Fractal

Καταλανικά ναυπηγεία, αλλόθρησκοι κωπηλάτες και άλλα τινά

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

 

Το 1492, ήταν μια σημαδιακή χρονιά για την Ισπανία.  Η Γρανάδα, μετά από δέκα συναπτά έτη πολέμου πέφτει οριστικά στα χέρια των καθολικών. Η πόλη,  ανατρέχοντας  στην ιστορία, καταλήφθηκε από τους Άραβες (Μαυριτανούς) στα 711. Κυβερνήθηκε αρχικά απ’ τους Χαλίφες της Καρδούης, και στη συνέχεια απ’ τους Αλμορραβίδες και τους Αλμοχάδες. Κατά τη διάρκεια όλων εκείνων των αιώνων, εξελίχθηκε σε μεγάλο εμπορικό και πνευματικό κέντρο της Ευρώπης, αλλά με την πάροδο του χρόνου τα αραβικά βασίλεια της Ισπανίας άρχισαν σιγά σιγά να καταλύονται με συνέπεια όλοι οι   Άραβες της περιοχής να καταφύγουν στη Γρανάδα που αποτελούσε και το τελευταίο προπύργιο τους, πριν φυσικά την οριστική εκδίωξή τους από τη γηραιά ήπειρο, όταν η πόλη περιήλθε πλέον στη κυριαρχία του Φερδινάνδου και της Ισαβέλλας, το 1492.

 

Φρανθίσκο Πραντίγια (1846-1921), ‘Η Πτώση της Γρανάδας’ (1492).

 

Για τους περισσότερους, όμως, η χρονιά εκείνη έμεινε γνωστή γιατί ο Κολόμβος μετά από ένα παράτολμο ταξίδι έφτασε στην Αμερική με το πλοίο  ‘Σάντα Μαρία’, ενώ   παράλληλα η εποχή κατά την οποία εκδιώχνονταν οι Εβραίοι από την Ισπανία, βρισκόταν σε εξέλιξη. Οι καθολικοί βασιλιάδες της χώρας, με την εξερεύνηση άλλων τόπων, και τη διάθεση γι’ αυτό το σκοπό μεγάλων  χρηματικών ποσών, ήλπιζαν κατά βάθος θα έρθουν σε επαφή με αμύθητα πλούτη άλλων τόπων, ενώ την ίδια στιγμή προσδοκούσαν στον προσηλυτισμό νέων απίστων στη θρησκεία τους. Είναι τεκμηριωμένο άλλωστε, ότι με την επιστροφή του Κολόμβου στη Βαρκελώνη στα 1493,  μετά την ανακάλυψη της Αμερικής, και αποβίβασή του εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το πανύψηλο μνημείο του από χυτοσίδηρο, στο Πορτάλ ντε λα Πάου, στο τέρμα των Ράμπλας, έφερε μαζί του και έξι Ινδιάνους από την Καραϊβική, με τους καθολικούς βασιλείς Φερδινάνδο και Ισαβέλλα να του έχουν ετοιμάσει μεγαλειώδη υποδοχή. Ο προσηλυτισμός εκείνος των Ινδιάνων μνημονεύεται, επίσης, και στον καθεδρικό ναό της πόλης.

 

Εσωτερικός χώρος του Ναυτικού Μουσείου της Βαρκελώνης.

 

