Fractal

Εξαίροντας την έννοια της θυσίας

Γράφει ο Αθανάσιος Βαβλίδας //

 

«Η επανάσταση των υπογείων» του Γιώργου Μαχαιρίτσα (μυθιστόρημα), Εκδόσεις Βακχικόν 2019

 

Γνώρισα τον Γιώργο Μαχαιρίτσα μες απ’ τα βιβλία του. Δεν είχα την τύχη μέχρι σήμερα να τον γνωρίσω δια ζώσης. Κι όμως, η γλώσσα του, το ύφος, οι θεματικές του επιλογές έμοιαζαν ήδη να σχηματίζουν τον αληθινό άνθρωπο που βρίσκεται ανάμεσά μας.

Πριν απ’ όλα μοιάζει να είναι ένας έφηβος που η έμπνευσή του ιππεύει το λόγο και καλπάζουν μαζί για συναρπαστικούς προορισμούς. Ένας νέος με πλατιά σκέψη που αγαπάει όχι μόνο το λόγο, αλλά και τη μουσική και τις εικόνες. Ένας ώριμος νέος που χειρίζεται τα ηνία του λόγου για να προδιαγράψει την πορεία του ανθρώπου προς φωτεινότερες ώρες. Ένα παιδί που κοιτάζει πίσω προς την εποχή της αθωότητας με βαθιά αγάπη για τον άνθρωπο και τη ζωή.

Ήδη από την αρχή, την πρώτη σελίδα του μυθιστορήματος, έχουμε μια αναγωγή στην παιδική ηλικία του ήρωα, του Μορίς, που λιάζεται ξαπλωμένος στο πλάι της λίμνης Ίγκελ και καταλήγει ως εξής: «… εστιαζόμουν στις αντανακλάσεις του ήλιου στα ταραγμένα νερά της λίμνης. Αυτή η παραίσθηση του ακατάσχετου λουτρού φωτός με αγαλλίαζε. Ένιωθα για έναν ανεξήγητο λόγο πως όλα θα πάνε καλά. Πόσο τυχερός ήμουν που βρισκόμουν εκεί».

Ποιος θα μπορούσε ν’ αρνηθεί ότι αυτό το απόσπασμα έχει μια ποιητική χροιά;

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι, για τον συγγραφέα, η επιστροφή στην παιδική και νεανική ηλικία, που συχνά δηλώνεται με σύντομα κεφάλαια σε πλάγια γράμματα, αποτελεί ταυτόχρονα και μια επιστροφή στις ποιητικές απαρχές του. Γιατί το πρώτο του βιβλίο υπήρξε μια συγκροτημένη ποιητική συλλογή με τίτλο “Τα Στράνομα ή ένας χρόνος μακριά”, όπου η λέξη στράνομα στα σέρβικα σημαίνει απότομη πλαγιά. Η συλλογή περιέχει κατά ενότητες μια σειρά από έξοχα ποιήματα με εικονογράφηση της Ευγενίας Παπαδοπούλου. Από τη συλλογή αυτή επιλέγουμε το ποίημα “Φως”.

“Πατέρα φοβάμαι…

Στριγκλίζουν γύρω οι μηχανές

κι αγκομαχούνε οι άνθρωποι.

Τόσον καιρό μαζί τους

κι έφθασα να τους μπερδεύω.

Πούθε να κάνω όμως;

Γιομάτο αγκάθια είναι οι στροφές

και οι ευθείες μόνοι.

Αφέντεψα του λόγου μου κι εγώ το ριζοτόπι

και γύρεψα ολόγυμνος τη θέα της λαγνείας.

Σαν άλλος Προμηθέας γεύτηκα τα δέσμια της μοίρας μου.

Σαν ύπατος δερβίσης χόρεψα στο τρίγωνο του φόβου.

Δρόμος μακρύς μόνο κι αδιάβατος

του πηγεμού πάντα ο δρόμος

σε χρόνο αλαργινό κι ανήθικο

δοσίλογο κι αυτάρκη.

Μα αν ήσουνα μονάχος σου

Θεός μαζί αλάβωτος,

τότε σου θα πόναγες χωρίς παρηγοριά.

