Fractal

«Χωρίς αποσιωποίηση» – Joyce Mansour

Της Αγγελικής Λάλου //

 

 

Με αφορμή το δεύτερο αφιέρωμα του κύκλου εκδηλώσεων «Χωρίς αποσιωποίηση» για την ποιήτρια Joyce Mansour, η συντονίστρια του κύκλου Αγγελική Λάλου συνομιλεί με τις ποιήτριες Άννα Γρίβα, Μαρία Κουλούρη και Αριστέα Παπαλεξάνδρου που θα είναι οι ομιλήτριες την Πέμπτη 15/11 στις 19.00 στο Free Thinking Zone

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

-Για ποιο λόγο δεχτήκατε να συμμετέχετε σε αυτό τον κύκλο εκδηλώσεων;

 

Άννα Γρίβα: Γιατί ο κύκλος αυτός περιλαμβάνει ποιήτριες οι οποίες στην εποχή τους υπήρξαν πρωτοπόρες, πολλές από αυτές αντιμετώπισαν προκαταλήψεις και δυσκολίες λόγω του φύλου τους ή των επιλογών τους, αλλά μπόρεσαν να δικαιωθούν μέσα από το έργο τους. Χρωστάμε σε αυτές τις γυναίκες τη μνήμη.

 

Μαρία Κουλούρη: Είναι πολύς καιρός που καταπιάνομαι με τη μετάφραση ποιημάτων της Joyce Mansour. Θεώρησα ότι μια εκδήλωση αφιερωμένη σε εκείνην είναι η ιδανική συνθήκη για να παρουσιαστεί για πρώτη φορά δημόσια η προσπάθειά μου αυτή. Η συγκυρία, μάλιστα, γίνεται ακόμα πιο ευτυχής όταν το θεωρητικό κομμάτι της εκδήλωσης έχουν αναλάβει δύο ποιήτριες της σύγχρονης εγχώριας ποιητικής δημιουργίας, το έργο και την κατάρτιση των οποίων εκτιμώ ιδιαίτερα και σέβομαι.

 

Αριστέα Παπαλεξάνδρου: Ήταν δελεαστικά τα ονόματα κάποιων σπουδαίων ξένων ποιητριών, μεταξύ των οποίων και η Joyce Mansour. Συν το ότι με προσκάλεσες εσύ, και πέρσι είχα παρακολουθήσει κάποιες από τις εκδηλώσεις του κύκλου «Ποιητές στη σκιά», τις οποίες και είχα βρει εξαιρετικά ενδιαφέρουσες.

 

 

-Από ποια οπτική ή θεματική θα προσεγγίσετε το έργο της Mansour στην ομιλία σας;

 

Α.Γ.: Η Mansour είναι μια από τις λίγες γυναίκες υπερρεαλίστριες: ακόμη και στον ανατρεπτικό χώρο του υπερρεαλισμού φαίνεται ότι οι γυναίκες δυσκολεύονταν να αποκτήσουν μια ισότιμη θέση με τους άνδρες ομοτέχνους. Ποια ήταν τελικά η ιδιαίτερη δύναμη των στίχων της που την καθιέρωσε στο ποιητικό στερέωμα της εποχής της; Θα προσπαθήσω να μιλήσω για αυτή την ιδιαιτερότητά της, να την κατανοήσω και να την εκφράσω όσο γίνεται περισσότερο.

 

Μ.Κ.: Μπορώ να σας μιλήσω για την οπτική από την οποία προσεγγίζω την μετάφραση των ποιημάτων της Mansour. Κύριο μέλημά μου είναι να διατηρηθεί η αιχμηρή γλώσσα της ποιήτριας μεταφέροντάς την στο παρόν, χωρίς όμως να χαθεί η αντίστιξη του λυρισμού και της ωμότητας.

Θα ήθελα να καταφέρω το αποτέλεσμα που θα παραχθεί να αφήνει την αίσθηση που μένει στην παλάμη μετά από το χάδι σε ένα ακριβό βελούδο, το οποίο έμεινε για καιρό εκτεθειμένο στις ριπές του αέρα και το βαρύ του πέλος αυλακώνει το δέρμα.

