Fractal

Ιστορίες Μέλλοντος: “Η Τρύπα”

Του Νίκου Χρυσού // *

 

mellonxrysos

 

Εκείνη την εποχή τα βλέμματα ήταν στραμμένα προς τα πάνω, λες και καθετί σπουδαίο θα συνέβαινε στον ουρανό• μόνο ο Θαλής διαφωνούσε επιμένοντας πως τέτοιες ιδέες αποτελούσαν κατάλοιπα θρησκοληψίας κι ήταν ώρα να ξεμπερδεύουμε μαζί τους μια και καλή. Αγνοώντας τις θεωρίες του, οι πάντες διάβαζαν Χόκινγκ, Σάγκαν ή Φάινμαν, ενώ οι κλασικιστές μελετούσαν Αϊνστάιν κι Οπενχάιμερ. Όλοι περίμεναν το μέλλον εναγωνίως, παρακολουθούσαν κάθε καινούργια θεωρία κι εφαρμογή, ελπίζοντας να δουν σύντομα ιπτάμενα αυτοκίνητα και τρένα, συσκευές διακτινισμού, εποικήσεις άγνωστων πλανητών, και όμως ελάχιστοι μνημόνευαν τον Ουέλς ή τον Βερν.

«Ο Ιούλιος είχε ανοιχτές τις αντένες προς κάθε κατεύθυνση», είπε ο Θαλής κάποτε.

«Το Σάνσελορ είναι αριστούργημα», συμπλήρωσα εγώ. Με κοίταξε απαξιωτικά.

Ζούσαμε σε διπλανά διαμερίσματα από παιδιά• μαζί πρωτοδιαβάσαμε τη Σπορά στο Διάστημα και τα άλλα έργα του Ντένικεν, καθώς και τις εικασίες του Χαμπλ, αλλά σύντομα ο φίλος μου διατύπωσε ένα πρώτο σχεδίασμα της θεωρίας του κι εκείνα τα βιβλία κατέληξαν στα σκουπίδια.

Για πέντε έτη παρακολούθησα μαθήματα Μηχανολογίας σε μια γειτονική πόλη και δεν βλεπόμασταν τόσο συχνά όσο παλιά, ωστόσο διατηρούσαμε στενή επαφή. Ο Θαλής εν τω μεταξύ μελετούσε αρχιτεκτονική, ηλεκτρολογία, φυσική των ρευστών, χημεία εκρηκτικών υλών, βιολογία, θερμοδυναμική• δεν φοιτούσε σε κάποιο εκπαιδευτικό ίδρυμα, παρά κλεισμένος στο διαμέρισμα εργαζόταν δεκαοχτώ ώρες τη μέρα ακολουθώντας αυστηρό πρόγραμμα. Οι γονείς του είχαν πεθάνει μερικά χρόνια νωρίτερα σε αεροπορικό δυστύχημα και τίποτα δεν αποσπούσε την προσοχή του.

Στα εικοστά πέμπτα γενέθλιά του με οδήγησε σ’ ένα περιφραγμένο οικόπεδο έξω από την πόλη.

«Το μέλλον είναι κάτω απ’ τα πόδια μας», είπε ενώ πλησιάζαμε την πελώρια μεταλλική κατασκευή στο κέντρο του οικοπέδου, που έμοιαζε με τέντα τσίρκου.

Είχε ολοκληρώσει τις προετοιμασίες• κάτω από τη σιδερένια τέντα έχασκε ήδη μια τρύπα διαμέτρου εξήντα ποδών και βάθους τριών μέτρων. Ένα κλουβί δύο επί δύο επί δύο –ο ανελκυστήρας της Τρύπας–, προσαρμοσμένο σε τηλεχειριζόμενο γερανό, κρεμόταν από πάνω. Ο χώρος γεμάτος υλικά, εργαλεία κι ό,τι άλλο ήταν αναγκαίο για το εγχείρημα, ενώ στη στέγη ένας υδατοσυλλέκτης συνδεδεμένος με μια δεξαμενή χλωρίωσης υδροδοτούσε την Τρύπα μέσω αγωγών αλουμινίου. Δίπλα στον γερανό μια ντουζίνα κιβώτια περιείχαν ξηρά τροφή, σπόρους, σκεπάσματα, ρούχα, μικροεργαλεία και χρυσές λίρες• είχε φροντίσει να ρευστοποιήσει όλη την περιουσία που κληρονόμησε απ’ τους γέρους του.

Αντί να κόψουμε τη γενέθλια τούρτα, αρχίσαμε αμέσως το σκάψιμο. Τη θεωρία του μέσες άκρες την ήξερα κι όποια απορία μου θα διευκρινιζόταν στο άμεσο μέλλον – είχαμε άφθονο χρόνο μπροστά μας.