Κατά τα μέσα του 15ου αιώνα, στον πολύπαθο  χώρο της Μεσογείου, τρεις ήταν οι   μεγάλες και υπολογίσιμες  ναυτικές δυνάμεις οι οποίες κυριαρχούσαν στα νερά της Μεσογείου χρησιμοποιώντας τις έξυπνες και ανθεκτικές τους γαλέρες ως κύρια όπλα στη θάλασσα. Στην ανατολή οι Οθωμανοί, η Βενετία στο κέντρο και οι Αψβούργοι της Ισπανίας στη δύση, με τα αντίστοιχα λιμάνια και τις επαρκώς εξοπλισμένες, οχυρωμένες  και αξιόπιστες ναυτικές βάσεις τους, όπου βρίσκονταν συγκεντρωμένοι οι στόλοι τους, δηλαδή την Κωνσταντινούπολη, τη Βενετία και τη Βαρκελώνη. Είναι γνωστές, επίσης, οι διάφορες ναυμαχίες που έλαβαν χώρα αναμεταξύ τους σε διάφορα χρονικά διαστήματα με αρκετές λεπτομέρειες. Παρ’ όλα αυτά όμως, κι’ αυτό αποτελεί γενική παρατήρηση, αν δούμε την πραγματικότητα εκ του μακρόθεν και κάπως σφαιρικότερα, η ιστορία είναι πάντοτε θέμα λεπτομερούς εξέτασης μέσω συχνά ατελών δεδομένων και ερμηνείας για να καταλήξουμε σε ένα τελικό και όσο το δυνατόν πιο αξιόπιστο  και συμβατό με την αλήθεια συμπέρασμα.  Μερικές φορές, για παράδειγμα, φθάνουν στο φως νέα στοιχεία και αυτό που εθεωρείτο κάποτε από τους ειδικούς δόγμα, πρέπει πλέον να ξαναεκτιμηθεί και να ερμηνευτεί εκ νέου. Αυτή η διαδικασία συνέβη απαράλλαχτα και με τα Βασιλικά Ναυπηγεία (Drassanes Reials) της Βαρκελώνης, κατά τη διάρκεια των πρόσφατων διετών ανασκαφών (2010-2012). Βρίσκονται στο τέλος της γνωστής Ράμπλας, ενός εμβληματικού και πανέμορφου δρόμου της πρωτεύουσας της Καταλωνίας, κοντά στο μνημείο του Κολόμβου, στεγάζουν με τον καλύτερο τρόπο το Ναυτικό μουσείο της Βαρκελώνης (Museu Marítim), και είναι χωρίς αμφιβολία  ένα από τα πιο χαρακτηριστικά κτίρια της πόλης και ειδικά της προκυμαίας της.

 

Το μεγαλειώδες άγαλμα του Κολόμβου στην προκυμαία της Βαρκελώνης.

 

Κατά τη διάρκεια των αιώνων, το κτίριο χρησίμευε ως στρατώνας, οπλοστάσιο, εργοστάσιο πυρομαχικών και ακόμη και ως τμήμα του περιμετρικού τείχους της πόλης.

Παραδόθηκε στην κυβέρνηση της Καταλωνίας (Generalitat de Catalunya), το 1936, με σκοπό την ίδρυση ενός ναυτικού μουσείου, αλλά πρόλαβε την όλη διαδικασία ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος, τα σχέδια αναβλήθηκαν, και το Ναυτικό μουσείο δεν άνοιξε τις πόρτες του, μέχρι το 1941. Τα ναυπηγεία δημιουργήθηκαν με σκοπό την κατασκευή,  την επισκευή και την  αποθήκευση των πλοίων για το στέμμα της Αραγωνίας. Τα αρχειακά στοιχεία δείχνουν ότι σε αυτή τη συγκεκριμένη θέση υπήρχε ένα ναυπηγείο πριν από τον 13ο αιώνα.  Όμως, η σημερινή δομή κατασκευάστηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Pere el Gran, μεταξύ των ετών 1282 και 1285. Αποτελούταν από μια σειρά μεγάλων, καλυμμένων και επαρκώς προστατευμένων κόλπων κάτω από τους οποίους τα πλοία μπορούσαν να συναρμολογηθούν ή να επισκευαστούν και βρισκόταν μόνο στα δυτικά της πόλης και έξω των τειχών που ακολουθούσε χονδρικά τη γραμμή της σημερινής Ράμπλας.

