Fractal

Η πορνογραφία των κλασσικών

Γράφει ο Δημήτρης Καρύδας //

 

Τo οπισθόφυλλο του βιβλίου «Η ανιψιά» που κυκλοφόρησε πριν από μερικά χρόνια από τις εκδόσεις Καστανιώτη μας πληροφορεί πολύ εύστοχα ‘’ότι σχεδόν όλοι οι μεγάλοι λογοτέχνες κάποια στιγμή της ζωής τους ενέδωσαν στον πειρασμό της «πορνογραφίας». Στην περιληπτική αναφορά για το περιεχόμενο του συγκεκριμένου (μικρού σε μέγεθος βιβλίου) σίγουρα μπορούσαν να αφαιρεθούν τα εισαγωγικά στη λέξη πορνογραφία. Διότι το βιβλίο περιλαμβάνει τρία πορνογραφήματα με την υπογραφή (και αυτό αποτελεί την έκπληξη) του Αντόν Τσέχοφ και του Σεργκέι Γεσένιν.

 

 

Βεβαίως, για το πρώτο από αυτά υπήρχε πάντοτε έντονη συζήτηση και πολλές αμφισβητήσεις αν ανήκε όντως στην πνευματική παραγωγή του Τσέχοφ. Με δεδομένο όμως ότι όμως μας πληροφορεί ο εξαιρετικά κατατοπιστικός πρόλογος με τα σχόλια του μεταφραστή Δημήτρη Τριανταφυλλίδη την εποχή του Στάλιν το καθεστώς δεν ήθελε με κανένα τρόπο να υιοθετήσει τέτοιου είδους κείμενα, έτσι για πολλά χρόνια το συγκεκριμένο διήγημα δεν είχε αναγνωριστεί ως δουλειά του Τσέχοφ. Θα ήταν ένα πολύ δυνατό κτύπημα στον Ρωσικό καθωσπρεπισμό ο κορυφαίος θεατρικός (και όχι μόνο) συγγραφέας των καιρών εκείνων, ο σπουδαίος Τσέχοφ να είχε υπογράψει ένα διήγημα όπως «η Γκαλτόνσκα». Το ίδιο πάνω κάτω ισχύει και για τα άλλα δύο μικρά διηγήματα που φέρουν την υπογραφή του πρωτοποριακού και εξαιρετικά δημοφιλή Ρώσου ποιητή Σεργκέι Γεσένιν που αυτοκτόνησε σε ηλικία 30 ετών. Ενός εκ των ”καταραμένων” Ρώσων ποιητών.

 

Άντον Τσέχοφ

Σεργκέι Γεσένιν

 

Παρά την ενδιαφέρουσα ίντριγκα που έχει αναπτυχθεί μάλλον ανούσια και υποκριτικά γύρω από την πατρότητα των τριών αυτών κειμένων αφού πλέον οι συγκεκριμένοι συγγραφείς έχουν αναγνωριστεί ως δημιουργοί τους η συγκεκριμένη έκδοση περισσότερο μοιάζει ως μια ευκαιρία για τη συνέχεια ενός διαλόγου ή για την ανάπτυξη κάποιων προβληματισμών που αφορούν τα όρια της τέχνης. Να ξεκαθαρίσουμε ότι αυτά καθ’ αυτά τα τρία διηγήματα έχουν μικρή ως ελάχιστη λογοτεχνική αξία. Όχι προφανώς γιατί ανήκουν ξεκάθαρα στην πορνογραφική λογοτεχνία. Ακόμη και σε αυτό το είδος υπάρχουν κείμενα άξια θαυμασμού και δουλειές υψηλού επιπέδου όπως κάποια από τα έργα του Ντε Σαντ ή ο συγκλονιστικός Μέγας Ανατολικός του Εμπειρίκου. Είναι τρία πορνογραφικά κείμενα που ξεκάθαρο σκοπό είχαν να σοκάρουν την καθωσπρέπει υποκριτική Σοβιετική κοινωνία των ημερών που είδαν το φως της δημοσιότητας. Και αυτή είναι η πραγματική αξία τους. Ακριβώς αυτό επισημαίνεται και στα σχόλια του μεταφραστή και ως τέτοια πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε. Ένα παιχνίδι από την πλευρά (κυρίως) του Τσέχοφ που κατέθεσε ένα κείμενο με σκοπό να διεγείρει κυρίως το πνεύμα των αναγνωστών του. Κάτι που επιχείρησαν και πολλοί άλλοι κλασικοί (σε άλλες χώρες και σε άλλες εποχές) χρησιμοποιώντας ψευδώνυμα. Οι αιμομικτικές αναφορές ή οι λεπτομερείς περιγραφές σεξουαλικών συνευρέσεων ενδεχόμενα να είχαν αυτό το αντίκτυπο στην άκρως συντηρητική Σοβιετική κοινωνία αλλά σήμερα που η πορνογραφία χάρη στο διαδίκτυο υπάρχει παντού, είτε ως ένα φανερό εμπορικό προϊόν, είτε ως μια από τις επικερδέστερες «βιομηχανίες» του πλανήτη σίγουρα δεν μπορεί να έχουν το ίδιο αντίκτυπο ή την ίδια δυναμική.

