Fractal

Μικροδιήγημα: “Κατά μήκος της εθνικής οδού”

Του Αλεξάνδρου Βαναργιώτη // 

f2

 

Καμένα Βούρλα

Κάθισα κοντά του, ήξερα ότι τον αγχώνει η πολυκοσμία.

Μη δίνεις σημασία, του ψιθύρισα. Σε χαρές και λύπες πάντα μαζεύονται. Σκέψου κάτι άσχετο. Εσύ μου το δίδαξες αυτό, τότε που χόρευα στη ντισκοτέκ με τη Φρεντερίκ. Χτυπούσε η καρδιά μου σαν τρελή. Κόντευα να λιποθυμήσω. «Σκέψου κάτι άσχετο» μου είχες πει. «Πες μέσα σου το “Τζιβαέρι”». «Ποιο;» δεν είχα ακούσει από τη φασαρία. «Αχ, η ξενιτιά το χαίρεται» σιγοτραγούδησες κοντά στο αυτί μου. Δεν το ήξερα. «Σκέψου τότε “του Κίτσου η μάνα κάθεται”» φώναξες χαμογελώντας. Θυμήσου, κι εσύ, λοιπόν, αυτή τη δύσκολη ώρα, εκείνη την ωραία εφηβεία, που περπατούσαμε δίπλα στη θάλασσα ξέγνοιαστοι και μας έκαιγε ο ήλιος, το καλοκαίρι στα Καμένα Βούρλα, του είπα. Το βράδυ που γνωρίσαμε τις Γαλλιδούλες, τη Φρεντερίκ και τη Σιμόν. «Είναι τόσο όμορφες και οι δύο», σχολίασες, «πώς θα διαλέξουμε;» Πριν απαντήσω η Σιμόν σε είχε πάρει αγκαζέ και φλυαρούσατε. Εμείς ακολουθούσαμε αμίλητοι. Δεν ήξερα Γαλλικά. Μόνο «ουί», έλεγα σε ό,τι μουρμούριζε η Φρεντερίκ. Πόσα Je t’ aime μετρήσαμε μετά, τα χρόνια της αλληλογραφίας! Πόσα φιλιά στα αρωματισμένα επιστολόγραφα μας έστελναν! Για μένα πια Καμένα Βούρλα σημαίνουν Φρεντερίκ και Σιμόν. Το άνθος δείχνει το δέντρο. Πέρασαν χρόνια, το ξέρω. Τα βούρλα μπορεί να καίγονται, η μνήμη όμως αντέχει. «Θυμάσαι;» του ψιθύρισα πάλι.

Δεν μου απάντησε. Επέμενε να κρατά τα μάτια κλειστά, ένδειξη ότι ένιωθε άβολα. Ήταν κι εκείνο το παράταιρο στεφάνι που του φόρεσαν. Είθισται λέει στους ελεύθερους…

ΑΒ

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top