Fractal

Πολιτική και αστυνομικό

Γράφει η Βιβή Γεωργαντοπούλου //

 

“Η Πρηνής Θέση του Σκοπευτή”, Ζαν Πατρίκ Μανσέτ (1942-1995), Εκδόσεις Άγρα

 

(Μωρέ θα τα πω τα αιρετικά μου κι ας με λιανίσουν οι φαν και οι φανφαράν)

 

Τελειώνοντας την ανάγνωση του πολυσυζητημένου βιβλίου του διαπρεπέστερου εκπροσώπου του γαλλικού neo-polar*Ζαν Πατρίκ Μανσέτ “Η Πρηνής Θέση του Σκοπευτή”, που έγραψε το 1981 και εκτιμάται ως το καλύτερό του από πολλούς που κατέχουν καλά τα του αστυνομικού ,διαπίστωσα ότι συνεχίζω (εγώ το βιολί μου) να θεωρώ άφταστους μάστορες του είδους τους Τσάντλερ και Χάμετ τους οποίους και ο Μανσέτ -μπράβο Ζαν Πατρίκ μου- εκθείαζε σταθερά ολόκληρη την δεκαετία ΄71-΄81 στην διάρκεια της οποίας ο ίδιος έγραφε πυρετωδώς ένα μυθιστόρημα ανά χρόνο και, ως άτακτος και αρκούντως πολιτικοποιημένος νέος που ήταν,έφερνε τα πάνω κάτω στο δημοφιλέστατο είδος, εισάγοντας σαν ιδέες και δια ταύτα των ιστοριών του πολλά νέα, τολμηρά -παρμένα γαρ εκ της πολιτικής επικαιρότητας της εποχής- στοιχεία που και έδιναν άλλον αέρα και πρόσθεταν ευελιξία στην αφηγηματική τεχνική, δημιουργώντας αρχικά το neo-polar που λέγαμε πιο πάνω και στη συνέχεια,με την συμμετοχή κι άλλων συγγραφέων, αυτό που τώρα πια λέμε, χοντρικά,γαλλική ή μεσογειακή αστυνομική λογοτεχνία με τα παρακλάδια και τις υποκατηγορίες της-,τονώνοντας το αναγνωστικό ενδιαφέρον πολύ πριν την εντυπωσιακή ομολογουμένως μα κατά την γνώμη μου λιγότερο ποιοτική, συνεισφορά από την μια και εισβολή από την άλλη,των Σκανδιναβών οι οποίοι -στα πλαίσια και για τις αμιγώς εμπορικές ανάγκες της σημερινής βιομηχανίας αστυνομικού βιβλίου για το ευρύ κοινό, που,αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι,θα τους αναγνωρίσουμε ότι κατάφεραν να την εδραιώσουν πιο καλά και τα προϊόντα της να τα εξάγουν πολύ έξω από τα στενά γεωγραφικά και γλωσσικά τους σύνορα- ξεφυτρώνουν, οι Βόρειοι αυτοί γραφιάδες,σαν μανιτάρια,χωρίς ιδιαίτερα ρίσκα πάντως,πατώντας πάνω σε εξερευνημένα σε γενικές γραμμές μονοπάτια.

Τι θέλω να ξεστομίσω και το πάω λάου-λάου;Ότι,χωρίς διόλου να υποτιμώ τον συγχωρεμένο τον Μανσέτ -ίσα ίσα τον θεωρώ ως μακράν τον καλύτερο,μπροστά του πολλοί Σκανδιναβοί αλλά και αγγλόφωνοι είναι επιεικώς για τα μπάζα -ο αναγνώστης της μεταψυχροπολεμικής δεκαετίας 1971-1981 με τον απόηχο του Μάη του ΄68 στ΄αυτιά του και έχοντας τα άπειρα και ως ένα χρονικό σημείο δυναμικά κινήματα (εδώ αν θέλουμε γελάμε), χίπιδων,μεταχίπιδων, πάνκηδων, αναρχικών,εκδοχών κομουνιστών,μαοϊκών,τροτσκιστών και λοιπών αντισυστημικών (εδώ ξαναγελάμε), στις άμεσες προσλαμβάνουσές του και από δίπλα το χαρμάνι με τα συστατικά που ορίζουν ακόμα και μέχρι τις μέρες μας τον μύθο του οργισμένου νιάτου συν ολίγην, τότε,από Ερυθρές Ταξιαρχίες και τέτοια, αυτός λοιπόν ο αναγνώστης,οργισμένος κι ο ίδιος κατά πάσα πιθανότητα,βεβαίως θα ενθουσιαζόταν με τον χαρισματικό Μανσέτ που ταγμένος ο ίδιος στην τότε εξωκοινοβουλευτική Αριστερά,χωμένος στην πολιτική ως τα μπούνια, δεν μασούσε τα λόγια του και εισήγαγε την έντονη πολιτικοποίηση της δικής του καθημερινότητας και καθημερινότητας ομοίως αμέτρητων ομοίων του-αλήθεια, πού πήγε τόση επανάσταση ρε παιδιά;-στην αστυνομική μυθοπλασία σαν να ήταν αυτονόητη και κακώς ως τότε την παρέλειπαν οι συνάδελφοί του!Φοβερός,δεν το συζητώ,μπροστάρης πολύ τολμηρός.