 

 

Τα ναυπηγεία χτίστηκαν στην παραλία, έτσι ώστε τα πλοία να μπορούν εύκολα να αποπλεύσουν ή να προφυλαχτούν από πιθανούς κινδύνους, ενώ το χειμώνα χρησιμοποιήθηκαν για να σταθμεύουν τα πλοία του βασιλικού στόλου, επειδή η Βαρκελώνη δεν είχε το κατάλληλο, γι’ αυτό το σκοπό, λιμάνι.  Καθώς ο στόλος αυξήθηκε κατά τη διάρκεια του 14ου και των αρχών του 15ου αιώνα, ο χώρος των ναυπηγείων επεκτάθηκε μαζί με τα τείχη της πόλης τα οποία πλέον περιέκλειαν  επίσης τα ναυπηγεία. Για αρκετές δεκαετίες, τα βιβλία ιστορίας και οι τουριστικοί οδηγοί περιέγραφαν τα ναυπηγεία της Βαρκελώνης ως ένα από τα σημαντικότερα παραδείγματα της βιομηχανικής γοτθικής αρχιτεκτονικής στην Ευρώπη, αλλά οι πρόσφατες αρχαιολογικές και αρχειακές έρευνες ανάγκασαν την επανεκτίμηση του κτιρίου και του χώρου του. Αντί να είναι μια γοτθική δομή η κατασκευή της οποίας οριοθετείται από τον 13ο αιώνα, το μεγαλύτερο μέρος του πραγματικού κτιρίου θεωρείται πλέον ότι έχει χτιστεί αργότερα στο γοτθικό ύφος. Το μεγαλύτερο μέρος της υπάρχουσας δομής χρονολογείται από τα τέλη του 16ου και τις αρχές του 17ου αιώνα.

 

Ομοίωμα του ευρύτερου συγκροτήματος των μεσαιωνικών ναυπηγείων.

 

Παρ’ όλο που η Βαρκελώνη δεν διέθετε το σωστό λιμάνι, ένα μακρόστενο κομμάτι γης εκεί όπου σήμερα είναι η Μπαρθελονέτα, παρείχε στα πλοία  αποτελεσματικό τρόπο  προστασίας από τους βόρειους ανέμους. Δυστυχώς, αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη διάβρωση της παραλίας μπροστά από τα ναυπηγεία, με αποτέλεσμα να κατεδαφιστεί το μεσαιωνικό κτίριο και να χτιστεί ένα καινούργιο κτίριο εν μέρει στην ίδια τοποθεσία αλλά και πιο μέσα, στην ενδοχώρα. Οι πρόσφατες αρχαιολογικές ανασκαφές αποκάλυψαν τα θεμέλια από κάποιες αποβάθρες της παλαιότερης δομής. Το νέο κτιριακό συγκρότημα των ναυπηγείων χτίστηκε επίσης στο γοτθικό στιλ και αυτό ήταν που είχε προκαλέσει σύγχυση στους ιστορικούς, για τον απλούστατο λόγο ότι ήταν ένα κτίριο βασισμένο στο γοτθικό ύφος, αλλά που χτίστηκε όμως  πολύ αργότερα.

 

Anton van den Wyngaerde, ‘Βαρκελώνη’ (1563).

 

Πιθανώς, η αρχική δομή βρέθηκε να είναι λειτουργική και όταν χτίστηκε το νέο κτιριακό συγκρότημα των ναυπηγείων, χρησιμοποιήθηκε το ίδιο αρχιτεκτονικό στυλ, κάτι που εξηγεί επαρκώς ορισμένες αποκλίσεις που προέκυψαν από τη μελέτη των παλαιών εγγράφων.  Για παράδειγμα, ο τρόπος που  απεικονίστηκε ο χώρος των ναυπηγείων στον πασίγνωστο πίνακα  ‘Βαρκελώνη του 1563’ του Anton van der Wyngaerde (1525-1571), είχε προκαλέσει αμφιβολίες για την ακρίβεια της ζωγραφικής. Περίπου το 1561 ή το 1562, ο Anton van den Wyngaerde ταξίδεψε στην Ισπανία όπου ο Φίλιππος Β’ του ανέθεσε να παρατηρήσει, καταγράψει και τεκμηριώσει όλες τις κύριες πόλεις και να διακοσμήσει τα βασιλικά παλάτια με πίνακες από την Ολλανδία, την Ισπανία και την Ιταλία. Ο Van den Wyngaerde πραγματοποίησε τουλάχιστον εξήντα δύο απεικονίσεις πόλεων, όπως για παράδειγμα, τη Βαρκελώνη, τη Βαλένθια, τη Σαραγόσα, τη Γρανάδα, την Κόρδοβα, τη Σεβίλλη, το Τολέδο, το Μπούργκος και τη Μαδρίτη.  Ο πίνακας του Κάντιθ, προτού αυτό πολιορκηθεί  από τους Άγγλους, το 1596, είναι η μόνη αξιόπιστη άποψη για εκείνη την περιοχή και την  εποχή, αφού αυτός σχεδίασε την πρώτη γνωστή λεπτομερή εικόνα του Γιβραλτάρ. Το βασικό του, βέβαια, και πρώτιστο  καθήκον του ήταν να ζωγραφίσει τις πόλεις του βασιλείου του Φιλίππου στους τοίχους του Βασιλικού Παλατιού της Μαδρίτης.  Κάποιες από αυτές τις απεικονίσεις, χάθηκαν σε μεταγενέστερο χρόνο, σε μια πυρκαγιά του 1727, που κατέστρεψε το παλάτι, αλλά πολλά από τα προπαρασκευαστικά του σχέδια επέζησαν.  Ο Van de Wyngaerde είπε κάποτε, ότι ανάμεσα σε όλες τις χαρές που του πρόσφερε η ευχάριστη και έξυπνη τέχνη της ζωγραφικής, η αναπαράσταση των πόλεων, ήταν μια από τις μεγαλύτερες.

