Fractal

✔ Ιφιγένεια Θεοδώρου: «…Όταν κάνεις σχέδια ο Θεός χαμογελάει, μου έλεγε η μητέρα μου. Ήξερε εκείνη…»

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα //

 

 

 

Ταξιδεύει διαρκώς. Ακολουθώντας τον διπλωμάτη σύζυγό της. Ο Τόπος στα βιβλία της έχει ρόλο πρωταγωνιστικό. Συνέδεσε τα μυθιστορήματά της με τα ταξίδια της. Κι έτυχε να ζήσει την Συρία στις δόξες της. Έγινε «Η γεύση της ερήμου», όπως η Σμύρνη έγινε «Χρυσός λιβάνι και Σμύρνη», η ορεινή Θράκη «Μελέκ θα πει άγγελος», η Θάσος «Γλώσσα από μάρμαρο», και η συγγραφέας Ιφιγένεια Θεοδώρου μας μιλάει στον Φιλελεύθερο για όλα αυτά:

Για την λογοτεχνία τώρα και παλιά. Για την Συρία που γνώρισε και για τη Συρία που έγινε μέσα στη δίνη της Ιστορίας. Για την Ιστορία και τον Τόπο που γίνεται μυθιστορία, για τον βιασμό του τοπίου, για την Αθήνα που άφησε και ξαναβρήκε επιστρέφοντας, για την Εδέμ που είναι όπου είναι οι φίλοι της, για την θάλασσα που πάντα θα την γυρίζει πίσω, για τα μικρόπνοα σχέδια της επειδή η μητέρα της έλεγε «όταν κάνεις σχέδια ο Θεός χαμογελάει». Κι ήξερε αυτή.

 

 

-Κυρία Θεοδώρου, αν είχατε ταξιδέψει λιγότερο, θα είχατε γράψει αλλιώς;

Σίγουρα θα είχα γράψει αλλιώς, ίσως δεν θα είχα γράψει και καθόλου. «Σε άλλη γη, σε άλλα μέρη», αυτός ήταν και είναι ο τρόπος ζωής που διάλεξα δίπλα σ’ έναν διπλωμάτη. Η συνεχής μετακίνηση και η εναλλαγή χωρών, μου δημιούργησαν την ανάγκη να μοιραστώ με άλλους τις εμπειρίες μου από κάθε νέο τόπο κι από τους καινούργιους ανθρώπους που συναντούσα κάθε φορά. Στην αρχή ήταν σημειώσεις και ημερολόγια, μετά όμως η φαντασία μου άρχισε να πλάθει χαρακτήρες και ιστορίες, έπαψε να είναι μια στεγνή καταγραφή κι έγινε μια πρόκληση.

 

-Συνδέετε πάντα τα βιβλία σας με ταξίδια; Π.χ. «Χρυσός λιβάνι και Σμύρνη» με την Σμύρνη και το προξενείο της, «Η γεύση της ερήμου» με την Συρία και την Μέση Ανατολή, «Μελέκ θα πει άγγελος» με την ορεινή Θράκη, η «Γλώσσα από μάρμαρο» με την Θάσο.

Ο τόπος είναι πάντα ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, αυτόν θέλω να προβάλω και να αναδείξω. Ήμουν νέα και ζούσα σ’ ένα ιστορικό σπίτι στην προκυμαία της Σμύρνης, πώς μπορούσα να μην φορτιστώ και να μην γράψω;  Έζησα στην Δαμασκό τότε που φαινομενικά, τίποτα δεν προμήνυε την καταστροφή της χώρας και των ανθρώπων της. Βέβαια κάτω από την αισιόδοξη ατμόσφαιρα της εποχής μάντευες υφέρπουσα την κρίση, τα πολιτικά παιχνίδια και τα συμφέροντα που διακυβεύονταν στην περιοχή.