 
Ήταν χειμώνας.Νύχτα.Ένας άνεμος παγωμένος, που ερχόταν κατευθείαν απ’ την Αρκτική, παράδερνε πάνω απ’ τη θάλασσα της Ιρλανδίας,σάρωνε το Λίβερπουλ,στριβιλιζότανε πάνω απ’ τον κάμπο του Τσέσάιρ (όπου οι γάτες τσίτωναν τ’ αυτιά τους ακούγοντάς τον να σφυρίζει απ’ τις καμινάδες),κι από εκεί ερχόταν,έμπαινε απ’ το κατεβασμένο τζάμι και χτυπούσε καταπρόσωπο τον άντρα,τον καθισμένο μέσα στη μικρή Μπέντφορντ.Ο άντρας δεν ανοιγόκλεινε τα μάτια του.[…]Θα τον έκανες τριάντα χρονώ, ή και λίγο παραπάνω. Δεν τα ‘χε κλείσει ακόμα.Τον λέγανε Μαρτέν Τεριέ. Στα πόδια του είχε ακουμπισμένο ένα αυτόματο περίστροφο Όρτζις κι ένα σιγαστήρα Ρέντφιλντ. […]

 

[…]”Ο κύριος Κοξ σας κατασκεύασε “,είπε.” Κατασκεύασε έναν πληρωμένο δολοφόνο, του οποίου τα θύματα ήταν όλα ανεξαιρέτως πρόσωπα ύποπτα.Ο κύριος Κοξ έστησε μόνος του την απόπειρα κατά της ζωής του σεΐχη Χακίμ.Καταλαβαίνετε τι σας λέω;Αν είχατε σκοτωθεί χθες το βράδυ,όπως προέβλεπε το σχέδιό του,θα’σασταν το τέλειο πτώμα .” […] 

 

Από εκείνο όμως το δονκιχωτικό και πρωτόγνωρο τότε ως το τωρινό (μας) εμπορευματοποιημένο σήμερα κύλησε πολύ νερό σε διάφορα αυλάκια,έγραψαν πολλοί και πολλά, φτηνοί και φτηνά, καλοί και καλά,άθλιοι και άθλια και βεβαίως αφού είχε πατηθεί και στρωθεί το αφηγηματικό μονοπάτι έγραψαν και πολιτικά,είτε φιλοσυστημικά- δηλαδή προπαγανδιστικά- είτε αντισυστημικά -δηλαδή και πάλι προπαγανδιστικά μα από την ανάποδη- κι ύστερα ήρθε το ιππικό από το Χόλλυγουντ και τα πουλέν του,τα csi,ncis και τα συναφή και έγιναν όλα μια τρανή σαλάτα σε ελκυστική συσκευασία και χορτάσαμε,οι μεταγενέστεροι,δράση για όλα τα πολιτικά γούστα, μαύρα, μπλε,κόκκινα, πράσινα, πορτοκαλί,ριγέ,ζεβρέ και με βούλες.

