Fractal

Ηλίας Μαγκλίνης: «Μπορεί να νομίζουμε ότι έχουμε ξοφλήσει με το παρελθόν αλλά το παρελθόν δεν έχει ξοφλήσει με εμάς»

Συνέντευξη στην Αργυρώ Μουντάκη //

 

magklinis_cover

 

Η «Πρωινή Γαλήνη» (Μεταίχμιο, 2015) είναι το τελευταίο βιβλίο του συγγραφέα και δημοσιογράφου Ηλία Μαγκλίνη. Παρακολουθεί την πορεία ενός νεαρού Αξιωματικού, που περνώντας αποτυχημένα από την Πολεμική Αεροπορία καταλήγει να γίνει Αξιωματικός στον Στρατό Ξηράς και τελικά αποστέλλεται στον πόλεμο της Κορέας. Με αφορμή αληθινά γεγονότα ο συγγραφέας στήνει μία μυθοπλασία που έχει έντονα στοιχεία όχι μόνο από τον πόλεμο εκτός Ελλάδας, αλλά και από τον εμφύλιο. Ο ερωτισμός και η ευαισθησία όμως δεν λείπουν καθόλου από το κείμενο του Ηλία Μαγκλίνη.

 

-Κύριε Μαγκλίνη πώς καταφέρατε να προσεγγίσετε τον πόλεμο στην Κορέα από άποψη έρευνας, έναν πόλεμο τόσο μακριά από εμάς;

Το πιθανότερο είναι πως αν δεν είχε βρεθεί στην εμπόλεμη Κορέα ο πατέρας μου, ως νεαρός ανθυποσμηναγός ιπτάμενος, να μην είχα και εγώ ασχοληθεί διότι, όπως το λέτε, είναι ένας μακρινός, ξεχασμένος πόλεμος, χαμένος κάπου κάτω από τον Β’ Παγκόσμιο, τον Εμφύλιο και όσα ακολούθησαν μεταπολεμικά στη χώρα μας, με τη χούντα, την Κύπρο κτλ. Ο πατέρας μου δεν μιλούσε πολύ, ήταν ένας πολύ προσγειωμένος άνθρωπος –μολονότι πιλότος- που απέφευγε τις υπερβολές και τις δραματοποιήσεις. Ωστόσο, το σπίτι ήταν γεμάτο φωτογραφίες, κρυμμένες, καταχωνιασμένες σε συρτάρια και κουτιά, παράσημα, έγγραφα και όλο αυτό το υλικό, μεγαλώνοντας μου φάνηκε εξαιρετικά εξωτικό, άγνωστο, παρθένο έδαφος, λογοτεχνικά μιλώντας. Στα 28 μου άρχισα σιγά σιγά την κανονική έρευνα. Πέρα από τις άτυπες «ανακρίσεις» του πατέρα μου –δίχως να γνωρίζει πως είχα ανοιχτό μαγνητόφωνο-, ανέτρεξα σε βιβλία, ελληνικά και ξένα, σε αρχεία και ντοκουμέντα, πάνω απ’ όλα όμως στις μαρτυρίες των ίδιων των βετεράνων εκείνου του πολέμου, απ’ όλη την Ελλάδα (και το εξωτερικό). Όσο ερευνούσα την υπόθεση Κορέα τόσο ανακάλυπτα πτυχές που παρουσίαζαν εξαιρετικό ενδιαφέρον και που σχετίζονταν διαθλαστικά με τον δικό μας Εμφύλιο, με όλη την ταραγμένη δεκαετία του 40 αλλά και με την πολιτικοκοινωνική συνθήκη του ελληνικού μετεμφυλιακού κράτους. Η Πρωινή Γαλήνη ωστόσο είναι ένα μυθιστόρημα, όχι ιστορικό ντοκουμέντο. Προσπάθησα να παραμείνω 100% πιστός στα γεγονότα κινούμενος όμως μέσα από επινοημένους χαρακτήρες και τις επινοημένες ζωές τους. Είναι ένα βιβλίο για την ιστορία του τότε αλλά και την προϊστορία του τώρα. Είναι ένα βιβλίο για τη μνήμη και για τραύματα, συλλογικά και προσωπικά, και πώς αυτά μπορεί να ταξιδεύουν μέσα στο χρόνο. Είναι ένα χρονικό πόθων και ονείρων, απώλειας και αγάπης με φόντο αυτό τον ξεχασμένο, εξωτικό πόλεμο.