 

 

-Η Συρία πριν και μετά την καταστροφή. Τι αγαπήσατε σ’ αυτήν, έχετε πάει μετά την καταστροφή;

Η Συρία είναι ένας τόπος- μωσαϊκό πολιτισμών, ένα μάθημα ιστορίας κυρίως για μας τους Έλληνες. Οι ιστορίες μας συναντιούνται και αλληλοεπηρεάζονται. Έζησα τρία αξέχαστα χρόνια εκεί ταξιδεύοντας συνέχεια και ανακαλύπτοντας μια πανέμορφη χώρα και ιδιαίτερα όμορφους και ευγενικούς ανθρώπους. Αγάπησα τα ατελείωτα ταξίδια στην έρημο, το ηλιοβασίλεμα πάνω στους ρόδινους ψαμμίτες της Παλμύρας, τα ψηφιδωτά των πρωτοχριστιανικών εκκλησιών, τις βόλτες στους στενούς δρόμους της Δαμασκού με την μυρωδιά του φρεσκοψημένου ψωμιού, τον επιβλητικό Ευφράτη. Θυμάμαι με νοσταλγία την υπομονή στο βλέμμα των Σύρων και τα  αστραφτερά χαμόγελα των κοριτσιών, την συνύπαρξη τζαμιών και εκκλησιών όλων των δογμάτων. Η επιτομή της ανεξιθρησκίας.  Εύχομαι με όλη μου την ψυχή να μπορέσουμε σύντομα να την επισκεφτούμε πάλι.

 

-Υπήρξαν σημάδια για εκείνο που έμελλε να συμβεί;  

Η «Γεύση της ερήμου» γράφτηκε το 2007-08  και είναι ένα οδοιπορικό σε μια Συρία που δεν υπάρχει πια, ένα ταξίδι από άκρη σε άκρη σε γνωστά κι άγνωστα μέρη, όμως είναι συγχρόνως ένα βιβλίο προφητικό για την καταστροφή που επήλθε. Λυπάμαι αφάνταστα για την τραγωδία που ζουν οι Σύριοι στην πατρίδα τους αλλά και ως πρόσφυγες σε όλο τον κόσμο, είναι κάτι που δεν το φανταζόμουν όσο υποψιασμένη κι αν ήμουν τότε.. Μάντευα ότι κάποια στιγμή θα ερχόταν μια σύγκρουση, όμως όχι σε τέτοια έκταση. Ο πόλεμος δυστυχώς μεταλλάσσει τους ανθρώπους σε αγρίμια, τα συμφέροντα δεν γνωρίζουν αισθήματα, η επιβίωση επιβάλλεται στην αξιοπρέπεια… Η εμπειρία μου στην Συρία μου έδειξε ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο. Τα πάντα μπορούν να συμβούν.

 

 

-Το ότι ταξιδεύατε και εγκαθίσταστε για αρκετό χρόνο με τον σύζυγό σας ο οποίος είναι διπλωμάτης, σας έκανε να έχετε την νοοτροπία του ταξιδιώτη;

Το αντίθετο. Ο ταξιδιώτης με την ανεμελιά των διακοπών και την φωτογραφική του μηχανή ψηλαφεί την επιφάνεια. Στην περίπτωσή μου κάθε φορά προσπαθώ να «χτίσω» την καθημερινότητά μου από την αρχή στον νέο τόπο. Η ζωή του διπλωμάτη και ειδικά της συντρόφου και των παιδιών τους δεν είναι τόσο ελκυστική όσο φαίνεται. Βέβαια γνωρίζοντας άλλους πολιτισμούς αποκτάς μεγάλο πλούτο και επεκτείνεις τους ορίζοντές σου. Συνειδητοποιείς συγχρόνως το μέγεθος και τις δυνατότητές σου. Το «Μελέκ θα πει άγγελος» είναι ένα βιβλίο για την μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, όπου  προσπάθησα να σκιαγραφήσω και την ζωή της οικογένειας των διπλωματών,   αυτή την μικρή ομάδα δημοσίων υπαλλήλων, που ταξιδεύουν ανά τον κόσμο ως σύμβολο της πατρίδας στο εξωτερικό, και μεταφέρουν εκτός από την οικοσκευή τους, την γλώσσα και την ορθοδοξία τους αποτελώντας μια μικρή μειονότητα στην πανσπερμία των εθνών.

 

-Τι μάθατε να βλέπετε στα ταξίδια, που δεν θα μπορούσατε να δείτε διαφορετικά;

Κάθε ταξίδι –εγκατάσταση είναι στην αρχή μια άσκηση στην μοναξιά. Σου λείπει το σπίτι σου, οι φίλοι, η συνήθειες σου. Αυτό το προσωρινά μόνιμο που ορίζει τη ζωή σου σε κάνει να αποκτάς ένα μηχανισμό γρήγορης προσαρμογής στα καινούργια δεδομένα, ανακαλύπτεις την χώρα, αλλά το κυριότερο αναζητάς τους ανθρώπους που θα σε συντροφεύσουν σ’ αυτό το νέο ταξίδι. Η ζωή δεν είναι η πόλη, οι δρόμοι ή τα μουσεία. Αξία έχουν οι σχέσεις που θα χτίσεις, αυτές μένουν και σε δένουν με τον τόπο, διαφορετικά παραμένεις τουρίστας, είναι σαν να μην πέρασες ποτέ από εκεί.

