Fractal

Προδημοσίευση: «Βάλε ένα Φύλακα», (Go Set a Watchman), Της Harper Lee

 

Προδημοσίευση -«Βάλε ένα Φύλακα», (Go Set a Watchman), Της Harper Lee

Η συνέχεια του παγκόσμιου best seller «Όταν Σκοτώνουν τα Κοτσύφια» της Harper Lee, κυκλοφορεί αρχές Δεκεμβρίου σε μετάφραση Σώτης Τριανταφύλλου

 

lee

 

  • #1 Best Seller σε ΗΠΑ και Μεγάλη Βρετανία από την πρώτη μέρα της κυκλοφορίας του.
  • Το εκδοτικό γεγονός της χρονιάς σε πάνω από 30 χώρες όπου εκδόθηκε ή πρόκειται να εκδοθεί!
  • Η Χάρπερ Λη έγραψε το «Βάλε Ένα Φύλακα» πριν το βραβευμένο με Πούλιτζερ «Όταν Σκοτώνουν τα Κοτσύφια» και επί πολλά χρόνια το χειρόγραφο ήταν ξεχασμένο.

 

Είναι το εκδοτικό γεγονός της χρονιάς, με εκατοντάδες χιλιάδες πωλήσεων από τις πρώτες κιόλας μέρες της κυκλοφορίας του σε Αμερική και Μεγάλη Βρετανία τον περασμένο Ιούλιο, και έρχεται στην Ελλάδα από τις Εκδόσεις BELL στις 3 Δεκεμβρίου!

Πρόκειται για το νέο, πολυσυζητημένο βιβλίο της Harper Lee, Βάλε Ένα Φύλακα (Go Set a Watchman), το οποίο από την πρώτη μέρα της κυκλοφορίας του, σε ΗΠΑ και Μεγάλη Βρετανία, μέχρι σήμερα, βρίσκεται συνεχώς στις πρώτες θέσεις στις λίστες των best sellers ενώ έχει ήδη -ή πρόκειται να- εκδοθεί σε πάνω από 30 χώρες.

Η Harper Lee είναι η συγγραφέας του θρυλικού Όταν Σκοτώνουν τα Κοτσύφια –ένα από τα σπουδαιότερα και δημοφιλέστερα βιβλία της αμερικανικής λογοτεχνίας, που διαβάζεται μέχρι σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο διατηρώντας αμείωτη τη φρεσκάδα και τη δύναμή του, και το οποίο χάρισε στην συγγραφέα του το Βραβείο Πούλιτζερ το 1961.

Το Βάλε Ένα Φύλακα, στο οποίο ξανασυναντάμε τη Σκάουτ και τους άλλους ήρωες της Harper Lee, δύο δεκαετίες αργότερα, είναι στην πραγματικότητα το πρώτο της βιβλίο. Η συγγραφέας συνέλαβε αρχικά την ιστορία της ενήλικης Σκάουτ, αλλά οι αναφορές στην παιδική της ηλικία στο Νότο συνάρπασαν την επιμελήτρια του εκδοτικού της οίκου τόσο ώστε τη συμβούλεψε να τις αναπτύξει σε μια ξεχωριστή ιστορία, που έγινε το Όταν Σκοτώνουν τα Κοτσύφια. Ύστερα, το Βάλε Ένα Φύλακα ξεχάστηκε, για να ανακαλυφθεί μόλις πρόσφατα από τη δικηγόρο της συγγραφέως σ’ ένα φάκελο με άλλα έγγραφα. Η Harper Lee αποφάσισε να το εκδώσει χωρίς επεμβάσεις και αλλαγές, όπως ακριβώς γράφτηκε, ενώ η είδηση για την εύρεση του χειρογράφου και την έκδοσή του έγινε πρώτο θέμα διεθνώς και προκάλεσε φρενίτιδα στον εκδοτικό κόσμο.