 

Α.Π.: Κατ’ αρχάς, νομίζω ότι το θέμα είναι υποδεέστερη παράμετρος από τον τρόπο, όταν μιλούμε για λογοτεχνία. Όπως και να ’ναι, αφού ο κύκλος εκδηλώσεων εστιάζει μόνο σε γυναίκες ποιήτριες, δεν μπορώ να παραβλέψω τον παράγοντα φύλο. Άρα, την γεννημένη το 1928 Mansour —που κατά τα ελληνικά δεδομένα θα τοποθετείτο στην Α΄ μεταπολεμική— την διαβάζω ως μια Ελληνίδα δημιουργός, που τη χρονιά του θανάτου της, 1986, πήγαινε στην Α΄ Λυκείου και η φιλόλογος του σχολείου, διδάσκοντας τα ποιήματα του Παλαμά, την ρωτούσε «τι θέλει να πει ο ποιητής».

Πρόθεσή μου είναι να την προσεγγίσω ως μια αναγνώστρια, που επιμένει η ίδια να γράφει σε μια μικρή γλώσσα· σε μια χώρα που αποκαλούν «νέους ποιητές» ακόμα κι όσους έχουν εκδώσει πάνω από τέσσερα βιβλία· και που τα εξωτερικά χαρίσματα των γυναικών δημιουργών εξακολουθούν ενίοτε να αποδείχνονται αποτελεσματικότερα των ποιητικών.

 

 

-Τι ήταν αυτό που σας έκανε μεγαλύτερη εντύπωση στην ποίησή της;

 

Α.Γ.: Η τρυφερή της αγριότητα, η άγρια αθωότητα: ο τρόπος να συνυπάρχουν όλα σε έναν εύθραυστο κόσμο.

 

Μ.Κ.: Η χρήση της γλώσσας με τρόπους ακραίους προς τον ρεαλισμό και την υπέρβαση. Η απόδοση στο σώμα χαρακτηριστικών λατρείας αλλά και αντικειμένου άμεσης χρηστικής σημασίας. Το δίπολο πόθου και απόγνωσης, το ύψος και το βάθος. Κυρίως, όμως, η ωμή, αδιαμεσολάβητη επιθυμία του λυρικού υποκειμένου για ύπαρξη έξω από τα όρια, ο διαμελισμός κάθε νόρμας, η πρωτοκαθεδρία του θυμικού. Χαρακτηριστικά που όταν προέρχονται από μια γυναίκα ποιήτρια, η οποία ύψωσε ανάστημα σε μια χρονική στιγμή ως επί των πλείστων στιγματισμένη από την αντρική δημιουργία, δίνει στο όλο έργο βαθιά πολιτική διάσταση.

 

Α.Π.: Η τόλμη και η ισορροπία της μεταξύ σεξουαλικού κυνισμού και τρυφερότητας.

 

 

-Διαβάζοντας το έργο της Mansour υπήρξε κάποιο ποίημα ή στίχος που όταν το διαβάσατε είπατε «αυτό θα μπορούσα να το γράψω κι εγώ», εννοώντας ότι νιώθετε ποιητική οικειότητα ή συγγένεια – κι αν ναι ποιο ποίημα/στίχος ήταν αυτό;

 

Α.Γ.: Το ποίημα της Mansour που περισσότερο με συγκινεί είναι μια προσευχή της:

 

Ξέχασέ με

ν’ ανασάνουνε τα σπλάχνα μου

της απουσίας σου το φρέσκο αγέρι

να μπορούνε να βαδίζουνε οι κνήμες μου

δίχως ν’ αναζητούνε τη σκιά σου

να γίνει η όρασή μου όραμα

να ξαποστάσει η ζωή μου

ξέχασέ με Θεέ μου να με θυμάμαι

 

Μ.Κ.: Δεν μπορώ να πω ότι μελετώντας το έργο της Mansour σκέφτηκα πως κάτι θα μπορούσα να το είχα γράψει εγώ η ίδια. Υπήρξαν όμως αρκετά σημεία στα οποία ένιωσα μια βαθιά και άδολη ζήλια και σκέφτηκα «Αυτό γιατί να μην το έχω γράψει εγώ;» Μια τέτοια περίπτωση, από τις πολλές, είναι οι παρακάτω στίχοι, σε μετάφραση Έκτορα Κακναβάτου :

 

«Κάλεσέ με να περάσω μές στο στόμα σου τη νύχτα

Διηγήσου μου των ποταμών τα νιάτα»

 

Α.Π.: Θα ήθελα να είχα γράψει την «Ημισέληνο ομίχλης» από τα Όρνια.