 

-Τι πρέπει να έχει ένας τόπος  για να χωρέσει μέσα στο μυθιστόρημά σας, κυρία Θεοδώρου;

Σίγουρα μια ενδιαφέρουσα ιστορία πίσω του, γιατί μου αρέσει η έρευνα που προηγείται του γραψίματος. Στη «Γλώσσα από μάρμαρο» βασίστηκα στις διδακτορικές διατριβές ελλήνων και γάλλων αρχαιολόγων για την Αλυκή της Θάσου, για τα λατομεία μαρμάρου και την πρωτοχριστιανική διπλή βασιλική. Στην «Μελέκ θα πει άγγελος» η Θράκη και η μουσουλμανική μειονότητα μου έδωσαν την ευκαιρία να διαβάσω πολύ ώστε να σχεδιάσω σε στέρεα βάση την ιστορία ενός τόσο δυνατού έρωτα. Στη Συρία κάθε ταξίδι στην ενδοχώρα ήταν κι ένα μάθημα ιστορίας.

 

-Μια ιστορία για να γίνει η ιστορία σας;

Χρειάζομαι ένα ή δυο κεντρικούς άξονες-θέματα, πάνω εκεί δουλεύω την πλοκή. Θέματα που ενδιαφέρουν όχι μόνο εμένα, αφορούν στους άλλους, φιλτραρισμένα μέσα από τον δικό μου φακό, έτσι ώστε το προσωπικό να γίνει καθολικό. Ο έρωτας και ο θάνατος ανατρέπουν πάντα την ιστορία μου, έχουν καθοριστικό ρόλο. Πού δεν έχουν άλλωστε;

 

 

-Ένας ήρωας για να γίνει η ηρωίδα σας ή ο ήρωάς σας;

Μέσα από την διαδικασία της γραφής αποκτάει κάθε χαρακτήρας την δική του αυτοτέλεια. Αγαπάω τους καλούς χαρακτήρες χωρίς να αποκλείω να τους κακούς, εξάλλου καθένας κρύβει κι ένα κακό εαυτό μέσα του. Έμαθα να δικαιολογώ τις ανθρώπινες αδυναμίες . Με γοητεύουν τα πάθη των ανθρώπων. Το περιβάλλον διαμορφώνει χαρακτήρες, πιστεύω στις συμπτώσεις, άρα οι ήρωες μου, συνεπώς οι ιδιότητες και οι πράξεις τους γεννιούνται από αυτό το παιχνίδι τόπου και συμπτώσεων.

 

-Υπάρχουν θέματα που σας βασανίζουν και επανέρχεστε;

Η δύναμη της μνήμης είναι ένα θέμα που επανέρχεται αυτόκλητα πάντα. Αναγκασμένη να «εξορίζομαι» συχνά αναζητώ σημεία αναφοράς, η μνήμη με κυνηγά και με συντρέχει ταυτόχρονα. Το θέμα της διπλής ταυτότητας και του εσωτερικού διχασμού με γοητεύει πάντα, το έζησα από κοντά και νιώθω τυχερή που βρέθηκα σε τέτοιες χώρους, εναντιώνομαι όμως στην μισαλλοδοξία και στον φανατισμό που αφανίζουν τόσες ζωές. Η συνύπαρξη δυο πολιτισμών είναι ευλογία και εργαλείο για την κατανόηση του άλλου. Ο Άλλος είναι ένα ακόμα θέμα, ίσως γιατί καλούμαι να διαχειριστώ κι εγώ την διαφορετικότητά μου σε κάθε καινούργιο περιβάλλον. Όταν ζεις αλλού, αυτό το αλλού σε καθορίζει, γίνεσαι εσύ ο διαφορετικός, ο μη όμοιος. Έτσι βρίσκεσαι στη θέση του διπλανού, λειαίνονται οι γωνίες, μαθητεύεις στην ανοχή. Επίσης η απώλεια, σαν θέμα, επανέρχεται συχνά…

 

-Να επιμείνουμε κάπως στο τελευταίο βιβλίο «Γλώσσα από μάρμαρο», κοινωνικό, ερωτικό, φεμινιστικό, υπαρξιακό μυθιστόρημα, πώς θα το χαρακτηρίζατε εσείς;