Με δυο λόγια ο Μανσέτ και το αναμφίβολα ρηξικέλευθο και λίγα λέω για το ’70 και΄80  στυλ του, επειδή τελικά δεν ήταν το κλασικό,το σιγουράκι αγκαθοκριστικό ή νουάρ σταυρόλεξο ας πούμε-αφήνω τον Πόε και τον Ντόιλ κάβα για άλλη ώρα -,δεν ασχολιόταν δηλαδή με τον δολοφόνο και το έγκλημά του,τον α ή β τύπου ντετέκτιβ,τον βοηθό του και την λύση του όποιου συμβατικού μυστηρίου με μετρημένα βήματα -απλοποιώ για να δείτε που ακριβώς το πάω- δεν άντεξε καλά στον χρόνο.Ουπς,το είπα.Έχασε, θαρρώ,μεγάλο μέρος από την διαχρονικότητα που σε άλλες σχολές αστυνομικού,αυτές που δεν ανακατεύουν την πολιτική έτσι όπως τουλάχιστον έκανε εκείνος,είναι εξασφαλισμένη η μέγιστη λογοτεχνική αρετή της διάρκειας,υπάρχει δηλαδή και περισώζεται η διαχρονικότητα.

Σήμερα είναι κινέζικα πολλά απ΄αυτά που αφηγείται ο Μανσέτ στην “Πρηνή  Θέση του Σκοπευτή”, έχει χαθεί η αρχική πολιτική διάσταση και αν δεν επεξηγηθούν με σημείωση στους αναγνώστες, αυτούς που είναι ας πούμε 25,30,άντε 35 χρονών,χαιρέτα μας τον πλάτανο και μη μου πείτε “γι αυτό υπάρχει το διαδίκτυο,ας τα γκουγκλάρουν να μάθουν και τίποτα” διότι μεγαλύτερη βλακεία απ΄αυτήν δεν έχω ξανακούσει και δεν χρειάζεται να εξηγήσω καν γιατί.

Αν δεν ήταν και το σινεμά,γι αυτό μίλησα για το Χόλλυγουντ,ώστε να έχουν δει και οι μετά το 1985 γεννημένοι ταινίες με κακούς Ρώσους, καλούς Αμερικάνους,σκληροπηρυνικούς μοσαντάδες,διπλά πρακτόρια,τρομοκρατικές ομάδες που τις εξολοθρεύουν μετανιωμένοι δυτικολάγνοι Άραβες ομού και τουγκέδερ με τους Ρώσους και τους Αμερικάνους σε αγαστή συνεργασία εξοπλισμένοι με κάτι φοβερά οπλικά συστήματα,απαξάπαντες,και πηγαίνοντας σ΄όποιο σημείο του πλανήτη γουστάρουν (πάει ο Σβαρτσενέγκερ,ας πούμε,το βλήμα ο Σταλόνε,ο γελοίος ο Γουίλις και οι χρυσοπληρωμένοι κλόουν του θεάματος στην ζούγκλα των όποιων σχιστομάτηδων ή σκουρόχρωμων τους καπνίσει με τα αμερικάνικά τους ελικόπτερα,έχουν και κάτι εγγλεζάκια παρέα, ε,τι θα λείπανε αυτά,έχουν και δυο τρία συνεργαζόμενα μετασοβιετικά ρωσάκια εκ των οποίων ένα θα είναι δίμετρη-Ουκρανή-ματαχάρι, παίζει πολύ ως μοτίβο,και δεν πα΄να΄ναι σε ξένη χώρα,σιγά,λεπτομέρειες, αυτοί θα τα κάνουν όλα λίμπα προκειμένου να πιάσουν τον κατά το δοκούν τους στόχο,τον προδότη,άπληστο επιχειρηματία, παράφρονα επιστήμονα ή τριτοκοσμικό μαϊντανό, έχοντας στο μεταξύ εξαφανίσει από προσώπου γης όποιον δεν έχει χαρίσει στα υψηλά ιστάμενα αφεντικά τους πετρελαιοπηγές,κοιτάσματα φυσικού αερίου και ουρανίου και τα συνήθη και η παραμύθα καλά κρατεί απ΄όλες τις πλευρές και πλέον στα 2016 είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα,που έλεγε κι ο δικός μας ο Ντίνος ο Ηλιόπουλος,σε μια μη αστυνομική ταινία,είμαστε μια αχταρμική ατμόσφαιρα,με τόσο πηχτή ιδεολογικοπολιτική θολούρα, που δεν βλέπεις μήτε την μύτη σου.