Βγαίνοντας δυο χρόνια μετά, δεν είδα καμιά σημαντική αλλαγή. Βιάστηκα να πάρω όσες προμήθειες είχαμε προγραμματίσει κι αν δεν γνώριζα τη Ρίτα, θα επέστρεφα στην Τρύπα την ίδια κιόλας ημέρα. Έμεινα τελικά μια εβδομάδα κι ήταν το μεγαλύτερο διάστημα που πέρασα εκτός.

«Νόμιζα πως δεν θα γυρίσεις», είπε ο Θαλής.

«Δεν άλλαξε τίποτα εκεί έξω», είπα κι αυτό τον ικανοποίησε.

«Πώς ήταν ο ανελκυστήρας;» ρώτησε λίγες μέρες μετά.

«Αργός».

«Ίσως χρειάζεται βελτίωση».

«Γιατί δεν τον δοκιμάζεις;»

Κοίταξε γύρω του και δεν απάντησε.

Κάθε βράδυ συμπλήρωνα το ημερολόγιο της Τρύπας, το οποίο αριθμεί πια εκατόν σαράντα τόμους, τέσσερις για κάθε έτος. Στην αρχή κατέγραφα μονάχα την πορεία της έρευνας, υπολογισμούς κι επιστημονικές παρατηρήσεις, μα έπειτα από λίγο ξεκίνησα να σημειώνω κάθε απίθανη λεπτομέρεια.

Ημέρα 332η: Ένας αρουραίος έκλεψε την τελευταία γομολάστιχα. Πρέπει να αποφεύγω τα λάθη μέχρι την επόμενη αποστολή τροφοδοσίας.

Ημέρα 1.714η: Οι φετινές ξηρασίες προκάλεσαν μείωση στα αποθέματα νερού. Ευτυχώς, ο οργανισμός προσαρμόζεται σε νέους μεταβολικούς ρυθμούς.

Ημέρα 2.987η: Ένα θρόισμα ανάμεσα στα τοιχώματα έφερε μεγάλη αναστάτωση. Ώρες μετά, ανακαλύψαμε μια σαύρα του γένους Dibamus, δεν ανήκει στα γνωστά είδη, κατά τον Θαλή πρόκειται για στενοενδημικό είδος αταξινόμητο ως τώρα. Το ονομάσαμε Dibamus foraminis. Η δουλειά πήγε πίσω κατά είκοσι ώρες.

Ημέρα 5.479η: Ο Θαλής είχε σήμερα τα τεσσαρακοστά του γενέθλια, μα δεν είχε διάθεση να γιορτάσουμε.

Μέχρι να φτάσουμε τα δύο χιλιόμετρα βάθος, είχαμε ήδη αναπτύξει τεχνολογία παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος εκμεταλλευόμενοι τις μεταβολές θερμοκρασίας και πίεσης. Η αργή και σταδιακή κάθοδος επανασυντόνιζε τις ζωτικές λειτουργίες κι έτσι δεν αντιμετωπίζαμε δυσάρεστα προβλήματα. Υπήρχαν βέβαια κάποιες οδυνηρές παρενέργειες κατά τις μετακινήσεις προς ή από την επιφάνεια, αλλά δεν ήμουν υποχρεωμένος να τις υπομένω συχνότερα από μια ή δυο φορές ετησίως.

Με τη Ρίτα βρεθήκαμε τέσσερα ακόμα βράδια τα επόμενα χρόνια κι έπειτα δεν την ενόχλησα ξανά. Ο Θαλής δεν βγήκε ποτέ έξω.

Ενώ ήμασταν στα δεκαεφτά χιλιόμετρα, σχεδίασε μια πρωτοποριακή συσκευή ασύρματης επικοινωνίας, όμως μια και δεν υπήρχε κανείς να επικοινωνήσουμε, το πρότζεκτ έμεινε στα χαρτιά.

«Άσκοπες επαφές θα επιβράδυναν το εγχείρημα», είπε.

«Θα ’χε πλάκα», είπα.

«Το μέλλον δεν θα περιμένει για πάντα», είπε κι έκλεισε τη συζήτηση.

Στα είκοσι τρία χιλιόμετρα κάτω απ’ την επιφάνεια ο αέρας είναι πυκνός ακόμα και για τα δικά μας πνευμόνια κι η δουλειά προχωράει αργά.

«Βαρύναμε πια», παραδέχτηκε ο Θαλής πριν από δυο βδομάδες κι ήταν η πρώτη φορά ύστερα από τριάντα πέντε χρόνια που τον άκουσα να διατυπώνει μια απαισιόδοξη σκέψη.

Συνειδητοποίησα πως κατά μέσο όρο καλύπτουμε απόσταση μικρότερη του ενός χιλιομέτρου κατ’ έτος, αν και τα πρώτα χρόνια είχαμε ταχύτατη πρόοδο.