Η «Γλώσσα από μάρμαρο» μιλάει για τους επίγειους μικρούς παραδείσους που όλοι μας έχουμε γνωρίσει και όλοι μας έχουμε χάσει. Στο όνομα της τουριστικής ανάπτυξης η φύση υποκύπτει στην ασύδοτη εκμετάλλευση. Η Αλυκή της Θάσου στάθηκε η αφορμή να  κάνω ένα συνειρμό και να διηγηθώ μια ιστορία για την βία ενάντια στο περιβάλλον και την βία μέσα στο σπίτι. Είναι δυο παγκόσμια κοινωνικά φαινόμενα, στην πρώτη περίπτωση το κακοποιημένο τοπίο «φωνάζει» και βρίσκει υποστηρικτές  έτοιμους να το συνδράμουν, στην δεύτερη περίπτωση όμως η σιωπή του θύματος και του κοινωνικού περίγυρου χτίζει τοίχο απροσπέλαστο επιτρέποντας την επανάληψη  και τον φαύλο κύκλο. Γνωρίζουμε, αλλά γυρίζουμε ένοχα την πλάτη μας.

 

«Γλώσσα από μάρμαρο»  Ιφιγένεια Θεοδώρου, εκδ. Διάπλαση 2018

 

-Να αποκωδικοποιήσουμε τον τίτλο; Γλώσσα από μάρμαρο, δηλαδή τι;

Ο τίτλος έχει διττή σημασία. Η Αλυκή είναι μια μικρή χερσόνησος, ένα αρχαίο λατομείο μαρμάρου, μια γλώσσα από μάρμαρο που βουτάει στην θάλασσα. Γλώσσα από μάρμαρο σημαίνει όμως και την στάση των ανθρώπων να υπομένουν, να γνωρίζουν και να μην μιλούν. Να υποκρίνονται ότι δεν τους αφορά, να ανέχονται την ταπείνωση, να μην αγαπούν τον εαυτό τους.

 

-Τα θύματα εκεί είναι η Γυναίκα και ο Τόπος, ταυτίζονται κάπου; Η Γυναίκα είναι περισσότερο συνδεδεμένη με τον τόπο, με τη γη;

Η γυναίκα είναι η γη που καρπίζει, η ιδέα που γεννιέται, η αγκαλιά που συντρέχει, η σκέψη που φροντίζει. Η Μητέρα. Η μητέρα σού μαθαίνει την αυτοεκτίμηση, την αγάπη και τον σεβασμό για τον εαυτό σου, συνεπώς και για τους άλλους. Όταν η μητέρα- γυναίκα παραμένει θύμα το φαινόμενο της βίας θα διαιωνίζεται.

 

-Κυρία Θεοδώρου, η σιωπή είναι δειλία και φυγή; Συνενοχή;

Στην περίπτωση της ενδοοικογενειακής βίας η σιωπή είναι φόβος και συνενοχή. Όλοι έχουμε βιώσει ένα βουβό βλέμμα, μια κρυμμένη απελπισία. Οφείλουμε να μιλήσουμε, να σπάσει η σιωπή, να ραγίσει το μάρμαρο. Όμως σε μερικές άλλες   περιπτώσεις η σιωπή είναι χρυσός.

 

 

-Και η θάλασσα; Είναι πάντα σωτηρία και διαφυγή;

Για μένα η θάλασσα είναι δρόμος. Το νερό οδηγεί πάντοτε κάπου. Είναι η κάθαρση, δρόμος διαφυγής όχι απαραίτητα για την σωτηρία αλλά για την αλλαγή και την ανατροπή. Στη «Γλώσσα από μάρμαρο» η θάλασσα είναι σύντροφος και συνένοχος στην εκούσια φυλάκιση του Σάββα, στην συνεχή περιπλάνηση της  Έλσας, ξεπλένει και γιατρεύει τα πανάρχαια τραύματα, τα δικά τους και του τόπου τους. Στη «Μελέκ» ένα χαλί, μια βαθιά μπλε θάλασσα, δραπετεύει από μια βαλίτσα και αφήνει την δυνατή αλμύρα της στους ορεινούς δρόμους της Ροδόπης.