Ο Μανσέτ,δηλαδή σ΄αυτό του**το μυθιστόρημα,(μου φάνηκε σαν να) βγαίνει καμαρωτός μεν κι από τεράστιο λογοτεχνικό θησαυροφυλάκιο,κρατώντας όμως αντίκες,τινάζοντας παρά το μοναδικό του στυλ γραψίματος στρώματασκόνης από τα πέτα τού ιδεολογικοπολιτικού κουστουμιού του ήρωά του,του σκληρού και ακυρωμένου στην προσωπική του ζωή Μαρτέν Τεριέ,ανθρώπου μιας εποχής της οποίας η μποέμ και ελευθεριακή και διάφορα άλλα, όμορφα και άσχημα, ατμόσφαιρα σαν να μην άντεξε στον μυθιστορηματικό και ρεαλιστικό χρόνο που πέρασε σαν οδοστρωτήρας από πάνω της κι ας είναι ο Μανσέτ σίγουρα ο καλύτερος του neo polar και ένας από τους καλύτερους του είδους γενικά. Έτερον εκάτερον.

Ο Μαρτέν Τεριέ,για να ψηλαφήσουμε όσο γίνεται τον χαρακτήρα αυτόν,σκοτώνει αβέρτα,ψυχρά και πληρώνεται γι αυτό.Είναι υπάλληλος του κυρίου Κοξ και δεν ξεκαθαρίζεται από την αρχή -μα ούτε και μετά, θα ισχυριστώ-ποια ακριβώς είναι τα δικά του αφεντικά,αν το έχει δίπορτο ή μάλλον πόσο δίπορτο το έχει και πώς ακριβώς κινείται ανάμεσα σε δυο κόσμους εξίσου σκατένιους στην πράξη,που μισούν θανάσιμα ο ένας τον άλλον αλλά συχνά συμμαχούν με ανίερο τρόπο για να βγάλουν από την μέση κάποιον τρίτο,ενοχλητικό και επικίνδυνο για την εξουσία που δεν θέλουν να αφήσουν ο ένας στον άλλον,πόσο μάλλον αν την λιγουρευτεί αυτός ο τρίτος ή ένας τέταρτος κοκ.

Ο Τεριέ είναι στα τριάντα του και είναι μοναχικός,μεθοδικός,επίμονος και στην ουσία αντιήρωας, ένας προβληματικός και παθογενής χαρακτήρας.Δεν φοβάται και δεν εμπιστεύεται τίποτα και κανέναν μα αφήνεται στην εμμονή του για μια γυναίκα που είναι από την εφηβεία του ερωτευμένος μαζί της κι αυτή όταν επιτέλους επιστρέφει και την συναντά και την διεκδικεί περίπου τον φτύνει . Πρόκειται για μια σύνθετη εμμονή (της έχει ζητήσει να τον περιμένει δέκα χρόνια,ώσπου να φτιαχτεί οικονομικά και κοινωνικά κι έτσι όταν γυρίσει να μη του φέρνει εμπόδια ο ξινός πατέρας της ή μάλλον να έχει αυτή,η πλούσια και καλομαθημένη, έναν καλό λόγο να τον ακολουθήσει,άλλη σάπια και να μην πω τι άλλο και η μανσέτια τύπισσα δηλαδή),εμμονή που την αναγνωρίζει ο Τεριέ,μπορεί να την γουστάρει (γιατί είναι υποκατάστατο ελλείψεων που έχει εντός του) και που την μετατρέπει σε ψυχολογικό αποκούμπι/άλλοθι γι΄αυτά που (τον βάζουν να) κάνει και που αυτός κάνει (και)για τα φράγκα αλλά και για να γίνει σε κάποιον χώρο κάποιος.Τι;Ένας ψυχρός εκτελεστής με γνώση της πολιτικής κατάστασης,που φέρεται ή βολεύει να φέρεται ότι έχει επιλέξει στρατόπεδο,σύμφωνα και με τον επιθεωρητή,κομπάρσο στην ιστορία,της σελίδας 183,ο οποίος δηλώνει υπαινικτικά στους δημοσιογράφους: “Είναι μεγάλο ψάρι. Πολύ μεγάλο ψάρι”.

