Fractal

✔ Ισμήνη Καπάνταη: “Και στο αστυνομικό, απαντήσεις γυρεύω!”

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα // 

 

 

Όταν η μεγάλη κυρία του ιστορικού μυθιστορήματος γράφει αστυνομικό μυθιστόρημα, είναι είδηση. Πόσο μάλλον όταν αναφέρεται στα χρόνια εκείνα της ψεύτικης ευμάρειας και της απατηλής ευτυχίας. Διότι η Ισμήνη Καπάνταη υπογράφοντας το βιβλίο «Αστική οικία στο Χαλάνδρι», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ίκαρος, απαντήσεις γυρεύει να βρει στο πώς ακριβώς φτάσαμε μέχρι εδώ: «Θα έλεγα ωστόσο ότι ένας από τους λόγους που μας εμπόδιζε να αντιληφθούμε την πραγματικότητα ήταν η έλλειψη επικοινωνίας. Και δεν εννοώ βέβαια την ηλεκτρονική ή την έντυπη που αφθονούσε, αλλά την επικοινωνία μεταξύ μας, ως μέλη μιας κοινότητας. Λειτουργούσαμε ως μονάδες αδιαφορώντας για τον διπλανό μας, χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι η ύπαρξή μας σε κάποιον βαθμό, μικρόν ή μεγάλο, είτε το θέλουμε είτε όχι, εξαρτάται κι απ’ αυτόν, ότι στις κοινωνίες υπάρχει πέραν των κοινών συμφερόντων και η αλληλεξάρτηση, και σταματώ εδώ για να μήν πω η αλληλεγγύη», θα πει μεταξύ άλλων πολλών στη συνέντευξή μας στον Φιλελεύθερο.

 

-Από το ιστορικό στο αστυνομικό μυθιστόρημα, τι μεσολάβησε; Τι επιτρέπει σε ένα συγγραφέα το ένα και τι το άλλο; Κυρία, Καπάνταη, σε ποιο αναδεικνύεται ή σκιαγραφείται καλύτερα η εποχή;

-Για εμένα τόσο στο «ιστορικό» μυθιστόρημα όσο και στο αστυνομικό κι ακόμα και στην «Κυνική Ιστορία», όπου ήρωες είναι σκύλοι που λειτουργούν όμως ως άνθρωποι σημερινοί -ένα από τα βιβλία μου που αγαπώ πολύ- εγώ λειτουργώ πάντα κατά τον ίδιο τρόπο. Ερωτήματα θέτω, προσπαθώ ν’ αντιληφθώ τί μας συμβαίνει, άλλοτε ανατρέχοντας σε χρόνους περασμένους, όπου όμως τα ουσιώδη ανθρώπινα προβλήματα παραμένουν τα ίδια, και άλλοτε κινούμενη στη σύγχρονη εποχή. Απαντήσεις γυρεύω.

 

-Τι είχε η δεκαετία του ’90, στην οποία τοποθετείτε και το μυθιστόρημα, που δεν μας επέτρεπε να δούμε όλο αυτό το δύσκολο κι αλλόκοτο που θα ακολουθούσε;

Δεν ξέρω. Μακάρι να ήξερα. Την απάντηση θα την δώσουν οι ιστορικοί του μέλλοντος, θα έλεγα ωστόσο ότι ένας από τους λόγους που μας εμπόδιζε να αντιληφθούμε την πραγματικότητα ήταν η έλλειψη επικοινωνίας. Και δεν εννοώ βέβαια την ηλεκτρονική ή την έντυπη που αφθονούσε, αλλά την επικοινωνία μεταξύ μας, ως μέλη μιας κοινότητας. Λειτουργούσαμε ως μονάδες αδιαφορώντας για τον διπλανό μας, χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι η ύπαρξή μας σε κάποιον βαθμό, μικρόν ή μεγάλο, είτε το θέλουμε είτε όχι, εξαρτάται κι απ’ αυτόν, ότι στις κοινωνίες υπάρχει πέραν των κοινών συμφερόντων και  η αλληλεξάρτηση, και σταματώ εδώ για να μην πω η αλληλεγγύη.

