Fractal

Μια πολυσήμαντη καμπή

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

 

«Καμπή πνοής» Paul Celan, δίγλωσση έκδοση, μετάφραση: Μιχάλης Καρδαμίτσης, εκδόσεις Κίχλη

 

Μόλις δημοσιεύθηκαν τα ογδόντα ποιήματα της Atemwende το 1967, έγινε αμέσως αντιληπτό ότι μετέβαλαν τον τρόπο με τον οποίο προσλαμβάνεται η ποίηση τόσο δραστικά όσο οι Illuminations του Rimbaud πριν από έναν σχεδόν αιώνα.

George Steiner, The Times Literary Supplement

Εύστοχος ο συσχετισμός από τον Steiner της Καμπής πνοής του Celan με τις Εκλάμψεις του Ρεμπώ. Μια ποίηση και στις δύο περιπτώσεις ανοιχτή σε ερμηνείες, που  δεν περιορίζεται σε έτοιμες μορφές, προσεκτική στην κάθε μία λέξη της, με μια δομή που μοιάζει αυστηρή, ταυτόχρονα όμως ζωντανή, χωρίς να έχει γεράσει καθόλου ο χρόνος μέσα της, εκρηκτικά πολλαπλασιαζόμενη στη συνείδηση του αναγνώστη. Δύσκολα κατακτιέται και γίνεται κτήμα σου, αν την προσεγγίσεις με τη λογική και μόνο· αν αφεθείς, όμως, στη γλώσσα των εικόνων της, σου παραδίδεται ολόκληρη.

Τυφλώσου σήμερα κιόλας:

η αιωνιότητα στέκει και αυτή γεμάτη μάτια –

μέσα τους

πνίγεται ό,τι  τις εικόνες δρόμο να πάρουν βοήθησε

πέρα απ’ τον δρόμο που αφήσαν,

μέσα τους

σβήνει ό,τι και σένα τον ίδιο απ’ τη γλώσσα

απομάκρυνε με μια χειρονομία

που άφησες να γίνει όπως και

τον χορό δύο λόγων από σκέτο

φθινόπωρο και μετάξι και μηδέν.

 

Θα ήταν ίσως αδύνατον (ανεπίτρεπτο οπωσδήποτε) να επιχειρηθεί μια λογική επεξεργασία του παραπάνω ποιήματος· μια τέτοια απόπειρα θα οδηγούσε σε αδιέξοδες εικασίες που θα απείχαν από την ίδια την ουσία του αλλά και θα κατέστρεφαν την προσλαμβανόμενη εικόνα – γιατί κυρίως εικόνα είναι αυτό που ο Celan δίνει εδώ. Όταν η αφορμή της δημιουργίας σου είναι μια τραγική ζωή, όταν πίσω σου έχεις δυο γονείς που άφησαν την τελευταία τους πνοή σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, όταν κι εσύ πέρασες από στρατόπεδο υποχρεωτικής εργασίας, ίσως τότε να προτιμήσεις την ηχηρή σιωπή του ποιήματος που θα μιλά σε όποιον μπορεί να νιώσει το νόημα των εικόνων και όχι σ’ αυτόν που απαιτεί αναλύσεις και επεξηγήσεις. Τα χαρακτικά της Gisèle Celan-Lestrange, συζύγου του Celan, που συνοδεύουν την έκδοση στο παράρτημα (ως μόνο πρόσθετο στοιχείο εκτός των ποιημάτων), μιλούν και υπομνηματίζουν τις λέξεις του ποιητή με τον καλύτερο τρόπο. Η κλίμακα του γκρίζου γράφει φιγούρες ασαφείς και μετέωρες στο φόντο, αδύνατες να σχηματίσουν μορφές, μπερδεμένες σε νήματα και ιστούς σαν της αράχνης.

Ήλιοι από νήμα

πάνω απ’ τη φαιόμαυρη ερημοσύνη.

Στο ύψος

δέντρου, μια σκέψη

αρπάζει τον τόνο του φωτός: υπάρχουν

ακόμη τραγούδια να ειπωθούν εκείθε απ’

τους ανθρώπους.