Οι Εκδόσεις BELL, που γνώρισαν την Harper Lee στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό τη δεκαετία του ’80 και από τότε κρατούν πάντοτε διαθέσιμο το «Όταν Σκοτώνουν τα Κοτσύφια» στη χώρα μας, υπόσχονται μια νέα υπέροχη αναγνωστική εμπειρία με το Βάλε Ένα Φύλακα που θα βρίσκεται στα ράφια των βιβλιοπωλείων εντός των ημερών, σε μετάφραση Σώτης Τριανταφύλλου.

 

H συγγραφέας Harper Lee

 

Μικρό απόσπασμα:

 

Ο Άτικους Φιντς σήκωσε το μανίκι του αριστερού του χεριού και το ξανατράβηξε προσεκτικά. Δύο παρά είκοσι. Μερικές φορές φορούσε δύο ρολόγια: φορούσε δύο και σήμερα, ένα αρχαίο τσέπης με αλυσίδα, που δαγκώνοντάς το τα παιδιά του είχαν βγάλει τα πρώτα τους δόντια, κι ένα ρολόι του χεριού. Το πρώτο ήταν μια συνήθεια, το δεύτερο ήταν για να βλέπει την ώρα όταν δεν μπορούσε να κουνήσει τα δάχτυλά του αρκετά ώστε να βγάλει το ρολόι από την τσέπη του γιλέκου. Ήταν ψηλός προτού τα γηρατειά και η αρθρίτιδα του αφαιρέσουν μερικούς πόντους. Είχε κλείσει τα εβδομήντα δύο τον περασμένο μήνα, αλλά η Τζιν Λουίζ τον έβλεπε ακόμα να αιωρείται κάπου στη μέση της έκτης δεκαετίας –δεν μπορούσε να τον θυμηθεί νεότερο, ούτε της φαινόταν να γερνάει.

Μπροστά στην καρέκλα όπου καθόταν υπήρχε ένα μεταλλικό αναλόγιο και πάνω σ’ αυτό βρισκόταν το βιβλίο Η Παράξενη Υπόθεση Άλτζερ Χις. O Άτικους έγειρε λίγο προς τα εμπρός, τόσο ώστε να αποδοκιμάσει καλύτερα αυτό που διάβαζε. Ένας άγνωστος δεν θα έβλεπε τη δυσαρέσκεια στο πρόσωπό του, γιατί σπάνια ήταν ορατή· ένας φίλος, όμως, θα περίμενε το στεγνό «χμμ», το ανέβασμα των φρυδιών, το σφίξιμο του στόματος σε μια λεπτή γραμμή.

«Χμμ», είπε.

«Τι λες, χρυσέ μου;» είπε η αδερφή του.

«Δεν καταλαβαίνω πώς ένας άνθρωπος σαν αυτόν έχει το θράσος να μας αραδιάσει τις απόψεις του για την υπόθεση Χις. Είναι σαν ο Φένιμορ Κούπερ να γράφει σκωτσέζικα ιστορικά μυθιστορήματα».

«Γιατί το λες αυτό;»

«Έχει μια παιδιάστικη πίστη στην ακεραιότητα των δημοσίων υπαλλήλων και φαίνεται να νομίζει ότι το Κογκρέσο αποτελεί την αριστοκρατία τους. Δεν κατανοεί κα-θό-λου την αμερικανική πολιτική».

Η αδερφή του κοίταξε το εξώφυλλο του βιβλίου. «Δεν τον έχω ακούσει αυτόν τον συγγραφέα», είπε, στέλνοντας το βιβλίο στο πυρ το εξώτερον. «Λοιπόν, μη χολοσκάς, χρυσέ μου. Μα, δεν θα έπρεπε να έχουν φτάσει;»

«Δεν χολοσκάω, Zάντρα». Ο Άτικους κοίταξε την αδερφή του σαν να το διασκέδαζε λιγάκι. Ήταν δύστροπη γυναίκα, αλλά η συμβίωση μαζί της ήταν απείρως προτιμότερη από το να έχει την Τζιν Λουίζ μόνιμα στο σπίτι να περιφέρεται δυστυχισμένη. Όταν η κόρη του ένιωθε χάλια, ήταν στην τσίτα –στον Άτικους άρεσαν οι γυναίκες που χαλάρωναν, που δεν άδειαζαν συνεχώς και μανιωδώς τα σταχτοδοχεία.

