Fractal

Ιστορίες Μέλλοντος: “Η εξέλιξη”

Του Κώστα Αρκουδέα // *

 

mellonarkoudeas

 

Χαμηλόφωνα, σχεδόν ψιθυριστά, προσέχοντας μη γίνει αντιληπτή, μια δημοσιογρά-φος υπερβολικά αδύνατη, με μαλλιά στο χρώμα του χαλκού, κοίταξε ψηλά και είπε:

«Ο ουρανός είναι βαρύς. Σε λίγο θα βρέξει».

Καλά κρυμμένοι πίσω από τα πλατιά φυλλώματα, τα μέλη του τηλεοπτικού συνεργεί-ου φίλμαραν μες στο λυκαυγές. Η κάμερα παρακολουθούσε μια ομάδα ανθρώπων που ελάχιστα θύμιζαν ανθρώπους. Στέκονταν έξω από μια σπηλιά, η είσοδος της οποί-ας έμοιαζε με ρωγμή στα βράχια. Ημίγυμνοι, δασύτριχοι, καψαλισμένοι από τον ήλιο, έδιναν την εικόνα μιας αγέλης πιθήκων.

Δίνοντας υποβλητικό τόνο στη φωνή της, η αφηγήτρια είπε:

«Η ομάδα περιμένει την επιστροφή των κυνηγών, που εξασφαλίζουν την καθημερινή τροφή. Μας δίνεται, έτσι, η ευκαιρία να μελετήσουμε τα μέλη της».

Ο φακός εστίασε πάνω στα πρόσωπα των μελών της ομάδας. Παρατηρώντας τις μορ-φές τους, η δημοσιογράφος ανέλαβε τις συστάσεις:

«Αυτός είναι ο Θρασύδειλος. Αυτή είναι η Σιωπηλή. Αυτή η Τρελή. Ο Δυνατός. Ο Αναιδής. Η Παραπονιάρα. Ο Παρορμητικός. Ο Γενναίος. Ζώντας στις σπηλιές, έχουν χάσει τα αρχικά τους ονόματα. Έχουν αποκτήσει ονόματα που αποκαλύπτουν το κυ-ριότερο στοιχείο του χαρακτήρα τους».

Ένας αρσενικός με πανί περασμένο στις λαγόνες ζύγωσε μια θηλυκή με ερωτική διά-θεση. Εκείνη αποτραβήχτηκε μ’ ένα γρύλισμα. Ο αρσενικός επέμεινε και η θηλυκή αναπήδησε, βγάζοντας μια διαπεραστική κραυγή. Ο αρσενικός απομακρύνθηκε φοβι-σμένος.

«Τα θηλυκά ανήκουν σε όλους, μα κυρίως στον αρχηγό της φυλής. Μόνο εκείνος έχει απόλυτη εξουσία πάνω τους».

Ο φακός ξαναγύρισε στην υπόλοιπη ομάδα. Στο μεταξύ, άρχισε να ψιχαλίζει. Τα μέλη του συνεργείου κάλυψαν την κάμερα με μουσαμά για να την προφυλάξουν από τη βροχή. Συνέχισαν να φιλμάρουν τα μέλη της ομάδας, που ακίνητα σαν τοτέμ περίμε-ναν την άφιξη της τροφής.

«Τα χέρια τους ξανάγιναν εργαλεία. Το ίδιο και τα πόδια τους. Μερικοί τρώνε τερμί-τες, που τους αρέσουν κιόλας. Τους λείπουν όμως οι πρωτεΐνες και το ζωικό λίπος. Γι’ αυτό, αν οι κυνηγοί γυρίσουν με τα χέρια γεμάτα, τους επιφυλάσσουν ενθουσιώδη υποδοχή. Αντίθετα, αν γυρίσουν με τα χέρια άδεια, ξεσπούν ομηρικοί καβγάδες».