 

proini-Έχετε ενσωματώσει αφηγήσεις του πατέρα σας μέσα στο βιβλίο;

Η Πρωινή Γαλήνη ΔΕΝ είναι η ιστορία του πατέρα μου παρά μόνον στο μέτρο που ο κεντρικός χαρακτήρας ονειρεύεται να πετάξει, να γίνει αεροπόρος. Έχουν την ίδια ηλικία και μοιράζονται τα ίδια όνειρα. Θα έλεγα πως οι εμπειρίες του μυθιστορηματικού Δημήτρη στη Σχολή Ικάρων καθώς και στην εκπαίδευση στο Τέξας βασίζονται εν πολλοίς σε αφηγήσεις του Κώστα Μαγκλίνη, του πατέρα μου – όπως και ορισμένες, μεμονωμένες εικόνες από τον πόλεμο της Κορέας. Αλλά ως εκεί.

 

-Ο ήρωάς σας βιώνει μία εξευτελιστική αποτυχία. Οδυνηρή φαντάζομαι και για εσάς που του χαράζετε την πορεία του.  

Θα ήθελα πολύ ο Δημήτρης να συνεχίσει την εκπαίδευση στην Αμερική. Το κεφάλαιο αυτό είναι ένα βιβλίο από μόνο του. Ωστόσο, όταν βάζεις τους χαρακτήρες σου σε μπελάδες, τότε έχει κάτι πραγματικά να αφηγηθείς και εδώ τον ταλαιπώρησα πολύ είναι η αλήθεια.

 

-Ο ήρωάς σας έχει στοιχεία θάρρους αλλά και φοβίες. Παλεύουν τα “μέσα” με τα “έξω” του. Αυτή η αντίφαση τι αναδεικνύει για εσάς;

Αυτό το εγγενές, αυτονόητο στοιχείο που εμπεριέχει ο καθένας μας. Ότι είμαστε πλάσματα αντιφατικά. Και ότι αυτή η αντίφαση μας εξοργίζει, μας σοκάρει, την αρνούμαστε, υποκρινόμαστε ότι δεν υπάρχει. Θέλουμε να φανταζόμαστε ότι είμαστε οι μονοκόματοι, θετικοί βεβαίως, άνθρωποι που νομίζουμε ότι είμαστε. Αυτή η αντίφαση βρίσκεται στην καρδιά κάθε ανθρώπου, με διαβαθμίσεις βέβαια. Για παράδειγμα, και για να πω κάτι ακραίο, οι ναζί εκτιμούσαν τον Σούμπερτ, αγαπούσαν τα σκυλιά αλλά εξόντωναν οικογένειες και παιδιά. Ίσως, και μιλώ προσωπικά εδώ, μέσω του Δημήτρη να προσπαθούσα να συμφιλιωθώ με τις δικές μου αντιφάσεις, με τις στιγμές κατά τις οποίες έχω αισθανθεί ότι στάθηκα αντάξιος των περιστάσεων και με εκείνες που στοιχειοθετούν τις μύχιες αναξιοπρέπειές μου.

 

-Ο εμφύλιος τελικά τι θεωρείτε ότι καταλήγει να συμβολίζει στην ιστορία της Ελλάδας;

Δεν συμβολίζει τίποτα. Ο Εμφύλιος ΕΙΝΑΙ η Ελλάδα. Το διχαστικό στοιχείο, η τάση, η ροπή για ρήξη και σύγκρουση και η αδυναμία μας στη σύνθεση, είναι κάτι εγγενές μέσα μας. Θυμίζω ότι καταμεσής της Επανάστασης του 1821, είχαμε δύο, όχι έναν, εμφύλιους πολέμους. Θυμίζω επίσης τον Εθνικό Διχασμό. Ότι η κυπριακή τραγωδία το 1974 είναι πρωτίστως δικό μας έργο και δευτερευόντως των ξένων παραγόντων.

 

-Βλέπετε αποτυπώσεις του εμφυλίου στην σύγχρονη ελληνική κοινωνία; 

Βέβαια. Κοιτάξτε γύρω μας σήμερα, αυτή την πόλωση, την τοξικότητα που εκφράζεται με όρους εμφυλιοπολεμικούς, έννοιες της δεκαετίας του 40 και του 1922 (γερμανοτσολιάδες, Τσολάκογλου, εθνοπροδότες, Γουδί, συνεργάτες κτλ.) Μπορεί να νομίζουμε ότι έχουμε ξοφλήσει με το παρελθόν αλλά το παρελθόν δεν έχει ξοφλήσει με εμάς.