 

-Και τι μας επιτρέπει να «δούμε» αυτό το ξανακοίταγμα εκείνης της φαντεζί και ψεύτικης, ως εικονική πραγματικότητα, εποχής;

Μα η πραγματικότητα που εμφανίστηκε ξαφνικά γυμνή μπροστά μας έχοντας βγάλει τα ρούχα της μασκαράτας, η πραγματικότητα που μας υποχρεώνει τώρα να βγάλουμε κι εμείς τις στολές μας και να κοιταχτούμε στον καθρέφτη, να δούμε δηλαδή ποιοί είμαστε πραγματικά και όχι ποιοί θα θέλαμε να είμαστε, κοπιάροντας πρότυπα συνήθως ακαλαίσθητα και αγοραία..

 

-Τι μας έκανε τόσο «τυφλούς», κυρία Καπάνταη;

Η άρρωστη, θα την έλεγα, πλεονεξία που μας κατέλαβε ξαφνικά. Η διάθεση επίδειξης για την επίδειξη, η έλλειψη στόχων και, κυρίως η έλλειψη κοινής λογικής. Η αδυναμία μας να κρίνουμε και να βγάλουμε συμπεράσματα κι αυτό σ’ ό,τι αφορούσε πράγματα σχετικά απλά, η αδιαφορία μας για το αύριο που αναπόφευκτα κάποτε θα ξημέρωνε όπως ξημέρωσε κι έπρεπε να το δούμε, να το αποδεχτούμε και να το αντιμετωπίσουμε .

 

-Εάν είχαμε καταδεχτεί να δούμε κάποια πράγματα, θα μπορούσαν να έχουν έρθει τα πράγματα αλλιώς;

Νομίζω πως ναι, γι’ αυτά όμως μόνον οι ιστορικοί του μέλλοντος θα έχουν την δυνατότητα να δώσουν απαντήσεις.

 

-Βγήκε κάτι απ’ όλο αυτό το ζόρι;

Δεν ξέρω, ενδεχομένως για τα πολύ νέα παιδιά, τα παιδιά που ενώ τώρα αντιμετωπίζουν τρομαχτικές δυσκολίες, μοιάζει ότι δεν το βάζουν κάτω.

 

-Άλλαξε ο αξιακός κώδικας, κυρία Καπάνταη;

Είναι, νομίζω, πολύ νωρίς για να βγάλουμε συμπεράσματα, χρειάζεται χρόνος.

 

-Σε όλο αυτό που μας συνέβη, φταίξαμε όλοι; Φταίμε κι εμείς;

Ασφαλώς και φταίξαμε όλοι. Όλοι ανεξαιρέτως. Εγώ βρίσκομαι στα πρόθυρα της  κατάθλιψης νοιώθοντας  ενοχές, θεωρώντας ότι φταίω όχι για κάτι που έκανα αλλά για κάτι που δεν έκανα. Ακόμα και όσοι μπορεί να  τα ζήσαμε απλώς ως θεατές, χωρίς να έχουμε καμία ανάμιξη και  κανένα όφελος, πιστεύω ότι φταίξαμε. Ίσως, μάλιστα, εμείς ειδικά να φταίξαμε περισσότερο.

 

-Γιατί δεν αντιδρούμε, έστω και σήμερα, κυρία Καπάνταη;

Άλλη μια απάντηση που θα την δώσουν αργότερα, αν την δώσουν, ιστορικοί και κοινωνιολόγοι.