Κι αυτό είναι μια αλήθεια και μαζί μια φήμη που την συντηρεί και ο ίδιος ο Τεριέ στην πιάτσα.Είναι όμως έτσι;Κι αν είναι έτσι,κατά πόσο αυτό στέκει ηθικά;Κι αν ναι,τι δουλειά έχει η Αριστερά της εποχής με τέτοιες πρακτικές στα βιβλία του αριστερού Μανσέτ;Του Μανσέτ που συγγράφει,του Μανσέτ που συμβολίζει καταστάσεις και καταστάσεις μέσω των χαρακτήρων που χτίζει,του Μανσέτ που κάτι θέλει να πει και δεν διστάζει να αφεθεί στην κρίση του αναγνώστη; Αυτός ο Τεριέ τι μέρος του λόγου είναι σε τελική όταν ξεσκίζεται να σκοτώνει για να εντυπωσιάσει την τσουλάρα και όχι,(λέμε τώρα, αλλά δεν γελάμε άλλο),να σώσει τον κόσμο από τους κακούς,αν και ουδείς εκ του κόσμου τού ζήτησε να βγει παγανιά με το οπλοστάσιό του επ΄ώμου για να τον εκπροσωπήσει;

Από τις 217 σελίδες του μικρόσχημου βιβλίου οι 134 εκτελούν χρέη εισαγωγής στην αποκάλυψη του Τεριέ η οποία τελικά γίνεται από τον Μανσέτ σε μια σελίδα,κι αυτή μισή και,θαρρώ,σκοπίμως μισή. Ποιος ήταν σε βάθος ο ρόλος του Τεριέ στις τότε συγκυρίες,ποιοι,γιατί και πως γίνονται ανά τις εποχές οι Τεριέ αυτού του κόσμου είναι ένα θέμα που θα απασχολήσει μόνο εκείνον τον αναγνώστη ο οποίος αρέσκεται να βρίσκει αιτίες και να σκέφτεται πράγματα τοποθετημένα πίσω από το κείμενο, στους λαβυρίνθους της σημειωτικής αποδόμησης,που απαιτούν επικαιροποίηση των χαρακτήρων για την μεταφορά τους στις δικές μας αποθεωρητικοποιημένες εποχές της χειρότερης κρίσης του καπιταλισμού από την εμφάνισή του σε όλον τον κόσμο που βιώνουμε τώρα.

Δύσκολο εγχείρημα,υπερβαίνει,έχω την αίσθηση,την ίδια την αιτία δημιουργίας του μυθιστορήματος γιατί στα τριάντα και βάλε χρόνια που πέρασαν από τότε που γράφτηκε,επήλθε πλήρης κατάρρευση των κομουνιστικών ή placebo κομουνιστικών κρατών,των συμμαχιών,τειχών,συνόρων,επιμέρους συστημάτων του Ανατολικού κόσμου και η ισοπέδωση σύσσωμης της Αριστεράς και σε παγκόσμια κλίμακα με μια βαρύτατη,μια κατά κράτος *** ήττα.Δεν ξέρω αν έχει πρακτική αξία ο σύγχρονος αναγνώστης που δεν τον ενδιαφέρει κιόλας η Αριστερά και τα χαΐρια της να δοκιμάσει να ανοίξει ιδεολογικά μέτωπα χάνοντας την αισθητική απόλαυση που προσφέρει η ωραία μανσετική γραφή,ως εκεί που της το επιτρέπει η απώλεια της διαχρονικότητας.

υ.γ.Πάντως ο ευφυής Μανσέτ, ως μαρξιστής και διανοούμενος με γερή  θεωρητική κατάρτιση που ήταν, μπορούσε να έχει πλήρη πολιτική αντίληψη του τι και γιατί έγραφε ό,τι έγραφε και ειδικά του εφήμερου και της περιοδικότητας της θεματολογίας του.Υποθέτω λοιπόν ότι επειδή ψυχανεμιζόταν την απώλεια διαχρονικότητας μέσα στο εφήμερο και επαναλαμβανόμενο των ιστορικοκοινωνικών φαινομένων κι άλλο τόσο την προβληματική μεταφορά της ιστορίας μέσα στον χρόνο με παραλλαγές και κάποια καινούργια χαρακτηριστικά,είχε φροντίσει  ήδη από το 1974 να συντάξει ένα εκπληκτικό θεωρητικό σημείωμα για το αστυνομικό μυθιστόρημα,που αν το διαβάσει ο σημερινός αναγνώστης πριν το μυθιστόρημα -το προτείνω-,δεν θα νιώσει,ίσως, την απώλεια της διαχρονικότητας που έλεγα πιο πάνω,τουλάχιστον όχι τόσο έντονη.