 

Πιστό αντίγραφο της Βασιλικής γαλέρας  που χρησίμευσε ως ναυαρχίδα του Δον Χουάν της Αυστρίας (1547– 1578) στη σημαντική ναυμαχία της Ναυπάκτου, το 1571.

 

Ωστόσο, οι έρευνες και οι ανασκαφές έδειξαν ότι ο πίνακας  του Wyngaerde πιθανότατα να απεικονίζει το παλαιότερο κτίριο και όχι τη σημερινή δομή. Τα μεγαλύτερα ναυπηγεία υποδηλώνουν επίσης την πρόοδο στην τέχνη της ναυπηγικής τέχνης  μεταξύ του 13ου και του 15ου αιώνα. Μέχρι τον 15ο αιώνα τα πλοία άρχισαν να γίνονται  μεγαλύτερα. Μεταξύ των πλοίων που κατασκευάστηκαν εδώ ήταν και το Βασιλικό που χρησίμευσε ως ναυαρχίδα του Δον Χουάν της Αυστρίας (1547– 1578), κατά τη διάρκεια της σημαντικής ναυμαχίας της Ναυπάκτου, το 1571, μεταξύ ισλαμικών και χριστιανικών δυνάμεων, όταν διετέλεσε αρχηγός του ενωμένου στόλου της Ισπανίας, του Πάπας και της Βενετίας.  Εκείνη την εποχή, η βασιλική τριήρης, ήταν η μεγαλύτερη στον κόσμο.  Στη δεκαετία του ’70, το Ναυτικό Μουσείο της Βαρκελώνης δημιούργησε  ένα πλήρες αντίγραφο του πλοίου, το οποίο σήμερα καταλαμβάνει μεγάλο μέρος στην κεντρική αίθουσά του. Προφανώς είναι το σημαντικότερο έκθεμα του Ναυτικού Μουσείου και το μοναδικό τμήμα  που δεν αφαιρέθηκε κατά τη διάρκεια των πολυποίκιλων αρχαιολογικών και αναστηλωτικών εργασιών. Παράλληλα το συγκεκριμένο μουσείο  συνεχίζει να αποτελεί  ένα σοβαρό ερέθισμα για αύξηση των γνώσεών μας  για την παλιά  Βαρκελώνη, πριν από δύο χιλιετίες.

 

Πιστή αναπαράσταση του συστήματος των κουπιών στις γαλέρες. 

