Fractal

Η αναπόφευκτη πορεία προς την ολοκληρωτική και αναπόδραστη καταστροφή

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

Τζόζεφιν Χαρτ, “Μοιραίο πάθος”. Μετάφραση: Τάσος Ψάρρης. Εκδόσεις Βακχικόν, 2017. Αθήνα.

 

Το ‘Μοιραίο πάθος’ (ή ‘Ζημιά’ από την λέξη Damage, όπως είναι ο τίτλος του βιβλίου στην αγγλική γλώσσα) είναι μια ιστορία απελπιστικής και απελπισμένης ερωτικής εμμονής και της αναπόφευκτης πορείας της προς την ολοκληρωτική καταστροφή των πρωταγωνιστών της. Το μυθιστόρημα αφηγείται εξ ολοκλήρου ο άρρην πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος ετούτου της Ιρλανδής Τζόζεφιν Χαρτ. Ο ανώνυμος αφηγητής είναι ένας αξιοσέβαστος γενικός γιατρός GP (General Practitioner), ο οποίος όμως με την πάροδο του χρόνου δεν αρκέστηκε σε αυτά τα καθόλου ευκαταφρόνητα, από κοινωνικής σκοπιάς, αλλά προχώρησε στην επαγγελματική του ζωή και εξελίχτηκε σε έναν ανερχόμενο και πολλά υποσχόμενο κοινοβουλευτικό άντρα MP (Member of Parliament), εάν βεβαίως στην στροφή του χρόνου δεν ελάμβαναν χώρα  κάποια μη αναμενόμενα και δραματικά, όπως φάνηκε αργότερα, γεγονότα που ανατίναξαν στον αέρα το όλο οικοδόμημα που ως τότε είχε δημιουργήσει.

Η ζωή του πρωταγωνιστή, περιστρέφεται γύρω από τη δημόσια προσφορά και τη φροντίδα της οικογένειάς του, δηλαδή της συζύγου του Ίνγκριντ και των δύο παιδιών του, Μάρτιν και Σάλι, αλλά κατά βάθος και στην πραγματικότητα, εκείνος είναι βαθιά δυσαρεστημένος, μη ικανοποιημένος καλύτερα,  από όλα όσα όμορφα πράγματα και γεγονότα σηματοδοτούν την πορεία και την ήρεμη ζωή ενός άντρα. Όλα αυτά βρίσκουν διέξοδο και εκδηλώνονται σε όλη τους τη μεγαλοπρέπεια, όταν εκείνος κάνει ένα τρομακτικό άλμα στο κενό, και μπλέκεται σε μια ερωτική υπόθεση με την Άννα Μπάρτον, την αρραβωνιαστικιά του γιού του, Μάρτιν, και κατά οκτώ χρόνια μεγαλύτερή του. Η Τζόζεφιν Χαρτ χρησιμοποιεί απλή, συνηθισμένη και κομψή γλώσσα, η οποία καταφέρνει και εξισορροπεί με πετυχημένο τρόπο τις πυρετώδεις υπόγειες και αόρατες συνθήκες της ψυχικής κατάστασης του άναρχα ερωτευμένου άντρα. Η σχέση του με την Άννα είναι μια κατάσταση αφύπνισης, αλλά και ονείρου,  απώλειας του προηγούμενου εαυτού του, με τρομακτική εμμονή σε βαθμό τοξίκωσης και ερωτικής μέθης  του εαυτού του, ‘… σε μια ξεχωριστή πραγματικότητα-στην εκπληκτική ανακάλυψη του εγώ…’!

Δεν έχουμε καμία αμφιβολία, διαβάζοντάς το, ότι η διαφαινόμενη καταστροφή είναι αναπόφευκτη, και ότι ο άντρας βρίσκεται κυριολεκτικά στο χείλος επικίνδυνου γκρεμού. Από την αρχή όλοι  γνωρίζουμε ότι δεν θα υπάρξει ευτυχής κατάληξη ή ειλικρινής συγχώρεση των δρομολογημένων πεπραγμένων του. Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα, μεταφέρθηκε με επιτυχία στον κινηματογράφο από τον Λουί Μαλ, με πρωταγωνιστές τον Τζέρεμι Άιρονς και την Ζυλιέτ Μπινός, το 1992. Ο ερωτευμένος άντρας εξομολογείται κάπου στον αναγνώστη: ‘… Κάναμε για άλλα πράγματα. Για τις ανάγκες που έπρεπε να απαντηθούν μέρα ή νύχτα-ξαφνικές επιθυμίες-μια παράξενη γλώσσα του σώματος’. Περιλαμβάνουν ένα βαθμό ήπιας βίας και κυριαρχίας αφού υπάρχουν αναφορές όπως εκείνη να βρίσκεται δεμένη και με κλειστά μάτια, και το σπουδαιότερο η  Άννα να προσφέρει τον εαυτό της ψυχικά και  σωματικά, όπως εκείνος επιθυμούσε σφόδρα. Αυτές οι σκηνές μάς αφήνουν με μια αίσθηση της βαρβαρότητας της σεξουαλικής επιθυμίας του άντρα και, από την άλλη μεριά, της επιθυμίας της Άννας να υποταχθεί αγόγγυστα σε αυτήν.