Πατέρα φοβάμαι…”

Ποια είναι, λοιπόν, τα κύρια χαρακτηριστικά του έργου που παρέδωσε στην αναγνωστική μας όρεξη ο Γιώργος Μαχαιρίτσας;

Πρώτον είναι η γλώσσα. Ο συγγραφέας χειρίζεται τη γλώσσα με τέτοιο τρόπο ώστε να οδηγεί απρόσκοπτα τον αναγνώστη από πρόταση σε πρόταση χωρίς να υποχωρεί ο λεξιλογικός της πλούτος και χωρίς να χάνει τη θυμόσοφη διάθεσή του. Ήδη από τα ποιήματά του μπορούμε να διαπιστώσουμε την οικονομία λέξεων και εκφράσεων που συνοδεύονται από έντονα χρωματισμένες λέξεις και παράγουν δυνατές εικόνες και γρήγορες εναλλαγές.

Η αφήγηση γίνεται σε πρώτο πρόσωπο από τον ήρωα Μορίς και χωρίζεται σε τριάντα τέσσερα κεφάλαια. Είναι τέτοια η αφηγηματική δεινότητα του συγγραφέα, που δε διασπά με φλυαρίες ή παρακάμψεις την ενότητα του κειμένου και ταυτόχρονα συνδέει με διάφανο τρόπο τις πληροφορίες που μας παρέχονται για τους ήρωες. Με τη χρήση καίριων λέξεων και λιτών περιγραφών, δημιουργεί μια απειλητική ατμόσφαιρα, ένα κλειστό περιβάλλον και προσθέτει ανά κεφάλαιο ψηφίδες δράσης μέχρι την ολοκλήρωση της πλοκής. Θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για σενάριο κινηματογραφικής ταινίας, αν δεν είχε κατορθώσει να υποβάλλει αυτή την ατμόσφαιρα, βασιζόμενος όχι σε υπαινιγμούς, αλλά στην έντεχνη αποτύπωση πολύ συγκεκριμένων στοιχείων.

Δεύτερο χαρακτηριστικό είναι ο χρόνος. Για την ακρίβεια, τα στίγματα του χρόνου. Πολλά απ’ τα κεφάλαια του βιβλίου φέρουν κάτω απ’ την αρίθμησή τους επεξηγηματικό υπότιτλο κάποιο μήνα του έτους. Ο μήνας δεν προσδιορίζει μόνο χρονικά τη δράση, αλλά και υποβάλλει (χωρίς να περιγράφεται) ένα ύφος εποχής. Ενώ όσα περιγράφονται, θα μπορούσαν να συμβαίνουν σ’ ένα απώτερο μέλλον, έχει κανείς συχνά την αίσθηση ότι αυτά ήδη έχουν συμβεί σε μία περασμένη εποχή.

Επίσης, οι περισσότερες παράγραφοι του κειμένου ξεκινούν με χρονικό προσδιορισμό που αναλόγως την περίσταση λειτουργεί συνδετικά, αντιθετικά ή σε παραλληλισμό. Η χρονική τοποθέτηση γίνεται μ’ αυτό τον τρόπο δομικό στοιχείο του κειμένου. Και τα κεφάλαια που συνιστούν χρονικές αναδρομές, εντάσσονται οργανικά στο κείμενο, συνιστώντας δήθεν τυχαίες αναμνήσεις που σύντομα ανακαλύπτουμε ότι παρείχαν απαραίτητες πληροφορίες.

 

Γιωργος Μαχαιρίτσας

 

Καταφεύγω εκ νέου στην ποίηση του Μαχαιρίτσα για να αφουγκραστούμε την ηχώ του χρόνου και το ουσιώδες του βιβλίου του. Ο χρόνος ήταν ήδη παρόν και στον υπότιτλο της συλλογής του “Στράνομα – ένας χρόνος μακριά”. Επιλέγω το ποίημά του “Στο μπαλκόνι ετούτο το περαστικό” (απόσπασμα):

“Σα να βυθίζονται εδώ μέσα οι πόλεις μου μοιάζει’

χάνουν τα φώτα τους,

τα σύνορά τους εξατμίζονται εδώ μέσα.

Σ΄ ένα μπαλκόνι με θέα τον Θεό.

Εδώ που μας έσπειρε μια μήτρα παράξενη

και μας ξέβρασε αυτόχθονες στον χρόνο μας,

στην άβυσσο καθενός.

Παρέα με τέρατα, μαζί με τα νόθα αδέλφια μας,

φόβους και έρωτες.

Εδώ μέσα ξεχύθηκα, θυμάμαι…

Σ’ ένα μπαλκόνι κρεμασμένος ανάποδα,

ψαχουλεύοντας το πρώτο φως της πρώτης ημέρας μου εδώ.”

