Fractal

Διήγημα: «Η φυλακή της δικής της απομόνωσης»

Της Μαίρης Πέστροβα // 

 

f2

 

Τη συναντώ κάθε πρωί την ίδια ώρα πηγαίνοντας για τη δουλειά, 06:15, σταθερά και αμετάκλητα. Είναι δεν είναι σαραντατριών χρονών αλλά η θλίψη στα μάτια της την κάνει είκοσι χρόνια μεγαλύτερη. Διαβαίνει κάθετα τον δρόμο της οδού Αναπαύσεως, σκυθρωπή αμίλητη. Τι να πει εξάλλου. Όλη η ζωή της μια τυραννία, ένα άλυτο πρόβλημα. Από μικρή στα βάσανα. Ορφανή και ευκόλως εκμεταλλεύσιμη δε στέριωσε σε μια δουλειά.

Μεγαλώνοντας όπου και να πήγαινε, έπειτα από ένα χρονικό διάστημα, άρχιζαν τα όργανα. Στρίμωγμα από δω, στρίμωγμα από κει και η επόμενη κίνηση, η άτακτη φυγή της που μαζί με τη φυγή της ερχόταν και η αφραγκιά της.

-Γαμώ το κέρατό μου πια, έλεγε και ξανάλεγε όλο αηδία, πουθενά δε θα στεριώσω εγώ…

Αν και είχε τελειώσει σχολή κοπτικής-ραπτικής, όσες πόρτες και να χτύπησε, ανταπόκριση δε βρήκε… Αποτέλεσμα αυτού, βερεσέ στον μπακάλη, βερεσέ στον μανάβη, βερεσέ στο φούρναρη, παντού. Το θέμα είναι ότι αισθανόταν χάλια….., χάλια……, αλλά ας όψεται και η κρίση….

Δε λέω… Ευκαιρίες άπειρες τις δοθήκανε να «ξεπληρώσει» αλλιώς τα χρέη της αλλά δεν της ήταν εύκολο, δεν το άντεχε το πετσί της. Η ηθική της ήταν πα-ρα-δειγ-μα-τι-κή!

Σηκώνοντας τη φούστα και ανοίγοντας τα πόδια δε θα μπορούσε ποτέ να αντέξει τέτοια αποπληρωμή. Προτιμούσε να χτυπά πόρτες για δουλειά κι ας έλιωνε τις σόλες της απ’ το περπάτημα.

 

Σε μια πόρτα απ’ αυτές η τύχη της χαμογέλασε. Ψάχναν αποθηκάριο σε μια εταιρεία τροφίμων και σ’ αυτήν βρήκαν το κατάλληλο πρόσωπο. Πράγματι, δεν της έλειπε και τίποτα για αυτή τη θέση. Τυπική, υπεύθυνη και προπαντώς ηθική. Ούτε ένα κουτάκι δεν έλειψε από την αποθήκη, ποτέ, ποτέ!

Το περιπολικό ερχόταν από μακριά. Ο φάρος του ήταν αναμμένος και μόλις πλησίασε η σειρήνα του στρίγκλισε για λίγο.

Μπα… Τι να θέλουν άραγε, αναρωτήθηκε και πριν προλάβει να τελειώσει την σκέψη της βρέθηκε με ένα ζευγάρι χειροπέδες στα δεμένα πισθάγκωνα χέρια της. Το σοκ ήταν μεγάλο! Δεν κατάλαβε και πολλά πράγματα…., κάτι λεφτά λείπανε μαζί με κάποια αξιόγραφα…, κάτι τέτοιο….

Τα αφεντικά της ανέκφραστα. Κάποιος της έστησε μια καλοφτιαγμένη παγίδα και αυτή σα βλάκας, έπεσε μέσα. Τα μηνίγγια της χτυπούσαν δυνατά. Λίγο ακόμα και θα πάθαινε εγκεφαλικό.

 

Η ποινή στη φυλακή ήταν τρία χρόνια με αναστολή, αλλά που λεφτά για εξαγορά. Την εξέτισε και όταν πια βγήκε έξω, η ζωή της, ήδη είχε δυσκολέψει, είχε αλλάξει προς το χειρότερο.

Αυτό το διαβολεμένο χαρτί έμελλε να γίνει ο τάφος της και αυτή το εύκολο θύμα.

Ανάθεμα τη μέρα που γεννήθηκα, μονολόγησε σχεδόν φωναχτά.

Αλήθεια, λες να ‘φταιγε η μέρα…; Ίσως.. Γεννήθηκε 11-11-1972 και η μάνα της πέθανε 11-11-1985. Κάτι παιχνίδια που σου παίζει η ζωή…. Είναι να τρελαίνεσαι στην κυριολεξία.

Οι μέρες περνούσαν χωρίς να μπορεί να βρει το δρόμο της. Το μόνο που την ανακούφιζε ήταν να πηγαίνει στο τάφο των γονιών της και να κάθεται να τους μιλά με τις ώρες.

Οι καντηλανάφτισσες την λυπόντουσαν…. – Έτσι όπως πάει αυτό το κορίτσι θα τρελαθεί! Δεν έχει κάποιον δικό του να το μαζέψει;; Έλεος πια, έλεγαν και ξαναέλεγαν.

Όχι…., δεν είχε κάποιον δικό της, μόνη της ήταν καθ’ ότι από χωριό οι γονείς της και αυτή μεγαλωμένη στην πόλη από παιδί. Αλλά αυτή συνήθεια να γυρίζει γύρω-γύρω από τον τάφο των γονιών της, έπρεπε να σταματήσει προτού της αποβεί μοιραία.

Ένα πρωινό πήρε τον ίδιο δρόμο της οδού Αναπαύσεως εντελώς αποφασισμένη κρατώντας στην παλάμη της σφικτά κάτι. Φτάνοντας στον προορισμό της ανοίγοντάς την, άφησε να πέσει το εξιτήριο αποφυλάκισης από τα χέρια της. Βγάζει με ιεροτελεστικό αργό τρόπο ένα κουτάκι σπίρτα και το οινόπνευμα που είχε στη τσέπη της και του ‘δωσε και κατάλαβε. Κανονικό παρανάλωμα, αφού όσοι βρισκόντουσαν εκείνη την ώρα στο κοιμητήριο φοβηθήκανε γιατί μαζί με το χαρτί, πιάσαν φωτιά και κάτι ξερά χόρτα που υπήρχαν εκεί στο πλάι.

Ένα χαμόγελο ξεφύτρωσε δειλά στα χείλη της που δεν άργησε να γίνει τρανταχτό γέλιο.

Ακόμα και τώρα γελάει ώρες-ώρες τρανταχτά, τόσο τρανταχτά που ενοχλεί τους υπόλοιπους στο θάλαμό της και αναγκάζονται να την βάζουν στην απομόνωση.

Εκεί την βρήκαν μια μέρα, μέσα στην μπανιέρα με κομμένες τις φλέβες της και τα υπέροχα μακριά μαλλιά της να πέφτουν σα γαϊτάνια…. Εκεί την βρήκαν, στη φυλακή της δικής της απομόνωσης._

 

 

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top