Η πορνογραφία αποτέλεσε διαχρονικά ένα λογοτεχνικό είδος ή υπό-είδος αν προτιμάτε που τεχνηέντως είναι καταδικασμένο να μείνει στις σκιές. Κυρίως γιατί έργα όπως το συγκεκριμένο διήγημα του Τσέχοφ ή ο Μέγας Ανατολικός αλλά ακόμη και πολλά μεταγενέστερα δεν μπορούσαν να γίνουν ευρέως αποδεκτά ως μη συμβατικά με τα χρηστά ήθη της κάθε εποχής. Προφανώς και φτηνά αναγνώσματα όπως οι σύγχρονες «πενήντα αποχρώσεις του γκρι» (μαζί με όλη την ανάλογη συνέχεια τους) είναι πιο εύπεπτα από το “ωμό” κείμενο ενός κλασικού συγγραφέα για τον απλούστατο λόγο ότι αποτελούν μια καλά καλυμμένη κρυφή ματιά στην πορνογραφία με τη μέθοδο του λεγόμενου soft porno. Και επιτρέπει την ευρεία λαϊκή κατανάλωση τους σε παγκόσμια κλίμακα με συνοδευτικό μπόλικες δόσεις υποκρισίας και μιας αδήλωτης συμμαχίας του συγγραφέα με τον αναγνώστη.

Με αυτή τη λεπτομέρεια στο μυαλό αξίζει να αναφερθούμε σε ένα βιβλίο που δεν έτυχε ποτέ ελληνικής μετάφρασης: The other Victorians του Αμερικάνου ακαδημαϊκού Στίβεν Μάρκους που έφυγε από τ η ζωή σε ηλικία 80 ετών τον περασμένο Απρίλιο. Ο Μάρκους έκανε μια εμβριθή έρευνα και ανάλυση στην πορνογραφική κουλτούρα της Βικτοριανής Αγγλίας και εμβάθυνε στο ιστορικής σημασίας 11σελιδο πορνογραφικό κείμενο My Secret Lifeενός ανώνυμου συγγραφέα. Στο ίδιο βιβλίο ο Μάρκους εισαγάγει τον όρο pornotopia, όρο που αφορά σε γενικές γραμμές μια ουτοπική φανταστική συνθήκη όπου όλοι οι άντρες είναι πρόθυμοι και ικανοί και όλες οι γυναίκες πρόθυμες. Με απλά λόγια μια συνθήκη ‘’όπου όλοι είναι έτοιμοι για όλα». Οι εκτενείς αποκαλύψεις του Μάρκους για τη σεξουαλικότητα των Βικτοριανών χρόνων, την ευρύτατη διάδοση της πορνογραφίας αλλά και την υποκριτική αντιμετώπιση της συντηρητικής κοινωνίας της εποχής βρήκε πολλούς συμμάχους αλλά και αντίστοιχα πολλούς επικριτές. Παρόλα αυτά ο Μάρκους συνέχισε να εξερευνά την πορνογραφική λογοτεχνία αποδεικνύοντας την πολύ μεγάλη διείσδυση και επίδραση είχε την ίδια εποχή που δημόσια αποδεκτοί στη Μεγάλη Βρετανία ήταν αποκλειστικά και μόνο συγγραφείς όπως ο Κάρολος Ντίκενς και οι όμοιοι του.

Βλέπουμε λοιπόν πολύ καθαρά ότι είτε στη Βικτοριανή Αγγλία, είτε στη Σταλινική Σοβιετική Ένωση τα λεγόμενα ερωτογραφήματα δημιουργούν πάνω κάτω τις ίδιες αντιδράσεις και εξοβελίζονται όχι για λόγους ουσίας αλλά κυρίως για λόγους καθωσπρεπισμού. Και επιστρέφοντας στην αρχική αναφορά μας σε αυτό το μικρό σημείωμα. Ο Τσέχοφ όπως και κάθε εμβέλειας και βεληνεκούς (μικρού ή μεγάλου) λογοτέχνης γράφοντας ένα διήγημα όπως η Γκαλτόνσκα προφανώς θέλει να εξερευνήσει όχι μόνο τα προσωπικά του δημιουργικά όρια ή τα όρια της τέχνης του αλλά και να εκθέσει στο έπακρο τη λογική της ηδονοβλεπτικής κλειδαρότρυπας που από ότι φαίνεται είναι κοινός τόπος για διάφορες εποχές και διαφορετικές χώρες. Και να αποδομήσει τη λογική που λέει ότι κάθε λογοτεχνική δημιουργία που περιέχει αναφορές στην ανθρώπινη σεξουαλικότητα ανήκει σε υπο-λογοτεχνικά είδη και στην ανάλογη κουλτούρα.