 

Οι αρχαιολογικές ανασκαφές κάτω από το κτίριο αποκάλυψαν μια μεγάλη ρωμαϊκή νεκρόπολη.  Οι τάφοι περισσότερων από εκατό ατόμων που χρονολογούνται από τον πρώτο και τον έκτο αιώνα παρέχουν νέες ιδέες για την προκυμαία της Βαρκελώνης υπό των Ρωμαίων. Ένα σημαντικό συμπέρασμα είναι η θέση του κτιρίου και η τοποθεσία των νεκρών σε σχέση με την ακτή. Ένα άλλο συμπέρασμα που μπορεί να αντληθεί από την παρουσία του ταφικού εδάφους είναι ότι υπήρχε πιθανώς ένας δρόμος που ακολουθούσε την ακτογραμμή, καθώς τα ρωμαϊκά νεκροταφεία συχνά ευθυγραμμίζονταν με τους δρόμους που οδηγούσαν στις πύλες μιας πόλης. Έτσι, είναι πιθανό ότι το ναυπηγείο βρισκόταν  κοντά σε μια από τις παλαιές πύλες της πόλης. Ένα γνωστό παράδειγμα του ρωμαϊκού εθίμου της τοποθέτησης τάφων κατά μήκος ενός δρόμου, είναι οι ρωμαϊκοί τάφοι που είναι ορατοί στην πλατεία Plaça de la Vila de Madrid στο Μπάρι Γκότικ. Επίσης κατά τις ανασκαφές αποκαλύφθηκαν τα ερείπια ενός μαυσωλείου ορατό στους επισκέπτες του μουσείου.

 

 

Οι ανασκαφές στον χώρο και η αποκατάσταση του κτιρίου ξεκίνησαν το 2010 και ολοκληρώθηκαν το 2012, ανάμεσα στις οποίες ξεχωριστό έργο ήταν η μόνωση της στέγης. Κι ακόμα προστέθηκαν καινούργια συστήματα θέρμανσης και εξαερισμού, νέα βιβλιοθήκη και αίθουσες διδασκαλίας, τα οποία ελκύουν το μάτι του σημερινού επισκέπτη. Οι γαλέρες, τώρα, που κάποτε δέσποζαν στις θάλασσες και κατέστησαν την πόλη της Βαρκελώνης μεγάλη ναυτική δύναμη, κατασκευάζονταν εδώ στα υπόστεγα των ‘Ντρασάνες’, των ναυπηγείων, τα οποία στις μέρες μας στεγάζουν και φιλοξενούν με τον καλύτερο και αποτελεσματικότερο τρόπο το Ναυτικό Μουσείο. Ένα από τα πολλά δυνατά και όμορφα καράβια που βγήκαν απ’ τα σπλάχνα τους, ήταν όπως είπαμε και η πασίγνωστη βασιλική ναυαρχίδα Ρεάλ. Μπορεί να μην επέζησε έως σήμερα, αλλά ένα ακριβές αντίγραφο σε πραγματικό μέγεθος βρίσκεται σε επίδειξη, μεταξύ των πολλών άλλων εκθεμάτων.

Η λειτουργία αυτών των σκαφών, όμως, προϋπόθετε την εξαντλητική εργασία αμέτρητων κωπηλατών πάνω στις γαλέρες. Για παράδειγμα,  στα πλοία της περίφημης Ισπανικής Αρμάδας του 1588, βρίσκονταν περίπου 2.000 κωπηλάτες. Οι κωπηλάτες αυτοί ήταν άκρως απαραίτητοι για τις ισπανικές γαλέρες και τα ταξίδια τους τόσο στην Καραϊβική όσο και στις Φιλιππίνες. Παρά την τεράστια απώλεια ανδρών και υλικών που απαιτούσε η κάθε ναυτική μονάδα, το 1588 η Ισπανία διατηρούσε τέσσερις τέτοιες μόνιμες μοίρες στόλου, και εξελίχτηκε στη μεγαλύτερη ναυτική δύναμη στη Μεσόγειο, στις αρχές του 17ου αιώνα. Οι γαλέρες αποτελούσαν τη σπονδυλική στήλη του ισπανικού πολεμικού στόλου και χρησιμοποιήθηκαν για να μεταφέρουν στρατεύματα, προμήθειες, άλογα και πυρομαχικά στις ιταλικές και αφρικανικές κτήσεις της Ισπανίας, ενώ σποραδικά χρησιμοποιήθηκαν στις Κάτω Χώρες και στον Βισκαϊκό Κόλπο.