 

-Νιώθω ότι το βιβλίο σας έχει δομικά στοιχεία αμερικάνικης λογοτεχνίας, κάτι που θεωρώ ότι είναι ενσωματωμένο πολύ πετυχημένα και μου αρέσει εξαιρετικά…

Σας ευχαριστώ πολύ. Το σχόλιο αυτό ηχεί σαν μουσική στ’ αυτιά μου. Η αλήθεια είναι ότι ειδικά σε ό,τι αφορά την Πρωινή Γαλήνη, συνειδητά τουλάχιστον, είχα κατά νου δύο συγγραφείς που δεν είναι Αμερικανοί. Τον Γκρέιαμ Γκριν και τον Τζόζεφ Κόνραντ. Ωστόσο, από τα χρόνια των σπουδών στην Αγγλία, η αμερικανική λογοτεχνία, από τον 19ο αιώνα και μετά με έχει σφραγίσει.

 

-Η συγγραφή με ποιο τρόπο “μπλέχτηκε” στη δημοσιογραφική σας πορεία; Καθώς είναι άλλος, τελείως διαφορετικός τρόπος γραφής.

Πρώτα ήρθε η συγγραφή και μετά η δημοσιογραφία. Μικρός έλεγα ότι θα γίνω συγγραφέας και, αρχικά, η δημοσιογραφία θα ήταν απλώς ο βιοπορισμός μου. Είναι όμως συναρπαστική η δημοσιογραφία, αυτή τουλάχιστον που εξασκώ στην Καθημερινή εδώ και σχεδόν είκοσι χρόνια. Ήταν μεγάλη ευλογία που βρέθηκα σε αυτή την εργασία που τόσο έχει παρεξηγηθεί και λοιδωρηθεί τα τελευταία χρόνια. Βεβαίως, καλά το λέτε, είναι ένας τελείως διαφορετικός τρόπος γραφής και όταν ξεκινώ να γράφω κάτι λογοτεχνικό, συνειδητοποιώ ότι μου παίρνει κάμποσο για να αρχίσω να γράφω πραγματικά ως πεζογράφος. Οι πρώτες εκδοχές βιβλίων μου έχουν πάντοτε κάτι δημοσιογραφικό σαν πατίνα γραφής, την οποία ξεφορτώνομαι λες και ξεφλουδίζω κρεμμύδια. Από την άλλη, ορισμένες συμβάσεις και τεχνικές της δημοσιογραφίας τις έχω χρησιμοποιήσει συνειδητά και σκόπιμα στη μυθοπλασία, κάτι που έχουν φυσικά κάνει μεγάλοι συγγραφείς, από τον Χέμινγουεϊ και τον Μάρκες έως τον Νόρμαν Μέιλερ και την Τζόαν Ντίντιον. Η σχέση δημοσιογραφίας και λογοτεχνίας πάντως πάει πολύ πίσω, ως τον 18ο αιώνα και τον Ντάνιελ Ντεφό του «Ροβινσόνα». Το χρονικό που έχει γράψει για την πανούκλα είναι εξαιρετική αφήγηση, ένα λογοτεχνικό ρεπορτάζ. Ο ίδιος ο Ντεφό ήταν δημοσιογράφος, όπως και ο Καμί είχε περάσει από την δημοσιογραφία και πολλοί άλλοι.

 

-Η συγγραφή είναι ανάγκη, χαλάρωση, διασκέδαση ή κοπιώδης, αγωνιώδης διαδικασία για εσάς;

Χαλάρωση σε καμία περίπτωση. Συνδυάζει πάντως ένα μαζοχιστικό είδος διασκέδασης με ένα δημιουργικό ξόδεμα που απαλύνει τη βασανιστική ροή του χρόνου, τη συνείδηση πως ως θνητός είμαι ήδη κατά το ήμισυ νεκρός (ο ορισμός του θνητού – αυτός που θα πεθάνει) και την βαθιά, εσωτερική μου ανάγκη για κόσμους. Αυτός δεν μου φτάνει.

 

-Σας ευχαριστώ πολύ! Καλή και δημιουργική συνέχεια!

Εγώ σας ευχαριστώ για τη φιλοξενία.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top