 

Αποτέλεσμα εικόνας για σεφερης

 

Και για να μην φεύγουμε πολύ μακριά από τη δική μας πραγματικότητα. Ένα από τα σπανιότερα συλλεκτικής αξίας βιβλία της σύγχρονης Ελληνικής λογοτεχνίας είναι η ποιητική συλλογή Τα εντεψίζικα του Μαθιού Πασχάλη που κυκλοφόρησε σε 490 αριθμημένα αντίτυπα το 1989 από τις εκδόσεις Λέσχη σε φιλολογική επιμέλεια του Γ.Π. Ευτυχίδη. Σήμερα αποτιμάται σε συλλεκτικούς κύκλους βιβλιόφιλων σε τιμές που ξεκινούν από τα 100 ευρώ και φτάνουν μέχρι και τα 400 ή ακόμη περισσότερο. Ιδού ένα μικρό απόσπασμα από μια παράφραση του Ερωτόκριτου.

Γυρίζω ανάσκελα, με δάγκωσε στον ώμο,

τότες μου φάνη κι έσφαζε το δόλιο το λαγό μου

που σπάραζε και σπάραζε· τι ’ταν χοντρό το φίδι

που ώς το μανίκι του ’μπηξε, κι έκοβγε σα λεπίδι.

Ωσά λαγήνι που γενεί πολλά πλατύ στον πάτο

και στο λαιμό πολλά στενό και ποθυμιά γεμάτο,

εδέτσι ηταν το πράμα μου μέσα σε τέτοια πάθη.

Η αποκοτιά τω’ δυο κορμιώ’ τόσο μεγάλη στάθη

π’ αγριέψασι σαν τα θεριά, πώς κάνουσι σα σμίγου’·

τα δόντια μας τη σάρκα μας δαγκώνασι κι ετρύγου’.

Λέγω του: «Αφού ξεκίνησες την όρεξή σου εις τούτο,

κούνα το το δοξάρι σου γρήγορα στο λαγούτο,

πιο γρήγορα… πιο γρήγορα… πιο γρήγορα… πιο γρήγο-

ρα… …Σύντριψέ με, κάψε με, να μην μπορώ να φύγω…»

Ζιμιό τραβήχτη, αντρειεύεται· το χώνει πιο βαθιά μου·

το δάχτυλό του ανάδευε την τρύπα στα μεριά μου,

με τ’ άλλο χέρι μάλαζε τα βυζιά μου π’ ανάψα’·

ήταν καμίνι η σμίξη του κι εκόρωνα στην κάψα,

ώσπου ένιωσα το κύμα του μες στου λαγού το στόμα

να σπάζει, να γεμίζει το — κι άλλο να θέλω ακόμα.

 

Φυσικά ο Μαθιός Πασχάλης δεν είναι άλλος από τον Γιώργο Σεφέρη που διάλεξε ως ψευδώνυμο το όνομα που είχε δώσει στον τίτλο ενός από τα ποιήματα του Ημερολογίου Καταστρώματος Α’ και ο Γ.Π. Ευτυχίδης δεν είναι άλλος από τον Γ.Π. Σαββίδη, τον φιλολογικό επιμελητή του τεράστιου έργου του μεγάλου ποιητή. Το συγκεκριμένο βιβλίο που δεν συμπεριλαμβάνεται σε πολλές από τις επίσημες βιογραφίες του Σεφέρη στη βιβλιογραφία του εκδόθηκε αρκετά χρόνια (18) μετά τον θάνατο του. Και επιβεβαιώνει αυτό που εύστοχα αναφέρεται και στο οπισθόφυλλο της έκδοσης του βιβλίου «Η ανιψιά» που μας έδωσε την αφορμή για αυτά τα σχόλια. Τώρα, αν μια κλεφτή η φανερή ματιά στην πορνογραφία αποτελεί πειρασμό στη ζωή κάθε σπουδαίου ”κλασικού” λογοτέχνη είναι μια άλλη ευρύτερη συζήτηση που σίγουρα δεν μπορεί να γίνει εδώ αλλά σίγουρα αποτελεί μια απάντηση στο παρελκυστικό ερώτημα αν όλα γράφονται και στο συνοδευτικό που έχει να κάνει με τα όρια της τέχνης.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top