Fractal

Η φαναριώτικη λογοτεχνία

Γράφει ο Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης // *

 

“Φαναριώτικα και αστικά στιχουργήματα στην εποχή του νεοελληνικού Διαφωτισμού,” επιστημονική επιμέλεια: Ίλια Χατζηπαναγιώτη-Sangmeister, Χαρίτων Καρανάσιος, Mathias Kappler, Χαράλαμπος Χοτζάκογλου, Πανεπιστήμιο Κύπρου, Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών, εκδ. Ακαδημία Αθηνών Κέντρον Ερεύνης του Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού, Αθήνα 2013».

 

Όλοι γνωρίζουν τα δημοτικά τραγούδια, ειδικά αυτά που σώζονται από την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Ελάχιστοι, όμως, γνωρίζουν ότι την ίδια περίοδο συνυπήρχαν και τα αστικά λαϊκά στιχουργήματα-τραγούδια. Ήταν τραγούδια που γεννήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και έφτασαν σ’ εμάς μέσα από χειρόγραφα, τις μισμαγιές, δηλαδή τις χειρόγραφες συλλογές του 18ου και 19ου αιώνα που βρέθηκαν σε βιβλιοθήκες στην Ρουμανία, την Κωνσταντινούπολη, την Αυστρία και σε περιοχές της ελληνικής διασποράς. Σήμερα γνωρίζουμε την ύπαρξη 50 συλλογών, οι οποίες μελετήθηκαν και αναλύθηκαν στο επιστημονικό συμπόσιο «Φαναριώτικα στιχουργήματα» (Κύπρος 7-9 Ιουνίου 2012) και παρουσιάζονται στην παρούσα έκδοση της Ακαδημίας Αθηνών.

Η φαναριώτικη στιχουργική δημιουργία αντιπροσωπεύει την αστική λογοτεχνία της προεπαναστατικής Ελλάδας και η κατανόησή της στηρίζεται στην γνώση βασικών ιστορικών γνώσεων, όπως αυτές αναφέρονται στο κεφάλαιο του Μιχάλη Μιχαήλ «Δυτικές όψεις μιας κοινωνίας της Ανατολής». Ο συγγραφέας του κεφαλαίου εξηγεί ότι η οθωμανική ιστοριογραφία χωρίζεται σε δυο μεγάλες χρονικές περιόδους, την περίοδο των κατακτήσεων ή της ακμής ή  «κλασική περίοδο» (14ος-16ος αιώνας) και την περίοδο 17ος, 18ος και 19ος αιώνας, όπου η οθωμανική αυτοκρατορία παρουσιάζει κοινωνικές, πολιτικές και πολιτισμικές μεταβολές. Η αρχή γίνεται με τον σουλτάνο Αχμέτ Γ, ο οποίος εγκαινιάζει την «Εποχή των Τουλιπών» (1703-1730) και στρέφεται προς τον δυτικό πολιτισμό. Μέσω της διπλωματίας η οθωμανική αυτοκρατορία γνωρίζει τον δυτικό πολιτισμό και αρχίζει να επηρεάζεται σε όλες τις πολιτισμικές, κοινωνικές, οικονομικές και στρατιωτικές πτυχές της καθημερινότητας. Τότε δημιουργείται και το πρώτο κρατικό ισλαμικό τυπογραφείο στην Κωνσταντινούπολη (1727), με πρωτοβουλία του Ιμπραήμ Μουτεφερρικά. Με άλλα λόγια, η αυτοκρατορία εξευρωπαΐζεται, με αποτέλεσμα οι  κοινωνικές μεταβολές  να οδηγήσουν στην εμφάνιση μιας νέα άρχουσας τάξης με αστικά στοιχεία, στην οποία σημαντική θέση κατέχει η ελληνική παροικία της Πόλης, οι Φαναριώτες. Ξεκινώντας ως δραγουμάνοι (διερμηνείς) στις διπλωματικές αποστολές χάρη στη μόρφωση τους και με τη βοήθεια της οικονομικής ευμάρειας που τους εξασφαλίζει το εμπόριο γρήγορα καταλαμβάνουν θέσεις ως ηγεμόνες στην Μολδαβία και τη Ρουμανία.