 

 

 

-Ποιο ποίημα σας ή στίχο θα θέλατε να αφιερώσετε στη Mansour;

 

Α.Γ.: Επειδή η Mansour παρέμεινε μέχρι το τέλος μια γοητευτική, σκοτεινή μάγισσα της γλώσσας, θα της αφιέρωνα το εναρκτήριο δίστιχο από τη συλλογή που δουλεύω αυτό τον καιρό. Σαν μια παράκληση να στέκει δίπλα μου και να με εμπνέει:

 

Τραγούδησε θεά

τη σκοτεινή χαρά.

 

Μ.Κ.: Θα της αφιέρωνα το παρακάτω ποίημα μου, το «Κατοπτρικό»:

Μια μέρα ίσως
Με πόδια ανοιχτά αφεθώ
Όχι σαν πόρνη
Όχι σαν ερωμένη του απογεύματος
Γυναίκα θα είμαι λίγο πριν τον ύπνο
Με το ξεχειλωμένο νυχτικό
Εσύ το χρόνο σου θα’ χεις σκοτώσει
Από το πρωί ως το βράδυ στους δρόμους
Θα έρθεις σπίτι
Την ύστερη φωνή σου στη μήτρα μου θα ρίξεις
Και εγώ δικός σου

Άντρας για λίγο
Με οβολούς θα υγράνω την ορμή σου

 

Α.Π.: Στην αρχή μούσα μετά άρχισα να γράφω κι εγώ.

 

~~~~~~~~~~~~~~~~~

 

Η Άννα Γρίβα γεννήθηκε το 1985 στην Αθήνα. Σπούδασε Ελληνική Φιλολογία στην Αθήνα και Ιστορία της Λογοτεχνίας στη Ρώμη. Είναι υποψήφια διδάκτωρ Ιταλικής Φιλολογίας. Έχει εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές, η τελευταία με τίτλο «Σκοτεινή κλωστή δεμένη» (Γαβριηλίδης, 2017). Διδάσκει Δημιουργική γραφή στο ΕΑΠ. Μεταφράζει ιταλική λογοτεχνία με έμφαση την περίοδο της Αναγέννησης. Συνεργάζεται με διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, γερμανικά, ισπανικά.

 

Η Μαρία Κουλούρη γεννήθηκε το 1975 και ζει στην Αθήνα. Έχει σπουδάσει λογοθεραπεία, ψυχοθεραπεία, θέατρο και είναι σε εξέλιξη οι σπουδές της στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό, στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο. Από τις εκδόσεις Μελάνι έχουν εκδοθεί τρία ποιητικά της βιβλία: «Μουσείο άδειο», 2013 (Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Ποιητή της Εταιρείας Συγγραφέων, 2014) «Ρολόγια και άλλοι χτύποι», 2015 (Βραβείο «Σωτηρίου Ματράγκα» της Ακαδημίας Αθηνών, 2016) «Καθημερινά κρεβάτια», 2017. Το 2018 κυκλοφόρησε στο Παρίσι η ποιητική ανθολογία, από το μέχρι τώρα ποιητικό της έργο, «Lits quotidiens», από τις εκδόσεις Le miel des anges, σε γαλλική μετάφραση από τον Μισέλ Βόλκοβιτς και τη Μυρτώ Γόντικα.

 

 

Η Αριστέα Παπαλεξάνδρου (γεν. το 1970) έχει εκδώσει πέντε ποιητικά βιβλία. Εδώ και δύο περίπου δεκαετίες, ασχολείται ερευνητικά με την κριτική της μεταπολίτευσης πάνω στο έργο των Νεοελληνίδων ποιητριών. Εργάζεται ως επιμελήτρια εκδόσεων, ενώ παράλληλα, διδάσκει ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας σε ξένους μεταφραστές. Δεν έχει μέχρι τώρα κάνει εκδήλωση παρουσίασης ποιητικού της βιβλίου, κάτι που ελπίζει να τηρήσει ώς το τέλος. Για τη συλλογή της «Μας προσπερνά» τιμήθηκε με το Βραβείο Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top