Άκουσε ένα αυτοκίνητο να μπαίνει στον ιδιωτικό δρόμο, δυο πόρτες να χτυπάνε, ύστερα να ανοίγει η εξώθυρα. Παραμέρισε προσεκτικά με τα πόδια του το αναλόγιο, κάνοντας μια μάταιη προσπάθεια να σηκωθεί από τη βαθιά πολυθρόνα χωρίς να χρησιμοποιήσει τα χέρια του· το κατάφερε τη δεύτερη φορά, και μόλις

είχε ισορροπήσει όταν η Τζιν Λουίζ έπεσε καταπάνω του. Υπέμεινε το αγκάλιασμά της και προσπάθησε να το ανταποδώσει όσο καλύτερα μπορούσε.

«Άτικους…» άρχισε να λέει η Τζιν Λουίζ.

«Βάλε τα μπαγκάζια της στο υπνοδωμάτιο, σε παρακαλώ, Χανκ», είπε ο Άτικους πάνω από τον ώμο της. «Ευχαριστώ που την παρέλαβες».

Αφού η Τζιν Λουίζ φιλήθηκε με τη θεία της –στην πραγματικότητα φίλησαν και οι δυο τον αέρα–, πήρε ένα πακέτο τσιγάρα από την τσάντα της και το εκτόξευσε στον καναπέ. «Πώς πάνε οι ρευματισμοί, θεία;»

«Κάπως καλύτερα, γλυκιά μου».

«Και ο Άτικους;»

«Κάπως καλύτερα, γλυκιά μου. Ήταν καλό το ταξίδι σου;»

«Αμέ».

Κατέρρευσε στον καναπέ. Όταν ο Χανκ επέστρεψε από τις αγγαρείες, της είπε «Κάνε πιο πέρα» και κάθισε δίπλα της. Η Τζιν Λουίζ χασμουρήθηκε και τεντώθηκε. «Τι νέα;» ρώτησε. «Ό,τι μαθαίνω το μαθαίνω ξεφυλλίζοντας τη Μέικομπ Τρίμπιουν. Ποτέ δεν μου γράφετε».

Η θεία Αλεξάντρα είπε: «Έμαθες για τον θάνατο του γιου του εξαδέλφου Έντγκαρ. Πάρα πολύ λυπηρό».

H Tζιν Λουίζ είδε τον Χένρι να ανταλλάσσει ματιές με τον πατέρα της.

«Γύρισε αργά ένα απόγευμα ιδρωμένος από την προπόνηση στο ποδόσφαιρο, έκανε έφοδο στο ψυγείο της αδελφότητας Κάπα Άλφα και στη συνέχεια καταβρόχθισε μια ντουζίνα μπανάνες, τις οποίες κατέβασε με μια πίντα ουίσκι. Μια ώρα αργότερα έπεσε ξερός. Τι λυπηρό; Καθόλου λυπηρό», είπε ο Άτικους.

«Πω πω!» έκανε η Τζιν Λουίζ.

Η Αλεξάντρα έβαλε τις φωνές: «Άτικους! Ήταν το αγόρι του Έντγκαρ μας».

«Ήταν φοβερό, κυρία Αλεξάντρα», είπε ο Χένρι.

«Ακόμα σε φλερτάρει ο εξάδελφος Έντγκαρ, θειούλα;» ρώτησε η Τζιν Λουίζ. «Δεν σου ζήτησε ακόμα να τον παντρευτείς;»

Ο Άτικους σήκωσε προειδοποιητικά τα φρύδια. Έβλεπε τον δαίμονα της κόρης του να ξυπνάει μέσα της: και τα δικά της φρύδια ήταν σηκωμένα, ενώ τα μάτια της είχαν στρογγυλέψει κάτω από τα βαριά της βλέφαρα και η μια γωνία του στόματός της είχε στραβώσει επικίνδυνα. Όταν είχε τέτοια όψη, μόνο ο Θεός και ο Ρόμπερτ Μπράουνινγκ ήξεραν τι επρόκειτο να ξεστομίσει.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top