 

Έτσι και οι λέξεις των ποιημάτων μιλούν και σιωπούν ταυτόχρονα· με κρυπτικό λόγο πιο συχνά σημαίνουν, δείχνουν και σταματούν στο τεντωμένο δάχτυλο αφήνοντας τον πιο πολύ δρόμο για τον αναγνώστη, που θα πρέπει να ξεπεράσει τα ποιητικά στερεότυπα για να βγει από το πυκνό δάσος των λέξεων και των σημαινόμενων, που αυτές εμπεριέχουν, στο ξέφωτο της ποίησης του Celan. Με τον τίτλο που επέλεξε για τη συλλογή του επικεντρώνει σε μια καμπή, προφανώς πολυσήμαντη. Καμπή στην πνοή της ζωής; Καμπή στην πορεία του κόσμου; Καμπή προσωπική, δική του, στη ζωή ή στην ποίησή του; Ίσως όλα αυτά μαζί να δίνουν την εικόνα του κόσμου  ή του κόσμου του στην προσωπική του εκδοχή, εκεί στη δεκαετία του ’60 (τα ποιήματα γράφτηκαν από το 1963 ως το 1965), στον σκληρό απόηχο των προηγούμενων ταραγμένων δεκαετιών του πολέμου, της συμφοράς, της καταστροφής, της απανθρωποποίησης.

Πίσω απ’ τον σημαδεμένο με κάρβουνο ύπνο

-το ξέρουν το καλύβι μας-,

όπου του ονείρου μας φούσκωνε το λειρί, φλόγινο, παρ’ όλ’ αυτά,

κι εγώ τα χρυσόκαρφα έμπηγα στο δικό μας

το αύριο που ωραίο σαν φέρετρο

επέπλεε παραπέρα,

[…]

[…] σάλευαν τα θηρία, τα θηρία,

 

ορίζοντες αλμύρας

έχτιζαν στα βλέμματά μας, μεγάλωνε μια οροσειρά

ως πέρα εισδύοντας στο φαράγγι,

όπου μέσα ο κόσμος μου τον δικό σου

επιστράτευε, μια για πάντα.

 

Paul Celan

 

Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να αρθρώσεις λόγο που να αποδίδει ολοζώντανη αυτή τη φρίκη; Μιλώντας για ποίηση -που έτσι κι αλλιώς έχει τους δικούς της κώδικες επικοινωνίας, με την ελλειπτικότητα, τη δισημία, τη μεταφορικότητα, την πύκνωση του λόγου, τη χρήση συμβόλων, τον υπαινιγμό συχνά- θα λέγαμε πως ο σύντομος και κοφτός λόγος που πέφτει σαν το χτύπημα της ειμαρμένης είναι ο κατάλληλος τρόπος. Όσο εισχωρείς, λοιπόν, στον ποιητικό τρόπο του Celan, τόσο αντιλαμβάνεσαι πως αυτή η ποίηση διαβάζεται αλλιώς, πως ακόμη και ο επαρκής στα ποιητικά αποδέκτης ίσως χρειαστεί κάτι παραπάνω από τις γνώσεις και την αναγνωστική παιδεία. Πρέπει να ανασκάψει τις λέξεις ως το σημείο κατανόησης (σχετικό αυτό με τα δικά του βιώματα, με τις δικές του αντοχές στα πεδία της ποίησης) και ύστερα να αφεθεί να απολαύσει την αίσθηση που δημιουργείται από την προβαλλόμενη εικόνα. Η πιο σκληρή πραγματικότητα ενδεδυμένη με το φως μιας από τις πιο εμπνευσμένες ποιητικές φωνές του 20ου αιώνα. Μα και τις πιο δύσκολες.