Η  κωπηλασία παραδοσιακά γινόταν από μια σταθερή θέση,   με τους κωπηλάτες να βλέπουν την πρύμνη. Όσο ταχύτερα ένα τέτοιο σκάφος ταξίδευε, τόσο περισσότερη ενέργεια χρησιμοποιούσε και απαιτούσε. Η κωπηλασία σε ανοιχτές θάλασσες και μέσα σε ανέμους και γενικώς σε δυσμενείς καιρικές συνθήκες, ήταν δύσκολη και εξαντλητική υπόθεση για τους κωπηλάτες. Σε αντίθεση με τη δημοφιλή εικόνα των κωπηλατών που βρίσκονται αλυσοδεμένοι δίπλα  στα κουπιά,  δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι οι αρχαίοι ναυτικοί χρησιμοποιούσαν καταδικασμένους εγκληματίες ή σκλάβους ως κωπηλάτες, με πιθανή εξαίρεση την Πτολεμαϊκή Αίγυπτο. Τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι οι Έλληνες και οι ρωμαϊκοί ναυτικοί στηρίχτηκαν στην αμειβόμενη εργασία ή στους απλούς στρατιώτες για να επανδρώσουν τις θέσεις   τους. Οι σκλάβοι τοποθετούνταν στα κουπιά μόνο σε περιόδους ακραίας κρίσης.  Σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτοί οι άνθρωποι ως ελάχιστο δείγμα της προσφοράς τους απολάμβαναν την πολυπόθητη  ελευθερία, στη συνέχεια, ενώ άλλοι  ξεκινούσαν την υπηρεσία τους επί του σκάφους ως ελεύθεροι πια  άνδρες. Τα ρωμαϊκά εμπορικά πλοία, συνήθως ιστιοφόρα, όμως, αρκετές φορές ήταν επανδρωμένα από σκλάβους, μερικές φορές ακόμη και με δούλους στον πλοίαρχο, αλλά αυτό γινόταν μάλλον σπάνια.

 

Μια εξωτερική γωνιά του συγκροτήματος.

 

Στις αρχές του 16ου αιώνα, όμως,  η ιδέα της χρήσεως σκλάβων κωπηλατών, άρχισε να γίνεται πραγματικότητα όλο και πιο συχνά! Την ίδια στιγμή βέβαια τόσο οι στόλοι όσο και το μέγεθος των σκαφών αυξάνονταν  σε μέγεθος, γεγονός που απαιτούσε περισσότερους κωπηλάτες. Ο αριθμός όμως των πάγκων όπου κάθονταν οι κωπηλάτες δεν μπορούσε να αυξηθεί χωρίς να επιμηκυνθούν οι διαστάσεις των πλοίων, ούτε βέβαια ήταν και πρακτικό να κάθονται περισσότεροι από τρεις κωπηλάτες ανά πάγκο. Έτσι με την πάροδο του χρόνου, αναγκαστικά απαιτούνταν κωπηλάτες και μάλιστα όλες οι μεγάλες μεσογειακές δυνάμεις καταδίκαζαν τους εγκληματίες σε υπηρεσία κωπηλασίας, αλλά αρχικά μόνο σε καιρό πολέμου. Οι χριστιανικές ναυτικές δυνάμεις, όπως η Ισπανία, συχνά για το σκοπό αυτό απασχολούσαν μουσουλμάνους αιχμαλώτους, καθώς  και αιχμαλώτους πολέμου. Αντίθετα, το οθωμανικό πολεμικό ναυτικό και οι βορειοαφρικανοί κουρσάροι και σύμμαχοί τους,  έβαζαν τους χριστιανούς κρατούμενους στα κουπιά. Η οργανωτική δομή της Ισπανίας ήταν σε μεγάλο βαθμό προσανατολισμένη στην απασχόληση σκλάβων και κρατουμένων, σε αντίθεση με την Βενετία η οποία ήταν μια από τις λίγες μεγάλες ναυτικές δυνάμεις που χρησιμοποίησαν σχεδόν μόνο τους ‘ελεύθερους’ ως κωπηλάτες, γιατί πίστευαν ότι η σωστή κωπηλασία απαιτούσε εξειδικευμένους και επαγγελματίες άντρες.