 

 

-Στην «Αστική οικία στο Χαλάνδρι» τι γεννήθηκε πρώτο; Ο χώρος, ο χρόνος, η ιστορία, ποιο απ’ όλα ήταν η βασική αρχή;

Ο χρόνος. Στην «Αστική Οικία στο Χαλάνδρι» οι ήρωές της ενεργούν κατά τον τρόπο που ενεργούν επειδή ζούν στην δεκαετία του -90. Η εποχή τους και όσα προηγήθηκαν της εποχής τους, τους επιβάλλει έναν τρόπο σκέψεως, ένα συγκεκριμένο τρόπο θεώρησης του κόσμου, πολύ πιο επιτακτικά απ’ ότ,ι, όταν τους πιέζει να φορέσουν τα τελευταία «σινιέ» και ακριβοπληρωμένα μοντελάκια καθώς και τις «μαϊμούδες» τους.

 

-Το πώς θα τελειώσει η ιστορία σας το γνωρίζατε από την αρχή;

Ποτέ δεν ξέρω πως θα τελειώσει, όταν αρχίζω να γράφω την όποια ιστορία μου.

 

-Είναι ένας τρόπος αντίστασης, επιβίωσης, κατανόησης η συγγραφή ενός αστυνομικού;

Αν συμβαίνουν όλα αυτά όταν γράφουμε μυθιστορήματα, τότε σίγουρα συνέβησαν κι όταν έγραφα την «Αστική Οικία στο Χαλάνδρι».

 

-Τι σημαίνει ένα αστυνομικό μυθιστόρημα στις μέρες μας, κυρία Καπάνταη;

Είναι το μυθιστόρημα στο οποίο ο αναγνώστης καλείται να λύσει κάποιο πρόβλημα. Κατά κανόνα πρόκειται για φόνο, ή ενδεχομένως για κάποια μεγάλη απάτη και ο συγγραφέας πρέπει, παραθέτοντας κατά την διάρκεια της αφήγησης στοιχεία που να οδηγούν στην επίλυση του προβλήματος, να το κάνει με τρόπο παραπλανητικό ώστε το μυστήριο να παραμένει δισεπίλυτο μέχρι το τέλος.  Κατά την άποψή μου, ωστόσο, για να είναι καλό ένα αστυνομικό μυθιστόρημα μεγάλο ρόλο παίζει πέραν του μυστηρίου και το χτίσιμο των χαρακτήρων.

 

-Από το «Επτά φορές το δαχτυλίδι» το 1989 ως την «Αστική Οικία στο Χαλάνδρι» τι χάθηκε και τι κερδήθηκε; Στη ζωή και στη γραφή…

Δύσκολο να δώσω μιαν απάντηση. Οι απαντήσεις μου θα μπορούσε να είναι πολλές, κι αυτό σε ό,τι αφορά την ζωή μου· σε ό,τι αφορά την γραφή, εκεί απάντηση δίνουν οι αναγνώστες, την τελική όμως την δίνει μόνον ο χρόνος. Επανέρχομαι λοιπόν στα της ζωής και επιλέγω να θεωρώ τον εαυτό μου κερδισμένο, παρ’ όλα όσα χάθηκαν στην πορεία, όπως χάνονται άλλωστε σε όλες τις ανθρώπινες ζωές.

 

-Σας άρεσε ήδη το αστυνομικό μυθιστόρημα; Εσείς διαβάζατε ή διαβάζετε αστυνομικά; Αγαπημένοι σας συγγραφείς; Αγαπημένα βιβλία;

Μα ασφαλώς και μου αρέσει. Είναι ένα πολύ ωραίο είδος όταν είναι καλογραμμένο κι ας μην ξεχνάμε πως αστυνομικό μυθιστόρημα έχει γράψει και ο τεράστιος Έντγκαρ Άλλαν Πόε. Άλλοι συγγραφείς; Ο Κόναν Ντόυλ, η Π.Ντ. Τζέημς, η Πατρίτσια Χάϊσμιθ και η αξεπέραστη, τουλάχιστον στο «Ποιός σκότωσε τον Ρότζερ Άκροϋντ», Άγκαθα Κρίστι. Τελευταία διάβασα και Τζό Νέσμπο. Άλλο είδος αυτό, «καταιγιστική δράση», όπως λένε …

 

 

Η συνέντευξη δημοσιεύθηκε με άλλον τίτλο στην εφημερίδα Φιλελεύθερος.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top