Μια  ποίηση που επίσης δύσκολα άλλωστε αποδίδεται σε άλλη γλώσσα από αυτήν που την πρωτογέννησε. Ο Celan γράφει στα Γερμανικά ξορκίζοντας με αυτόν τον τρόπο την απέχθεια ή και το μίσος προς τη ναζιστική Γερμανία. Η γλώσσα είναι (μοιάζει να λέει με την επιλογή του αυτή) ένα εργαλείο που με τον ανάλογο χειρισμό μπορεί να γίνει το μέσον για τις πιο αποτρόπαιες εντολές θανάτωσης ή αντίθετα να γίνει ποίηση ικανή να μεταφέρει μια άλλη οπτική, μια διαφορετική θέα σ’ έναν κόσμο καλύτερο. Ειδικότερα αυτή η γλώσσα (μητρική για τον Celan) με τη δύναμη της σύνθεσης που έχει ως εγγενές της χαρακτηριστικό μπορεί να αποβεί πολύτιμη στα χέρια του ποιητή· προκύπτει έτσι πρωτότυπος λόγος, ένα ξάφνιασμα των αισθήσεων. Πώς να αποδώσεις, λοιπόν, στη δική σου πλέον γλώσσα αυτόν τον πλούτο τον δυσερμήνευτο; Πολύχρονος μόχθος απαιτείται, εντρύφηση όχι μόνον στις γλωσσικές απαιτήσεις αλλά και στην προσωπικότητα του ποιητή, προκειμένου να προσεγγίσεις τον λόγο του, να διεισδύσεις σ’ αυτό που ο ίδιος ονομάζει καμπή, να μεταφράσεις το ιδιαίτερα σημαντικό αυτό έργο και να παραθέσεις (η έκδοση είναι δίγλωσση) δίπλα το πρωτότυπο κείμενο – δέλεαρ σε όποιον θα ήθελε να αναμετρηθεί με την πρωτογενή δυσκολία του. Ο Μιχάλης Καρδαμίτσης προσφέρει ένα ποιητικό κείμενο στην Ελληνική γλώσσα που απηχεί τον κόσμο του Celan, τον χείμαρρο των σκέψεων, την αυστηρή χαλιναγώγησή τους μέσα στον ποιητικό ρυθμό, έναν κόσμο στην ουσία ταραγμένο από μνήμες οδυνηρές που τις διαχειρίζεται ποιητικά ο δημιουργός προς σωτηρία δική του – κι ας μην έρχεται πάντα η ποθητή λύτρωση – ο Celan επέλεξε να δώσει τέρμα στη ζωή του στον Σηκουάνα, το 1970.

Στην έκδοση, εκτός από την Καμπή πνοής, διαβάζουμε και δώδεκα ανέκδοτα ποιήματα της ίδιας περιόδου – τα τέσσερα παρουσιαζόμενα εδώ για πρώτη φορά διεθνώς. Σε ένα απ’ αυτά, μέσα σε μόλις πέντε στίχους και δώδεκα λέξεις (στο πρωτότυπο), έχει ενσωματώσει τον ποιητικό στόχο, την ανθρώπινη (και ποιητική αγωνία) και την καφκική απόγνωση, όταν προβάλλει η αδιέξοδη προσπάθεια να κατανοήσεις τη θέση σου στον κόσμο και να παρέμβεις δραστικά, όταν αντιλαμβάνεσαι πως είναι άφαντα τα κλειδιά της κλειστής πόρτας. Αναπόφευκτα καταργείται η ελπίδα:

Κάτι να κάνουμε,

κάτι

να κάνουμε

στα ύψη, τα

βάθη.

Κάτι, επί της γης.

 

Ολοκληρώνεται έτσι η εικόνα που αποκομίζει ο αναγνώστης έχοντας διαβεί την Καμπή Πνοής και τα δύσβατα μονοπάτια της και βρισκόμενος τώρα το τέλος του βιβλίου αντιμέτωπος με το ελάχιστο σε σώμα αυτό ποίημα της απόλυτης συνειδητοποίησης. Η τραγικότητα της ζωής, η απουσία μιας ευθείας πορείας που να οδηγεί σε ένα καλύτερο αύριο. Η ακόμη πιο δύσκολη καμπή.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top