Fractal

Ζωή θραυσματική

Γράφει η Ασημίνα Ξηρογιάννη //

 

Δημήτρης Τρωαδίτης «Η μοναξιά του χρόνου», εκδ. Οδός Πανός

 

Παρακολουθώντας την ποιητική πορεία του Δημήτρη Τρωαδίτη, επανέρχομαι στην «Μοναξιά του χρόνου» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις  Οδό Πανός. Ο Δημήτρης Τρωαδίτης δεν κατοικεί στην Ελλάδα, αλλά στην μακρινή Αυστραλία. Παρακολουθεί όμως την εξέλιξη της λογοτεχνίας και κυρίως της ποίησης στην Ελλάδα, ερχόμενος σε επαφή, μέσω του Blog του (τo Koskino), αλλά και γενικότερα, με Έλληνες ομότεχνους και αναγνώστες.

Το θέμα του χρόνου επανέρχεται ως μοτίβο μέσα στην ποίησή του. Ο χρόνος πάντα σε συνάρτηση με τη μνήμη ή την «ανατολή της σκέψης» και τις «βαθιές οδύνες »που συχνά αυτά συνεπάγονται. Θυμίζω τους σοφούς του στίχους: «Οι λυγμοί είναι αρχέγονοι /το ίδιο και οι απελπισίες/όλα είναι αρχέγονα/οι αρρώστιες /τα χρέη/και τα δανεικά/ο εαυτός μου ίσως…/και έτσι δεν μπορεί να βουβαθεί /με σκόρπιες λέξεις/» (4.σελ.14) και στην επόμενη σελίδα: «Οι πόλεμοι δεν κηρύσσονται/σιγοβράζουν μέσα μας/οι ήρωες δεν εμφανίζονται /υπάρχουν ως αναμνήσεις/». Ποιήματα με διαύγεια που συνταιριάζουν λέξεις «αστόλιστες» πετυχαίνοντας την σωστή ενέργεια του στίχου. Ποιήματα με επαναστατικό παλμό που ψηλαφούν τους δύσκολους καιρούς με σύνεση: «[…] οι καιροί πιο γκρίζοι /όσοι ήταν χθες επαναστάτες /σίγουρα είναι δυο φορές γεροντότεροι /».

Ο ποιητής αγαπά το κόκκινο, το χρώμα της φλόγας, της επανάστασης, της ορμής: Γράφει χαρακτηριστικά: «Τo κόκκινο δεν πληγώνει/συνταιριάζει με τόσα πράγματα/τη φύση και την ανατολή/τη δύση  και τον αγώνα/την ανθρωπότητα που αντιστέκεται/κάνει παρέα με το μαύρο/της θλίψης και της οργής/κάνοντας τα σκοτάδια να λάμπουν /ευνοεί ακατανόμαστες πράξεις/εξεγέρσεις στα σάπια βάθρα/και γκρεμίσματα θρόνων/». Ο Τρωδίτης πιστεύει ότι αν γκρεμιστούν οι θρόνοι, αν το τραγούδι ηχήσει ανοίγοντας ρωγμές στον ήλιο, αν χαθούν οι ψευδαισθήσεις  που βρίθουν κυνισμό, αν έρθουμε σε ρήξη με τους θεσμούς, αν απελευθερωθούμε από τους μύθους, ο κόσμος θα γίνει καλύτερος, ουσιαστικότερος, λειτουργικότερος. Οι στίχοι ασκούν κριτική κυρίως όμως αφυπνίζουν τη συνείδηση, «τσιγκλάνε», διαταράσσουν την απάθεια και την παραίτηση.