 

Εδώ λοιπόν, σε τούτα τα ναυπηγεία, πολλά πολεμικά αλλά και εμπορικά πλοία κατασκευάστηκαν από τον 13ο έως τον 18ο αιώνα, κάτι που οδήγησε  στη ναυτική κυριαρχία της Βαρκελώνης σε όλη τη Μεσόγειο. Ο χώρος μπορούσε να φιλοξενήσει, να κατασκευάσει  και να συντηρήσει έως και τριάντα σκάφη ταυτόχρονα κάτω από τους θόλους του. Πέρα απ’ τις κτιριακές εγκαταστάσεις, τα εκθέματα είναι σίγουρα τα κυριότερα σημεία του Ναυτικού Μουσείου. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι η πιστή αναπαραγωγή μιας βασιλικής γαλέρας από τον 16ο αιώνα, για την οποία ήδη αναφερθήκαμε, και η οποία έλαβε μέρος στην ναυμαχία της Ναυπάκτου, στις 7 Οκτωβρίου 1571, όπου η Τουρκική αρμάδα νικήθηκε. Συγκεκριμένα, 236 άτομα κωπηλατούσαν σε 59 κουπιά πάνω  στη γαλέρα. Παράλληλα, οι επισκέπτες του Μουσείου δεν παραλείπουν να απολαμβάνουν μεγάλο αριθμό άλλων σκαφών, από απλά ξύλινα ψαροκάικα έως ξύλινα υποβρύχια, και ακόμα κάποια  αγωνιστικά σκάφη που επίσης εκτίθενται.

Με την ίδια τεχνολογία και φροντίδα με την οποία κατασκευάστηκαν τα μεγάλα πλοία, κατασκευάστηκαν και μερικά πρωτότυπα μοντέλα πλοίων, με κυρίαρχο σκοπό την εκπαίδευση των μελλοντικών πληρωμάτων  μέσα στη θάλασσα. Τα περισσότερα μοντέλα ετούτης της συλλογής έγιναν τον 19ο αιώνα.  Συχνά τα αρχικά πλοία δεν υπάρχουν πλέον, έτσι ώστε τα μοντέλα αυτά να παρέχουν σήμερα πολύτιμες πληροφορίες για τον σχεδιασμό, την τεχνολογία και την ικανότητα των πλοίων όλων των εποχών.

 

Το Ναυτικό Μουσείο της Βαρκελώνης διαθέτει μια αξιόλογη συλλογή ναυτικών οργάνων τα οποία εξυπηρετούν ειδικά την πλοήγηση. Τα περισσότερα όργανα είναι από την περίοδο του 18ου έως τον 20ό αιώνα και δείχνουν την ανάπτυξη του εξάντα, του μετρητή βάθους και πολλών άλλων  εργαλείων πλοήγησης. Γυναικείες μορφές κοσμούν και σήμερα το μουσείο, όπως και κάποτε τα καράβια της Βαρκελώνης. Το κύριο μέρος της συλλογής προέρχεται από Καταλανικά ιστιοφόρα πλοία του 19ου αιώνα.

Κατά τη διάρκεια των εργασιών ανακαίνισης, από το 2011 έως το 2014, ανακαλύφθηκε στο χώρο των ναυπηγείων μια ρωμαϊκή νεκρόπολη με 25 τάφους. Το ίδιο το κτίριο του μεσαιωνικού  ναυπηγείου είναι ήδη εντυπωσιακό, και μόνο γι’ αυτό αξίζει η αφιέρωση κάποιου χρόνου. Εδώ κατασκευάστηκαν τα απαραίτητα πλοία και δοκιμάστηκαν τα πρώτα μοντέλα. Τα σχοινιά έπρεπε να κατασκευάζονται στο ναυπηγείο και το ξύλο έπρεπε να μεταποιηθεί με συγκεκριμένο τρόπο.

Εδώ, τέλος, κάποιος ενδιάμεσα απ’ τις Καταλανικές του κουραστικές εξερευνήσεις, μπορεί  να απολαύσει με περισσή ησυχία ολόκληρη την παραγωγική διαδικασία του ναυπηγείου, όχι μόνο την παλιά αλλά και τη σύγχρονη!

 

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top