Τρίτο χαρακτηριστικό: είναι ο δυισμός που συχνά εκπέμπει η δράση του μυθιστορήματος. Και πρώτ’ απ’ όλα οι Υπόγειοι όπως κι οι “Επίγειοι”, που θα τους έλεγα εγώ. Δύο διαφορετικοί κόσμοι που παραπέμπουν στον κοινωνικοοικονομικό ή ταξικό διαχωρισμό – όπως θέλει ας τον βαφτίσει κανείς – πλουσίων και φτωχών, όπου η λεγόμενη αστική τάξη είτε έχει μεταλλαχθεί σε παρακολούθημα των πλουσίων είτε έχει ενταχθεί στον κόσμο της απόλυτης φτώχειας με εκφραστές τους Υπόγειους. Η ιδέα δεν είναι, βέβαια, καινούργια. Την έχουμε ήδη συναντήσει στον μυθιστορηματικό κόσμο με προεξάρχοντα παραδείγματα το “Ποτέ και πουθενά” του Νηλ Γκέιμαν, το “Underground ή ένας ήρωας του καιρού μας” του Βλαντιμίρ Μακάνιν και το “Μετρό 2033” του Ντμίτρι Γκλουχόφσκι. Η διαφορά με το κείμενο του Μαχαιρίτσα είναι, πέραν της τραγικής επικαιρότητας που αποκτά το θέμα για τη χώρα μας με την επιβεβλημένη φτωχοποίηση του πληθυσμού, ότι θίγει το θέμα από την οπτική των “Επίγειων”, φωτίζοντας με γνώση και ευρύτητα τους σύγχρονους επιχειρηματικούς μηχανισμούς που διοχετεύουν την επιρροή τους στην κοινωνία μας.

Έπειτα είναι ο κύριος Ρον, αυτό το αρχέτυπο του επιχειρηματικού ηγέτη και ο Χάρβεϊ, ο αντικαταστάτης του πατέρα του Μορίς, που λειτούργησαν μέχρι ένα σημείο ως πατρικά υποκατάστατα για τον ήρωά μας. Ο Φιλ και ο Άντυ, δύο διαφορετικές όψεις της μάταιης, τελικά, υποστήριξης που αποζητούσε ο ήρωας. Ο Τσέις που δεν ήταν αυτό που αρχικά νομίζαμε. Ο κόσμος του βιβλίου κυριαρχείται από άντρες, αλλά ξεχωρίζει η Λίζα, η αγαπημένη του Μορίς, που κάνει τη δική της ιδεαλιστική επανάσταση. Κάπου, ο ήρωας αναρωτιέται αν ο άνθρωπος τελικά είναι δυνάμει ενάρετος ή είναι φύσει άδικος. Και παραπέρα, η λίμνη Ίγκελ των παιδικών χρόνων και το Νορθ Ετζ με τα γραφεία της Σκάιλαιν. Γράφει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας :

“Ο νους μου γύρισε ξαφνικά …. στη λίμνη Ίγκελ. Στα αμέτρητα πουλιά που φωλιάζουν στους καλαμιώνες και στα νούφαρά της. … Σε αυτή τη βαθιά αίσθηση γαλήνης και ευτυχίας. Για μια στιγμή συνειδητοποίησα ότι η ζωή μας θα έπρεπε να ήταν πιο απλή. Πιο απέριττη. Όλες αυτές οι καινούργιες ανάγκες, οι αυξημένες απαιτήσεις μας, είναι το τίμημα της εξοικείωσής μας με την ασχήμια. Πώς να μη συνηθίσουμε σ’ αυτήν;”.

Και κάπου αλλού γράφει:

“Καμιά φορά η βουή της πόλης τα κάνει όλα να φαίνονται πιο εύκολα. Παίρνει μακριά το όνομα της μοναξιάς και το φυλάει στον κόρφο της μέχρι να ξεθυμάνει”.

Πιστεύω, ότι έχουμε να κάνουμε με μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία, που εμπίπτει μεν στη σφαίρα του φανταστικού, αλλά σε τελική ανάλυση άπτεται της πραγματικότητας περισσότερο από άλλα παρόμοια δήθεν ρεαλιστικά βιβλία, ενώ παράλληλα εξαίρει την έννοια της θυσίας, της προσφοράς στον συνάνθρωπο.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top