Είναι μια συνηθισμένη και χιλιοπαιγμένη ιστορία αγάπης, όπως ο άντρας διακηρύσσει στις γραμμές κλεισίματος, αλλά όλο το ταξίδι είναι καρποφόρο, ανησυχητικό και συνάμα τρομακτικό. Είναι ένας εφιάλτης από τον οποίο οι πρωταγωνιστές δεν μπορούν να ξυπνήσουν και φυσικά να προσαρμοστούν στην πραγματικότητα. Αυτός αναλαμβάνει την πλήρη ευθύνη των γεγονότων, χωρίς ποτέ να προσπαθήσει να ζητήσει συγνώμη ή να δικαιολογηθεί σε εκείνους που αναγκαστικά το οφείλει. Είναι στο χέρι και στην ικανότητά του να γυρίσει τα πράγματα,  τουλάχιστον στην αρχή, γνωρίζει ότι η συνέχιση της ιστορίας θα τον καταστρέψει, και  ο αναγνώστης ενδόμυχα τον αποστρέφεται  γι’ αυτό. Είναι όμως απελπιστικά ανίσχυρος. Οι δύο εραστές παρουσιάζονται επίσης εξίσου ένοχοι και ταυτόχρονα εξίσου ανεύθυνοι για ότι συμβαίνει. Καταστρέφονται οι ίδιοι, αλλά ταυτόχρονα καταστρέφουν και άλλους που βρίσκονται με τον ένα ή άλλο τρόπο και σχέση γύρω τους.

Σε ένα σημείο, ο  άντρας ρωτάει την Άννα: ‘Ποια είσαι’ και εκείνη του  απαντά: ‘Είμαι αυτό που επιθυμείς’. Ενώ εκείνος φαντασιώνεται σχετικά με τη δυνατότητα να εγκαταλείψει τη σύζυγό του και να ζήσει με την  Άννα, η τελευταία γνωρίζει ότι η σχέση τους μπορεί να υπάρξει μόνο όπως είναι τώρα και μόνον!

‘…Ο Μάρτιν δεν πρόκειται να σε συγχωρήσει ποτέ. Θα τον χάσεις για πάντα. Η Σάλι θα πληγωθεί ανεπανόρθωτα. Εγώ θα βρεθώ στο επίκεντρο ενός φρικτού σκανδάλου. Κι εσύ θα καταστραφείς. Και γιατί όλα αυτά; Για να ζήσουμε μαζί μια ήσυχη οικογενειακή ζωή. Φοβερή ανοησία. Δεν είμαστε φτιαγμένοι γι’ αυτό. Όχι, είμαστε φτιαγμένοι γι’ αυτό που έχουμε. Για να ικανοποιούμε αδιάκοπα την ανάγκη  που έχουμε να είμαστε ο ένας με τον  άλλον’!

Στο τέλος του βιβλίου, υπάρχει ένα επίμετρο της Τζόζεφιν Χαρτ, όπου μας εκμυστηρεύεται: ‘Ξεκίνησα να γράφω το  ‘Μοιραίο πάθος’ το 1989. Έγραψα το πρώτο κεφάλαιο σ’ ένα μακρόστενο δωμάτιο του σπιτιού μας στο Σάσσεξ. Παλιά το δωμάτιο ήταν παρεκκλήσι. Είχε υποστεί αποϊεροποίηση. Τώρα που το σκέφτομαι, μου φαίνεται παράξενα ταιριαστό. Για εμένα το ‘Μοιραίο πάθος’, όπως και το ‘Sin’, είναι ένα είδος εξομολόγησης. Σε αντίθεση όμως με το ‘Sin’, το  ‘Μοιραίο πάθος’ είναι μια εξομολόγηση που δεν συνοδεύεται από μεταμέλεια. Ήμουν πεπεισμένη, ότι αυτό ήταν το ηθικό υπόβαθρο του βιβλίου. Τώρα πιστεύω, ότι αυτός ήταν ο λόγος που πολλοί απ’ όσους το διαβάζουν, ενοχλούνται με το περιεχόμενο. Ο ανώνυμος αφηγητής φαίνεται να μας λέει ότι ‘δεν μπορώ να μετανιώσω, γιατί έτσι θ’ απαρνιόμουν  αυτό καθαυτό το γεγονός που μ’ έφερε στη ζωή. Κατέστρεψα την οικογένειά μου και έτσι προκάλεσα το θάνατο του γιου μου. Σπαράζω από τον πόνο. Η θλίψη μου θερίζει τα σωθικά. Αλλά δεν μετανιώνω’.