 

-Έχετε γνωρίσει πολλούς επίγειους παραδείσους που η απληστία των ανθρώπων μετέτρεψε σε κόλαση; Θα μπορούσαν οι άνθρωποι να έχουν αντισταθεί;

Όλοι οι μικροί επίγειοι παράδεισοί μου απειλούνται, κάποιοι έχουν χαθεί για πάντα. Είμαι υπέρ της ανάπτυξης, εκείνοι που έχουν όμως τον κύριο λόγο είναι οι ίδιοι οι κάτοικοι, που πρέπει να βάλουν όρια και κανόνες, να υπερασπιστούν τον δικό τους παράδεισο. Όμως ο παράδεισος για τον καθένα είναι διαφορετικός…

 

 

-Τα βιβλία μας είναι ο δικός μας χαμένος παράδεισος;

Τα βιβλία είναι παράδεισοι, ποτέ χαμένοι. Ζουν μαζί μας. Όσο κακό κι αν είναι ένα βιβλίο είναι καλύτερο από το τίποτα.

 

-Είναι πάντοτε απογοητευτική η επιστροφή στη Γενέθλια Γη;

Όχι, γιατί μαθαίνουμε να φυλάσσουμε κάποιους παράδεισους βαθιά μέσα μας. Σ’ αυτό βοηθάει η μνήμη, που κρατάει ανέπαφες εικόνες και αισθήματα. Όσο κι αν είναι σκέτη απογοήτευση σήμερα η πλατεία Αριστοτέλους στη Θεσσαλονίκη, εγώ με τα μάτια της καρδιάς την βρίσκω όπως ακριβώς την θυμάμαι όταν έπαιζα εκεί ως παιδί. Μια τεράστια αγκαλιά από κάτασπρα, σαν τούρτες, κτίρια, γύρω  μου χρωματιστά μπαλόνια και μαμάδες  στα παγκάκια να κουβεντιάζουν πλέκοντας.

 

-Επιστρέψατε, σε μιαν Αθήνα που είναι ίδια ή διαφορετική; Άλλαξε την Αθήνα η κρίση;

Οι σκοτεινές πυλωτές και τα κλειστά μαγαζιά στην Σταδίου, η διαφορετική ανθρωπογεωγραφία στα πέριξ της Ομόνοιας, τα airbnb που πληθαίνουν στην γειτονιά μου, οι ανέστιοι που κοιμούνται στους δρόμους και οι πρόσφυγες είναι σημάδια της αλλαγής. Το φως όμως παραμένει το ίδιο. Σε προκαλεί να βγεις από το σπίτι σου, να ξοδέψεις το υστέρημά σου για ένα καφεδάκι που θα κρατήσει ώρες απολαμβάνοντας αυτό το φως, θέλοντας να το πιείς, να το λουστείς, θέλοντας να λάμψεις. Το φως αμβλύνει την ασχήμια, την εσωτερική και την εξωτερική.

 

 

-Εμάς μας άλλαξε; Τι ξαναβρήκατε και τι έχει αλλάξει ανεπιστρεπτί;

Κι εμείς αλλάξαμε όπως όλος ο κόσμος άλλωστε. Είναι το βαρύ τίμημα της τεχνολογίας, που δημιουργεί το παράδοξο φαινόμενο μιας κοινής μοναξιάς. Με τα σημερινά μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν είσαι ποτέ μόνος, αλλά είσαι χωρίς ουσιαστικές σχέσεις.

 

-Θα μπορούσε ένας τόπος να σας κερδίσει για πάντα; Συναντήσατε εκείνον τον τόπο που θα μπορούσε να είναι η δική σας Εδέμ ή πάντοτε ονειρευόσαστε την επιστροφή;

Η δική μου Εδέμ είναι εκεί όπου έχω ανθρώπους που αγαπάω και  με αγαπούν. Μόνη μου δεν πάω ούτε στον Παράδεισο. Σε όλο τον κόσμο άφησα πίσω μου καλούς φίλους κι εξακολουθώ να θέλω να κάνω καινούργιους. Όταν λείπω για καιρό από την Ελλάδα την νοσταλγώ και την γυρεύω, τα τρωτά της με πονούν και με πληγώνουν, όπως λέει ο μεγάλος μας ποιητής. Η θάλασσα θα με φέρει κάποτε πίσω, αλλά έμαθα να μην κάνω μακρόπνοα όνειρα, στη ζωή μου ποτέ δεν ήξερα πού θα ζω τον επόμενο χρόνο… Όταν κάνεις σχέδια ο Θεός χαμογελάει, μου έλεγε η μητέρα μου. Ήξερε εκείνη…

 

 

Δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top