Fractal

Η ανατομία της ύπαρξης

Της Αγγελικής Λάλου //

 

 

«Καθημερινά κρεβάτια», Μαρία Κουλούρη, εκδόσεις Μελάνι

 

Τα παιδιά, αθώα, ως είναι απαλλαγμένα από το βάρος της μνήμης γίνονται παράδειγμα («Παιδιά κοιμούνται μέσ’ στα δάση / Στο πιο απαλό σκοτάδι σέρνουν μάγουλα / Μορφές τηις άγνοιας με δάχτυλα στο στόμα / Κάθε πρωί φορούν τα μάτια τους»). Στα όνειρα τα ακολουθούμε ρίχνοντας χαλίκια για να μη χάσουμε τον δρόμο στον ύπνο μας. Χτίζουμε ένα σύμπαν φιλικό προς τη φαντασία. Να αντέχει τα τραύματα που κουβαλάμε. Να μπορεί να φιλοξενήσει όλα όσα δεν ήρθαν ακόμα. Η ποίηση δεν ήταν ποτέ για να δίνει απαντήσεις. Η ποίηση θα είναι πάντα για να θέτει κι άλλες ερωτήσεις. Να βάζει το χέρι επιδεικτικά στην πληγή. Σε όσα καθημερινά κρεβάτια και να ξαπλώνουμε τους φόβους, θα ξυπνάμε μόνοι με την αγωνία να μεταμορφώνει τη σιωπή σε άναρθρη κραυγή. Θα ψάχνουμε διακαώς τα υλικά εκείνα που θα είναι ικανά να δομήσουν τη μία μέρα πάνω στην άλλη (Κάθε μέρα μια προσπάθεια συντήρησης / Ακόμα σώνεται η μνήμη / Χτισμένη πάνω σε θεμέλια / Μέσα στη σκόνη / Κάτω από τη σκεπή / Στην αγριάδα του στεγνού κορμιού»). Σκάβοντας για θεμέλια πέφτουμε πάνω σε θραύσματα αναμνήσεων, υπόλοιπα ενός παρελθόντος που δεν ξοφλήσαμε ακόμα. Σκοντάφτουμε σε ρίζες κτιρίων, σε πόρτες που χάσκουν ανοικτές κι οδηγούν σε δωμάτια φτιαγμένα από σάρκα («Στο δωμάτιο αυτό / Κρατάμε δοκάρια και κολώνες / Ξεκουράζεται το σώμα λάσπη / Επενδύουμε την πέτρα / Οριζόντιοι ανάμεσα σε βέργες εμείς / Οι εξαίρετοι της στατικότητας / Προσφέραμε στην έλλειψη εαυτούς»). Εσείς κι εμείς («εμείς αν ζούμε αναπνέουμε ήχους… /  εμείς αν ζούμε αποθέτουμε ύπνους / όνειρα εσείς σε καθημερινά κρεβάτια»). Μια αιώνια εναλλαγή. Θύματα και θύτες. Παιδιά και γονείς. Εραστές και ερωμένοι. Φίλοι κι αντίπαλοι.

Η Μαρία Κουλούρη με τα «Καθημερινά κρεβάτια», στην τρίτη της ποιητική συλλογή, μας ξεναγεί σε έναν κόσμο κάτω από το χώμα. Μας εισάγει σε ένα σώμα κάτω από το δέρμα. Υπό… Καταργεί χρόνους, εποχές, ηλικίες. Γκρεμίζει τα σύνορα, ανάμεσα στη φύση και τον άνθρωπο, ανάμεσα στα οικοδομήματα και το ανθρώπινο κορμί. Μέλη, υλικά, γίνονται η πρώτη ύλη («Παγώνει το σώμα κάτω απ’ τα δέντρα / Πρέπει να αδειάσουμε τα δάση / Έφτιαξα χώρους μετρώντας ρίζες / Ύψος και πλάτος στέρεα σημεία»). Λέξεις, ήχοι, ανάσες ο συνδετικός ιστός. Τα συναισθήματα, οι εμπειρίες αποτελούν τους αρμούς. Μια ποιητική σύνθεση χωρίς αρχή, μέση, τέλος –αν και πολύ αυστηρά δομημένη–, έπιασα τον εαυτό μου να διαβάζει κάποιες σελίδες κι αντίστροφα, δηλαδή από το τέλος προς τα πάνω, με την ίδια αναγνωστική απόλαυση. Ωστόσο ο ποιητικός λόγος είναι εξαιρετικά μεστός, συγκεντρώνει τους χυμούς των λέξεων, την ουσία τους («Και αν στέκομαι στο χείλος του βίου / Δεν είναι γιατί αντέχω το βάρος / Είναι γιατί τελείωσε το χώμα / Και πού να μπουν οι λέξεις»). Πατάει γερά στο χώμα, έχει ρίζες ανάμεσα στον ουρανό και το μέσα μας δάσος.

Έγκλειστοι, τρόφιμοι, φροντιστές, ικέτες, κουρασμένοι πια ψάχνουν κάπου να ξεκουράσουν το γίγνεσθαι. Η σιωπή υπακούει σε δικούς της γραμματικούς κανόνες, με τους χρόνους να έχουν τάσεις φυγής, να μη χωράνε ούτε στον ενεστώτα, ούτε στον μέλλοντα αλλά να έλκονται επικίνδυνα από έναν αόριστο διαρκείας ή επαναληπτικό («καθώς αλλάζετε γραμματική/ και ασκείται ο χρόνος ανάμεσα/ σε αυτούς που ήταν/ και όσους ακόμα είναι/ κανείς όμως δεν φαίνεται στο μέλλον»). Ο χρόνος χτίζει, γκρεμίζει, αφουγκράζεται, σέρνεται, αφήνοντας πίσω του θεμέλια, συντρίμμια, σιωπές – ίχνη για να επιστρέφει, για να υπάρχει, για να αναβάλλεται. Ξεγελάει τις αισθήσεις και την αντίληψη («ορατοί και πότε αόρατοι περνάτε / από το δωμάτιο στους τοίχους»). Η πίστη εναλλάσσεται με την αμφιβολία –χρέος των ποιητών–, και η συγκεκριμένη ποιητική σύνθεση γίνεται μια προσωπική εξομολόγηση και μια διαδρομή ωστόσο αρκετά οικεία, καθώς μας κάνει να νιώσουμε πως κι εμείς έχουμε περάσει από εκεί ή, ίσως, και να είμαστε εκεί ακόμα («Στο δρόμο προς την ησυχία / Μέχρι το τελευταίο χωράφι / Που φύονται οι θνητοί / Και οι θεοί εκλιπαρούν βοήθεια»).

 

Μαρία Κουλούρη

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top