Το συρματόσχοινο του γερανού έσπασε πριν από τετρακόσιες δώδεκα μέρες και δεν υπάρχει πια τρόπος να επιστρέψουμε στην επιφάνεια. Η βάση μεγαλώνει όσο βαθαίνει η Τρύπα, σαν ένας κόλουρος κώνος αέρα να βυθίζεται όλο και βαθύτερα στη γη. Έχει πια διάμετρο πεντακόσια πόδια κι υπάρχει άφθονος χώρος για να αποθηκεύουμε τα υλικά της εξόρυξης κατά την κατάβαση. Πού και πού δουλεύουμε ο καθένας σε διαφορετικό σημείο, κρυμμένοι πίσω από μεγάλους λόφους και δεν συναντιόμαστε για ώρες.

Την τελευταία φορά που ανέβηκα επάνω, πριν από δυο χρόνια, οι άλλοι ετοίμαζαν τουριστικά ταξίδια στο φεγγάρι και τα ιπτάμενα αυτοκίνητα σάρωναν αδιάκοπα τον ουρανό. Επέστρεψα ζαλισμένος απ’ τη βαβούρα. Στον Θαλή έφερα άρθρα εφημερίδων που έλεγαν για οδυνηρά δυστυχήματα και για αποτυχημένα πειράματα. Μετά τα σαράντα δεν του έδωσα ξανά ολόκληρη εφημερίδα κι έτσι πια δεν του κάνει εντύπωση που βλέπει μόνο αποκόμματα.

Σήμερα το πρωί το τρυπάνι βρήκε σε μια σκληρή επιφάνεια κι έγινε κομμάτια, δοκιμάσαμε το εφεδρικό αλλά κι αυτό δεν άντεξε για πολύ. Έπειτα από αναρίθμητες μετρήσεις κι αναλύσεις καταλήξαμε πως ένας εξαιρετικά ανθεκτικός κρύσταλλος άνθρακα μας κόβει τον δρόμο. Καθόμαστε πάνω σ’ ένα τεράστιο διαμάντι.

«Είμαστε πλούσιοι», είπα.

«Ξεκουράσου», είπε ο Θαλής, «ήταν μια δύσκολη μέρα».

Χωρίς σκάψιμο οι ώρες μοιάζουν τεράστιες. Χτες παραλίγο να πιαστούμε στα χέρια για μια ασήμαντη αφορμή. Εκνευρισμένος άρχισα να αραδιάζω όσα επιτεύγματα είχα συναντήσει εκεί έξω όλα αυτά τα χρόνια, του ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι κι έτρεξε να κρυφτεί πίσω από έναν λόφο πυριτικής σύστασης• δεν τον ξαναείδα για ώρες. Όταν επέστρεψε, κάθισε απέναντί μου. Έφερα δυο ποτήρια κι ένα μπουκάλι ουίσκι. Δεν πίνουμε τακτικά, αλλά σύμφωνα με το ημερολόγιο της Τρύπας καταναλώσαμε είκοσι επτά λίτρα αλκοόλ σε δυο χρόνια. Αυτή η φιάλη ήταν ήδη είκοσι ετών κι η τελευταία στην κάβα.

«Τι μέρα είναι;» ρώτησε ο Θαλής.

Κοίταξα βιαστικά τα τεφτέρια μου.

«Σε τριάντα έξι ώρες μπαίνει ο καινούργιος χρόνος».

«Ξανά απ’ την αρχή», μονολόγησε.

«Μένουν δυο δάχτυλα ουίσκι».

«Ας τα πιούμε».

«Πάει κι αυτό», είπα αδειάζοντας τις τελευταίες σταγόνες στα ποτήρια.

«Το αλκοόλ δεν κάνει καλό στην ηλικία μας», είπε.

«Συγγνώμη για πριν», απολογήθηκα.

«Τελικά, το μέλλον δεν ήταν για μας», είπε ύστερα από λίγο.

Απ’ τα τοιχώματα της Τρύπας ακούστηκε ένας ήχος σαν σούρσιμο, κανείς μας δεν έδωσε σημασία, είχαμε να δούμε σαύρα ή ποντίκι πάνω από είκοσι χρόνια.

 

nikos_xrysos

 

* Ο Νίκος Χρυσός γεννήθηκε το 1972. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Από τις Εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορεί το μυθιστόρημά του Το μυστικό της τελευταίας σελίδας, ενώ διηγήματά του έχουν συμπεριληφθεί σε συλλογικούς τόμους. Επιμελήθηκε την σχολιασμένη επανέκδοση του βιβλίου Αξέχαστοι καιροί του Λευτέρη Αλεξίου που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Καστανιώτη.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top