΛΕΞΗ

Κάθε σου λέξη
μια κούπα κρασοστάφυλο στα χείλη μου.
Κάθε σου λέξη
μεθυσμένο στόμα πάνω στο σώμα μου
Κάθε σου λέξη
μια σάλπιγγα εγερτήρια του πόθου μου
Κάθε σου λέξη
συναγερμός πεντάπυλος της ύπαρξής μου
Κάθε σου λέξη
ερωτική διείσδυση στο λαίμαργο εφηβαίο μου
Κάθε σου λέξη
δόντι που χώνεται βαθιά στη σάρκα μου
Κάθε σου λέξη
πουκάμισο που ντύνεται η μέρα μου
Κάθε σου λέξη
η γλώσσα σου κεντίδι πάνω στη γλώσσα μου
Κάθε σου λέξη
διεκδίκηση που υψώνεις στα σημεία μου
Κάθε σου λέξη
ρόιδο στις καλαμιές της όχθης μου
Κάθε σου λέξη
ποίημα της έκστασής σου αυτεπίστροφο.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top