Το εξαιρετικό σημείωμα του Ζαν Πατρίκ Μανσέτ παρατίθεται στις τελευταίες σελίδες της ωραίας ελληνικής έκδοσης (Άγρα,μετάφραση της Μαρίας Αγγελίδου) και βάζει και μένα και τους άλλους σπασίκλες αναγνώστες (που ψειρίζουμε τα πάντα) στην θέση μας και μας αποστομώνει πανηγυρικά (δεν σε κάλυψα στο παγκοσμιοποιημένο 2016, σεβαστόν,αλλά μη μας την λες κι από πάνω,ψάξε το λίγο περισσότερο κι άσε το Χόλλυγουντ στα φράγκα του και τον Ζντάνοφ στο κιβούρι του).

Κεντάει λοιπόν ο Ζαν Πατρίκ στην σελίδα 244 :

Αφήνω κατά μέρος,σε τούτο το κείμενο,αυτό που θα αποκαλούσα μηδενιστικό-αντιδραστι κό μυθιστόρημα, το οποίο,θεωρώντας ότι τα πάντα επιτρέπονται (πράγμα που αποτελεί ένα καλό πρόσχημα), προτείνει έναν απλό μυστικισμό της δύναμης,και βλέπει με περιφρόνηση το Κακό και την εξαχρείωση των ατόμων και,αντί να τοποθετείται σε σχέση με τον νόμο, θεωρεί το πρόβλημα λυμένο, τοποθετεί τους ήρωές του υπεράνω πάσης ηθικής,και τους παρουσιάζει να καταδιώκουν τους αδύναμους(τις γυναίκες που είναι όλες βρόμες,τους ανθρώπους που είναι όλοι εξαγοράσιμοι,δειλοί και διεστραμμένοι).Εδώ, έχουμε απλώς να κάνουμε με μια λογοτεχνία της περιφρόνησης-δηλαδή μια λογοτεχνία που περιφρονεί τον αναγνώστη και του προσφέρει σκηνές σαδισμού και πορνογραφίας, για να απολαύσει δι΄ αντιπροσώπου. Και κρύβει από τον αναγνώστη το ζήτημα της νομιμότητας του Δικαίου.

Έχοντας πάντως πιο πριν,στην 221,δηλώσει :

Δεν νομίζω ότι θα επιστρέψουν οι μεγάλοι συγγραφείς ούτε μέσα σ’ έναν αιώνα ούτε ποτέ, εκτός κι αν επέλθει μια ολοκληρωτική κατάρρευση του πολιτισμού και μια καινούργια αρχή από το μηδέν. Πιστεύω απλούστατα ότι έχουμε πράγματι κάνει τον κύκλο όλων των μορφών.Οι μοντερνιστές σαλτιμπάγκοι δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να ζεσταίνουν τα υπολείμματα του Σελίν, του Τζόϊς,του Νταντά.Έτσι ώστε να κρατάμε εμείς τη σωστή άκρη, εμείς που διεκδικούμε το δικαίωμα να χρησιμοποιούμε και να αναμειγνύουμε όλες τις μορφές για να «διηγηθούμε τις μικρές μας ιστορίες»…Το ίδιο συμβαίνει στη μουσική, στη ζωγραφική,παντού.

 

* Σύνδεσμοι που καλό θα ήταν να δείτε, εδώεδώ και εδώ.

** Στο “Μελαγχολικό Κομμάτι της Δυτικής Ακτής” που προηγήθηκε(το έγραψε το 1976) χτίζονται αλλιώς μέσα στην μυθοπλασία τα πρόσωπα και οι καταστάσεις και,για να εξιλεωθώ για το πιο πάνω κείμενο,αφού ομολογήσω ότι  θεωρώ πολύ καλύτερο το “Μελαγχολικό Κομμάτι της Δυτικής Ακτής” θα επανέλθω στον Μανσέτ με επαίνους και μόνον επαίνους αλλά για τον Ζωρζ Ζερφώ,τον κεντρικό ήρωά του σ΄αυτό.

*** Πανωλεθρία.Σε όλα τα σημεία.Ή μάλλον σχεδόν σε όλα .Εκτός από ένα και μοναδικό. Όποιος το βρει κερδίζει λουκουμάκι.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top