Ο πόνος ως έννοια και ως διάσταση δεν τον αφήνουν ασυγκίνητο. Επισημαίνει ότι: «δεν είναι εύκολο να γράφεις για τον πόνο/ενώ πονάς αφόρητα/» Επίσης διαβάζουμε: «Η γνώση απορρέει από τον υπέρτατο πόνο». Και ο πόνος σε ό,τι αφορά την ανθρωπότητα είναι σύμφυτος με την αρρώστια, τον ξενιτεμό, τον αφανισμό, τις πριονισμένες ελπίδες, την μοναξιά. Όλα τα αλέθει ο Χρόνος, όλα τα αντέχει η Ιστορία και τα επανεμφανίζει ανά τακτά χρονικά διαστήματα επιτείνοντας στην αιώνια μοναξιά του ανθρώπου όπως αυτή σφραγίζει ανελέητα τους αιώνες.

Στην ενότητα με τίτλο «δώδεκα και μία στιγμές υπόληψης» ο ποιητής δίνει εικόνες σήψης, παρακμής, αλλοίωσης, αλλοτρίωσης, χωρίς τάση ωραιοποίησης, αλλά με την τακτική τη κυνικής καταγραφής. Η ζωής αδρανεί επικίνδυνα, ξεφτίζει, χάνει την αξία της, το ζητούμενο είναι η επιστροφή στην αξιοπρέπεια και την υπόληψη. Στη στιγμή Πέμπτη διαβάζουμε: «πότε ακίνητοι/πότε τρεμάμενοι/σε μέρη που λέγονται/ χώροι εργασίας/κραυγές αργόσυρτες /φωνές τσαλαπατημένες/ έρμαια άνωθεν αποφάσεων/σε προκρούστεια κρεβάτια/» Αναρωτιέται  πότε επιτέλους ο άνθρωπος θα ανασηκωθεί  από τον ανοιχτό του τάφο. Όλα αυτά τα γράφει στο «εμείς», στο α’ πληθυντικό, βάζει μέσα και τον εαυτό του, να έχει περιέλθει στη δίνη μιας ανεξέλεγκτης κατάστασης. Όλα τα θέματα τον αφορούν και ταυτόχρονα τον στιγματίζουν. Είναι «μια μικρή σπίθα ανταρσίας» οι στίχοι του Τρωαδίτη, που σφυγγομετρούν «τη  νύχτα της θύελλας», την αγρύπνια ,τη σάρκα και το αίμα του ανθρώπου, τη σάρκα και το αίμα της μοίρας του.

 

Δημήτρης Τρωαδίτης

 

Στην τελευταία ενότητα, στις «απόπειρες ονείρων», τι να ονειρευτεί κανείς! Υπάρχει άνθρωπος να χαϊδέψει τα ψηλά βουνά σε εποχές που όλα είναι επίπεδα και λεία; H ζωή του καθενός μυρίζει θειάφι και σπέρμα και είναι κάδος ανοιχτός με ησυχία απόλυτη. Γκρίζα όλα, ασάφεια, καταποντισμένες στιγμές, διαλυμένες ζωές, φοβισμένες αναπνοές, διαρκής αιώρηση μέσα σε ανεπαίσθητα θραύσματα χρόνου, σκέψεις κουρασμένες, υπονομευμένο βλέμμα.

Ο άνθρωπος όπως μας τον δίνει ο ποιητής χτυπημένος από όσα του συμβαίνουν παραπαίει σε μια ζωή χωρίς πραγματική υπόσταση, σε μια ζωή θραυσματική, που δεν του ανήκει.

 

 

απόπειρα τρίτη

 

έτσι έγκλειστοι

σε ηλεκτρονικές κάμαρες

αποκολλούνται τα κομμάτια μας

μένουμε με τα υπολείμματα

του εαυτού μας

η ψυχή μας έρμαιο

σε σχήματα και απομιμήσεις

με τ’ άντερα έξω

σε κοινή θέα

εκτεθειμένα στα βρόχια

της καθημερινότητας

δεμένοι χειροπόδαρα

από αόρατους σπάγκους

κάποιος τραβά το χαλί

κάτω από τα πόδια μας

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top