Μια θηλυκή βγήκε από τη σπηλιά κρατώντας αγκαλιά το βρέφος της. Σκαρφάλωσε στο λοφίσκο και κοίταξε στο βάθος, περιμένοντας κι εκείνη την επιστροφή των κυνηγών.

«Τις νύχτες μαζεύονται γύρω από τη φωτιά. Κοιτάζουν τις φλόγες και θυμούνται την προηγούμενη ζωή τους. Θυμούνται όσα έχουν αφήσει πίσω τους. Μπορεί να ζουν όπως ζούσε ο άνθρωπος πριν από χιλιάδες χρόνια, στην αυγή της Ιστορίας, αλλά στην πραγματικότητα δεν έχουν περάσει παρά λίγες δεκάδες χρόνια από τότε που εγκατέ-λειψαν τις πόλεις και ήρθαν να ζήσουν εδώ, στις περουβιανές Άνδεις. Οι άνθρωποι αυτοί είχαν κάποτε οικογένεια. Είχαν σπίτι, υποχρεώσεις, κανονική δουλειά. Οι γερο-ντότεροι απεβίωσαν, μα οι απόγονοί τους συνέχισαν να ζουν εδώ, στις σπηλιές. Σκο-πός τους είναι ένας και μοναδικός: να επιβιώσουν. Να επιζήσουν με κάθε τρόπο».

Η θηλυκή, με το βρέφος πάντα αγκαλιά, κατέβηκε απογοητευμένη από το λοφίσκο και επέστρεψε με μεγάλα πηδήματα στη σπηλιά.

«Η μητέρα της γυναίκας αυτής ήρθε εδώ από τη Λα Παζ, την πρωτεύουσα της Βολιβί-ας, μια πόλη πάμπτωχη, με ασταθές πολιτικό κλίμα και πορείες διαμαρτυρίας που συχνά πνίγονται στο αίμα. Οι υπόλοιποι ήρθαν από το νησί Αμαντάνι και απ’ το Κού-σκο, την παλιά πρωτεύουσα των Ίνκας. Παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον να βλέπει κανείς πόσο σύντομα απέβαλαν τις πολιτισμένες τους συνήθειες. Πόσο σύντομα μετα-βλήθηκαν σε αγρίους».

Η βροχή δυνάμωσε, μα κανένα μέλος της ομάδας δεν μετακινήθηκε από τη θέση του.

 

(Πρώτη δημοσίευση: 16 Νοεμβρίου 2012 στις διαδικτυακές «Σελίδες» των εκδόσεων Καστανιώτη)

 

arkoudeas_k* Ο Κώστας Αρκουδέας γεννήθηκε στην Αθήνα την Καθαρά Δευτέρα του 1958. Μετά από πολλές περιπλανήσεις, επέστρεψε στην πρωτεύουσα και εργάστηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού, στο οποίο παραμένει μέχρι σήμερα. Δημοσίευσε για πρώτη φορά το 1986 τη συλλογή ιστοριών «Άσ’ τον Μπομπ Μάρλεϋ να περιμένει». Στη συνέχεια εξέδωσε την τριλογία «Η πόλη με τα χίλια πρόσωπα» (1987) και το μυθιστόρημα με εγκιβωτισμένα διηγήματα «Το τραγούδι των τροπικών» (1988). Ακολούθησαν τα μυθιστορήματα «Τα κατά Αιγαίον πάθη» (1994), «Ποτέ τον ίδιο δρόμο» (1999), «Ο πειρατής» (2003), «Ο Μεγαλέξανδρος και η σκιά του» (2004), «Ο αριθμός του Θεού» (2008) και «Παράφορο πάθος» (2013). Εξέδωσε ακόμα τις νουβέλες «Και πρόσεχε να μην πετρώσεις» (1996), «Και τώρα δεν είναι αργά» (2014), τη συλλογή διηγημάτων «Όλες οι μέρες Κυριακή» (2000), το απάνθισμα μικρών κειμένων «Τα σιγκλάκια» (2010) και το παραμύθι «Η πολύχρωμη σβούρα» (2013).

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top