Οι Φαναριώτες μαζί με τους Αρμένιους, Εβραίους, τους Λεβαντίνους και τους Οθωμανούς εκφράζονται μέσω της αστικής λαϊκής στιχουργικής, συνθέτοντας ποιήματα, τραγούδια. Με τον τρόπο αυτό γεννιούνται τα κοντζάκια (λαϊκά ερωτικά δίστιχα) και άλλα φαναριώτικα στιχουργήματα πολλά από τα οποία συνθέτονται από τους πρωτοψάλτες του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, όπως τον Ιάκωβο Γιακουμάκη (ή κυρ- Ιακωβάκη, 1740-1801). Αυτά τα λαϊκά στιχουργικά πολυπολιτισμικά δημιουργήματα, τα οποία γίνονται και τραγούδια, υποστηρίζονται ο Παναγιώτης Κοδρικάς, ο Αντώνης Κορωνιός, ο Ιωάννης Καρατζάς (Έρωτος αποτελέσματα, 1792)  και γενικότερα η Σχολή του Ρήγα Φεραίου (στο Σχολείον του Ρήγα υπάρχουν ενσωματωμένα φαναριώτικα τραγούδια). Αυτή η λογοτεχνική τάση της δεκαετίας του 1790 ήρθε σε σύγκρουση με τους εκπροσώπους του κοραϊκού Νεολληνικού Διαφωτισμού, τον Δημήτρη Καταρτζή, τον Λάμπρο Φωτιάδη, κ.ά. Αυτοί υποστήριζαν την ποιητική αναγέννηση του ελληνισμού και την διαμόρφωση της εθνικής συνείδησης μέσω της αρχαιοελληνικής ποίησης, όπως την ανακρεοντική ποίηση και φυσικά την ανάλογη αρχαΐζουσα ελληνική γλώσσα. Έτσι, στην Κωνσταντινούπολη δημιουργούνται δυο λογοτεχνικές τάσεις, η αστική λαϊκή και η αρχαιοελληνική. Από την αρχαιοελληνική θα προκύψει μετά το 1830 η Α’ Αθηναϊκή Σχολή (Κλασικορομαντισμός) με σημαντικότερους εκπροσώπους τους λόγιους Φαναριώτες, αδελφοούς Σούτσους, Α. Ραγκαβή, κ.ά.

Σημαντικό λογοτεχνικό έργο, αντιπροσωπευτικό του κωνσταντινοπουλίτικου πολιτισμικού παλίμψηστου είναι Η Βοσπορομαχία του σενιόρ Μονμάρς (1766), ενώ χαρακτηριστική εικόνα του μουσικού πολιτισμικού περιβάλλοντος της Πόλης είναι η περιγραφή της Ίλιας Χατζηπαναγιώτη, η οποία αναφέρεται για την περίοδο 1761-1762: «[…]Εκείνον τον πολύχρωμο κόσμο των ντόπιων και φράγκων[…]που έπαιζαν λύρες, «μουσκάλι» κιθάρες, βγιολίνια», τραγουδώντας κοντάκια και φαναριώτικα τραγούδια[…]» (σελ. 34).

 

 

Κλείνοντας πρέπει να τονιστεί ότι το 1817 αποτελεί χρονική τομή στην φαναριώτικη ποιητική παραγωγή, καθώς τότε εκδίδονται οι περισσότερες ποιητικές συλλογές, όπως τα «Λυρικά» του Χριστόπουλου, «Μέλη Ανακρεοντικά»  του Ιωάνννη Ζαμπέλιου, «Ωδή στο Έαρ» του Κωνσταντίνου Νικολόπουλου, κ.ά. Αξιοσημείωτες είναι και οι πηγές των συγγραφέων του συλλογικού τόμου, όπως η αρχαιότερη ελληνική εφημερίδα η «Εφημερίς» που εκδιδόταν στην Βιέννη από τους αδελφούς Μαρκίδες, καθώς και η αρχειακή έρευνα στις Βιβλιοθήκες του Βουκουρεστίου, του Ιάσιου, κ.λπ.

Εν κατακλείδι θα λέγαμε ότι το αξιόλογο συλλογικό πόνημα Φαναριώτικα και αστικά στιχουργήματα στην εποχή του νεοελληνικού Διαφωτισμού προσφέρει πολλά νέα στοιχεία στην έρευνα του φαναριώτικου πολιτισμού γενικότερα και της φαναριώτικης λογοτεχνίας ειδικότερα. Χάρη στις μελέτες, τις εργασίες και τις δημοσιεύσεις των συγγραφέων γίνεται γνωστή σε όλους η άγνωστη και πολλές φορές παρεξηγημένη προσφορά των Φαναριωτών στον σύγχρονο νεοελληνικό πολιτισμό.

 

 

* Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης: ιατρός ορθοπεδικός, πολιτισμολόγος

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top