 

Τζόζεφιν Χαρτ (1942-2011)

 

Και συνεχίζει λέγοντας πως οι τρεις μεγάλες δυνητικά καταστροφικές δυνάμεις στην ανθρώπινη φύση, είναι η θλίψη, ο φθόνος και  η ερωτική εμμονή. Συμφωνεί εδώ με τον Σαίξπηρ, ότι ‘η λαγνεία υπαγορεύεται από την επιθυμία για απόλαυση, ενώ η ερωτική ψύχωση από την ανάγκη για ένωση’.

 

 

Η Άννα Μπάρτον ‘δημιουργεί’ τον άνθρωπο  και τελικά τον καταστρέφει. Ο ανώνυμος αφηγητής, ένας αξιόπιστος γιατρός και ένας ανερχόμενος βουλευτής, συναντά τη μυστηριώδη και αρκετά  συναρπαστική Άννα Μπάρτον,  και ένα περίεργο και ισχυρό  ρεύμα διέρχεται μέσα απ’ το σώμα του. Για πρώτη φορά σε μια εξωφρενικά τυχερή και συνηθισμένη ζωή αισθάνεται  ιδιαίτερο πάθος και  χαρά, τα συναισθήματα που ένας γάμος και η πατρότητα δεν του είχαν ποτέ δημιουργήσει. Επιπλέον, η ψυχρή Άννα τον προειδοποιεί ότι η ίδια καταστράφηκε ανεπανόρθωτα από την αυτοκτονία του αδελφού της: ‘Οι τραυματισμένοι άνθρωποι είναι επικίνδυνοι. Τους κάνει η ανάγκη για επιβίωση’, του δήλωσε ευθαρσώς! Οι  αναγνώστες μπορούν να δουν το μυθιστόρημα περισσότερο επιτυχημένο ως συναισθηματική περιγραφή και σύμπλευση, παρά ως μια αξιόπιστη μελέτη της ανθρώπινης φύσεως.

Η αιτία του θανάτου της ιρλανδέζας μυθιστοριογράφου Τζόζεφιν Χαρτ (1942-2011), ήταν ο καρκίνος. Το  ‘Μοιραίο πάθος’, που γράφτηκε σε διάστημα έξι μόλις εβδομάδων, δημοσιεύτηκε στα 1991, και ήταν το πρώτο μυθιστόρημά της. Είδε πολλές πωλήσεις και μεταφράστηκε σε αρκετές γλώσσες. Η κριτική απάντηση στο βιβλίο ήταν σε γενικές γραμμές ευνοϊκή.  Η Ουάσινγκτον Ποστ, το θεώρησε αριστούργημα, και  ο γνωστός μας ποιητής Τεντ Χιουζ, το περιέγραψε ως ‘πραγματικά ένα ποίημα’. Η Τζόζεφιν Χαρτ, γεννήθηκε στην ιρλανδική πόλη Μουλινγκάρ, και ενόσω ήταν νέα και μέχρι την ηλικία των δέκα επτά ετών,  όπως αναφέρθηκε σε συνεντεύξεις της αργότερα, τρία από τα τέσσερα αδέλφια της είχαν πεθάνει από ασθένεια ή ατύχημα. Στα υπόλοιπα μυθιστορήματά της περιλαμβάνονται τα ‘Sin’ (1992), ‘Oblivion’ (1995), ‘The Stillest Day’ (1998), ‘The reconstructionist’ (2001), και το ‘The truth about love’ (2009), στα οποία εξετάζονται όλες τις δυσμενείς ανθρώπινες πράξεις και οι συνέπειές τους.  Από την ηλικία ήδη των δώδεκα ετών, γνώριζε από στήθους σονέτα του Σαίξπηρ, ποιήματα του Γέιτς, του Ώντεν, του Έλιοτ, και πολλών άλλων βρίσκοντας παρηγοριά στη λογοτεχνία. Πολλά χρόνια αργότερα σημείωνε το πόση σημασία είχε  για αυτήν η ποίηση, ειδικά  εκείνη την συγκεκριμένη εποχή.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top